Σοσιαλδημοκρατία: Eπίκληση και κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα

Στο πολιτικό momentum της χώρας βρίσκεται εν διαρκή εξελίξει μια συζήτηση περί σοσιαλδημοκρατίας που παραπέμπει σε μια προσχηματική αντίληψη προοδευτικότητας, όπου το αναφερόμενο σοσιαλδημοκρατικό δεδομένο ουδόλως ανταποκρίνεται στην ιστορική διαδρομή, καθώς και στις σημερινές κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που διέπουν το ελληνικό πολιτικό σύστημα, ενώ προβάλλει κατά ταύτα ως σύνθημα κενό περιεχομένου και δη άνευ κοινωνικοοικονομικού και φιλοσοφικού αντικρίσματος.

Το πιο πάνω στηρίζεται στο ιστορικό δεδομένο πως η σοσιαλδημοκρατία, που είχε αφετηριακά ως φαινόμενο πολιτικής το γερμανικό παράδειγμα κατά τον 18ονκαι 19ον αιώνα, παραπέμπει πρωτίστως στη συνάφεια του πολιτικού, κατά ταύτα δε σοσιαλδημοκρατικού σχήματος με την εργατική τάξη, εκπροσωπούμενη μάλιστα στη διοίκηση και εν γένει στην πορεία των βιομηχανιών και των εταιρειών του γερμανικού κράτους, καθώς και άλλων βιομηχανικών κρατών της εποχής.

Επομένως, ένα βασικό στοιχείο σε αυτήν τη συζήτηση θα παρέπεμπε στη συνάφεια της σοσιαλδημοκρατίας με την παραγωγή και δη τη βιομηχανική ανάπτυξη. Ως προς την περίπτωση του σημερινού ελληνικού παραδείγματος, επισημαίνεται πως η Ελλάδα ουδόλως διαθέτει βιομηχανική υποδομή, που να επιτρέπει την συνεργατικών σχημάτων προώθηση πολιτικών μεταξύ εργατικής τάξης και καπιταλιστικών ηγετικών στρωμάτων.

Αντ’ αυτού, η ελληνική οικονομία και κοινωνία εν προκειμένω διαθέτει εξαιρετικά περιορισμένη σχέση αναφορικά προς τη βιομηχανική δομή και την κατά ταύτα παραγωγική διαδικασία. Τούτο υφίσταται σε μια διαχρονική πορεία, καθώς ο κοινωνικοοικονομικός προσανατολισμός της χώρας παραδοσιακά, όπως και σήμερα, προβάλλει στον τριτογενή τομέα της οικονομίας και δη των υπηρεσιών.

Βάσει των ανωτέρω, η χώρα ουδόλως διαθέτει υπόστρωμα μιας σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής, που να ανταποκρίνεται στις επιθυμίες Ελλήνων πολιτικών, αναζητούντων ελκυστικά συνθήματα διακυβέρνησης, ως των ανωτέρω δεδομένων, αλλά αντιθέτως ενστερνίζεται παραδοσιακά τον τομέα των υπηρεσιών και ουδέν πέραν τούτου.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο οφείλει η ηγετική τάξη της χώρας να προσανατολίζει την πολιτική της στον εκσυγχρονισμό του κράτους και των δομών του, επ’ αγαθώ του συνόλου του λαού και των αληθών προτεραιοτήτων της χώρας, που να ανταποκρίνονται, όχι μόνο στις πραγματικές ανάγκες της πολιτείας, αλλά και των δυνατοτήτων του παραγωγικού της δυναμικού. Συναφώς, το πολιτικό αφήγημα των διεκδικούντων την εξουσία οφείλει σε ένα πλαίσιο πολιτικής αμεσότητας και ρεαλιστικής σχέσης κοινωνίας και πολιτικής εξουσίας, να εδράζεται επί των αληθινών πραγματικοτήτων της ελληνικής παραγωγικής δομής και όχι επί των ως ανωτέρω ελκυστικών προταγμάτων.

Η Ελλάδα εν προκειμένω, ως πολιτικό σύστημα και ως φορέας παράστασης στο διεθνές σύστημα, οφείλει να κατευθύνει τις πολιτικές της προς την παραγωγή πλούτου και εν συνεχεία δίκαιου καταμερισμού του, αξιοποιώντας τα ισχυρά πλεονεκτήματά της με έμφαση στον πολιτισμό, χωρίς να επιδιώκει την αντιγραφή ξένων προτύπων, μη συναδόντων προς την παράδοση και τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της Ελλάδας.

Αυτό προϋποθέτει Έλληνες πεπαιδευμένους και γνώστες της ιστορίας και του πολιτισμού, επομένως διαθέτοντες εγγενώς και την υπερηφάνεια στην αντίκριση του παρελθόντος, όπως επίσης και στη θαρραλέα, αποφασιστική ματιά ενός μέλλοντος, τέτοιου που να στηρίζεται, όχι μόνο στην ατομοκεντρική παραδοσιακά δοκιμασμένη επίδοση του Έλληνα, αλλά προπάντων στη συλλογική προσπάθεια, που υπαγορεύει το εθνικό συμφέρον σε μια ελληνική προσέγγιση του συλλογικού εγχειρήματος, όπως θα υπαγορευόταν από μια σοσιαλδημοκρατική εν προκειμένω θεώρηση.

Ο συλλογισμός αυτός εστιάζει στο πάντρεμα του κοινωνικού κράτους με την εθνική ταυτότητα, τον πολιτισμό και τη δημοκρατία, όπερ και συνιστά προϋπόθεση επιτυχούς πορείας κάθε εθνικής προσπάθειας και ακατανίκητης διαδρομής του συλλογικού υποκειμένου.

Κλείνοντας, το περίγραμμα προϋπαρχόντων προϋποθέσεων της σοσιαλδημοκρατίας καθιστά πρόδηλον πως οφείλουμε κατά τα ανωτέρω να είμαστε σοβαροί και ακριβείς στις προσεγγίσεις μας, όντας πρωτίστως αληθινοί ως προς το ποιοι είμαστε και όχι απλώς και μόνον επιδερμικά συνθηματολογούντες για το πώς θα θέλαμε να πορευθούμε.