Κόμματα

Αβέρωφ-Άντρος, έρωτας που δεν… τελειώνει

Εν τοις πράγμασι, οι δύο πολιτικοί χώροι ουδέποτε απομακρύνθηκαν όσον αφορά την ουσία του κυπριακού προβλήματος και τη φιλοσοφία μέσα από την οποία το αντικρίζουν. Απλώς, οι πολυμέτωπα ενεργείς διακεκαυμένες ζώνες της εσωτερικής αντιπαράθεσης, με την Εζεκία Παπαϊωάννου να κηρύττει, από καιρού, έναν εφ’ όλης της ύλης «ανένδοτο» εναντίον του Προέδρου Αναστασιάδη (προεξάρχοντος του εθνικού προβλήματος) και την Πινδάρου να αμύνεται, εκάστοτε, από τα χαρακώματα της υπεράσπισης του κυβερνητικού έργου και του Νίκου Αναστασιάδη, έκρυπταν κάτω από τον ορυμαγδό και τη στάχτη των δημόσιων αντεγκλήσεων τις αδιατάραχτες και ομόγνωμες συμπλεύσεις τους

Ως ικανότατος πολιτικός ζογκλέρ, μετρ των ελιγμών, των ισορροπιών και των μεταμορφώσεων, ο κ. Αβέρωφ Νεοφύτου, δεν θα ανέμενε κανείς πως θα είχε ιδιαίτερη δυσκολία να πετύχει, με άμεσες, γρήγορες και αποτελεσματικές κινήσεις, το νέο… modus operandi στο Κυπριακό με το ΑΚΕΛ.

Άλλωστε, εν τοις πράγμασι, οι δύο πολιτικοί χώροι ουδέποτε απομακρύνθηκαν όσον αφορά την ουσία του κυπριακού προβλήματος και τη φιλοσοφία μέσα από την οποία το αντικρίζουν. Απλώς, οι πολυμέτωπα ενεργείς διακεκαυμένες ζώνες της εσωτερικής αντιπαράθεσης, με την Εζεκία Παπαϊωάννου να κηρύττει, από καιρού, έναν εφ’ όλης της ύλης «ανένδοτο» εναντίον του Προέδρου Αναστασιάδη (προεξάρχοντος του εθνικού προβλήματος) και την Πινδάρου να αμύνεται, εκάστοτε, από τα χαρακώματα της υπεράσπισης του κυβερνητικού έργου και του Νίκου Αναστασιάδη, έκρυπταν κάτω από τον ορυμαγδό και τη στάχτη των δημόσιων αντεγκλήσεων τις αδιατάραχτες και ομόγνωμες συμπλεύσεις τους.

Βεβαίως, ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ είχε, αυτήν τη φορά, κάτω από τα πόδια του, ένα μακρύτερο, από το σύνηθες, ακροβατικό διάνυσμα για να ισορροπήσει, ανάμεσα στις σχεδόν ταυτιζόμενες, σε ουκ ευάριθμα σημεία, προσεγγίσεις του ΑΚΕΛ με τις τουρκικές θέσεις, ιδιαιτέρως, δε, όσον αφορά τα τεκταινόμενα στο Κραν Μοντανά, τις ευθύνες για την κατάρρευση των συνομιλιών στο ελβετικό θέρετρο και τη μη επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για τρία ολόκληρα χρόνια, και στις προεδρικές «μετατοπίσεις» προς σχεδόν – σύμφωνα με τις κατηγορίες των πολιτικών αντιπάλων του – «απορριπτικές» και «εθνικιστικές» θέσεις (sic). Μάλιστα, από κάποιους στις παρυφές της κεντροδεξιάς, ενταγμένους, πρώην ενταγμένους ή και συνοδοιπόρους του ΔΗΣΥ, γινόταν, με αποκαρδιωτικό και απαξιωτικό τρόπο, αναφορά σε συντελούμενη… εθνικιστική στροφή και της ίδιας της Πινδάρου, προκειμένου να μην εγκαταλείψει, μόνο και έκθετο, τον Πρόεδρο στα πυρά της μείζονος αντιπολίτευσης, λόγω των νεοφανών απαράδεκτων ακροβατισμών του. Αν κρίνει κανείς από το αποτέλεσμα και την επισπεύδουσα σπουδή του να μετατραπεί σε πρωθύστερο άγγελο νέων υποχωρήσεων, αλλά και κήρυκα νέων δεινών, σε περίπτωση ακόμη μιας αποτυχίας στις επανεκκινούμενες προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, ο κ. Αβέρωφ Νεοφύτου δεν τα κατάφερε καθόλου άσχημα. Επέδειξε, την ώρα της «κρίσης», την απαιτούμενη πολιτική… ωριμότητα αλλά και ωμότητα, για να εμφανιστεί σχεδόν… δακρυρροών και μαινόμενος στις υποχωρητικές επάλξεις – τις… ανυποχώρητες δικές του -, τις οποίες δεν εγκατέλειψε ποτέ.

Έτσι, τώρα, που ο κουρνιαχτός της μικροπολιτικής και των μικροκομματικών αντιπαραθέσεων καταλάγιασε, με το διακύβευμα της επίλυσης του Κυπριακού να επαναπροτάσσεται ως η μείζων πολιτική απαίτηση της ιστορικής στιγμής, τα πρόσωπα και τα… προσωπεία επαναπροέβαλαν μέσα από την ομίχλη και τον ζόφο με την παλιά ακτινοβόλο και ζείδωρη λάμψη τους.

Τα οποία κοιτάζουν, βεβαίως, ωσάν τα… απαστράπτοντα φοβερά όπλα των Αργείων στην πεδιάδα του Σκαμάνδρου, προς τη μεριά του… προεδρικού λόφου, υπενθυμίζοντας στον ένοικο του Προεδρικού τόσο τον χαρακτήρα της «μάχης» που θα δοθεί, όσο και τις δυνάμεις που θα τη δώσουν.

ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, σύμφωνα με τις δηλώσεις των ηγετών τους μετά τη συνάντηση της περασμένης Πέμπτης, εξέφρασαν την αμοιβαία τους βούληση να υπερβούν «μικροκομματικά συμφέροντα και μικρόκαρδες προσεγγίσεις», παραμερίζοντας οιεσδήποτε διαφωνίες στα ζητήματα εσωτερικής πολιτικής και να αντικρίσουν με συναντίληψη και ομοφωνία τις εξελίξεις στο Κυπριακό.

Έσπευσαν, δε, αμφότεροι, να ξεκαθαρίσουν, πως εξακολουθούν να ομνύουν πίστιν στις ιδεολογικοπολιτικές καταβολές και πεποιθήσεις τους, με τον κ. Κυπριανού να διατρανώνει ότι παραμένει στην αντιπολίτευση, ανάχωμα στις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού που ασκεί η κυβέρνηση, και τον κ. Νεοφύτου να διαβεβαιώνει πως δεν… έγινε, σώνει και καλά, κομμουνιστής, επειδή υπάρχει έδαφος σύμπλευσης και συνεργασίας με το ΑΚΕΛ στο Κυπριακό – αν γινόταν, βεβαίως, θα ήταν ο… μοναδικός κομμουνιστής στην Κύπρο.

Μάλιστα, ήδη, το αναθερμανθέν φλερτ ανάμεσα στα δύο κόμματα απέδωσε και άλλους, πιο γόνιμους καρπούς συναντίληψης, αφού ο ΓΓ του ΑΚΕΛ, μετά τη συνάντηση, ανέφερε ότι το κόμμα του, από θέση αρχής, δεν απορρίπτει την αποκεντρωμένη ομοσπονδία, διευκρινίζοντας ότι, προκειμένου το ΑΚΕΛ να τοποθετηθεί επί του συγκεκριμένου, θα πρέπει πρώτα να γνωρίζει ποιες από τις εξουσίες του κεντρικού κράτους θα μεταφερθούν στις συνιστώσες οντότητες. Θέση η οποία, βεβαίως, μέχρι και την περασμένη… Πέμπτη αποτελούσε κόκκινο πανί για το κόμμα της αριστεράς και τα στελέχη του.

Έτσι, φαίνεται να ολοκληρώθηκε ο… πολυπόθητος επαναπατρισμός του ΔΗΣΥ και του κ. Νεοφύτου στη σωστή γραμμή λύσης, σύμφωνα με την έκφραση του κ. Κυπριανού, και στη… θερμοκοιτίδα των σιαμαίων της διζωνικότητας.

Σκηνικό αποδοχής της τουρκικής επεκτατικότητας

Η εξέλιξη, δοθεισών και των κινήσεων του τελευταίου διαστήματος – συνεχείς παρασκηνιακές διαβουλεύσεις προς την άτυπη Πενταμερή, ρόλος και παρέμβαση βρετανικού παράγοντα, αναφορές και δηλώσεις του ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών για την επί θύραις διαδικασία, τοποθετήσεις Τούρκων αξιωματούχων και του κ. Ερσίν Τατάρ για λύση δύο κρατών, επαφές Αβέρωφ με ξένους πρέσβεις κ.λπ. – συνδυαζόμενη και με το ανάλογο κλίμα «κατευναστικής» υποχωρητικότητας που καλλιεργείται και στην Ελλάδα όσον αφορά τις έκνομες τουρκικές ενέργειες και διεκδικήσεις στα Ελληνοτουρκικά, κατατείνουν πως επιχειρείται να διαμορφωθεί ένα επικοινωνιακό σκηνικό αποδοχής της τουρκικής επεκτατικότητας και των εκπτώσεων στα εθνικά θέματα, υπό το πρόσχημα της αποφυγής, αφενός του πολέμου, και, αφετέρου, της πλήρους αποτελμάτωσης του Κυπριακού και της πορείας προς την οριστική διχοτόμηση, άρρηκτα συνυφασμένο με το κυρίαρχο δόγμα των εγχώριων πολιτικών ελίτ. Ακόμη κι αν αυτό που διακυβεύεται, όσον αφορά την Ελλάδα, είναι η ίδια η εθνική κυριαρχία, δηλαδή η αυθυπαρξία και η αυθυπόσταση του ελληνικού κράτους, και, όσον αφορά την Κύπρο, η ύπαρξη και η υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Γιατί, επί της ουσίας, η Τουρκία, με τις διακηρυγμένες αξιώσεις της, αυτό ακριβώς επιδιώκει: την απομείωση και εξαφάνιση του Ελληνισμού ως γεωπολιτικού μεγέθους και τη μετατροπή Ελλάδας και Κύπρου σε «χώρο» εκδίπλωσης της τουρκικής ηγεμονικής επιρροής, η οποία θα συζευγνύει, υπό το κράτος του νεο-οθωμανικού αναθεωρητισμού, ολόκληρη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, των Βαλκανίων και, ει δυνατόν, της Ευρασίας.

Διότι, εάν γίνουν πραγματικότητα οι τουρκικοί σχεδιασμοί ή μέρος τους, με την απώλεια εθνικού χώρου ή εθνικών δικαιωμάτων είτε στο Αιγαίο και τη Θράκη είτε στην Κύπρο, ο Ελληνισμός θα καταστεί ένας μηδενικής σημασίας γεωπολιτικός τελεστής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Είναι αναντίλεκτο ότι Αθήνα και Λευκωσία, υπό το βάρος μιας αλληλουχίας διαχρονικών υποχωρήσεων και ευκαμψίας έναντι της τουρκικής επιθετικότητας, έχουν υπαγάγει την εθνική τους στρατηγική και τη διαχείριση των εθνικών θεμάτων σε μια λογική συμψηφισμού της λιγότερο καταστροφικής απώλειας, ευρισκόμενες διαρκώς σε μια συνεχή θέση άμυνας και οπισθοχώρησης. Αντικρίζουν, εν άλλοις λόγοις, τις σχέσεις με την Άγκυρα και την εντεινόμενη τουρκική επιθετικότητα, υπό το κράτος μιας ελευσόμενης αναπόδραστη ήττας, που ήδη συντελείται στο πεδίο των έμπρακτων τουρκικών διεκδικήσεων, έναντι της οποίας η μοναδική δυνατή επιλογή είναι ο περιορισμός των όποιων απωλειών.

Είναι ηλίου φαεινότερον ότι οι επιπτώσεις της εν λόγω στάσης στο καθαρά ψυχολογικό και επικοινωνιακό επίπεδο είναι εξίσου ολέθριες, αφού εθνική κυριαρχία που δεν αναγνωρίζεται και δεν περιφρουρείται ως τέτοια επί του εδάφους, δεν μπορεί να αναγνωριστεί και να περιφρουρηθεί ούτε σε επίπεδο φρονήματος και συνείδησης.

Ήδη, σε ποικιλώνυμους πολιτικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους γίνεται αντικείμενο συζήτησης το ενδεχόμενο απώλειας εθνικού εδάφους (ίδε, π.χ., Καστελόριζο) καθώς και οι επιπτώσεις του, προδίδοντας τη διάθεση να τεθεί στο τραπέζι ακόμη και το ενδεχόμενο εθνικού ακρωτηριασμού. Προκειμένου, όμως, να επιτευχθεί τι; Η ανάσχεση, μήπως, του τουρκικού επεκτατισμού; Ή, αντίθετα, με τη συνεπακόλουθη περαιτέρω αποδυνάμωση της ήδη απισχνασμένης, λόγω μνημονίων, ελληνικής ισχύος, οι τουρκικές ορέξεις και διεκδικήσεις θα επιταθούν, έως την πλήρη μετατροπή της χώρας σε τουρκικό προτεκτοράτο;

Η τουρκική απειλή δεν είναι απλώς ορατή, εφορμά και ήδη ευρίσκεται εντός των πυλών. Δεν μπορεί κανείς να την εξορκίσει αγκαλιάζοντας και θωπεύοντάς την. Ούτε, προφανώς, να την ανασχέσει, εγείροντας ενώπιόν της ένα «μέτωπο λογικής», κατά τα λεγόμενα των υπερμάχων του εθνικού εκχωρητισμού σε Ελλάδα και Κύπρο. Γιατί, αυτό το τελευταίο, αν δεν θεμελιώνεται πάνω σε μιαν αξιόπιστη δύναμη αποτροπής, την αποφασιστικότητα να προασπίσεις, με κάθε μέσο, την ιστορική αυθυπαρξία σου, αλλά και την ικανότητα να αντιμετωπίσεις κάθε παραλογισμό που θα βρεις μπροστά σου, δεν είναι τίποτε άλλο από ένας «πύργος από τραπουλόχαρτα». Άλλωστε, η ίδια η λογική, όπως λέει ο ποιητής, δεν είναι τίποτε άλλο - ειδικά στην… περίπτωσή μας - παρά «η έμμονη ιδέα των ψυχιάτρων».