Πολιτικού συστήματος τεχνητή οικοδόμηση

Η πρόσφατη εμφάνιση της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της γείτονος χώρας ως Δημοκρατίας της Μακεδονίας, αντί του συμφωνηθέντος διά της Συμφωνίας των Πρεσπών «Βόρεια Μακεδονία» στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, που συνιστά θεσμό μεγάλης διεθνούς προβολής, πέραν της εν τοις πράγμασι καταστρατήγησης της Συμφωνίας εν τη ουσία της, επιστρατεύοντας κατά ταύτα ψευδοεπιχειρήματα νομικών δυσπλασιών της, μαρτυρεί την πολιτική βούληση της ηγεσίας του κρατιδίου αυτού, με κάθε ευκαιρία να επικαλείται τον μακεδονισμό ως προκάλυμμα υπαρξιακής κατά ταύτα υφής.

Το κατά τα ανωτέρω εκδηλωθέν περιστατικό, εμφαντικώς επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η συμφωνία των Πρεσπών, όχι μόνο δεν επέλυσε την ούτω καλούμενη διαφορά εν τη ουσία της, αλλά ενδυνάμωσε το κρατίδιο αυτό, επιτρέποντας εν τοις πράγμασι τη διατήρηση της μακεδονικής ταυτότητας στο εσωτερικό του, ταυτόχρονα δε δίνοντάς του τη δυνατότητα να αναπτύσσει διεθνείς σχέσεις συμμετοχής στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής, προβάλλοντας προσχηματικά μια εν προκειμένω διευθέτηση της διαφοράς με την Αθήνα.

Ο λεγόμενος μακεδονισμός των Σκοπίων, ο οποίος, ως γνωστόν, έλκει την καταγωγή του στο Τιτοϊκό καθεστώς, του οποίου η πολιτική βούληση και στρατηγική σύλληψη για πρόσβαση της Γιουγκοσλαβίας στο Αιγαίο τον καλλιέργησε συνειδητά, ενισχύθηκε τα μάλα μετά τη διάλυση της πολυεθνικής Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας, στο πλαίσιο μιας από μέρους των Σκοπίων αναζήτησης ταυτότητας και κρατικής παρουσίας στον κόσμο. Η ανωτέρω προσέγγιση μακεδονικής ταυτότητας στηρίχθηκε από τμήματα του διεθνούς παράγοντα, της Γερμανίας προεξαρχούσης, αλλά και από διάφορα γνωστά και μη οικονομικά συμφέροντα, λειτουργούντα ως λόμπι, με στόχο τη διείσδυση στον διεθνώς γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά κρίσιμο βαλκανικό χώρο, χρησιμοποιώντας εν προκειμένω ένα ευάλωτο και αδύναμο, εν εξελίξει εξαρτώμενο και οιονεί διαμορφούμενο πολιτειακό σχήμα.

Σήμερα, το φαινόμενο που βρίσκεται ενώπιόν μας ως μακεδονική κατασκευή, φέροντας κατά ταύτα το συμφωνηθέν τεχνητό επικάλυμμα της «Βορείου Μακεδονίας», αφού έχει ήδη ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, διασφαλίζοντας σταθερότητα, επιδιώκει διά της έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, τη χρηματοπιστωτική ανάπτυξη και υλική ευημερία, στοιχεία που συνθέτουν αναμφισβήτητα την ενδυνάμωση ενός, ούτως ή άλλως, επισφαλούς κρατικού οικοδομήματος.

Δεδομένου του γεγονότος πως η Αθήνα διά της Συμφωνίας των Πρεσπών, όχι μόνο δεν κατάφερε να εκριζώσει τον «Μακεδονισμό» των Σκοπίων, ακυρώνοντας τις δομές παραγωγής του, ούτε πέτυχε μια περαιτέρω διείσδυση ελέγχου του χώρου, παρατηρούμε σήμερα να εκπέμπεται διεθνώς η «μακεδονική λεγόμενη ιδεολογία» προβαλλόμενη ταυτόχρονα ως ταυτότητα, συνθήκη που υποστηρίζεται σιωπηλά ή και εμφανώς από διάφορα εθνικά συμφέροντα στο πλαίσιο ενός διεθνούς εγχειρήματος ελέγχου του χώρου.

Συνεπώς, σε παρόντα χρόνο και με αφορμή το συμβάν της προβολής του ονόματος «Δημοκρατία της Μακεδονίας» στο διεθνούς ενδιαφέροντος ποδοσφαιρικό γεγονός του EURO, επιβεβαιώνεται η αντίληψη πως βρισκόμαστε στην αφετηρία ενός διεθνών διαστάσεων μαραθωνίου διαρκούς αντιμετώπισης από ελληνικής πλευράς του φαινομένου προβολής του «μακεδονισμού» ως κρατικής ιδεολογίας και ταυτότητας των Σκοπίων, παραποιώντας και αλλοτριώνοντας την ιστορία, παρά τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Εν κατακλείδι, πρέπει κανείς να υπογραμμίσει πως, παρά τα εμφανή διαρθρωτικά και λειτουργικά προβλήματα της κατά τα ανωτέρω συμφωνίας, δεδομένης ταυτόχρονα της θέλησης του διεθνούς παράγοντα να τη στηρίξει, οι εξελίξεις αναφορικά προς τη μελλοντική πορεία των πραγμάτων εξαρτώνται πρωταρχικά από τη στάση και την κατά ταύτα πολιτική των Αθηνών, στον βαθμό που η Ελλάδα υποχρεούται εναρμονίζοντας την πολιτική της προς το εθνικό της συμφέρον και μόνο, να αναπτύξει μακροπολιτικά πολιτικές που να οικοδομούν την πολύπλευρη και πολυεπίπεδη εξάρτηση του εν προκειμένω κρατιδίου από την Αθήνα.

Το ανωτέρω σχήμα πολιτικοοικονομικής και πολιτιστικής διείσδυσης των Αθηνών στο σώμα των Σκοπίων καθίσταται σήμερα στρατηγική κατά ταύτα επιλογή εν είδει μονοδρόμου, όπου ενδεχομένως θα επέφερε μέσα από τις κατά τα ανωτέρω υιοθετηθείσες δομές εξάρτησης, τη δυνατότητα αποδυνάμωσης και συρρίκνωσης του φαινομένου της διαρκούς προβολής του «μακεδονισμού» και της κατά ταύτα παραχάραξης της ελληνικής ιστορίας. Η διαδρομή αυτή αναμένεται να είναι κατά τα προβλεπόμενα δύσβατη και δυσχερής, δεδομένης της σταθερής διεθνούς υποστήριξης των Σκοπίων προεξάρχοντος του γερμανικού παράγοντος εν προκειμένω.