Αναλύσεις

Σπυρίδωνας Βλάχος, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος

Μια επιβλητική αγωνιστική μορφή, πανελλήνιας και όχι μόνο εμβέλειας, ένας φλογερός πρωθιεραρχής, που ανάλωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στον ενωτικό αγώνα της Κύπρου

Μέρος Β΄

Όπως τονίζαμε στο προηγούμενο ιστορικό μας σημείωμα, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, Σπυρίδωνας Βλάχος, ανάλωσε τη ζωή του υπέρ της Ορθοδοξίας και των Αλυτρώτων Ελλήνων. Πρόσφυγας κι αυτός από τη Χηλή του μακρινού Πόντου, ένιωθε περισσότερο από κάθε άλλον τον πόνο της προσφυγιάς και της καταθλιπτικής μαρτυρικής ζωής των Αλυτρώτων Ελλήνων της Κύπρου και της Βορείου Ηπείρου. Συμμετέσχε σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες της μαρτυρικής Ελληνικής Βορείου Ηπείρου, ως Μητροπολίτης Βελλάς και Κονίτσης και μετά ως Μητροπολίτης Ιωαννίνων, μέχρι που οι επιλήσμονες, αχάριστοι σύμμαχοι της Ελλάδας την παρέδωσαν ως «πρόβατον επί σφαγήν» στο τυραννικό καθεστώς του αλήστου μνήμης αιμοσταγούς Χριστιανομάχου – Ελληνομάχου Εμβέρ Χότζα.

Ανυπολόγιστη ήταν η προσφορά του φλογερού Σπυρίδωνα και στον απελευθερωτικό, ενωτικό αγώνα της Κύπρου. Από τη στιγμή που ανήλθε στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο των Αθηνών μέχρι τον θάνατό του το 1956, τέθηκε επικεφαλής της Πανελλήνιας Επιτροπής Αυτοδιαθέσεως Κύπρου και προέβαλε το Κυπριακό στα πέρατα του κόσμου με επιστολές στα Ηνωμένα Έθνη και σε προσωπικότητες παγκόσμιου κύρους, όπως ήταν ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και αρχιστράτηγος των συμμαχικών δυνάμεων στην Ευρώπη κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Η ιστορική εκείνη επιστολή, που αναφέρεται στο χρέος του Αμερικανού Προέδρου ως ηγέτη των ελευθέρων λαών και στην αχαριστία τους έναντι της συμμάχου τους Ελλάδας και των υποσχέσεών τους, αρχίζει έτσι: «Ως Αρχηγός της Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και ως Πρόεδρος της Πανελληνίου Επιτροπής Αυτοδιαθέσεως Κύπρου απευθύνομαι προς τον γενναίον και νικητήν Αρχιστράτηγον του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και Πρόεδρον των Ηνωμένων Πολιτειών, τον εκπροσωπούντα το πνεύμα της ελευθερίας, υπέρ της οποίας επολέμησαν και εθυσιάσθησαν οι λαοί και αναλαβόντα εαυτού προεδρικά καθήκοντα, εν ονόματι και εν τη δυνάμει του Θεού, προς τον οποίον πιστεύει και προσεύχεται ο χριστιανικός κόσμος.

»Εξοχότατε κύριε Πρόεδρε,

»Υμείς πρώτον και ο λοιπός κόσμος ύστερον γνωρίζετε καλώς, ότι η πατρίς μου αποτελεί μίαν μικράν χώραν εις τον χάρτην, αλλά μίαν μεγάλην ιδέαν εις την ιστορίαν της Γης, και είτε σήμερον περί ελευθερίας ομιλούν οι άνθρωποι είτε περί ανδρείας και δικαιοσύνης και της άλλης αρετής, παρά πάντων ομολογείται και κηρύσσεται, ότι ταύτα εδιδάχθησαν παρά της Ελλάδος, εις το πνεύμα και τον πολιτισμόν της οποίας εβαπτίσθησαν και δι’ ου ανεγεννήθησαν οι νεώτεροι λαοί, μέτοχοι γενόμενοι μετά τού διά τής Ελλάδος Χριστιανισμού και της ελληνικής παιδείας..». Στη συνέχεια ο μακαριστός Σπυρίδωνας αναφέρεται στις υποχρεώσεις των συμμάχων της Ελλάδας σ’ αυτήν και την αχαριστία που εξακολουθούν να τηρούν απέναντί της. Αναφέρεται, συγκεκριμένα, στην εξορία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, του Μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανού, του Παπασταύρου Παπαγαθαγγέλου, του Πολύκαρπου Ιωαννίδη και στους διωγμούς των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης από τον υποκινηθέντα από την τουρκική κυβέρνηση όχλο και επισημαίνει: «Ουδεμία συνείδησις τιμίου ανθρώπου δύναται να ανεχθή τα εμπαικτικώς σκηνοθετηθέντα εν Λονδίνω κατά την Τριμερή λεγομένην διάσκεψιν και τα ανιέρως και ανοσίως διαπραχθέντα υπό του όχλου εν Κωνσταντινουπόλει εις βάρος των Ελλήνων, τη γνώσει και ανοχή και υποκινήσει των Άγγλων, ίνα δι’ αυτών δημιουργηθεί αντιπερισπασμός και ασκηθή ηθικός και ψυχολογικός κατά των Ελλήνων πατριωτών εκβιασμός και ουδεμία συνείδησις ελευθέρου ανθρώπου δύναται να μείνη αδιαμαρτύρητος ενώπιον της ανελευθέρου και δολίας πράξεως, της συλλήψεως και εκτοπίσεως του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και των συν αυτώ, μετά του οποίου συνεσκέπτοντο δήθεν οι κυρίαρχοι της Κύπρου, μέχρι τελευταίας ώρας προς εξεύρεσιν λύσεως...»

Ειδικά για το Κυπριακό, ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδωνας επισημαίνει στον Πρόεδρο Αϊζενχάουερ: «Διά τούτο, ως ιεράρχης και αρχηγός της μόνης εν τω κόσμω Ελευθέρας Ορθοδόξου εν Ορθοδόξω Πολιτεία Εκκλησίας, ως Έλλην αδελφός των εν Κύπρω Αλυτρώτων Ελλήνων, ως πολίτης του Ελληνικού Βασιλείου, όπερ ανήκει εις τα ελεύθερα κράτη και συμμετέχει με ίσα δικαιώματα και αμοιβαίας υποχρεώσεις εις την μεγάλην συμμαχίαν της Αμερικής και του δυτικού εν Ευρώπη κόσμου, εκ μέρους του ιερού Κλήρου και του Ορθοδόξου λαού, του εν ελευθέρα και αλυτρώτω Ελλάδι, υψώ φωνήν εντόνου διαμαρτυρίας κατά των εις βάρος ημών διαπραττομένων υπό των αδελφών εν τη αυτή οικογενεία και συμμάχων ενώπιον του αυτού κινδύνου και ποιούμαι θερμήν έκκλησιν προς τον γενναίον στρατιώτην και Πρόεδρον της ηγέτιδος σήμερον εν τω κόσμω Συμπολιτείας, μάρτυρα επικαλούμενος τον ισχυρόν Θεόν, εις τον οποίον και ούτος πιστεύει...».

Στην κατακλείδα της επιστολής του προς Πρόεδρον Αϊζενχάζουερ ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδωνας επανέρχεται στο Κυπριακό, στην εξορία του Μακαρίου και των συνεξορίστων του και την αυτοδιάθεση της Κύπρου με τα εξής:

«Εξοχώτατε Κύριε Πρόεδρε,

Εν ονόματι της χριστινικής πίστεως, εν ονόματι των αρχών, επί των οποίων προ δύο αιώνων εθεμελιώθη η ισχυρά Αμερικανική Συμπολιτεία, εν ονόματι του τιμίου αίματος των μαρτύρων και αγωνιστών των τελευταίων πολέμων, ασκήσατε την ηθικήν δύναμιν και επιρροήν σας και αξιώσατε την επανόρθωσιν του διαπραχθέντος αδικήματος, διά της ανακλήσεως εκ της εξορίας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και των συν αυτώ και διακηρύξατε ως ιερόν και αναφαίρετον δικαίωμα την αυτοδιάθεσιν των Ελλήνων της Κύπρου, προς κατίσχυσιν του δικαίου, προς άρρηκτον στερεοποίησιν τής συμμαχίας των ελευθέρων λαών, προς δικαίωσιν των μεγάλων θυσιών του πολέμου, προς έπαινον τέλος των χριστιανών και προς δόξαν του Θεού.

Η χάρις και το έλεός του μεθ’ υμών».

Τελικά, ο Αϊζενχάουερ παρενέβη στους Βρετανούς, οι οποίοι, όμως, άφησαν ελεύθερους τους εξόριστους των Σεϋχελλών, αλλά δεν αναγνώρισαν το δικαίωμα της Αυτοδιάθεσης στους Έλληνες της Κύπρου, όπως είχε ζητήσει ο Σπυρίδωνας. Και όπως ήταν φυσικό συνεχίσαμε απτόητοι τον ένοπλο απελευθερωτικό μας αγώνα για Aυτοδιάθεση και Ένωση με τους ελεύθερους αδελφούς μας.

Ούτε ο Σπυρίδωνας απογοητεύτηκε από τη σκληρή, απάνθρωπη στάση των Βρετανών απέναντι στην Κύπρο. Περισσότερο πείσμωσε και συνέβαλε στην ενίσχυση του ένοπλου Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ, τον οποίο ενίσχυε παντοιοτρόπως, ακόμα και οικονομικά. Μια τέτοια οικονομική χειρονομία αναφέρει στο βιβλίο του «Αετός της Πιτσιλιάς», ο Τομεάρχης της ΕΟΚΑ, Ρένος Κυριακίδης. Το περιστατικό συνέβη λίγες ημέρες πριν από την κάθοδο των φοιτητών της ΚΑΡΗ από την Αθήνα στην αγωνιζόμενη ιδιαίτερη πατρίδα τους για να στελεχώσουν την ΕΟΚΑ, μετά από εντολή του Αρχηγού Διγενή. Το ερώτημα που ηγέρθη ήταν ποιος θ’ αναλάμβανε τα έξοδα. Κι ο Αρχηγός της ΚΑΡΗ, αείμνηστος εθνικός αγωνιστής Γιάννης Ιωαννίδης, αποτάθηκε στον Σπυρίδωνα. Του τηλεφώνησε ότι ήθελε να τον συναντήσει για ένα σοβαρό εθνικό θέμα και ότι μαζί του θα ήταν και ο φοιτητής Ρένος Κυριακίδης, αδελφός του φίλου του Μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανού.

Πληρώνει τα έξοδα της καθόδου των φοιτητών της ΚΑΡΗ

Γράφει για τη συνάντηση ο Ρένος Κυριακίδης: «Την άλλη μέρα ο Αρχιεπίσκοπος μάς δέχθηκε στο σπίτι του στο Ψυχικό. Όταν μπήκαμε στο γραφείο, ο Αρχιεπίσκοπος καθόταν σε μια δεσποτική καρέκλα. Η λευκή μακριά γενειάδα του και το σπινθηροβόλο, σοβαρό και ερευνητικό του βλέμμα δημιουργούσαν ένα ιδιαίτερο κλίμα στη σύναξή μας, που θύμιζε συνάξεις της Φιλικής Εταιρείας. Του φιλήσαμε το χέρι και ο κ. Ιωαννίδης μπήκε αμέσως στο θέμα. Του μίλησε για τις προσπάθειες της ΚΑΡΗ και για την αναχώρηση των οκτώ φοιτητών στην Κύπρο, για να στελεχώσουν την ΕΟΚΑ. Του είπε για το οικονομικό θέμα των εισιτηρίων και ζήτησε τη βοήθειά του. Στη συνέχεια ο Αρχιεπίσκοπος πήρε τον λόγο, υποβάλλοντας μια ερώτηση: «Μόνο αυτά; Τι άλλο χρειάζεστε εκτός από το κόστος των εισιτηρίων;».

Η συγκίνηση του Ρένου από την ερώτηση του Αρχιεπισκόπου ήταν απερίγραπτη. Στο πρόσωπό του είδε τον επαναστάτη ιεράρχη, που πρωτοστατούσε για την αυτονομία των Βορειοηπειρωτών και τη μάχη στο Αργυρόκαστρο το 1914, τον δραστήριο Μητροπολίτη Ιωαννίνων και τον υπέροχο τώρα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών. Δείχνει μια πρόχειρη κατάσταση με τις τιμές των εισιτηρίων, αεροπορικών και ατμοπλοϊκών, καθώς επίσης και για το απαραίτητο υλικό, που θα έπρεπε να έχει ένας αγωνιστής της ΕΟΚΑ:

- Τέσσερα αεροπορικά εισιτήρια 1.120 δραχμές το καθένα, σύνολο 4.480 δραχμές.

- Τέσσερα ατμοπλοϊκά εισιτήρια 800 δραχμές το καθένα, σύνολο 3.320 δραχμές.

- Δυο ζευγάρια κιάλια αξίας 950 δραχμών το καθένα, σύνολο 1.900 δραχμές.

- Οκτώ ζώνες στρατιωτικές 50 δραχμές η καθεμιά, σύνολο 400 δραχμές.

- Οκτώ σύνθετα σουγιαδάκια 100 δραχμές το καθένα, σύνολο 800 δραχμές.

Όλα μαζί, 10.900 δραχμές.

Ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδωνας δεν ήθελε άλλες εξηγήσεις. Ο σκοπός ήταν ιερός και τα χρήματα δόθηκαν για τον Αγώνα της Κύπρου. Και δεν ήταν μόνο αυτά. Μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του πρόσφερε ό,τι του ζητήθηκε και του ήταν μπορετό, γιατί έτσι μόνο πίστευε ότι εκπλήρωνε το ιερό εθνικό του χρέος και ασκούσε την πρωθιεραρχική του αποστολή.

Τον Αύγουστο του 1954, τη μέρα της κατάθεσης της Ελληνικής Προσφυγής για το Κυπριακό στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, ο Ιεράρχης καλεί τον λαό της Αθήνας στην Πλατεία Συντάγματος, όπου σε μια εμπνευσμένη ομιλία του υπέρ της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, τόνισε απευθυνόμενος στο Έθνος των Ελλήνων: «Ο Αγών της Κύπρου είναι αγών πανελλήνιος. Είναι αγών ιερός. Η Εκκλησία της Ελλάδος, ήτις κατά την μακραίωνα παράδοσιν αυτής συμμετέσχεν εις πάσας τας περιπετείας του Έθνους, επρωτοστάτησεν απ’ αρχής και εις τον εθνικόν τούτον αγώνα. Αδελφοί Κύπριοι, η ελευθερία δεν παρέχεται εις τους υποδούλους λαούς. Κατακτάται και παίρνεται διά των θυσιών τους...».

Το τελευταίο του εθνικό δίδαγμα

Τον Σεπτέμβρη του 1955, όταν ο τουρκικός όχλος με υπόδειξη της τουρκικής κυβέρνησης διέπραξε το έγκλημα των διωγμών και βανδαλισμών σε βάρος των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, ο Σπυρίδωνας αντέδρασε έντονα, σε αντίθεση με την κυβέρνηση Καραμανλή, που περιορίστηκε σε μια χλιαρή διαμαρτυρία για την τουρκική βαρβαρότητα. Αγανακτισμένος από τη στάση αυτή της Ελληνικής Κυβέρνησης, που παρακολουθούσε σχεδόν απαθώς τους βανδαλισμούς και το δράμα των ανυπεράσπιστων Ελλήνων της Βασιλεύουσας, έσπευσε αυθόρμητα στον ραδιοσταθμό Αθηνών, όπου την ώρα του δελτίου ειδήσεων, χωρίς να λεχθεί τίποτα από τον εκφωνητή, ακούγεται η φωνή του. Ο ακατάβλητος αγωνιστής πρωθιεράρχης διαμαρτύρεται σφοδρότατα για το τουρκικό έγκλημα. Καταδικάζει τη βρόμικη συμπεριφορά των νεοβανδάλων Τούρκων και ζητεί από τη διεθνή κοινότητα την καταδίκη τους. Με φωνή γεμάτη αγανάκτηση, θλίψη και αγωνία καλεί τους πάντες να σταματήσουν το όργιο των βανδαλισμών σε βάρος των Ελλήνων της Πόλης και να τιμωρήσουν αυτούς που κατέστρεψαν την ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων.

Ο μεγάλος εκείνος αγωνιστής και φίλος της Κύπρου, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Σπυρίδων Βλάχος, έκλεισε τον κύκλο της επίγειας ζωής του πλήρης ημερών τον Απρίλη του 1956, ενώ ο ένοπλος Απελευθερωτικός Αγώνας στην Κύπρο, που τόσο αγάπησε και τόσα της πρόσφερε, συνεχιζόταν σκληρός και αδυσώπητος.

(Στο επόμενο: Γεώργιος Στράτος, ο υπέρμαχος του ένοπλου Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ).