Πολιτισμός

ΙΔΕΟΔΡΟΜΙΟ: Αφιέρωμα στον Αντώνη Καλογιάννη

«Η Κύπρος είναι η άλλη μου πατρίδα. Δεν ξεχνώ ότι τραγούδησα σε 80 μέτρα απόσταση από τα κατεχόμενα κυπριακά σπίτια. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα νέα παιδιά που ξεδίπλωσαν τη γαλανόλευκη σημαία μαζί με την κυπριακή, τη στιγμή που τραγουδούσα. Ήταν από τις λίγες φορές που λιποψύχησα τραγουδώντας… Δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Εκεί έζησα μια συγκλονιστική βραδιά»

Έφυγε ακόμα ένας μεγάλος τραγουδιστής. Ένας τραγουδιστής γεμάτος καημούς και αισθήματα. Μια φωνή που σημάδεψε το χρέος απέναντι στη Λευτεριά. Και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου: Αντώνης Καλογιάννης, ο άνθρωπος που τόσο αγάπησε το νησί μας. Ο άνθρωπος που έκλαψε για την τραγωδία του Κυπριακού Ελληνισμού. «Όταν τραγουδώ για την Κύπρο, νιώθω το δράμα των Κυπρίων. Είναι πολύ δύσκολο να περιγράψω όλα εκείνα τα συναισθήματα που νιώθω», είχε εξομολογηθεί σε μια συνέντευξή του στο «Περιοδικό». Στις ομιλίες του τόνιζε την ανάγκη για αγώνα, για εθνική ομοψυχία, για επιστροφή στις πατρογονικές μας εστίες.

«Η Κύπρος είναι η άλλη μου πατρίδα. Δεν ξεχνώ ότι τραγούδησα σε 80 μέτρα απόσταση από τα κατεχόμενα κυπριακά σπίτια. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα νέα παιδιά που ξεδίπλωσαν τη γαλανόλευκη σημαία μαζί με την κυπριακή, τη στιγμή που τραγουδούσα. Ήταν από τις λίγες φορές που λιποψύχησα τραγουδώντας… Δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Εκεί έζησα μια συγκλονιστική βραδιά». Λόγια που καθρεφτίζουν έναν προσωπικό προβληματισμό, ανάμεσα στη συμπόνια και την κατανόηση.

Ναι, η φωνή σου, Αντώνη Καλογιάννη, μας έκανε τότε να κοιτάξουμε πέρα από τα συρματοπλέγματα. «ΒΟΥΝΟ ΜΟΥ ΠΕΝΤΑΔΑΚΤΥΛΕ, ΠΙΚΡΟΣ ΒΟΡΙΑΣ ΠΟΥ ΦΥΣΗΞΕ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΚΟ ΕΧΕΙ ΦΕΡΕΙ…». Τούτο το παλιό τραγούδι ραγίζει τις ψυχές μας. Ακόμα τρεμοσβήνει μέσα στη συνείδησή μας, μια ανάσα λευτεριάς, έστω και στα μικρά, πικρά μας όνειρα. Ναι, για μας τους ακριτικούς Έλληνες, κάθε στίχος, κάθε λέξη αγγίζει τις ψυχές μας, με ένα νόημα πέρα από τον χώρο και τον χρόνο. «Όρτσα τα πανιά, κόντρα στον Δεληβοριά, είναι τ’ αμπάρια γεμάτα με άγρια θεριά…». Πόσο συμβολικοί και επίκαιροι είναι πάντα τούτοι οι μελωδικοί στίχοι. Η Κύπρος, σε ολόκληρη τη μακραίωνη Ιστορία της, κουβαλούσε άγρια θεριά, μα δεν άλλαξε ποτέ. Οι παλμοί της, αιώνια ελληνικοί, ρυμουλκούν το πανάρχαιο πνεύμα των προγόνων, γιατί, στο κάτω-κάτω της γραφής, αν καταφέραμε να επιβιώσουμε μέσα από φυλακισμένα χρόνια, το οφείλουμε στην ελληνική μας κληρονομιά.

«Θυμάμαι», συνεχίζει ο Αντώνης Καλογιάννης, «ήταν ένας άνθρωπος 82 ετών, τόσο μου είπε ότι ήταν, με γαλάζια μάτια γεμάτα όνειρο και νοσταλγία. Ήρθε κοντά μου και μου είπε στα κυπριακά – δεν μπορώ τώρα να τα μιλήσω – μου είπε: Έλα δω γιε μου, να σου δείξω το σπίτι μου… Μου έδειχνε με το δάκτυλό του το σπίτι του και έκλαιγε». Ακριβώς σε αυτό το σημείο ο Καλογιάννης διακόπτει την ομιλία του και σκουπίζει τα βουρκωμένα του μάτια. Απλώς θυμήθηκε την πρώτη συναυλία στην Κύπρο. «Δακρυσμένο πουλί, στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα», έγραψε κάποτε ο Γιώργος Σεφέρης.

Έτσι, ο Καλογιάννης είχε ταυτιστεί με τους Έλληνες της Κύπρου. Τους αγάπησε και τον αγάπησαν. Πολλά ήταν τα καλοκαίρια που ερχόταν στο νησί μας για τις αντικατοχικές συναυλίες. Ποτέ, ώς το τέλος της ζωής του, δεν ξέχασε το μαρτύριο των αδελφών Κυπρίων. Μια ενδόμυχη υπαρξιακή ανάγκη, που υπενθύμιζε ότι ο Αττίλας ήταν και είναι απέναντί μας. Τα τραγούδια ζωντανεύουν πάντοτε εκείνο το φιλότιμο, τη φιλοπατρία, την αγιάτρευτη πληγή του καημού και της επιστροφής. Αυτοί που έζησαν στις κατεχόμενες πόλεις και χωριά μας, κουβαλούν ως την ύστατη πνοή τους, τις μνήμες εκείνες που έζησαν στην πατρική τους γη, στο χώμα όπου αναγιώθηκαν και έφυγαν το προδομένο, εφιαλτικό καλοκαίρι του 1974, χωρίς γυρισμό….

Σαράντα επτά χρόνια ο Πενταδάκτυλος έχει καρφωμένο στις πλαγιές του το έμβλημα της κατοχής. Σαράντα επτά ολόκληρα χρόνια, η Μόρφου, η Κερύνεια, η Αμμόχωστος, ο Απόστολος Ανδρέας και όλα τα σκλαβωμένα μας χωριά, μένουν βουβά, χωρίς δικαίωση, χωρίς ελπίδα. Ωστόσο, οι πρόσφυγες φρόντισαν να μεταδώσουν στα παιδιά τους εκείνο το ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ. Οι σημερινοί νέοι οφείλουν να έχουν στο μυαλό τους την κατεχόμενη πατρίδα. Γιατί η γη δεν έχει κρικέλια να την πάρουν οι ξένοι και να φύγουν. Αυτή είναι η βαριά παρακαταθήκη για τους σημερινούς νέους. Και, ευτυχώς, υπάρχουν διαμάντια νεολαίας, που κάποτε θα φέρουν τη δικαίωση.

Αντώνη Καλογιάννη, στην άλλη Ελλάδα έφυγες στα 82 σου χρόνια. Ξέρουμε όμως ότι εδώ άφησες την ψυχή σου να μας δείχνει τον δρόμο της Λευτεριάς. Αυτής της Λευτεριάς που δεν παζαρεύεται στα συρτάρια της πολιτικής. Γιατί δεν μπορεί να υπάρξει ελληνικό χέρι, που να βάλει υπογραφή για να προδώσει αξίες, ιδανικά, κληρονομιά αιώνων. Τρεις χιλιάδες χρόνια, η ελληνική ψυχή της Κύπρου δεν νοθεύεται, δεν ακυρώνεται. Είναι ζωντανή εικόνα που λαμπαδιάζει εσαεί στο ιστορικό μας γίγνεσθαι. Αιωνία σου η μνήμη, αδελφέ μας Αντώνη Καλογιάννη. Τα εμβληματικά σου τραγούδια, για ολόκληρο τον Ελληνισμό, θα αποτελούν ένα ελπιδοφόρο βάλσαμο ψυχής.