Καταναλωτές: Οι πιο σημαντικές πρόνοιες του νέου πολυνομοσχεδίου

Το νέο πολυνομοσχέδιο με τίτλο περί Προστασίας Καταναλωτή Νόμος σκοπεί στην ενοποίηση και απλοποίηση ορισμένων Νόμων, οι οποίοι ρυθμίζουν θέματα προστασίας του καταναλωτή, καθώς και στην αποτελεσματικότερη προστασία του καταναλωτή.

Στο παρόν άρθρο περιγράφονται τα κύρια μέρη του Νομοσχεδίου, καθώς και οι σημαντικότερες πρόνοιές του.

Μέρη του Νομοσχεδίου

Κατ’ αρχήν θα πρέπει να αναφερθεί ότι το πολυνομοσχέδιο δεν περιλαμβάνει ενοποίηση Νομοθεσιών που αφορούν χρηματοοικονομικά θέματα (όπως π.χ. τον περί Καταναλωτικής Πίστης Νόμο ή τον περί εξ Αποστάσεως Εμπορίας Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών Νόμο), αλλά ενσωματώνει πρόνοιες που δυνατόν να επηρεάζουν χρηματοοικονομικά θέματα, όπως αυτές που είναι σχετικές με τις καταχρηστικές ρήτρες.

Με βάση το Νομοσχέδιο, ενοποιούνται οι ακόλουθοι Νόμοι:

  • Περί Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών
  • Περί Ελέγχου των Παραπλανητικών και Συγκριτικών Διαφημίσεων
  • Περί Καταχρηστικών Ρητρών
  • Περί Δικαιωμάτων των Καταναλωτών
  • Περί Αναγραφής της Τιμής Πώλησης και της Μοναδιαίας Τιμής των Προϊόντων που προσφέρονται στους Καταναλωτές
  • Περί Ορισμένων Πτυχών της Πώλησης Καταναλωτικών Αγαθών και Συναφών Εγγυήσεων Νόμο
  • Περί των Προϋποθέσεων Πώλησης των Εμπορευμάτων σε Τιμές Έκπτωσης

Σημαντικότερες Πρόνοιες του Νομοσχεδίου

Το Νομοσχέδιο χωρίζεται σε 11 Μέρη, με τις ουσιαστικές πρόνοιες δικαίου να περιλαμβάνονται στα Μέρη 2 μέχρι 7:

Σε σχέση με τις Καταχρηστικές ρήτρες, μέχρι σήμερα, η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή μπορούσε μόνο να αιτηθεί την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος από το Δικαστήριο. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να αναφερθεί ότι, με βάση το Νέο Νομοσχέδιο, είναι η πρώτη φορά που η χρήση καταχρηστικών ρητρών μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ξεχωριστής εξέτασης και αντικείμενο επιβολής προστίμου από την Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή.

Υπαίτιος ποινικού αδικήματος είναι και μέλος διοικητικού συμβουλίου, διευθυντής ή άλλος που συναίνεσε ή συνέπραξε στη διάπραξή του.

Από τις πιο σημαντικές πρόνοιες του Νομοσχεδίου βρίσκονται στο Μέρος 11 του Νομοσχεδίου. Οι πρόνοιες αυτές βασίζονται στην απόφαση C497/13 – Faber v. Autobedriff Hazet (2015) του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου αποφασίστηκε ότι Εθνικό Δικαστήριο που επιλαμβάνεται διαφοράς εντός των πλαισίων του Νόμου οφείλει αυτεπάγγελτα εφόσον έχει στη διάθεσή του τα αναγκαία στοιχεία ή κατόπιν απλού αιτήματος για παροχή διευκρινίσεων:

Σε περίπτωση που η διαφορά αφορά αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, το Δικαστήριο δύναται επίσης αυτεπάγγελτα να εκδώσει διάταγμα ή να παρέχει θεραπεία προς οποιοδήποτε Μέρος.

Επίσης, καμία πρόνοια του Νόμου δεν μπορεί να εξαιρεθεί δυνάμει συμφωνίας, συμβατικού όρου ή με άλλον τρόπο.

Ο υποφαινόμενος ήταν επικεφαλής ομάδας που συνέδραμε στην κατάρτιση του νομοσχεδίου.

Σημ.: Αυτό το άρθρο δεν αποτελεί νομική συμβουλή. Η δημοσίευση αυτού του άρθρου συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο του Προγράμματος “Consumer Programme (2014-2020)”.

*Δικηγόρος