Σύνταγμα του ’60;

Μεγάλη συζήτηση γίνεται τελευταία σε συνέχεια σχετικής τοποθέτησης του Προέδρου της Δημοκρατίας περί επιστροφής στο Σύνταγμα του ’60. Κατ’ αρχάς ο δημόσιος διάλογος αναλώθηκε στο ερώτημα κατά πόσον η τοποθέτηση του Προέδρου συνιστούσε ‘πρόταση’ ή ‘απάντηση’ στον Τατάρ. Χωρίς νόημα η διάκριση και αποσπά από αυτό που θα έπρεπε να ήταν το βασικό ερώτημα: Νομιμοποιείται ένας Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας να παραπέμπει, ως προς τη λύση του Κυπριακού, στο Σύνταγμα του ’60;

Η απάντηση είναι σαφώς ναι. Να υπενθυμίσουμε ότι μέχρι σήμερα η Κυπριακή Δημοκρατία χρωστά τη νόμιμη ύπαρξή της σε αυτό το Σύνταγμα. Από πλευράς της διεθνούς έννομης τάξης αυτό αναγνωρίστηκε με το ψήφισμα 186 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο αναγνώρισε ότι η τουρκανταρσία του ’63 ήταν όντως τουρκανταρσία και ότι, παρά τη δημιουργία των θυλάκων και την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τους κυπριακούς θεσμούς, αφέθηκε αλώβητη η διεθνής αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και βεβαίως ήταν αυτή η αλώβητη Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έστω με αναστολή του ευρωπαϊκού κεκτημένου στα κατεχόμενα λόγω απουσίας ελέγχου της Κυπριακής Δημοκρατίας στα υπό κατοχήν εδάφη. Το ότι δεν υπάρχει έλεγχος της Κυπριακής Δημοκρατίας στα κατεχόμενα αυτό είναι αποδεκτό από όλους - Τούρκους και Έλληνες. Αυτό που δεν είναι αποδεκτό από όλους, με εξαίρεση δηλαδή την Τουρκία, είναι ότι στην κυπριακή επικράτεια υπάρχει μόνο μία νόμιμη οντότητα και αυτή είναι η Κυπριακή Δημοκρατία.

Στην εσωτερική έννομη τάξη η συνέχιση της νομιμότητας του ’60 καταγράφηκε και έγινε δεκτή από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Μουσταφά Ιμπραχήμ (1964)ΑΑΔ 195. Οι Τούρκοι επιχείρησαν να προκαλέσουν νομική κατάρρευση της Κυπριακής Δημοκρατίας με την αποχώρησή τους από τους θεσμούς της. Το νομικό δόγμα του δικαίου της ανάγκης λειτούργησε ως ‘προσωρινή’ γέφυρα μεταξύ της νομιμότητας του Συντάγματος του ’60 και των πρακτικών συνεπειών της αποχώρησης των Τουρκοκυπρίων. Με άλλους λόγους, η αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων δεν στάθηκε ικανή να κλονίσει τη νομιμότητα. Έκτοτε υπήρξαν δεκαπέντε τροποποιήσεις του Συντάγματος με βάση την άσκηση της αναθεωρητικής εξουσίας της Βουλής. Το Σύνταγμα πλέον δεν είναι ταυτόσημο με αυτό του ’60. Από πλευράς του δικαίου όμως απλώς μετεξελίχθηκε με νόμιμα επιτρεπτό τρόπο. Άρα η πηγή νομιμότητας ακόμα και σήμερα είναι το Σύνταγμα του ’60. Περί αυτού δεν χωρεί καμία συζήτηση!

Πηγαίνοντας τώρα στις διαπραγματεύσεις για επίλυση του Κυπριακού: Είναι γνωστή η θέση όλων των Ελλήνων πολιτικών (άλλων γνήσια θέση, άλλων ψευδεπίγραφη) ότι η λύση πρέπει να προκύψει από ‘μετεξέλιξη’ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι θα γίνουν τέτοιες αλλαγές στο Σύνταγμα του ’60, ώστε να καταλήξουμε σε μιαν αποδεκτή λύση του Κυπριακού. Και πάλι όμως η πηγή νομιμότητας είναι το Σύνταγμα του ’60! Συνεπώς σε κάθε περίπτωση, τόσο αυτό που υπάρχει όσο και αυτό που θα προκύψει θα βασίζεται στο Σύνταγμα του ’60.

Επιστρέφοντας στη δήλωση του Προέδρου ή και όποιου άλλου Προέδρου. Η θέση για εφαρμογή του Συντάγματος του ’60 δεν είναι ούτε πρόταση ούτε απλή απάντηση προς Τατάρ ή οποιοδήποτε τρίτο. Είναι η απλή και επιβεβλημένη επιστροφή στη συνταγματική νομιμότητα! Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Δεν είναι συνεπώς θέμα άποψης η παραπομπή στο Σύνταγμα του ’60, ούτε θέμα επιλογής ενιαίου κράτους ή ομόσπονδου. Είναι, το Σύνταγμα του ’60, η απλή επιβολή των αρχών του δικαίου. Και δεν είναι κάτι που μπορεί οποιοσδήποτε Πρόεδρος, είτε ο Αναστασιάδης είτε άλλος, να δεχθεί ή να προτείνει. Είναι αυτό που επιτάσσει η αποκατάσταση της διατάραξης της νομιμότητας που επέφερε η εισβολή. Δηλαδή αυτό που όλοι λένε ως θεμελιακή θέση, ότι πρέπει να αρθούν τα αποτελέσματα της εισβολής και της κατοχής, δεν είναι τίποτα άλλο παρά έμμεσο κάλεσμα για επιστροφή στο Σύνταγμα του ’60.

Μπορεί να απαντήσει κανείς: Ναι, κύριε, αλλά γνωρίζετε ότι οι συζητήσεις στο Κυπριακό έχουν πάει πολύ πέραν του Συντάγματος του ’60. Η απάντησή μου είναι διττή: Πρώτον, όσο μακριά και να πάει κανείς από το Σύνταγμα του ’60, πάλι οι αλλαγές θα εφαρμοστούν στο νομικό πλαίσιο του Συντάγματος του ’60 (εφόσον επιμένουμε σε ‘μετεξέλιξη’).

Δεύτερον όμως και πέρα από οποιαδήποτε νομικά δεδομένα. Καθαρά διαπραγματευτικά. Μπορεί να ισχυριστεί κανείς: Μήπως δεν είναι καλή πίστη και ενώ είμαστε τόσο βαθιά στη διαπραγμάτευση να επαναφέρουμε το Σύνταγμα του ’60; Πρέπει να υπενθυμίσουμε μια δραματική αλλά σκληρή πραγματικότητα. Το μόνο έρεισμα που έχουμε σε αυτήν τη διαπραγμάτευση ή γενικώς σε αυτήν τη διελκυστίνδα του Κυπριακού, είναι η νομιμότητα, οι επιταγές του διεθνούς δικαίου, η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αν το αποχωριστούμε και αυτό, δεν έχουμε κανένα χαρτί! Για χρόνια τώρα η Τουρκία, με τη μέθοδο του σαλαμιού, επιχειρεί να μας αποσπάσει από τις θέσεις δικαίου από τις οποίες ξεκινήσαμε (τελευταία προσπάθεια με βρετανική συνδρομή η προσπάθεια για αναγνώριση χωριστών κυριαρχιών). Ο λόγος είναι πολύ απλός: Όσο πιο μακριά είμαστε από τις εναρκτήριες θέσεις δικαίου, τόσο περισσότερο το Κυπριακό μετατρέπεται σε μια διαφορά μεταξύ εριζόντων μερών. Και αν ο στόχος της επιτευχθεί, τότε το μόνο που μένει στην Τουρκία είναι να επιβάλει διά της ισχύος της τη λύση. Είναι δηλαδή η ύπαρξη και υπενθύμιση του διεθνούς δικαίου ο μόνος μοχλός που αποτρέπει την επιβολή στο Κυπριακό της βούλησης του ισχυροτέρου.

Γι’ αυτούς τους λόγους είναι που πάντα και συνέχεια πρέπει να τίθεται η επιτακτική ανάγκη επιστροφής στη νομιμότητα και το Σύνταγμα του ’60. Κατά τρόπο όμως επεξεργασμένο και σοβαρό και όχι υπό τύπον πυροτεχνήματος. Όπως φαίνεται να το χρησιμοποίησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.