Ο αστυνομικός που ειδοποίησε τον Μακάριο

Αναδιφώντας το αρχείο μου των ιστορικών φωτογραφιών, στάθηκα σε μερικές που εμφανίζουν τον αείμνηστο αγωνιστή και καλό μου φίλο,Παύλο Στόκκο, που πολλά πρόσφερε στην πατρίδα, αλλά πολύ αδικήθηκε από αυτήν. Δεν ξεχνώ ποτέ τις δύσκολες στιγμές που πέρασε, όταν αυτή η πατρίδα έφθασε στο σημείο να τον οδηγήσει στο δικαστήριο δύο φορές. Μια, γιατί τόλμησε να κατονομάσει ως προδότη έναν γνωστό αρχιπροδότη, που για τη συνεργασία του με τους Βρετανούς στο κυνηγητό των αγωνιστών της ΕΟΚΑ δολοφονήθηκε από την Οργάνωση. Και, δεύτερη, όταν, άκουσον-άκουσον, κατηγορήθηκε για κατασκοπία σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, όταν έφερε τον βαθμό του Υπαρχηγού της Αστυνομίας.

Το φαρμάκι που πότισε η πατρίδα τον εκλεκτό αυτό αγωνιστή ήταν πολύ πικρό. Αλλά αθώος και σκληροτράχηλος , όπως ήταν, ο αγωνιστής Παύλος Στόκκος, δεν τα έβαλε κάτω. Στάθηκε ολόρθος, μαχητής του δικαίου του και στο τέλος η αλήθεια έλαμψε ενώπιον της αδέκαστης δικαιοσύνης. Αθωώθηκε πανηγυρικά και στις δύο περιπτώσεις, κατακεραυνώνοντας τους κατηγόρους του. Ποιος ήταν, όμως, ο Παύλος Στόκκος και τι προσφερε σ’ αυτή την πατρίδα, που τόσο τον αδίκησε, όπως έκανε και σε πολλούς άλλους αγωνιστές, λίγοι γνωρίζουν. Εγώ τα έμαθα όχι μόνο από τον ίδιο, που με τίμησε με τη φιλία του, μετά τον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ, αλλά και από συναγωνιστές και φίλους του, που ήταν πολλοί.Το σημερινό μου κείμενο αποτελεί ένα ευλαβικό μνημόσυνο στον αξέχαστο αγωνιστή.

Προτού αρχίσει ο Απελευθερωτικός Αγώνας ο Παύλος Στόκκος ήταν ήδη αγωνιστής και μάλιστα πρώτης γραμμής. Υπηρετούσε στο αμαρτωλό αρχηγείο του Ειδικού Τμήματος της Αστυνομίας, του αλήστου μνήμης «Σπέσιαλ Μπραντς», με τον βαθμό του Λοχία. Και προτού μυηθεί στην Οργάνωση, αγνός πατριώτης όπως ήταν, δεν λογάριασε τον βαθμό και τη σταδιοδρομία του, σπεύδοντας να προσφέρει στην σκλάβα πατρίδα τις υπηρεσίες του, γιατί το βάρος τού προς την πατρίδα καθήκοντος, τα βάραινα όλα. Και μόλις αντιλήφθηκε ότι κάτι σοβαρό συμβαίνει στα παρασκήνια σε βάρος των Βρετανών από την σκλάβα πατρίδα κι ότι αυτοί κάτι έμαθαν από προδότες στην Αθήνα, έσπευσε, χωρίς δεύτερη σκέψη, να ειδοποιήσει σχετικά τον Μακάριο. Όπως μου εξήγησε σε συνέντευξη που μου παραχώρησε για τη «Σημερινή», το πρώτο σήμα της προδοσίας ανέφερε: «Πλοιάριο από την Ελλάδα επρόκειτο να προσεγγίσει τις ακτές της Κύπρου στην περιοχή Ξερού, μεταξύ 19ης και 20ης Ιανουαρίου 1955». Σ την ίδια συνέντευξη ο αείμνηστος αγωνιστής μού είχε αναφέρει: «Περιήλθαν στην αντίληψή μου μερικά μυστικά περί αφίξεως του Συνταγματάρχη Γρίβα και επικείμενης άφιξης του πλοιαρίου ‘Άγιος Γεώργιος’. Επίσημο έγγραφο, που επιβεβαίωνε τις πληροφορίες μου αυτές, βρήκα μέσα σε κάλαθο των αχρήστων. Ήταν απόρρητο και απευθυνόταν στους Αστυνομικούς Διευθυντές. Με αυτό το έγγραφο το αποικιακό καθεστώς τούς πληροφορούσε ότι το πλοιάριο «Άγιος Γεώργιος» θα έφερνε στην Κύπρο τον Γρίβα και οπλισμό. Με αυτό το έγγραφο πείστηκα, πέρα για πέρα, ότι κάτι σοβαρό υπήρχε. Κι ότι ο ένοπλος αγώνας, για τον οποίο είχε ονειρευτεί ο αείμνηστος πατέρας μου Ζήνωνας Στόκκος από το 1931, βρισκόταν στα σκαριά. Λόγω της θέσης μου, όμως, δεν μπορούσα να επικοινωνήσω με τον Αρχιεπίσκοπο. Έτσι, ανέθεσα στον αδελφό μου, Στέλιο, τη μεταβίβαση της πληροφορίας, που έκρινα ότι ήταν πολύ σοβαρή. Ο αδελφός μου ήταν επίτροπος στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και γνώριζε τον Μακάριο. Χωρίς να χάνει καιρό, έσπευσε στην Αρχιεπισκοπή και διαβίβασε την πληροφορία στον Αρχιεπίσκοπο. Η επίσημη μύησή μου έγινε αργότερα με εντολή του Διγενή, οπότε άρχισα να οργανώνω δίκτυο πληροφοριών -(κατασκοπίας)- μέσα στην Αστυνομία...».

image1.jpeg

Στην ίδια συνέντευξή του ο Παύλος Στόκκος μού ανέφερε, επίσης, ότι ένα άλλο μυστικό έγγραφο, που προωθήθηκε κι αυτό στον Μακάριο ,μέσω του αδελφού του Στέλιου, ανέφερε ότι: «Ο Συνταγματάρχης του Ελληνικού Στρατού Γεώργιος Γρίβας βρκισκόταν στην Κύπρο και κρυβόταν πιθανότατα σε μοναστήρι, με σκοπό να οργανώσει απελευθερωτικό κίνημα». Την πληροφορία αυτή τη συνδύασα με την άφιξη στην Κύπρο του ειδικού απεσταλμένου του Βρετανικού Υπουργείου Αποικιών Φίλιπς Ρέι για την ανδιοργάνωση του ‘Σπέσιαλ Μπραντς’. Έστι, όταν πήρα το ‘στένσιλ’ των οδηγιών προς τους αστυνομικούς Διευθυντές περί επικείμενης άφιξης του Γρίβα και του πλοιαρίου ‘’Αγιος Γεώργιος’, ήμουν περισσότερο από βέβαιος ότι θ΄αρχιζε απελευθερωτικός αγώνας και ήμουν έτοιμος να συμμετάσχω σ’ αυτόν, αψηφώντας τις όποιες συνέπειες ήθελαν προκύψει. Πάνω απ’ όλα η πατρίδα...».

Όταν έφτασε στα χέρια του άκρως απόρρητη πληροφορία

Σε άλλη σχετική συνέντευξή του στην εφημερίδα «Εμπρός», στις 16 Δεκεμβρίου 1990, ο αείμνηστος αγωνιστής αναφέρει και τις ακόλουθες, συμπληρωματικές με τις πιο πάνω, πληροφορίες: «Εγώ ήμουν λοχίας- υπεύθυνος Τύπου – Δημοσιευμάτων και μεταφραστής. Έτσι, έρχονταν όλες οι ειδήσεις και πληροφορίες εκεί και τις έβλεπα.Προτού ακόμα αρχίσει ο Απελευθρωτικός Αγώνας της ΕΟΚΑ, θα ήταν 7-8 Γενάρη 1955, ήρθε στα χέρια μου πληροφορία, που, ως άκρως απόρρητη, δεν μπήκε ούτε καν στο κεντρικό φάιλ. Αλλά, η γραμματέας, η οποία ήταν Αγγλίδα που μπήκε στην Αστυνομία, έριξε το χαρτί στον κάλαθο των αχρήστων. Εγώ το είδα και διάβασα ότι έγραφε περίπου τα εξής: «Σύμφωνα με θετική πληροφορία από την Αθήνα, πλοιάριο προερχόμενο εξ Αθηνών θα αράξει στις δυτικές ακτές της Κύπρου, μεταφέροντας οπλισμό για τη μυστική οργάνωση που καταστρώνει πραξικόπημα εναντίον της νομίμου κυβερνήσεως». Εκείνη την πληροφορία την έστειλα αμέσως στον αδελφό μου, Στέλιο Στόκκο, ο οποίος τη διαβίβασε στον Μακάριο. Μόλις ο Αρχιεπίσκοπος παρέλαβε την επιστολή, την έδωσε στον Ανδρέα Αζίνα, με την εντολή να ειδοποιηθεί αμέσως ο Γρίβας, για να κινηθεί προς την κατεύθυνση και να σταματήσει η έλευση του πλοιαρίου...».

Μετά τις πολύ σοβαρές αυτές πληροφορίες του Παύλου Στόκκου στον Μακάριο και τον Γρίβα, ο Αρχηγός κινήθηκε αστραπιαία και έστειλε τον έμπιστό του Ανδρέα Αζίνα στην Ελλάδα για να προλάβει τον απόπλου του πλοιαρίου , μέχρι νεωτέρας. Δυστυχώς, παρά τις προσπάθειες του Αζίνα και του κλιμακίου της ΕΟΚΑ στη Ρόδο, το πλοιάριο είχε απομακρυνθεί από το νησί και συνέχισε τον πλουν του στην Κύπρο, όπου τελικά συνελήφθη από τους Βρετανούς στις ακτές της Χλώρακας, μαζί με το φορτίο του, το πλήρωμά του και τους Χλωρακιώτες αγωνιστές που το περίμεναν για να ξεφορτώσουν τον πολυτιμότατο για τον Αγώνα οπλισμό. Και ο μεν οπλισμός κατασχέθηκε, το δε πλήρωμα του σκάφους και οι αγωνιστές που το περίμεναν καταδικάστηκαν σε διάφορες ποινές φυλάκισης.

Ο Παύλος Στόκκος, μετά τη σύλληψη του «Αγίου Γεωργίου», δεν έπαψε να συγκεντρώνει πολύτιμες πληροφορίες για τις κινήσεις των Βρετανών και να τις διαβιβάζει στην ΕΟΚΑ. Ο Διγενής, εκτιμώντας την εθνική δραστηριότητα του αγωνιστή, που έπαιζε τη ζωή και τη σταδιοδρομία του «κορώνα- γράμματα», τον έθεσε επικεφαλής του δικτύου πληροφοριών της ΕΟΚΑ στην Αστυνομία, όπου συνέχισε την αγωνιστική του δράση, μέχρι που προδόθηκε από αργυρώνητους συναδέλφους του. Αλλά ακόμα και τότε κατόρθωσε να μην προκύψει κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο εναντίον του. Τότε οι κατακτητές έκλεισαν τον λαμπρό αγωνιστή στα συρματοπλέγματα της σκλαβιάς, χωρίς δίκη. Κι εκεί ακόμα, στα κρατητήρια, ο Παύλος Στόκκος συνέχισε τον αγώνα του, με συνεργάτη αυτήν τη φορά την αγαπημένη του γυναίκα Λούλλα, που δεν υστερούσε σε πατριωτισμό και γενναιοψυχία του συζύγου της. Μέσα σε κρύπτη, που είχε το καλαθάκι για τα πλεκτικά της, κάθε φορά που τον επισκεπτόταν στα κρατητήρια, μετέφερε και παραλάμβανε επιστολές της Οργάνω σης. Κι έτσι, η ΕΟΚΑ επικοινωνούσε αθόρυβα με την Επιτροπή των κρατουμένων αγωνιστών. Η Επιτροπή αυτή, που είχε συσταθεί με εντολή του Διγενή, ενημέρωνε τον Αρχηγό για την κατάσταση που επικρατούσε στα κρατητήρια και ενεργούσε ανάλογα. Η διαδικασία αυτή σνεχίστηκε μέχρι το τέλος του Αγώνα, χωρίς να αντιληφθούν το παραμικρό οι Βρετανοί.

Η υπόσκαψη και η αθώωση

Μετά τον Αγώνα, ο Παύλος Στόκκος συνέχισε να υπηρετεί την πατρίδα από τις τάξεις της Αστυνομίας και έφθασε επάξια μέχρι τον βαθμό του Υπαρχηγού της Δύναμης. Δυστυχώς, ζηλόφθονοι και χαμερπείς συνάδελφοί του άρχισαν να τον υποσκάπτουν και η κυβέρνηση έτεινε ευήκοον ους στις συκοφαντίες αυτές και έθεσε σε διαθεσιμότητα τον σεμνόν αγωνιστή και του προσήψε την κατηγορία της κατασκοπίας σε βάρος της πατρίδας του. Πότισε όξος και χολή τον πατριώτη αγωνιστή, οποίος δεν λύγισε, αλλά όρθωσε το ανάστημά του και με αγωγή κέρδισε τη δίκη. Η αλήθεια έλαμψε για την αθωότητά του. Ο Παύλος Στόκκος αθωώθηκε πανηγυρικά και αποζημιώθηκε ηθικά, αλλά δεν γύρισε στα καθήκοντά του, αν και μπορούσε να το πράξει. Προτίμησε να ιδιωτεύσει και να αφοσιωθεί στην οικογένειά του, που τόσο την είχε στερηθεί για πολλά χρόνια.

Δεν έμελλε να ησυχάσει, όμως, ο εκλεκτός αγωνιστής, μετά τη δικαστική νίκη του εναντίον της κυβέρνησης. Κατηγορήθηκε και οδηγήθηκε στο δικαστήριο, ότι κατονόμασε ως προδότη ανώτερο αξιωματικό της Αστυνομίας που συνεργαζόταν μ ε τους Βρετανούς στο κυνηγητό της ΕΟΚΑ και ύβριζε ξεδιάντροπα τον Διγενή και τους αγωνιστές. Και παρά τις προειδοποιήσεις της Οργάνωσης, ο προδότης αυτός συνέχισε το βρομερό έργο του, οπότε η ΕΟΚΑ αναγκάστηκε να τον εκτελέσει, για την προστασία των μελών της. Και σ΄αυτή την κατηγορία ο Παύλος Στόκκος αθωώθηκε πανηγυρικά.

Μετά και την τελευταία περιπέτειά του, ο σεμνός αγωνιστής αφοσιώθηκε οριστικά στην οικογένειά του, χωρίς, όμως, να πάψει να επικοινωνεί με αρκετούς συναγωνιστές του, που του είχαν συμπαρασταθεί στις δοκιμασίες του από το αχάριστο κράτος, που τον είχε οδηγήσει δύο φορές στα δικαστήρια, για να δικαιωθεί, τελικά, και τις δύο φορές πανηγυρικά.