Με κάποια αφορμή, περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων

Όταν ο «κόμπος φτάσει στο χτένι», η αγανάκτηση δύναται να εκφραστεί ποικιλοτρόπως. Στην προκειμένη περίπτωση, μετά το κίνημα «Ως δαμέ», τις «αλεξιπτωτιστικές» εμφανίσεις τους τελευταίους είκοσι τόσους μήνες, τους πολλούς εκπροσώπους οργανώσεων, συνδέσμων, ειδημόνων και περισσότερο ειδημόνων, influencers κ.ο.κ., μετά που όλοι άμεσα (δικαιωματικά μάλιστα) ξαφνικά γνοιαστήκαμε για τα ανθρώπινά μας δικαιώματα (αν και κάποιοι τα προβάλλαμε καθημερινά, επαγγελματικά και ωθούσαμε την προστασία τους ως κόρην οφθαλμού), μετά που από τα πληκτρολόγια και τον καναπέ μας διεκδικούσαμε και διεκδικούμε το δίκαιό μας, όπως φυσικά ο καθένας το αντιλαμβάνεται – ωσάν και να ζούμε στην εποχή των σπηλαίων-, μετά από αναρίθμητες αναλύσεις στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης από «εμπειρογνώμονες» κάθε είδους, μετά από πολλά άλλα απύθμενου κάλλους και λογικής (κατά την δική μου άποψη) επιχειρήματα υπέρ και κατά των εμβολιασμών, δημιουργήθηκε μια κατάσταση ασυδοσίας.

Αποτελεί βασική αρχή της δημοκρατίας, σύμφωνα με την σύγχρονη διεθνή βιβλιογραφία αλλά και στη βάση των κανόνων που ίσχυαν την εποχή του Κλεισθένη (για όσους θυμούνται), ότι το κράτος ορίζεται από τον δήμο (τον λαό). Και επεξηγώ:

Πρώτον: Ο ‘λαός’ δεν ορίζεται ως ο όχλος, αλλά ως οι πολίτες εκείνοι που αντιλαμβάνονται την έννοια της πολιτότητας (π.χ. και για χάρη οικονομίας χρόνου και χώρου, της συμμετοχής στα κοινά, στην διαδικασία λήψης αποφάσεων – συμπεριλαμβάνει την συμμετοχή σε εκλογές, για παράδειγμα, τον σεβασμό του εκλογικού αποτελέσματος και των νόμων του Κράτους, αλλά και των διαδικασιών αμφισβήτησης που ενυπάρχουν σε δημοκρατικές πολιτείας – βλ. δικαστήρια, κ.ο.κ.).

Δεύτερον: Η έννοια της δημοκρατίας – της δημιουργίας, δηλαδή, ενός πολιτικο-οικονομικο-κοινωνικού μοντέλου που να διέπει ένα σύνολο πολιτών – ορίζεται από δύο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: α) τα ανθρώπινα δικαιώματα, και β) την ύπαρξη ενός κανονιστικού πλαισίου που να διέπει την λειτουργία του κράτους.

Τρίτον: Όσον αφορά στο (α) πιο πάνω (ανθρώπινα δικαιώματα), θα πρέπει να θεωρούμε ως δεδομένο, στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες, ότι αυτά είναι δεδομένα, απόλυτα και ατομικά, αλλά υπόκεινται σε εξαιρέσεις που σύμφωνα με το (β) πιο πάνω (κανονιστικό πλαίσιο) ορίζονται. Γιατί, υπέρτατος νόμος (suprema lex) είναι η σωτηρία (ευημερία και λοιπά συνώνυμα) του λαού (salus populi esto).

Τέταρτον: Επιπρόσθετα με τα πιο πάνω, οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (των θεμελιωδών, αναφαίρετων κ.τ.λ.) πρέπει να αναγνωρίζουν την ύπαρξη, στην θεωρία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δύο επιπρόσθετων κριτηρίων: (ι) υπάρχουν επίσης συλλογικά ανθρώπινα δικαιώματα (είναι η πιο πρόσφατη αντίληψη στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων), και (ιι) όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα, πλην συγκεκριμένων και ρητώς αναφερομένων στα διεθνή κείμενα ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ΟΗΕ, Ευρωπαϊκή Ένωση, Συμβούλιο της Ευρώπης, Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών, εθνικά δικαιικά συστήματα, κ.τ.λ.), υπόκεινται σε περιορισμούς στη βάση του δημοσίου συμφέροντος (συνήθως για λόγους δημόσιας υγείας, δημοσίου συμφέροντος κ.ο.κ.).

Πέμπτον: Οι οποιοιδήποτε περιορισμοί στα ανθρώπινα δικαιώματα, υπό την αίρεση όλων των πιο πάνω, πρέπει να υπόκεινται στους βασικούς κανόνες της δημοκρατίας, ως έχουν οριοθετηθεί πιο πάνω, μεταφραζόμενες, σε νομική ορολογία στη βάση του διεθνούς δικαίου, στις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας.

Στη βάση των πιο πάνω και υπό τις πρόσφατες εξελίξεις σε σχέση με τις αντιδράσεις κατά της Κυβερνήσεως (βλ. Πολιτεία) για τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, ως αυτές σημειώθηκαν την 18η Ιουλίου 2021 κατά, πρωτίστως, ειδησεογραφικού οργανισμού (συγκρότημα ‘Δίας’), πέραν της καταδίκης των εκτρόπων που έχουν σημειωθεί και καταγραφεί, τονίζονται τα πιο κάτω:

Α) Το δικαίωμα του καθενός στη συνάθροιση και διαδήλωση δεν περιορίζεται και γίνεται απόλυτα σεβαστό, εκτός και αν η ενάσκησή του επηρεάζει τα δικαιώματα άλλων.

Β) Η ειρηνική συνάθροιση και διαδήλωση και ελευθέρα έκφραση πρέπει να πληρούν το κριτήριο της ειρηνικότητας και των νόμων της δημοκρατικής Πολιτείας, ως ορίστηκε πιο πάνω, και, πρωτίστως, του σεβασμού των συλλογικών δικαιωμάτων.

Γ) Η ελευθερία του Τύπου δεν επέχει περιορισμούς σε δημοκρατικές Πολιτείες. Άρα, η διαφωνία – η όποια διαφωνία – με όποιαν άποψη δεν επιτρέπει τον περιορισμό της. Στην παρούσα περίπτωση, δεν ισχύει, στα σύγχρονα δημοκρατικά πολιτεύματα, το «πάταξον μεν άκουσον δε» του Θεμιστοκλή, αφού αυτό δεν ήταν ποτέ το νόημα ελευθερίας της έκφρασης.

Δ) Το δικαίωμα του καθενός εξ ημών να εφαρμόζει, ως το ίδιο άτομο θεωρεί, έκφραση των δικαιωμάτων του, τερματίζεται όταν συγκρούεται με το δικαίωμα κάποιου άλλου στα ίδια ή συναφή ανθρώπινα δικαιώματα.

Ε) Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι a la carte. Δεν χρειάζεται περαιτέρω – έστω και σύντομη – επεξήγηση επί τούτου.

Στ) Η οποιαδήποτε μορφή βίας δεν έχει χώρο ή ρόλο σε μια δημοκρατική Πολιτεία. Προς τούτο τονίζεται ότι η δημοκρατική Πολιτεία αποτελείται, στη θεωρία του δικαίου, από μορφές εκτελεστικής, νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας κατ’ εφαρμογήν της αρχής της διάκρισης των εξουσιών.

Στη βάση των πιο πάνω και για σκοπούς συγκεκριμενοποίησης δια παραδειγμάτων, τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν, για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διδάγματα ή εκπαιδευτικό υλικό υπό την μορφήν του case study, τονίζονται τα πιο κάτω, με αριθμητική αναφορά, μάλιστα, για ευκολία:

1) Οι απειλές κατά του ατόμου (της ζωής, υπόληψης κ.ο.κ.) δεν είναι αποδεκτές στις δημοκρατικές Πολιτείες.

2) Η οποιαδήποτε έκφραση της αντίθετης άποψης πρέπει να διέπεται από δύο, τουλάχιστον, χαρακτηριστικά: πρώτον, τον σεβασμό στην αντίθετη άποψη, και, δεύτερον, στην έκφρασή της με τρόπο που δεν παραβιάζει κείμενους νόμους (κανόνες) ή τα δικαιώματα του άλλου ατόμου.

3) Υπάρχουν νόμοι (κανόνες) που η δημοκρατική Πολιτεία ορίζει προς το συμφέρον του συνόλου και του συνολικού καλού. Αυτοί πρέπει να ακολουθούνται όχι μόνο γιατί υπάρχει ποινή/τιμωρία για την παραβίασή τους, αλλά γιατί έτσι οφείλει να λειτουργεί μια συντεταγμένη πολιτεία.

4) Η καταστροφή περιουσίας αποτελεί, πρώτον, ποινικό αδίκημα σε δημοκρατικές Πολιτείες και, δεύτερον, παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων (βλ., για παράδειγμα, σεβασμός στο δικαίωμα περιουσίας και απόλαυσής της κ.ο.κ.).

5) Οι επιθέσεις κατά Μέσων Μαζικών Ενημέρωσης και λειτουργών τους, με τον οποιοδήποτε τρόπο και ειδικά με την μορφή βίας, παραβιάζουν στον μέγιστο βαθμό τα ανθρώπινα δικαιώματα.

6) Κουκουλοφόροι και συναπτοί «προασπιστές» των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μπροστά και πίσω από την πραγματικότητα, πληκτρολόγια και ψεύτικους ή αληθινούς λογαριασμούς (η μειοψηφία) σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σίγουρα, κατά την ταπεινή μου άποψη, δεν προάγουν την πραγματική έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

7) Η εξώθηση σε βίαιες αντιδράσεις εντός μιας δημοκρατικής Πολιτείας αποτελεί παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ενίοτε και ποινικά αδικήματα).

8) Η ρητορική μίσους αποτελεί σοβαρή παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Όσοι επικαλούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα οφείλουν, κατά την ταπεινή μου άποψη, να ακολουθούν τον πιο πάνω συνοπτικό οδηγό των σύγχρονων ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως ορίζονται από το διεθνές δίκαιο, που υπερέχει των εθνικών κανόνων, αλλά, στην περίπτωση των δημοκρατικών Πολιτειών, ούτως ή άλλως, αυτό είναι ήδη γνωστό, εκτός των περιπτώσεων που κάποιοι λίγοι αναλαμβάνουν τον δικό τους τρόπο αντίδρασης σε σχέση με την εφαρμογή της δημοκρατίας. Γιατί, στη βάση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχουν και οι υπόλοιποι ανθρώπινα δικαιώματα και, μάλιστα, σεβόμενοι τα δικαιώματα και των άλλων.

Υ.Γ. Την στιγμή που ακόμα μετρούσαμε ζημιές, ακούγαμε μαρτυρίες ανθρώπων που βρέθηκαν απλά κάποια ζεστή Κυριακή βράδυ στο μεροκάματο με τις οικογένειές τους να αγωνιούν διαβάζοντας τις αναρτήσεις στα ΜΚΔ και στις ειδησεογραφικές πλατφόρμες, εκτιμούσαμε τους τραυματισμούς οργάνων της τάξης από την «έκφραση εναντίον του σκοταδισμού» και προσπαθούσαμε να αντιληφθούμε τι ακριβώς σημαίνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, κάποιοι, σεσημασμένοι σε τέτοιου είδους προτροπές και εκδηλώσεις, έγραφαν, μετά που έπλεξαν το (συνηθισμένο) τροπάριό τους, «ίντα χαμπάρια ρε κοπέλια;».