Αναλύσεις

Εταιρείες ζόμπι - οι κίνδυνοι μετά την πανδημία στην Ευρωζώνη

«Oι εταιρείες ζόμπι φαίνεται να έχουν επωφεληθεί προσωρινά από προγράμματα κρατικών εγγυήσεων και χαλαρότερους όρους πίστωσης, γεγονός που εγείρει ερωτήματα σχετικά με τον αυξημένο κίνδυνο παρουσίας τέτοιων εταιρειών στην οικονομία της ζώνης του ευρώ»

Τα δημοσιονομικά και νομισματικά μέτρα, τα οποία στόχευαν στην υποστήριξη εταιρειών και της οικονομίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού, μπορεί να έχουν στηρίξει όχι μόνο τις βιώσιμες επιχειρήσεις, αλλά και ασύμφορες όμως ακόμα λειτουργούσες εταιρείες - συχνά αναφερόμενες ως «ζόμπι». Oι εταιρείες ζόμπι φαίνεται να έχουν επωφεληθεί προσωρινά από προγράμματα κρατικών εγγυήσεων και χαλαρότερους όρους πίστωσης. Αυτό με τη σειρά του εγείρει ερωτήματα σχετικά με τον αυξημένο κίνδυνο παρουσίας τέτοιων εταιρειών στην οικονομία της Ζώνης του ευρώ, ο οποίος θα μπορούσε να περιορίσει την οικονομική ανάκαμψη και να θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Για να είναι αποτελεσματική η αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου απαιτείται η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο αφερεγγυότητας των χωρών της Ζώνης του ευρώ και καλύτερη υποδομή για τη διαχείριση των μη-εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών.

Τα χαρακτηριστικά των εταιρειών ζόμπι

Οι δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές που λήφθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχουν αναζωπυρώσει τις ανησυχίες σχετικά με την παρουσία μη-κερδοφόρων αλλά ακόμη λειτουργουσών επιχειρήσεων - συχνά αναφερόμενων ως «ζόμπι» - στη Ζώνη του ευρώ. Oι εταιρείες ζόμπι ορίζονται ως οι εταιρείες που πληρούν όλα τα ακόλουθα τρία κριτήρια για δύο συνεχή έτη: (i) αρνητικές αποδόσεις επί του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων, (ii) χαμηλή ικανότητα εξυπηρέτησης του υφιστάμενου τους χρέους και (iii) αρνητικές καθαρές επενδύσεις (οριζόμενο ως ετήσια μεταβολή στο σύνολο των παγίων περιουσιακών στοιχείων).

Οι εταιρείες ζόμπι είναι συνήθως λιγότερο παραγωγικές και μικρότερες από άλλες εταιρείες. Oι εταιρείες ζόμπι στη Ζώνη του ευρώ έχουν κατά μέσο όρο χαμηλότερη συνολική παραγωγικότητα συγκριτικά με άλλες εταιρείες, με χαμηλότερο παραγόμενο προϊόν ανά μονάδα εργασίας και κεφαλαίου. Επίσης, η μέση εταιρεία ζόμπι είναι 20% μικρότερη από μια μη-ζόμπι εταιρεία βάσει του συνόλου των περιουσιακών της στοιχείων, με τις πολύ μικρές επιχειρήσεις να είναι πέντε φορές πιο πιθανό να είναι ζόμπι από τις μεγάλες επιχειρήσεις. Αυτές οι επιχειρήσεις συνεισφέρουν επίσης λιγότερο στην απασχόληση και καθώς είναι λιγότερο κερδοφόρες ο δανεισμός του είναι κατά μέσο όρο 50% μεγαλύτερος από αντίστοιχες μη-ζόμπι επιχειρήσεις. Η παρουσία μεγάλου αριθμού τέτοιων επιχειρήσεων δημιουργεί ανησυχίες για αποδυνάμωση της συνολικής οικονομικής παραγωγικότητα στην Ευρωζώνη.

Από την ευρωπαϊκή κρίση κρατικού χρέους του 2012 υπήρχαν ανησυχίες για την πιθανή ύπαρξη μιας ομάδας αποτυχημένων επιχειρήσεων που συνεχίζουν να λειτουργούν λόγω της φθηνής πίστωσης και των παρατάσεων στις αποπληρωμές χρέους (debt for bearance). Οι παρατάσεις αυτές υπήρξαν ένα εργαλείο το οποίο χρησιμοποιήθηκε δεόντως από τράπεζες της νότιας Ευρώπης σε μια προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τον μεγάλο όγκο των μη-εξυπηρετούμενων δανείων της εποχής. Πριν από την πανδημία, οι εταιρείες ζόμπι αντιστοιχούσαν στο 3,5% του συνόλου των επιχειρήσεων της Ζώνης του ευρώ. Αυτό είναι ψηλότερο από το μερίδιο του 2,0% στις αρχές της δεκαετίας του 2000, αλλά χαμηλότερο από το μέγιστο μερίδιο του 6,0% μετά την κρίση χρέους στη Ζώνη του ευρώ. Το υψηλότερο επίπεδο των επιχειρήσεων ζόμπι μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση αντανακλά εν μέρει το χαμηλό επιτοκιακό περιβάλλον, τις αδυναμίες των τράπεζων και τα αναποτελεσματικά πλαίσια αφερεγγυότητας, παράγοντες οι οποίοι σε κάποιο βαθμό συνεχίζουν να υπάρχουν μέχρι και σήμερα.

Ο αντίκτυπος από την πανδημία

Οι πολιτικές αντιμετώπισης των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας ενδέχεται να συνέβαλαν, τουλάχιστον προσωρινά, στη δημιουργία νέων και επιβίωση υφιστάμενων εταιρειών ζόμπι (zombification). Αυτό είναι αποτέλεσμα της πιθανής πρόσβαση εταιρειών ζόμπι σε οικονομικά μέτρα, τα οποία αποσκοπούσαν να βοηθήσουν τις βιώσιμες εταιρείες να γεφυρώσουν τις ανάγκες ρευστότητας που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας και των περιορισμών κυκλοφορίας - όπως προγράμματα εγγύησης δανείων ή διακοπές αποπληρωμής δανείων. Γενικότερα, οι διευκολύνσεις που παραχωρήθηκαν για τη διασφάλιση χαλαρότερων πιστωτικών συνθηκών μπορεί να έχουν διατηρήσει, ή ακόμη και να έχουν μειώσει, τις ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους για εταιρείες ζόμπι (όπως και για άλλες εταιρείες) διατηρώντας τις εν ζωή για περισσότερο.

Το zombification μπορεί να οδηγήσει σε αναποτελεσματική κατανομή κεφαλαίων και ενέχει μεσοπρόθεσμους κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα εάν το ρίσκο δεν αποτιμάται σωστά από τις τράπεζες. Η ανάλυση των επιτοκίων των τραπεζικών δανείων καθώς και τα πιστωτικά περιθώρια στις αγορές εταιρικού χρέους υποδηλώνουν ότι το κόστος χρηματοδότησης των επιχειρήσεων είναι σχετικά αδιαφοροποίητο σε σχέση με τα θεμελιώδη πιστωτικά χαρακτηριστικά τους.

Αυτό σημαίνει πως οι εταιρείες ζόμπι μπορεί να έχουν πρόσβαση σε σχετικά φθηνή χρηματοδότηση, αφήνοντας τις τράπεζες, το κράτος και τους επενδυτές εκτεθειμένους μεσοπρόθεσμα εάν αμφισβητηθεί η βιωσιμότητα αυτών των επιχειρήσεων. Ένα τέτοιο σενάριο μπορεί να υλοποιηθεί μετά από απρόσμενες διαταραχές, αδύναμη ανάκαμψη ή μη ισορροπημένη απόσυρση των μέτρων στήριξης πολιτικής. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ύπαρξη μιας μεγάλης ομάδας επιχειρήσεων με χαρακτηριστικά ζόμπι μπορεί να οδηγήσει σε μαζικές πωλήσεις δανείων, υποβαθμίσεις ή/και αθετήσεις πληρωμών.

Εάν δεν αντιμετωπιστούν αυτοί οι κίνδυνοι, σε συνδυασμό με την αύξηση του μεριδίου των επιχειρήσεων ζόμπι, ενδέχεται να αποτελέσουν πηγή ζημιών (λόγω αυξημένων προβλέψεων για επισφάλειες) αυξάνοντας την πίεση στους ισολογισμούς των τραπεζών, θέτοντας σε κίνδυνο τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ζώνης του ευρώ. Επιπλέον, η ύπαρξη και η διαιώνιση υπερχρεωμένων εταιρειών θα μπορούσε να αποτελέσει τροχοπέδη για την ανάπτυξη, καθώς το υψηλό επίπεδο χρέους μπορεί να επηρεάσει τις επενδύσεις και την απασχόληση των επιχειρήσεων. Τέτοιοι μακροοικονομικοί κίνδυνοι θα μπορούσαν με τη σειρά τους να επηρεάσουν αρνητικά τον τραπεζικό τομέα και το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Μέτρα για αντιμετώπιση του προβλήματος

Μια πιο στοχευμένη προσέγγιση στην αναγνώριση του πιστωτικού κινδύνου από τις τράπεζες θα μπορούσε να μειώσει τυχόν ακούσιες παραχωρήσεις προς τις εταιρείες ζόμπι, μειώνοντας τον κίνδυνο επέκτασης του δανεισμού σε τέτοιες εταιρείες. Επιπλέον, οι τράπεζες ενδέχεται να βρουν αντικίνητρα για την αναγνώριση ζημιών σε χώρες με αδύναμο πλαίσιο αφερεγγυότητας. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι τράπεζες ενδέχεται να προτιμήσουν τον κίνδυνο που σχετίζεται με τη διατήρηση μιας εταιρείας ζόμπι εν ζωή παρά τις μακροχρόνιες δικαστικές διαδικασίες, ειδικά σε περιπτώσεις που αναμένεται να ανακτηθεί μόνο μέρος του αρχικού δανείου. Το αποτέλεσμα είναι μια σημαντική αύξηση στις πτωχεύσεις τέτοιων εταιρειών σε μεταγενέστερο στάδιο, μιας και η αιτία του προβλήματος δεν είχε αντιμετωπισθεί. Τα μέτρα για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών αφερεγγυότητας, κυρίως για τις χώρες της ευρωζώνης που παρουσιάζουν τις περισσότερες αδυναμίες, θα βοηθούσαν στην αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος. Επίσης, αποτελεσματικότεροι νόμοι περί πτώχευσης οι οποίοι παρέχουν επιπλέον κίνητρα στις τράπεζες για να αναγνωρίζουν ζημίες από μη βιώσιμους δανειολήπτες νωρίτερα, θα βοηθούσαν στην άμβλυνση του προβλήματος.

*Ανώτερος χρηματοοικονομικός αναλυτής τραπεζών, Λονδίνο (CFA, ACCA)