Ενέργεια

Η Κύπρος στο δίλημμα για πράσινη ενέργεια ή ορυκτά καύσιμα

Οι δύο παγκόσμιες σχολές σκέψης, τα στρατόπεδα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο EastΜed και τα συμφέροντα των εταιρειών

«Η Ελλάδα δεν πρόκειται ν’ αρχίσει γεωτρήσεις στον βυθό της Μεσογείου για να βρει αέριο και πετρέλαιο[…]. Χρειαζόμαστε 10 ή 20 χρόνια για να το βρούμε και να το εκμεταλλευτούμε, και από οικονομική άποψη θα ήταν πολύ πιο ακριβό». Αυτή ήταν η δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκου Δένδια στο Arab News, κατά την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία τον περασμένο μήνα. Η βαρυσήμαντη αυτή δήλωση, με προεκτάσεις για τα ενεργειακά της περιοχής μας, υποβαθμίστηκε και τελικά θάφτηκε από την ελληνική Κυβέρνηση όταν άρχισαν οι αντιδράσεις. Η μόνη διπλωματική διαρροή, που υπήρξε στην Αθήνα, έκανε λόγο «για απόπειρα παρερμηνείας των δηλώσεων», με τη διευκρίνιση στο τέλος ότι «η παγκόσμια τάση τείνει προς την κατεύθυνση της προστασίας του περιβάλλοντος, της πράσινης ενέργειας και των ανανεώσιμων πηγών».

Επί της ουσίας η δήλωση Δένδια αποτυπώνει μια διάθεση για αλλαγή και προσαρμογή του ενεργειακού προσανατολισμού της Ελλάδας. H πολιτική μείωσης των ρύπων και γενικότερα το ρεύμα της «πράσινης ενέργειας» συνεχίζει να κερδίζει έδαφος σε όλον τον κόσμο και ειδικότερα στην Ε.Ε. Τα πράσινα-οικολογικά λόμπι στην Ε.Ε. ασκούν συνεχώς ασφυκτικές πιέσεις για περικοπή των κονδυλίων χρηματοδότησης έργων που σχετίζονται με άνθρακα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Τι μπορεί όμως αυτό να σημαίνει για τον αγωγό EastMed και τα άλλα έργα της περιοχής μας; Ποιες επιπτώσεις μπορεί να έχει στα ενεργειακά σχέδια της Κυπριακής Δημοκρατίας, ειδικά την ώρα που η Tουρκία καραδοκεί να εισβάλει εκ νέου στην ΑΟΖ, με τον Ερντογάν να ετοιμάζεται ανήμερα την εισβολή του Αττίλα στις 20 Ιουλίου να προβεί σε ανακοινώσεις σχετικά με την ενέργεια από τα κατεχόμενα;

Η προειδοποίησης IEA

Την Τρίτη που μας πέρασε, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) προχώρησε σε μιαν από τις αυστηρότερες παρατηρήσεις των τελευταίων ετών. Προειδοποίησε, συγκεκριμένα, ότι οι επενδυτές δεν θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν νέα έργα εφοδιασμού με πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα, εάν ο κόσμος θέλει να επιτύχει καθαρές μηδενικές εκπομπές έως τα μέσα του αιώνα.

Φυσικά, οποιαδήποτε απότομη διακοπή κατασκευής των έργων πετρελαίου και φυσικού αερίου μέχρι το επόμενο έτος μοιάζει απομακρυσμένο σενάριο, καθώς τα σχέδια δαπανών των μεγάλων εταιρειών ενέργειας εξακολουθούν να κλίνουν έντονα προς τους υδρογονάνθρακες και τα κράτη που παράγουν πετρέλαιο, όπως η Νορβηγία, σχεδιάζουν νέους γύρους αδειοδότησης. Η Κύπρος εξακολουθεί να κωλυσιεργεί στο ενεργειακό της πλάνο στην ΑΟΖ, αν και η Κυβέρνηση υποσχέθηκε γεωτρήσεις επιβεβαιωτικές το δεύτερο εξάμηνο του 2021 που έφτασε.

Oι επιλογές των επενδυτών

Μιλώντας στο Reuters, o Τούρκος Εκτελεστικός Διευθυντής του IEA, Φατίχ Μπιρόλ, είπε: «Ο δρόμος προς το ‘‘καθαρό μηδέν’’ στις εκπομπές ρύπων είναι στενός, αλλά είναι ακόμη εφικτός. Εάν θέλουμε να φτάσουμε στο μηδέν έως το 2050, δεν χρειαζόμαστε πια επενδύσεις σε νέα έργα πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα. Εναπόκειται στους επενδυτές να επιλέξουν όποιο χαρτοφυλάκιο προτιμούν, αλλά υπάρχουν κίνδυνοι και οφέλη», πρόσθεσε.

Συμφωνία Παρισιού & στόχοι

Υπενθυμίζεται ότι η συμφωνία του Παρισιού για την αλλαγή του κλίματος του 2015 στοχεύει στο να περιορίσει την αύξηση των θερμοκρασιών όσο το δυνατόν πιο κοντά στον 1,5 βαθμό Κελσίου πάνω από τους προ-βιομηχανικούς χρόνους, για να αποφευχθούν οι πιο καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, η οποία απαιτεί καθαρές μηδενικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου έως το 2050.

Ο αριθμός των χωρών που έχουν δεσμευτεί να φτάσουν στο μηδέν έχει αυξηθεί. Παρ’ όλα αυτά, αναλυτές εκτιμούν πως ακόμη και αν οι δεσμεύσεις τους επιτευχθούν πλήρως, θα εξακολουθούν να υπάρχουν 22 δισεκατομμύρια τόνοι διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως το 2050, κάτι που θα οδηγήσει σε αύξηση της θερμοκρασίας περίπου 2,1 βαθμών Κελσίου έως το 2100, αναφέρει ο ΙΕΑ στην έκθεσή του "Net Zero έως το 2050".

Τα δυο ευρωπαϊκά στρατόπεδα

Οι Βρυξέλλες δεν εισάκουσαν τις εισηγήσεις ισχυρών ενεργειακών ομίλων της Ε.Ε., σύμφωνα με τις οποίες το φυσικό αέριο συμβάλλει στους στόχους της κλιματικής αλλαγής στο μεταβατικό διάστημα.

Στις 21 Απριλίου το Κολέγιο των Επιτρόπων της Ε.Ε. κατέληξε σε συμφωνία, θεσπίζοντας τα κριτήρια με βάση τα οποία μια επένδυση θεωρείται «πράσινη» και στηρίζει τον στόχο της Πράσινης Συμφωνίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν ουσιαστικά δυο στρατόπεδα. Από τη μια κράτη με ανεπτυγμένες υποδομές φυσικού αερίου, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, που χαρακτηρίζουν το φυσικό αέριο ως ορυκτό καύσιμο. Προκρίνουν, μάλιστα, ότι οι υποδομές φυσικού αερίου είναι μη βιώσιμες, καθώς το καύσιμο-γέφυρα θα παύσει να χρησιμοποιείται στο μέλλον. Στο αντίπαλο «στρατόπεδο» είναι οι χώρες της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, όπως η Ελλάδα, η Πολωνία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Σλοβακία, η Τσεχία, η Λιθουανία και η Ουγγαρία, που έχουν μια διαφορετική προσέγγιση σχετικά με το φυσικό αέριο.

Απορρίπτοντας την προηγούμενη πρόταση της Κομισιόν, με την οποία το φυσικό αέριο δεν χαρακτηρίζεται ως “πράσινη επένδυση”, η δεύτερη ομάδα χωρών τονίζουν πως η παύση της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης για το φυσικό αέριο θα σημάνει και μία παύση των απαραίτητων επενδύσεων στις επικράτειές τους. Ειδικά η Κύπρος, που είναι ενεργειακά απομονωμένη από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, έχει κάθε λόγο να συνταχθεί με αυτήν την προσέγγιση. Εξάλλου οι μελέτες τόσο του EastMed όσο και του EuroAsia Interconnector είχαν συμπεριληφθεί και χρηματοδοτηθεί ως έργα κοινού ενδιαφέροντος της Ε.Ε. Η Ελλάδα άραγε θα ξεκινήσει έρευνες νοτίως της Κρήτης για εξεύρεση φυσικού αερίου ή θα επικρατήσει η «σχολή» Δένδια; Ήδη ο αγωγός EastMed δέχτηκε επίθεση από τη Διεθνή ΜΚΟ Global Witness, προκρίνοντας μεταξύ άλλων και περιβαλλοντικά ζητήματα

Μεταβατικά ομόλογα

Καθώς οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου προσπαθούν να στραφούν προς πιο περιβαλλοντικά βιώσιμους τρόπους λειτουργίας, τα ομόλογα μετάβασης αντιμετωπίζονται όλο και περισσότερο ως βασικό χρηματοοικονομικό εργαλείο για όσους δραστηριοποιούνται σε τομείς ορυκτών καυσίμων ή βαρέων ρύπων. Τα μεταβατικά αυτά ομόλογα είναι μια σχετικά νέα κατηγορία χρεωστικών μέσων που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση της μετάβασης μιας εταιρείας σε μειωμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις ή χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα. Η JP Morgan Chase & Co., ο μεγαλύτερος παγκοσμίως χρηματοδότης των εταιρειών ορυκτών καυσίμων, δεσμεύεται να μειώσει κατά 35% την ένταση χρήσης άνθρακα στο χαρτοφυλάκιο πετρελαίου και φυσικού αερίου μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας. Την ίδια ώρα, η Goldman Sachs μετονομάζει σε «ενεργειακές υπηρεσίες», τις εταιρείες «drilling and fracking», μετά τη σταδιακή μετατόπιση της ενεργειακής βιομηχανίας από τα ορυκτά καύσιμα.

(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 23/05/2021)