Διεθνή

Βαρύς ο λογαριασμός της εθνικής «απελευθέρωσης» της Βρετανίας από την ΕΕ

Κατά το επεισόδιο αυτό όμως διεφάνη πόσο εύκολα μπορεί να δημιουργηθεί ένταση από τις διαφορετικές αναγνώσεις της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ

Μέσα σε λίγους μόνο μήνες τρία περιστατικά επιβεβαίωσαν ότι ο δρόμος της εθνικής «απελευθέρωσης» της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ ίσως δεν θα είναι τόσο ρόδινος, όσο τον φανταζόταν. Το ξέσπασμα βίας στη Βόρεια Ιρλανδία ξύπνησε τις μνήμες των Ταραχών που προηγήθηκαν της συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής του Μπέλφαστ με μερίδα αναλυτών να συνδέουν αυτά τα γεγονότα με την έξοδο της χώρας από την ΕΕ και το Πρωτόκολλο που συνομολόγησε ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας, Μπόρις Τζόνσον, με τις Βρυξέλλες για το καθεστώς της περιοχής. Λίγες μόνο ημέρες μετά, νέες εντάσεις κατεγράφησαν στα θαλάσσια σύνορα της χώρας με τη Γαλλία, δημιουργώντας φόβους για ένα θερμό επεισόδιο με κινητοποίηση πολεμικών πλοίων, στο πλαίσιο μιας διαμάχης για τα ψάρια στο νησί του Τζέρσεϊ. Επιστρέφοντας και πάλι στο εσωτερικό, τα εκλογικά αποτελέσματα των εκλογών στη Σκωτία επιβεβαίωσαν τους φόβους για έναν νέο γύρο αντιπαράθεσης Εδιμβούργου - Λονδίνου με αντικείμενο ένα επαναληπτικό δημοψήφισμα για τη σκωτική ανεξαρτησία.

Ξύπνησαν οι μνήμες των μεγάλων ταραχών

Μπορεί οι ταραχές στη Βόρεια Ιρλανδία να έχουν κοπάσει, όμως δεν αποκλείεται να ξεσπάσει νέος κύκλος βίας, αφού για κάποιους αναλυτές είναι άμεσα συνυφασμένος με την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ.

Από τη μια οι υποστηρικτές της παραμονής της χώρας στην ΕΕ κραδαίνουν πανό με τις φωτογραφίες καμένων λεωφορείων κατά μήκος της Βόρειας Ιρλανδίας, στις οποίες αναγράφουν το ειρωνικό σύνθημα «ειρηνικές γραμμές», προβλέποντας ότι θα υπάρξουν νέες συγκρούσεις λόγω του Brexit. Στο άλλο στρατόπεδο, οι «brexiteers», ανάμεσα στους οποίους βρίσκονται και μέλη των Τόρις, θεωρούν ότι οι ταραχές οφείλονται στις γκρίζες ζώνες που δημιουργεί το πρωτόκολλο για τη Βόρεια Ιρλανδία, το οποίο συμφωνήθηκε μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ.

Εντούτοις, όπως διαπιστώνουν πολλοί ειδικοί, το Brexit και το Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, οι οποίες έχουν ως αφετηρία την εμμονή της βρετανικής Κυβέρνησης να κερδίσει πίσω, όπως ισχυρίζεται, την εθνική της κυριαρχία από την ΕΕ.

Έτσι κι αλλιώς, η ζοφερή περίοδος πριν από τη σύναψη της συμφωνίας για το Brexit είχε όλα τα στοιχεία που έδειχναν τη σημερινή κατάληξη της Βόρειας Ιρλανδίας. Το σύνθημα «θέλουμε τα σύνορά μας πίσω» κινδυνεύει πλέον να γίνει πολύ αληθινό ακόμα και για τον πιο σκληροπυρηνικό οπαδό της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ και ξυπνάει τις ιστορικές μνήμες των συγκρούσεων πριν από τη συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής.

Ενώ οι Ιρλανδοί εθνικιστές στο κρίσιμο δημοψήφισμα του 2016 είχαν ταχθεί υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ, οι ενωτικοί ψήφισαν υπέρ της εξόδου, θεωρώντας ότι το Brexit θα μείωνε την επιρροή του Δουβλίνου στα ζητήματα της Βόρειας Ιρλανδίας.

Όμως, η ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας της χώρας πληρώθηκε με το βαρύ τίμημα της εισαγωγής ενός «μαλακού» συνόρου, με τη Βόρεια Ιρλανδία να υπόκειται σε περιορισμένο σύνολο ενωσιακών κανόνων όσον αφορά την ενιαία αγορά για τα εμπορεύματα και την τελωνειακή ένωση, να απαιτούνται εξακριβώσεις και έλεγχοι επί εμπορευμάτων που εισέρχονται από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ τέθηκαν σε ισχύ τελωνειακοί δασμοί με εξαιρέσεις.

Οι ρυθμίσεις αυτές εύλογα δημιούργησαν πρακτικές δυσκολίες στην περιοχή, όμως οι λόγοι των ταραχών φαίνεται να εντοπίζονται στο αίσθημα της οργής και της προδοσίας κυρίως στις τάξεις των ενωτικών. Η Yπουργός Δικαιοσύνης της Βόρειας Ιρλανδίας, Ναόμι Λονγκ, σε δηλώσεις της είχε αναφέρει ότι «ο Bρετανός Πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, υποσχέθηκε απρόσκοπτη πρόσβαση, κάτι το οποίο δεν ισχύει. Αρνήθηκαν την ύπαρξη οποιουδήποτε συνόρου, την ώρα που τα σύνορα αυτά στην πραγματικότητα υψώθηκαν».

Σύμφωνα με αναλυτές, αυτοί που συμμετέχουν στις ταραχές δεν ενδιαφέρονται για τα πολύπλοκα προβλήματα στις εμπορικές συναλλαγές. Είναι απλώς οργισμένοι. Αυτό που εισπράττουν είναι ότι προδόθηκαν από τον Τζόνσον.

Η ναυμαχία για τα ψάρια

Στις αρχές Μαΐου δημιουργήθηκε ένα αναμενόμενο για πολλούς πολεμικό σκηνικό στο Τζέρσεϊ, το μεγαλύτερο νησί της Μάγχης, μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και Γαλλίας. Μάλιστα, οι δύο χώρες έστειλαν πολεμικά πλοία στην περιοχή κλιμακώνοντας περισσότερο την ένταση γύρω από το νησί, το οποίο θεωρείται ανεξάρτητο διοικητικά, αλλά την ευθύνη της άμυνάς του την έχει η Βρετανία, καθώς αποτελεί μέρος της Βρετανικής Κοινοπολιτείας ως εξαρτημένο έδαφος της χώρας αυτής.

Οι διαμάχες Βρετανίας και Γαλλίας γύρω από τα νησιά και τις θαλάσσιες περιοχές στη Μάγχη δεν είναι κάτι καινούργιο. Εντούτοις, οι παλιές έχθρες αναζωπυρώθηκαν όταν οι Αρχές του νησιού Τζέρσεϊ, οι οποίες έχουν την αρμοδιότητα για την έκδοση αδειών εκμετάλλευσης των νερών της περιοχής, βρήκαν ευκαιρία μετά το Brexit να επιβάλουν περιορισμούς στους Γάλλους ψαράδες.

Από την πλευρά του το Λονδίνο υποστήριξε ότι «η Συμφωνία Εμπορίου και Συνεργασίας (για το Brexit) επέφερε αλλαγές στους αλιευτικούς κανόνες μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ. Οι Αρχές του Τζέρσεϊ έχουν το δικαίωμα να ρυθμίζουν τους κανόνες αλιείας στα ύδατά τους με βάση αυτήν τη συμφωνία και τις στηρίζουμε στην άσκηση αυτών των δικαιωμάτων τους». Έτσι, με βάση τις ρυθμίσεις της συμφωνίας, οι Γάλλοι ψαράδες θα έπρεπε να δείχνουν ότι και στο παρελθόν ψάρευαν στα ύδατα του Τζέρσεϊ. Ωστόσο οι ψαράδες ισχυρίστηκαν ότι τους έθεσαν πρόσθετα προσκόμματα για την αδειοδότηση, τα οποία προστέθηκαν χωρίς καμία ειδοποίηση.

Να σημειωθεί ότι η εμπορική συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών προνοεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορεί να αλλάζει μονομερώς τους όρους. Με τα δικαιώματα της αλιείας να αποτελούσαν ανέκαθεν αγκάθι στις διαπραγματεύσεις για την εμπορική συμφωνία μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ, δεν προκάλεσε έκπληξη η τροπή που πήραν τα γεγονότα. Πατώντας και πάλι στις γκρίζες ζώνες που δημιουργήθηκαν από τη συμφωνία, τα δύο εμπλεκόμενα μέρη ανέσυραν από την εργαλειοθήκη τα επιχειρήματά τους για να πείσουν για τις θέσεις τους. Έτσι η γαλλική πλευρά υπενθύμισε στο Λονδίνο ότι τα «νέα τεχνικά μέτρα για την αδειοδότηση των Γάλλων ψαράδων δεν ανακοινώθηκαν στην ΕΕ και ως εκ τούτου αυτά θεωρούνται άκυρα».

Τελικά τα δύο πλοία του βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού που είχαν σταλεί στο Τζέρσεϊ επέστρεψαν στο Ηνωμένο Βασίλειο, αφού αποχώρησαν τα γαλλικά αλιευτικά. Κατά το επεισόδιο αυτό όμως διεφάνη πόσο εύκολα μπορεί να δημιουργηθεί ένταση από τις διαφορετικές αναγνώσεις της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ. Επίσης, οι Βρυξέλλες έδειξαν στο Λονδίνο ότι η προσπάθεια απόκλισης από τα συμφωνηθέντα μπορεί να επιφέρει αντίποινα, ενώ το Παρίσι είχε ξεκαθαρίσει στο παρελθόν ότι εάν δεν βρεθεί λύση με τα δικαιώματα και τις άδειες αλιείας, τότε θα αποκόψει την πρόσβαση των χρηματοπιστωτικών βρετανικών εταιρειών στην ΕΕ.

Ένα νέο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας

Η νίκη των κομμάτων υπέρ της ανεξαρτησίας της Σκωτίας δημιούργησε άλλο ένα πρόβλημα στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο επανήλθε ουσιαστικά μετά την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ.

Η Πρωθυπουργός Νίκολα Στέρτζιον μπορεί να μην κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο της Σκωτίας, αλλά με τις ευλογίες των Πρασίνων θα μπορούσε να κινήσει τις διαδικασίες για ένα νέο δημοψήφισμα με το ερώτημα της ανεξαρτησίας από το Ηνωμένο Βασίλειο. Σημειώνεται ότι στο προηγούμενο δημοψήφισμα το 2014 οι Σκωτσέζοι τάχθηκαν υπέρ της παραμονής στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία στη συνέχεια όμως τους «πρόδωσε», ψηφίζοντας υπέρ της αποχώρησης από την ΕΕ.

Σύμφωνα με ειδικούς όμως η Στέρτζιον θα πρέπει να ξεπεράσει πολλά εμπόδια, πριν να είναι σε θέση να ζητήσει επίσημα ένταξη στην ΕΕ. Αρχικά, θα πρέπει να εξασφαλίσει ακόμα μια νόμιμη διαδικασία δημοψηφίσματος, την οποία δεν αναμένεται να της χαρίσει τόσο εύκολα η βρετανική Κυβέρνηση. Αυτό το δημοψήφισμα δε, σε περίπτωση που γίνει δεν είναι καταδικασμένο να έχει ως αποτέλεσμα την ανεξαρτητοποίηση της Σκωτίας από τη Μεγάλη Βρετανία. Σχετικές δημοσκοπήσεις που έχουν γίνει δείχνουν ότι οι Σκωτσέζοι παραμένουν διχασμένοι για το ζήτημα.

Ακόμα και εάν ξεπεράσει αυτά τα εμπόδια, τίθεται το ζήτημα πώς η ίδια η ΕΕ θα υποδεχτεί ένα αίτημα για ένταξη της Σκωτίας στο ευρωπαϊκό μπλοκ. Θα αποτελεί μια μοναδική περίπτωση, αφού θα είναι μια χώρα, η οποία ήταν ήδη κράτος μέλος της ΕΕ. Αυτό ίσως θα επισπεύσει τις διαδικασίες, αφού θα είναι πιο εύκολο να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις που προβλέπει η ενταξιακή διαδικασία. Από την άλλη, όμως, όσο παραμένει εντός του Ηνωμένου Βασιλείου, τόσο μεγαλύτερες διαφοροποιήσεις θα δημιουργούνται, οι οποίες με τη σειρά τους θα καθυστερήσουν μια ενδεχόμενη επαναπροσαρμογή της στους κανονισμούς της ΕΕ.

Παρά το καλό κλίμα υπέρ της Σκωτίας που υπάρχει στις Βρυξέλλες, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι για να αρχίσει μια διαδικασία ένταξής της στην ΕΕ θα πρέπει να ανάψουν το πράσινο φως τα υπόλοιπα κράτη μέλη. Σε αυτήν την περίπτωση τα βλέμματα θα στραφούν στην Ισπανία, η οποία λόγω της Καταλωνίας και της Χώρας των Βάσκων σε καμιά περίπτωση δεν θα ήθελε να δείξει σημάδια ενθάρρυνσης στα αποσχιστικά κινήματα. Αναλυτές υποστηρίζουν ότι η στάση της Ισπανίας απέναντι σε μια ενδεχόμενη προσπάθεια ένταξης της Σκωτίας στην ΕΕ θα εξαρτηθεί από τον τρόπο της ανεξαρτητοποίησής της από το Ηνωμένο Βασίλειο. Συγκεκριμένα, αυτή θα πρέπει να γίνει νόμιμα εντός του βρετανικού Δικαίου και όχι μονομερώς όπως προσπάθησε να κάνει η Καταλωνία το 2017.

(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 23/05/2021)