Αναλύσεις

Γιατί αντιμετωπίζουμε τους πρόσφυγες με τόσο αντιφατικό τρόπο;

«Ποια πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στους αλλοδαπούς πρόσφυγες και αιτητές ασύλου, όταν η δική μας χώρα γνώρισε την προσφυγιά, αλλά έχει και αυτή τα δικά της προβλήματα και περιορισμούς;»

Εδώ και ένα περίπου μήνα είμαστε μάρτυρες μιας νέας μεγάλης διεθνούς ανθρωπιστικής κρίσης, μετά την αποχώρηση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν και τη μαζική έξοδο χιλιάδων κατοίκων, που εγκατέλειπαν τη χώρα τους προς αναζήτηση ενός ασφαλέστερου προορισμού διαβίωσης. Οι δυτικές χώρες και κυρίως εκείνες της Ε.Ε. με τις ιδιαίτερες ευαισθησίες στα ανθρώπινα δικαιώματα έδειχναν να συμπάσχουν και να αγωνιούν πραγματικά για την επιβίωση και το μέλλον των ανθρώπων αυτών. Όμως πολύ γρήγορα η έμφαση μετατοπίστηκε στο πώς οι άνθρωποι αυτοί θα παρεμποδίζονταν από το να φθάσουν και να εισχωρήσουν στις χώρες της Ε.Ε.! Τελικά οι πιο ανοικτόχερες από αυτές δεσμεύτηκαν να δεχθούν μερικές μόνο χιλιάδες προσφύγων η καθεμιά, ενώ κάποιες άλλες, όπως η Κυπριακή Δημοκρατία, παρέμειναν προσκολλημένες στην ανάγκη μέτρων προστασίας από τους ανεπιθύμητους εισβολείς (βλ. επίμονες αναφορές Νουρή σε συμβολή της Frontex).

Πώς ερμηνεύονται όλες αυτές οι αντιφάσεις; Και ποια πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στους αλλοδαπούς πρόσφυγες και αιτητές ασύλου, όταν η δική μας χώρα γνώρισε την προσφυγιά, αλλά έχει και αυτή τα δικά της προβλήματα και περιορισμούς;

Οι καταβολές του προβλήματος: αντικρουόμενες αξίες

Το βασικό πρόβλημα στην αντιμετώπιση των προσφύγων σχετίζεται με τη σύγκρουση δύο αντικρουόμενων αξιακών συνόλων. Από τη μια η έμφαση στο κράτος και τους πολίτες του - σε αντιδιαστολή με τους εξωτερικούς “άλλους”. Από την άλλη η έμφαση στον κόσμο ολόκληρο, την οικουμένη, και τα ανθρώπινα δικαιώματα - ανεξαρτήτως φυλής, έθνους, θρησκείας ή άλλων χαρακτηριστικών.

Και τα δύο είδη αξιών ανάγονται στην ύστερη νεότερη εποχή και τις μεγάλες ανατροπές που εισήγαγε. Η Γαλλική Επανάσταση συμπύκνωσε τις βασικές της αρχές στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη. Όμως, παρά την αρχική αυτή, φαινομενικά ισοζυγισμένη έμφαση στον άνθρωπο και στον πολίτη, στην πράξη σταδιακά η έμφαση επικεντρώθηκε στα δικαιώματα των κατοίκων εντός του κράτους, αφού οι πολίτες ήταν εκείνοι που στήριζαν την επιβίωση και διαχρονική συνέχεια του έθνους-κράτους, μέσα από τους φόρους που κατέβαλλαν και τη συμμετοχή τους στο στράτευμα, το οποίο υπεράσπιζε τα σύνορα και την ίδια την ύπαρξη του κράτους, από τα υπόλοιπα κράτη. Ο κυρίαρχος λαός, το φαντασιακό σύνολο των πολιτών μιας χώρας, θα αποτελούσε πλέον τη βάση της νομιμοποιημένης πολιτικής εξουσίας. Από τότε μέσα από μια μακρόχρονη πορεία και αγώνες καθιερώθηκαν τα αστικά, πολιτικά, και κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών, με αποκορύφωμα τη δημιουργία του κράτους πρόνοιας. Ενώ εμπεδώνονταν τα δικαιώματα των πολιτών εντός ενός κράτους και ενισχυόταν η ταύτισή τους με το συγκεκριμένο έθνος-κράτος, εντεινόταν ταυτόχρονα και η αντιδιαστολή με τα υπόλοιπα κράτη και ανθρώπους.

Τα εθνικά κράτη κατάφεραν σταδιακά να καθιερωθούν ως η κυρίαρχη μορφή πολιτικής οργάνωσης, σε βάρος προηγούμενων μορφών οργάνωσης, όπως οι πόλεις-κράτη, οι αυτοκρατορίες, κ.ο.κ. Παράλληλα όμως ενισχύονταν και οι αντιθέσεις και οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των εθνών-κρατών, με κορύφωση τους δύο μεγάλους πολέμους του εικοστού αιώνα. Το αιματοκύλισμα που έφεραν οι παγκόσμιοι αυτοί πόλεμοι και η συναφής απογοήτευση με τις καταστροφικές τάσεις που εμπεριείχαν τα σύγχρονα εθνο-κράτη, ώθησαν στη δημιουργία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, που είχε στόχο την πρόληψη των αιματηρών συγκρούσεων και την προώθηση της συνεργασίας και της ειρήνης μεταξύ των κρατών. Πολλοί, μάλιστα, που είχαν ταυτίσει τους αιματηρούς πολέμους με τις εθνικές ή εθνικιστικές ιδεολογίες οι οποίες συνδέονταν με τα έθνη-κράτη, οραματίστηκαν έναν κόσμο πέρα από τα εθνικά κράτη, με έμφαση στα υπερεθνικά πολιτικά σχήματα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις οικουμενικές αξίες. Τις πεποιθήσεις αυτές ενίσχυσαν και οι τάσεις της παγκοσμιοποίησης στα τέλη του εικοστού αιώνα.

Όμως τα εθνικά κράτη άντεξαν τις διάφορες πιέσεις και επικρίσεις και κατάφεραν να ανασυνταχθούν και να ανανεωθούν με διάφορους τρόπους. Το παράδειγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι χαρακτηριστικό. Ενώ στα αρχικά στάδια θεωρήθηκε πως η περιφερειακή αυτή ένωση αποτελούσε ένδειξη της υποχώρησης των εθνικών κρατών, υπέρ μιας νέας μορφής υπερεθνικού κράτους / πολυεθνικής ομοσπονδίας, στη συνέχεια επικράτησε η άποψη πως η ένωση αυτή αποτελούσε μάλλον έναν πολύ επιτυχημένο μηχανισμό επιβίωσης των εθνικών κρατών της Ευρώπης!

Μέχρι τις μέρες μας παραμένει το ερώτημα ως προς το μέλλον των εθνο-κρατών και το επιθυμητό της μετατόπισης προς νέα υπερ-εθνικά πολιτικά σχήματα. Μαζί και το δίλημμα μεταξύ εθνικών και οικουμενικών αξιών.

Οι πρόσφυγες ως φαινόμενο της εποχής μας

Τα πρώτα μεγάλα κύματα προσφύγων του εικοστού αιώνα σχηματίστηκαν με την κατάρρευση των μεγάλων πολυ-εθνικών αυτοκρατοριών, κυρίως της Οθωμανικής και Αυστρο-Ουγγρικής, στις απαρχές του εικοστού πρώτου αιώνα και τη συγκρότηση ομοιογενών εθνικών κρατών, πράγμα που συνεπαγόταν εθνοκαθάρσεις και γενοκτονίες (π.χ. Τουρκία), ή μαζικές ανταλλαγές πληθυσμών. Την εποχή αυτή έχουμε και τις πρώτες προσπάθειες αντιμετώπισης του προβλήματος από την Κοινωνία των Εθνών και τις διάφορες συνθήκες για τους πρόσφυγες (π.χ. Συνθήκη Λωζάννης). Τη δεκαετία του 1930 η ναζιστική Γερμανία επιχείρησε τη δική της εθνοκάθαρση, με τη μαζική δίωξη και εκτοπισμό των Εβραίων, που αναζήτησαν νέες πατρίδες - και είναι χαρακτηριστικό το ότι οι περισσότερες χώρες έκλεισαν τα σύνορα στους πρόσφυγες αυτούς, με τη δικαιολογία ότι ήδη φιλοξενούσαν μεγάλους αριθμούς ομοεθνών τους.

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και το πέρασμα στον Ψυχρό Πόλεμο, είχαμε την έξοδο μεγάλου αριθμού προσφύγων από τις χώρες του κομμουνιστικού στρατοπέδου προς τις χώρες της Δύσης. Αυτά τα μεγάλα κύματα προσφύγων είναι που θέλησε να βοηθήσει ο νεοδημιούργητος Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (1945), που έδωσε μια νέα έμφαση στα πανανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία κωδικοποιήθηκαν με την Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το 1948.

Δύο μόλις χρόνια αργότερα (1950), δημιουργήθηκε η Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (γνωστή με το ακρωνύμιο UNHCR) και το 1951 υιοθετήθηκε η Σύμβαση για το Καθεστώς των Προσφύγων, που για πρώτη φορά προχωρούσε από τις κατά περίπτωση (ad hoc) συμφωνίες για συγκεκριμένες ομάδες προσφύγων, στον καθορισμό του νομικού καθεστώτος των προσφύγων του Β’ ΠΠ. Στη συνέχεια το Πρωτόκολλο του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων προώθησε την προστασία των προσφύγων απ’ όλον τον κόσμο και…

Στις απαρχές της δεκαετίας του 1990 κατέρρευσε το κομμουνιστικό σύστημα και είχαμε νέες εντάσεις, συγκρούσεις και ρεύματα προσφύγων από τις χώρες αυτές, κυρίως την τέως Γιουγκοσλαβία, προς τις γειτονικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη συνέχεια υπήρξε μια αύξηση των προσφύγων από διάφορα άλλα καθεστώτα που κατέρρεαν, κυρίως στην Αφρική, τη Μέση Ανατολή και Ασία. Οι νέοι αυτοί πρόσφυγες έβλεπαν την Ευρωπαϊκή Ένωση, με την ανάπτυξη, ευημερία και κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που την χαρακτήριζαν, ως τον καλύτερο πιθανό προορισμό. Όμως οι νέες αυτές ροές άρχισαν να δημιουργούν αντιδράσεις και εσωτερικές αντιθέσεις στις χώρες της Ε.Ε., με αποτέλεσμα να γίνονται πιο διστακτικές και απρόθυμες να φιλοξενήσουν τους νέους αυτούς πρόσφυγες και να αρχίσουν να αναζητούν τρόπους παρεμπόδισης της εισδοχής τους στα ευρωπαϊκά εδάφη. Ενώ λοιπόν η Συνθήκη του Σέγκεν επεδίωκε την άρση των συνόρων εντός της Ε.Ε., άρχισαν να σκληραίνουν τα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. και να ενισχύεται η εικόνα μιας “Ευρώπης φρουρίου”.

Το 2015 είχαμε μια δραματική αύξηση των ροών αυτών προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως από τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ, φαινόμενο που κωδικοποιήθηκε ως η μεγάλη “προσφυγική κρίση”. Η Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ υπολόγισε ότι το 2016 υπήρχαν 65.6 εκατομμύρια άνθρωποι που είχαν εξαναγκασθεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους: από αυτούς, 40 εκατομμύρια ήταν εσωτερικοί εκτοπισθέντες, 22.5 εκατομμύρια πρόσφυγες και 2.3 εκατομμύρια αιτητές ασύλου. Οι περισσότεροι πρόσφυγες προέρχονταν από τη Συρία (5.5 εκ.), το Αφγανιστάν (2.5 εκ.) και το Σουδάν (1.4). Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός πως περισσότεροι από το 80% από αυτούς φιλοξενούνταν όχι από τις εύπορες δυτικές χώρες, αλλά από τις αναπτυσσόμενες χώρες - και συγκεκριμένα την Τουρκία, το Πακιστάν και τον Λίβανο (ο τελευταίος έχει και την πιο μεγάλη πυκνότητα προσφύγων (6 : 1). Τεράστιες διαφορές υπήρχαν και μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.: το 2015 η Γερμανία φιλοξένησε 441.900 πρόσφυγες, ενώ το 2016 ο αριθμός ανέβηκε στους 722.400! Εξίσου σημαντικό είναι πως ενέκρινε ή αποδέχθηκε το 60% των αιτήσεων για άσυλο. Υψηλά ποσοστά έγκρισης των αιτήσεων για άσυλο είχε και η Σλοβακία με 84% ποσοστό αποδοχής, καθώς και η Μάλτα με 83% αποδοχή. Στο άλλο άκρο βρισκόταν η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Ιρλανδία, η Ελλάδα και η Κύπρος, οι οποίες απέρριψαν περισσότερο από το 75% των αιτήσεων!

Γνωρίζουμε, βέβαια, τις επικρίσεις που δέχθηκε η καγκελάριος Μέρκελ γι’ αυτό το άνοιγμα στους πρόσφυγες, που οδήγησαν σε πιέσεις και στην υπαναχώρηση της Γερμανίας σε μια πιο συντηρητική στάση, στη συνέχεια. Οι αντιπαραθέσεις έγιναν πολύ πιο έντονες μετά τις εκρήξεις βίας των ακραίων ισλαμιστών σε χώρες της Ε.Ε., την ανερχόμενη ισλαμοφοβία και την ανησυχία για τη σταδιακή διάβρωση των αξιών και αντιστάσεων της Ε.Ε., καθώς και της μακροχρόνιας υπόσκαψής της από τους εσωτερικούς αυτούς νέους εχθρούς.

Πώς να δούμε τους πρόσφυγες σήμερα

Έχει πλέον εδραιωθεί μια μεγάλη αντίθεση μεταξύ των απόψεων εκείνων που τονίζουν πως το υπέρτατο καθήκον ενός κράτους είναι προς τους δικούς του πολίτες, τις δικές τους ανάγκες και δικαιώματα - οπότε οι πρόσφυγες δεν πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα. Από την άλλη είναι οι απόψεις εκείνων που υπογραμμίζουν τις οικουμενικές, ανθρωπιστικές αξίες και τις ανάλογες υποχρεώσεις. Μετά την πρόσφατη κρίση στο Αφγανιστάν, μερικά κράτη της Ε.Ε. δεσμεύτηκαν σε απορρόφηση μικρού αριθμού προσφύγων - οι μεγαλύτεροι αριθμοί κυμαίνονταν γύρω στις 20.000.

Η Κυπριακή Δημοκρατία επέλεξε τη στιγμή να υπερθεματίσει για την ανάγκη η Ε.Ε. να ενισχύσει την προστασία μας από την τουρκική προώθηση νέων εισβολέων διά θαλάσσης, μέσω της Frontex. Δεν θα μπορούσαμε άραγε να φιλοξενήσουμε 500-800 πρόσφυγες, σε μια συμβολική έστω επίδειξη αλληλεγγύης προς τους δοκιμαζόμενους και άτυχους Αφγανούς; Δεν έχουμε οποιαδήποτε άλλη εισήγηση να κάνουμε για το ζήτημα των προσφύγων αυτών, στη συζήτηση που διεξάγεται μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε.;

Δεν υπάρχουν, βέβαια, εύκολες απαντήσεις. Ενόσω κυρίαρχη μορφή πολιτικής οργάνωσης είναι τα εθνικά κράτη, θα παραμένει η έμφαση στα δικαιώματα και την προτεραιότητα των πολιτών μιας χώρας. Οι εθνικοί πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι, οπότε και οι επιλογές είναι πάντοτε αναπόφευκτες. Απομένει η ηθική και πολιτική υποχρέωση της αλληλεγγύης προς τους πλησίον μας. Ο συνδυασμός του ρεαλισμού με τη συμπόνια. Αυτά τα διλήμματα θα παραμένουν και οι εκάστοτε συλλογικές επιλογές θα καθορίζουν τα όρια, αλλά και την ποιότητα κάθε δημοκρατίας - όπως και της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και της ευρύτερης ένωσης εθνικών κρατών, της Ε.Ε., της οποίας αποτελούμε μέλος και εντός της οποίας οφείλουμε να συνδιαλεγόμαστε με στόχο τη διαμόρφωση κοινών στάσεων και αποφάσεων στα σοβαρά αυτά, σύγχρονα ζητήματα.