Τράπεζες

«Καταλύτης» για τη μείωση των ΜΕΔ η αφαίρεση υπερχρεώσεων

Τι νομιμοποιούνται να πράξουν οι δανειολήπτες σε περίπτωση που οι Τράπεζες δεν δείχνουν «καλή θέληση» για αναδιάρθρωση δανείων

Μια σειρά από «κόκκινα δάνεια» θα καταστούν εξυπηρετούμενα αν οι τράπεζες αναγκαστούν ή αν -ακόμη καλύτερα- οικειοθελώς αφαιρέσουν τις υπερχρεώσεις από τις δανειακές συμβάσεις, υποστηρίζει ο ΣΥΠΡΟΔΑΤ.

Μιλώντας στη «Σημερινή» ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Προστασίας Δανειοληπτών Τραπεζών (ΣΥΠΡΟΔΑΤ), Κώστας Μελάς, υπογράμμισε πως «η ανάγκη για αφαίρεση των παράνομων χρεώσεων (υπερχρεώσεων) είναι κομβικής σημασίας ζήτημα. Εάν οι Τράπεζες αφαιρέσουν τις υπερχρεώσεις κάνοντας αναδομημένους λογαριασμούς, όπου θα φαίνεται το νόμιμα οφειλόμενο ποσό, αρκετά δάνεια θα μετατραπούν σε εξυπηρετούμενα».

Τούτο σημαίνει, όπως υπογραμμίζει ο Πρόεδρος του ΣΥΠΡΟΔΑΤ, μείωση των ΜΕΔ. «Αρκετά άλλα δάνεια μπορούν εύκολα να αναδιαρθρωθούν και τούτο σημαίνει περαιτέρω μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων. Με τις διεργασίες αυτές που προτείνουμε, οι εκποιήσεις πλέον θα είναι αχρείαστες. Την πιο πάνω σκέψη εισηγηθήκαμε με επιστολή μας στον Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, κ. Κωνσταντίνο Ηροδότου, στις 26/4/2021», ανέφερε.

Σχετικά με τον Νόμο για την αναστολή εκποιήσεων, ο Κώστας Μελάς, αφού «χαιρέτισε» την όλη εξέλιξη λέγοντας ότι «μόνο θετική μπορεί να είναι», τόνισε πως καλό είναι «Τράπεζες και Δανειολήπτες να αξιοποιήσουν τον χρόνο της αναστολής, προσπαθώντας να επιλύσουν το πρόβλημα των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) με σωστές και βιώσιμες αναδιαρθρώσεις». Αυτό, είπε, μπορεί να γίνει «σύμφωνα με τον Κώδικα Συμπεριφοράς για τον Χειρισμό Δανειοληπτών που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, ο οποίος εμπεριέχεται στη σχετική Οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου. Στην ίδια ακριβώς αντίδραση προέβη ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος κ. Παύλος Ιωάννου».

«Απρόθυμες για αναδιαρθρώσεις οι Τράπεζες»

«Δανειολήπτες συχνά μας καταγγέλλουν και μας υποδεικνύουν συγκεκριμένες ‘’τυποποιημένες’’ μεθόδους που ακολουθούν οι Τράπεζες απαντώντας σε προτάσεις δανειοληπτών για αναδιάρθρωση ή ακόμη εξόφληση του δανείου τους με προσφορά π.χ. ακινήτου», υπογράμμισε ο κ. Μελάς.

Συγκεκριμένα είπε, σε πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες οι δανειολήπτες απευθύνονται στις Τράπεζες προκειμένου να αναδιαρθρώσουν τα δάνειά τους, «η απάντηση της Τράπεζας είναι ότι το αίτημα απορρίπτεται γιατί ‘’το ποσό που προτείνεται είναι ανεπαρκές’’ και στη συνέχεια καλούν τον δανειολήπτη να υποβάλει νέα πρόταση, την οποία η Τράπεζα θα εξετάσει χωρίς βλάβη των δικαιωμάτων της».

Σε άλλες περιπτώσεις, «οι Τράπεζες αρνούνται να διαπραγματευτούν τους όρους των συμβάσεων αναδιάρθρωσης ακόμη και αν περιλαμβάνουν αναγνωρισμένους καταχρηστικούς όρους, είτε επιμένουν ως μέρος της αναδιάρθρωσης να δηλώνονται αποφάσεις στο Δικαστήριο εναντίον των δανειοληπτών. Επιπλέον, αρκετές φορές οι Τράπεζες επιμένουν κατά την αναδιάρθρωση στην είσπραξη τόκων παλαιών δικαστικών αποφάσεων ύψους 10-14% και ακόμη απορρίπτουν προσφορές εξόφλησης χρέους και προτιμούν να πωλούν το χρέος σε εταιρεία εξαγορών χωρίς να αποκαλύπτουν στον Δανειολήπτη το ποσό της απόκλισης του ποσού εξαγοράς με την προσφορά του».

Υπάρχουν μάλιστα αναφορές στον ΣΥΠΡΟΔΑΤ από δανειολήπτες, σύμφωνα με τον κ. Μελά, που υποστηρίζουν ότι «στις συμφωνίες διευθέτησης εκατέρωθεν απαιτήσεων (δανειοληπτών - Τραπεζών) οι Τράπεζες αναγκάζουν τους δανειολήπτες να αναγνωρίζουν υπερχρεωμένα υπόλοιπα ανεξαρτήτως του ποσού της διευθέτησης».

Τι μπορούν να κάνουν οι δανειολήπτες

Ερωτηθείς τι μπορούν να κάνουν οι δανειολήπτες όταν οι τράπεζες «δε σηκώνουν το ακουστικό» για αναδιαρθρώσεις, ο κ. Μελάς ανέφερε πως «είναι γεγονός ότι οι Τράπεζες δεν ανταποκρίνονται στο κάλεσμα των δανειοληπτών για αναδιάρθρωση του δανείου τους, με διάφορες αιτιάσεις που είναι αβάσιμες. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά, απαντούν επί παραδείγματι ότι δεν υπάρχουν υπερχρεώσεις, απειλώντας τον δανειολήπτη με εκποίηση αν δεν πληρώσει το ποσό που οι Τράπεζες θεωρούν ότι τους οφείλεται».

Εκείνο που ο ΣΥΠΡΟΔΑΤ συμβουλεύει τους δανειολήπτες να κάνουν, είναι να απευθυνθούν στον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο προβάλλοντας ότι υπάρχει οικονομική διαφορά με την Τράπεζα για τον λόγο ότι αρνείται να αφαιρέσει τις υπερχρεώσεις . Υπενθυμίζουμε ότι η δικαιοδοσία του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου καθορίζεται στο ποσό των διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) ευρώ.

Επομένως είναι δυνατόν το ποσό που ισχυρίζεται η Τράπεζα ότι της οφείλεται να είναι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, όμως η χρηματοοικονομική διαφορά, δηλαδή το ύψος των υπερχρεώσεων, να είναι διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) ευρώ κλπ. Συστήνεται η προσφυγή στον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο γιατί δεν κοστίζει στον δανειολήπτη.

Άλλη οδός που απομένει στους δανειολήπτες, σύμφωνα με τον κ. Μελά, «είναι να καταχωρίσουν αγωγή στα Δικαστήρια, με κύριο αιτητικό την αφαίρεση των υπερχρεώσεων και όποιες άλλες θεραπείες τους συμβουλεύσουν οι Δικηγόροι τους».