Γιαννάκης Χριστοφόρου: Ένας αγνός, απροσκύνητος, ενωτικός αγωνιστής

Κανένας δεν μπορούσε να διανοηθεί, ούτε ο ίδιος ο λαμπρός αγωνιστής θα πίστευε, αν του το έλεγαν, ότι αυτός που έπαιζε τη ζωή του τέσσερα ολόκληρα χρόνια κορώνα-γράμματα στον αγώνα της πατρίδας του για λευτεριά, θα τύγχανε μιας τόσο απάνθρωπης συμπεριφοράς από τους κυβερνώντες

Οι επιζώντες ενωτικοί αγωνιστές της ΕΟΚΑ, εκτός από τη μνήμη του ήρωα της αγχόνης Ευαγόρα Παλληκαρίδη, τιμούν και τη μνήμη του μαρτυρικού αγωνιστή της ΕΟΚΑ, Γιαννάκη Χριστοφόρου, που σαν τέτοια μέρα, πριν ακριβώς από 34 χρόνια, υπέκυψε στις ανίατες κακώσεις που του είχαν προκαλέσει οι Βρετανοί βασανιστές του Χάρντινγκ κατά τον Ένοπλο Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ στα κακόφημα ανακριτήρια της Ομορφίτας και, αργότερα, μετά τον Αγώνα, οι βασανιστές-ανακριτές του κακόφημου Εφεδρικού Σώματος της Αστυνομίας στην Πύλη Πάφου, όταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Η τραγική ειρωνεία ήταν ότι οι μεν Βρετανοί ανακριτές είχαν υποβάλει τον λαμπρό αγωνιστή σε φριχτά βασανιστήρια διότι ήταν μέλος της ΕΟΚΑ, οι δε ανακριτές του Εφεδρικού Σώματος της Κυπριακής Αστυνομίας διότι παρέμεινε πιστός στον ιερό του όρκο και δεν απέκρυβε τη διαφωνία του για την επάρατη συμφω νία τη Ζυρίχης και την προσήλωσή του στο Ιερό Βράχο της Ακρόπολης.

Για την πλούσια αγωνιστική δράση του Γιαννάκη Χριστοφόρου τα δύο πρώτα χρόνια του στη Λευκωσία και μετά στο αντάρτικο μέχρι τη λήξη του αδικαίωτου ενωτικού αγώνα, είχα ακούσει πολλά από συναγωνιστές του στην πόλη και στο βουνό. Προσωπικά γνώριζα ότι τη χαραυγή της Πρωταπριλιάς του 1955 πήρε μέρος στην ανατίναξη του ραδιοσταθμού της Λακατάμειας. Ήταν μέλος της ομάδας «Θύελλα» του Παναγιώτη Αριστείδου, στην οποία ανήκαν και οι συγχωριανοί και συγκάτοικοί μου, αδελφοί Αντρέας και Γιαννάκης Χρίστου Χατζηγεράσιμου, καθώς και ο επίσης συγχωριανός μου Κυριάκος Χριστοδουλίδης. Κανένας δεν μπορούσε να διανοηθεί, ούτε ο ίδιος ο λαμπρός αγωνιστής θα πίστευε, αν του το έλεγαν, ότι αυτός που έπαιζε τη ζωή του τέσσερα ολόκληρα χρόνια κορώνα-γράμματα στον αγώνα της πατρίδας του για λευτεριά, θα ετύγχανε μιας τόσο απάνθρωπης συμπεριφοράς από τους κυβερνώντες.
Τον αείμνηστο Γιαννάκη Χριστοφόρου, τον Κουρέα, όπως ήταν γνωστός στους συναγωνιστές και φίλους του, τον είχα γνωρίσει το 1959, λίγο μετά τη λήξη του αγώνα της ΕΟΚΑ. Ήμουν τελειόφοιτος του Γυμνασίου Σολέας και μέλος του αρτισύστατου Παγκύπριου Συνδέσμου των Ενωτικών Αγωνιστών της ΕΟΚΑ κι ερχόμουν από την Κακοπετριά για ν’ απαγγείλω ποιήματα στους εθνικούς εορτασμούς της 25ης Μαρτίου, της 1ης Απριλίου και της 28ης Οκτωβρίου, που οργάνωνε ο Σύνδεσμος. Εκεί μού τον είχε συστήσει ο αείμνηστος συναγωνιστής, φίλος στενός και ξάδελφός μου, αείμνηστος Χαράλαμπος Κυριακίδης. Αργότερα, όταν τέλειωσα το Γυμνάσιο, με χίλια τράντα βάσανα, λόγω αντιζυριχικών φρονημάτων, κατέβηκα στη Λευκωσία και εργοδοτήθηκα στην εφημερίδα της αντιπολίτευσης «Εθνική». Πολύ κοντά ήταν και το οίκημα του Συνδέσμου, στην οδό Αρσινόης. Εκεί συναντιόνταν, σχεδόν κάθε βράδυ, οι αείμνηστοι Χαράλαμπος Κυριακίδης, Γιαννάκης Χριστοφόρου, Νίκος Κατσαράς, Αχιλλής κι εγώ. Είχαμε αναλάβει την εκτέλεση των αποφάσεων του Συνδέσμου, που σχετίζονταν με εθνικές εκδηλώσεις και άλλες πατριωτικές δραστηριότητες.

Στα βουνά του Πενταδακτύλου

Όταν ξέσπασε η τουρκική ανταρσία, οι ενωτικοί αγωνιστές του Συνδέσμου, εκτός των άλλων δραστηριοτήτων μας στον αντιζυριχικό αγώνα, πυκνώσαμε τις τάξεις του 106ου Λόχου και επανδρώσαμε, μ’ επικεφαλής τον Τομεάρχη της ΕΟΚΑ, Ρένο Κυριακίδη, αδελφό του ακατάβλητου μαχητή της Ένωσης, Μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανού, επί έναν περίπου μήνα φυλάκια της πρώτης γραμμής στον Πανταδάκτυλο. Εκεί, μαζί μας και ο Γιαννάκης Χριστοφόρου, που είχε κλείσει το κουρείο του. Αργότερα παραμείναμε στενοί φίλοι και συναντιόμασταν πολύ συχνά στο κουρείο του, όπου μιλούσαμε για τα περασμένα, τον Αγώνα της ΕΟΚΑ και τα δεινά που επεσώρευσε στο λαό μας η επάρατη Ζυρίχη. Η πατριωτική στάση του ήταν γνωστή στην Κυβέρνηση και, όταν ξέσπασε η εμφύλια διαμάχη με το Εκκλησιαστικό σχίσμα και την ΕΟΚΑ Β’, άρχισαν οι διωγμοί εναντίον του. Όργανα του παρακράτους τοποθέτησαν εκρηκτικούς μηχανισμούς στο κουρείο του, στην κεντρικότερη λεωφόρο της Λευκωσίας, τη Γρίβα Διγενή, αλλά κανένας δεν συνελήφθη. Αντίθετα, συνεχίστηκαν πιο έντονα οι ενοχλήσεις του από το παρακράτος, με αποκορύφωμα τη σύλληψή του και την άγρια κακοποίησή του από τους βασανιστές - ανακριτές της Πύλης Πάφου. Το ταλαιπωρημένο από τους Βρετανούς βασανιστές κορμί του αγωνιστή δεχόταν τώρα νέα απάνθρωπα βασανιστήρια, από όργανα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι συναγωνιστές του παρακολουθούσαν με συμπόνια το δράμα του. Και του συμπαραστέκονταν καθ’ όλη την πορεία του μαρτυρίου του στα νοσοκομεία της Ελλάδας και της Βρετανίας, όπου κατέφευγε για να επουλώσει τις πληγές που του είχαν προκαλέσει τα άγρια βασανιστήρια που είχε υποστεί από τους Βρετανούς, γιατί ήταν αγωνιστής της ΕΟΚΑ, και από τους αστυνομικούς του κυπριακού κράτους, γιατί είχε παραμείνει πιστός στον ιερό όρκο της ΕΟΚΑ ενωτικός αγωνιστής και φανατικός πολέμιος της Ζυρίχης. Τον πρόδωσαν τα αγιάτρευτα εσωτερικά του τραύματα από τα βασανιστήρια των Βρετανών και των αστυνομικών ανακριτών του κυπριακού κράτους. Δυστυχώς, δεν τα κατάφερε να κρατηθεί στη ζωή. Μας έφυγε νωρίς, στις 14 Μαρτίου 1987, 34 ακριβώς χρόνια σαν σήμερα.

Ο θάνατός του βύθισε σε βαθύ πένθος τον αγωνιστικό κόσμο και τους πολυπληθείς φίλους του. Γιατί ο αείμνηστος Γιαννάκης Χριστοφόρου είχε πολλούς φίλους. Όλοι αυτοί οι φίλοι και συναγωνιστές του τον τιμούσαν ιδιαίτερα, διότι γνώριζαν τον αδαμάντινο χαρακτήρα του και τον άδολο πατριωτισμό του. Σ’ όλη του τη ζωή δυο αγάπες λάτρεψε και υπηρέτησε. Τον Χριστό και την Ελλάδα. Πνευματικό τέκνο του φλογερού Παπασταύρου, ο αείμνηστος Γιαννάκης Χριστοφόρου, αναθρεμμένος με τα αθάνατα ελληνοχριστιανικά ιδανικά, έμεινε πιστός μέχρι τον πρόωρο θάνατό του, στο Χριστό και την Ελλάδα.

Στο σύντομο βιογραφικό του αξέχαστου αγωνιστή, γραμμένο από τον αγαπημένο του αδελφό και φίλο Κωνσταντίνο, αναφέρονται και τα εξής: «Την 1η Απριλίου 1955, μαζί με την ομάδα ‘Θύελλα’ του Παναγιώτη Αριστείδου, στενού φίλου του από την ΟΧΕΝ του Παπασταύρου, χτύπησαν τον ηχοληπτικό σταθμό Λακατάμειας. Ακολούθησε μια συνεχής καρποφόρα δράση του. Τον επόμενο χρόνο σαν σαμποτέρ, σύνδεσμος και οργανωτής ομάδας επιθετικών ενεργειών, κτυπά τους Βρετανούς αποικιοκράτες, δυνάστες του νησιού μας. Αναλαμβάνει, πάντοτε πρόθυμος, δύσκολες και επικίνδυνες αποστολές, όπως μεταφορές όπλων, πυρομαχικών και καταζητούμενων αγωνιστών. Σαν επισημασμένος αγωνιστής – ‘τρομοκράτης’ για τους Βρετανούς, συλλαμβάνεται χωρίς δικαστικό ένταλμα και οδηγείται στα κακόφημα ‘νταχάου’ της Ομορφίτας, όπου οι κτηνάνθρωποι ανακριτές τού Χάρντινγκ τον υποβάλλουν σε φρικτά βασανιστήρια. Του ματώνουν το κορμί, του σπάζουν κόκκαλα, αλλά ο Γιαννάκης δείχνει απίστευτη αντοχή. Κρατεί το στόμα κλειστό, δεν λυγίζει και δεν αποκαλύπτει κανένα μυστικό της ΕΟΚΑ. Αφού οι βασανιστές απόκαμαν και δεν κατάφεραν ν’ αποσπάσουν κανένα μυστικό, ούτε να βρουν σε βάρος του κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο, αλλά και από τον φόβο μήπως προκύψουν επιπτώσεις στην υγεία του από τ’ απάνθρωπα βασανιστήρια που υπέστη, τον αφήνουν ελεύθερο. Όμως παρακολουθούν στενά κάθε του κίνηση.

»Μόλις ο Γιαννάκης αφέθηκε ελεύθερος, υπέβαλε αναφορά στους ανωτέρους του για όσα του ζητούσαν οι ανακριτές να τους αποκαλύψει σχετικά με τις δραστηριότητες της ΕΟΚΑ και τους συνεργάτες του. Βαριά τραυματισμένος σωματικά, άνοιξε το κουρείο του, μοναδικό πόρον επιβίωσης, ενώ παράλληλα υποβαλλόταν σε θεραπεία, γιατί υπέφερε από φριχτούς πόνους. Προτού αποθεραπευτεί πλήρως, ζήτησε από τον Αρχηγό να βγει στο αντάρτικο, γιατί ο κίνδυνος επανασύλληψης και κακοποίησής του επικρεμόταν. Ο Διγενής εγκρίνει το αίτημά του και ο Γιαννάκης βγαίνει στο αντάρτικο, όπου αναπτύσσει και στα βουνά πλούσια αγωνιστική δράση, μέχρι το τέλος του Αγώνα, οπότε ξανανοίγει το κουρείο του, ενώ παράλληλα, κατά περιόδους, μεταβαίνει στην Αθήνα με τη φροντίδα του Αρχηγού Διγενή και υποβάλλεται σε θεραπεία.

Εκεί που άρχισε να συνέρχεται και να αισθάνεται καλύτερα, νέο μαρτύριο τον ανέμενε, από όργανα του παρακράτους. Μακαριακοί νυκτοβάτες ανατινάζουν το κουρείο του και ο ίδιος συλλαμβάνεται χωρίς δικαστικό ένταλμα, όπως συνέβη επί αποικιοκρατίας, και οδηγείται στα ανακριτήρια της Πύλης Πάφου, με την υποψία ότι ήταν αναμειγμένος σε αντικυβερνητικές δραστηριότητες. Κακοποιείται βάναυσα σε μέρη του σώματος , που υπέστησαν κακοποίηση και από τους Βρετανούς. Απολύεται ανθρώπινο ράκος. Η υγεία του, που ήταν ήδη κλονισμένη σε μεγάλο βαθμό, επιδεινώθηκε από τη νέα κακοποίηση. Δεν τον σταμάτησαν οι πόνοι. Γίνονταν πιο ανυπόφοροι. Πήγε στην Ελλάδα και την Αγγλία για θεραπεία, αλλά η κατάσταση της υγείας του δεν ήταν αναστρέψιμη, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των γιατρών. Και στις 14 Μαρτίου 1987 υπέκυψε στους πόνους του». Μας έφυγε σε ηλικία 53 ετών. Αιωνία η μνήμη του πιστού χριστιανού και πατριδολάτρη αγωνιστή.