Ο τομέας των υπηρεσιών και το εξελισσόμενο εποπτικό περιβάλλον
Επιχειρήσεις και κράτος καλούνται να επενδύσουν σε συστήματα και ανθρώπινο δυναμικό, ώστε να είναι δυνατή η πλήρης συμμόρφωση με τους νόμους, τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και Κανονισμούς, τις κατευθυντήριες γραμμές της Moneyval και του FATF (Financial Action Task Force), καθώς και με τις διεθνώς αποδεχτές πρακτικές
Ο τομέας των υπηρεσιών και γενικότερα το χρηματοοικονομικό σύστημα καλείται να λειτουργήσει σε ένα συνεχώς εξελισσόμενο και αυστηρό εποπτικό περιβάλλον. Ως εκ τούτου, επιχειρήσεις και κράτος καλούνται να επενδύσουν σε συστήματα και ανθρώπινο δυναμικό, ώστε να είναι δυνατή η πλήρης συμμόρφωση με τους νόμους, τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και Κανονισμούς, τις κατευθυντήριες γραμμές της Moneyval και του FATF (Financial Action Task Force), καθώς και με τις διεθνώς αποδεχτές πρακτικές.
Ευρωπαϊκές Οδηγίες
Στην Κύπρο, πέρα από την εναρμόνιση με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες που αφορούν τις διαδικασίες αντιμετώπισης φαινομένων καταπολέμησης ξεπλύματος βρόμικου χρήματος, εφαρμόζεται η ανταλλαγή πληροφοριών όσον αφορά τους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, με την πληροφόρηση να δίνεται από τα χρηματοπιστωτικά και άλλα παρόμοια ιδρύματα, όπως ασφαλιστικές εταιρείες και οργανισμούς παροχής επενδυτικών υπηρεσιών στις φορολογικές Αρχές.
Επιπλέον εφαρμόζεται η οδηγία DAC 6, που ουσιαστικά απαιτεί από τους παρόχους υπηρεσιών / ενδιάμεσους αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις από τους ίδιους τους φορολογούμενους, διασυνοριακών ρυθμίσεων και εταιρικών σχημάτων που δυνητικά θεωρούνται επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού. Με αυτόν τον τρόπο οι φορολογικές Αρχές θα μπορούν να συνεργαστούν ώστε να βεβαιωθούν ότι ο φορολογικός σχεδιασμός συνάδει με τις διεθνείς πρακτικές και τις εθνικές οικονομίες.
Τονίζεται ότι η Κύπρος έχει εναρμονιστεί με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες ATAD I (Anti Tax Avoidance Directive) και ATAD II, με τις οποίες θεσπίζονται κανόνες κατά των πρακτικών φοροαποφυγής, με στόχο τη ρύθμιση της φορολόγησης κατά την έξοδο – μεταφορά της φορολογικής έδρας και των περιουσιακών τους στοιχείων εκτός της Δημοκρατίας και της αποφυγής διπλής έκπτωσης λόγω ασυμφωνιών στη μεταχείριση υβριδικών μέσων (δηλαδή ένα είδος εισοδήματος από χρηματοοικονομικό μέσο η μια χώρα να το χειρίζεται ως μέρισμα και η άλλη ως τόκο εισπρακτέο, με αποτέλεσμα να μη φορολογείται πουθενά).
Στο πλαίσιο ενίσχυσης του εποπτικού πλαισίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε πρόσφατα δέσμη νομοθετικών προτάσεων για την ενίσχυση των κανόνων της ΕΕ κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (AML / CFT).
Το μέτρα περιλαμβάνουν πρόταση για τη δημιουργία νέας Αρχής της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, για καλύτερη εποπτεία των χωρών μελών, νέου κανονισμού που θα αφορά ενισχυμένο εποπτικό πλαίσιο όσον αφορά τη δέουσα επιμέλεια πελατών και τελικών δικαιούχων εταιρειών ή άλλων εταιρικών ή παρόμοιων σχηματισμών, την εφαρμογή της νέας αναθεωρημένης Ευρωπαϊκής Οδηγίας (AML6) και την αναθεώρηση του κανονισμού που αφορά τις μεταφορές κεφαλαίων, ώστε να είναι ξεκάθαρη η «πορεία» μεταφοράς κεφαλαίων που αφορούν συναλλαγές σε κρυπτονομίσματα.
Την ίδια στιγμή τίθεται όριο σε συναλλαγές σε μετρητά το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ, ενώ στο κείμενο της πρότασης γίνεται αναφορά στα προγράμματα παροχής άδειας μόνιμης μετανάστευσης επενδυτών (Permanent Residency) και στου κινδύνους που περικλείονται.
Επιπλέον προτείνεται η διασύνδεση των υφιστάμενων εθνικών μητρώων τραπεζικών λογαριασμών για ταχύτερη πρόσβαση των μονάδων καταπολέμησης οικονομικού εγκλήματος, σε πληροφόρηση (η πρόσβαση θα δίνεται μόνο σε κρατικές Αρχές που έχουν την ευθύνη εξέτασης περιστατικών που αφορούν νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως είναι η ΜΟΚΑΣ και η Αστυνομία). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τοποθετεί την υιοθέτηση των προτεινόμενων αλλαγών το 2024.
Αλλαγές και μεταρρυθμίσεις
Οι προκλήσεις για τον τομέα των υπηρεσιών είναι πολλές και χρήζουν διαχείρισης, ώστε ο τομέας να μπορέσει να συνεχίσει να συνεισφέρει σημαντικά στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της χώρας. Είναι ξεκάθαρο ότι το διεθνές οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον μεταβάλλεται συνεχώς, διαμορφώνοντας νέες ανάγκες από τους επενδυτές και είναι απαραίτητο ως Πολιτεία, όπου επιβάλλεται, να προχωρήσουμε σε εκείνες τις αλλαγές που θα διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητα της Κύπρου μέσω αλλαγών στο φορολογικό πλαίσιο αλλά και μέσω ενίσχυσης των μεταρρυθμίσεων για διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας.
Προς τη σωστή κατεύθυνση κινείται η ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών για μίσθωση νομικών υπηρεσιών για την ετοιμασία και συγγραφή εκσυγχρονισμένου νομοσχεδίου και κανονισμών που θα αντικαταστήσουν τον υφιστάμενο περί Εταιρειών Νόμο και τους σχετικούς Κανονισμούς. Ένας νόμος, πολύ παλιός, ο οποίος έτυχε διαδοχικών αλλαγών, τροποποιήσεων και προσθηκών όλα αυτά τα χρόνια. Τελευταία μεγάλη προσθήκη αφορούσε τις τροποποιήσεις του πλαισίου αφερεγγυότητας.
Τα τελευταία χρόνια έγιναν σημαντικές προσπάθειες ενίσχυσης της γκάμας των χρηματοοικονομικών προϊόντων που προσφέρονται, ενίσχυσης του δικτύου αποφυγής διπλής φορολογίας και προσέλκυσης επενδυτών από χώρες πέραν των παραδοσιακών.
Η φορολογία αποτελεί ένα εργαλείο δημοσιονομικής πολιτικής που επιτρέπει στην εκάστοτε κυβέρνηση να διαμορφώνει την κοινωνική της πολιτική, τον αναπτυξιακό της σχεδιασμό και την προώθηση συγκεκριμένων πολιτικών, όπως, για παράδειγμα, η προστασία του περιβάλλοντος («πράσινοι φόροι»).
Η διαμόρφωση τέτοιων πολιτικών πρέπει να λαμβάνει υπόψη από τη μια την κοινωνική συνοχή και από την άλλη τη δημιουργία συνθηκών ανάπτυξης. Δεν πρέπει, δηλαδή, το φορολογικό βάρος να είναι τέτοιο, σε πολίτες και επιχειρήσεις, που για τους μεν ιδιώτες να περιορίζει σημαντικά τις καταναλωτικές τους συνήθειες και για τις δε επιχειρήσεις να περιορίζει τις επενδύσεις και περαιτέρω ανάπτυξή τους.
Σημαντική παράμετρος επιτυχίας ενός φορολογικού συστήματος είναι η σταθερότητα εφόσον τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι πολίτες θέλουν να γνωρίζουν το φορολογικό βάρος των επόμενων ετών, ώστε να μπορέσουν να λάβουν τις σωστές αποφάσεις για περαιτέρω επενδύσεις και για καλύτερο σχεδιασμό του οικογενειακού προϋπολογισμού.
Την ίδια στιγμή το φορολογικό σύστημα μιας χώρας πρέπει να είναι απλό στην εφαρμογή, δίκαιο και να προωθεί τη φορολογική συμμόρφωση. Σημαντικό παράγοντα αποτελεί και η χρήση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης τόσο σε θέματα συμμόρφωσης, όσο και σε θέματα ελέγχου.
Η Κύπρος, μη έχοντας βαριά βιομηχανία, χρησιμοποίησε το φορολογικό σύστημα ως εργαλείο ενίσχυσης των επαγγελματικών υπηρεσιών από το 2003, χρονιά κατά την οποία υπήρξε η τελευταία, ολιστική φορολογική μεταρρύθμιση στη χώρα. Έκτοτε υπήρξαν πολλές τροπολογίες είτε επειδή το επέβαλλαν οι συνθήκες για να μπορέσει η Κύπρος να διατηρηθεί ως ένα ανταγωνιστικό χρηματοοικονομικό κέντρο και να ενισχυθούν οι επενδύσεις είτε επειδή επιβάλλονταν μέσα από Ευρωπαϊκές Οδηγίες και τους διεθνείς δανειστές.
Το κείμενο των φορολογικών νομοθεσιών, ακόμη κι αν δεν υπάρξουν ριζικές αλλαγές, χρήζει επαναδιατύπωσης και «ξεκαθαρίσματος», ώστε να είναι πιο εύκολο στην κατανόηση και την εφαρμογή.
Είναι σημαντικό για κάθε τομέα της κυπριακής οικονομίας να δείξει την ευελιξία που απαιτείται, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στο νέο περιβάλλον, να παραμείνει ανταγωνιστικός μέσα από την ολοκλήρωση των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων και τη χάραξη συγκεκριμένης στρατηγικής με σκοπό τη βιώσιμη ανάπτυξη.
(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 01/08/2021)