«Πολύς καβγάς για μια ομελέτα»

«What a fuss about an omelette!». Ο Βολταίρος, για την ελευθερία του λόγου

«Μπορεί να διαφωνώ με ό,τι λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες». Η διακήρυξη αυτή, του αναφαίρετου δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου και της γνώμης που αυτός εκφέρει, αποδιδόμενη στον Βολταίρο, συνιστά ακρογωνιαίο λίθο των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της ελευθερίας του λόγου, πρωτίστως ανάμεσά τους, που μας κληροδότησε ο Διαφωτισμός, η λάμψη του ανθρωπίνου πνεύματος, του λόγου, της γνώσης και της ελευθερίας που καταύγασε την δυτική ιστορία τον 18ον αιώνα.

Βεβαίως, ο μεγάλος Βολταίρος, δεν είχε πει ακριβώς αυτό. Η αντίδρασή του στο κάψιμο του βιβλίου του Γάλλου φιλοσόφου Helvétius, ‘‘De l’esprit ’’ [‘‘Περί του Πνεύματος’’], που εκδόθηκε το 1758, ήταν: «Πολύς καβγάς για μια ομελέτα. Πόσο απαίσιο να κυνηγάς έναν άνθρωπο για ένα ασήμαντο θέμα σαν αυτό! Μπορεί να διαφωνώ με ό,τι λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες».

Το βιβλίο του φιλοσόφου υπεράσπιζε την φιλοσοφική θέση ότι τα ανθρώπινα κίνητρα πίσω από την πράξη πηγάζουν από τις αισθήσεις: μια πράξη ή σειρά πράξεων επιλέγεται κι αποφασίζεται, εξαιτίας της ηδονής ή του πόνου που αναμένεται να προκαλέσει (μια ιδέα, που αν ρωτάτε έναν φιλόσοφο όπως τον φίλο σας στο φβ, πάει πίσω στο ‘‘Περί Ζώων Κινήσεως’’, του Αριστοτέλη). Το βιβλίο του Helvetius κίνησε αμέσως το ενδιαφέρον, αλλά και την οργή, της Εκκλησίας, του γιου του Γάλλου βασιλέως Louis XV και έφερε το γαλλικό κοινοβούλιο να αποφασίζει την δημόσια πυρά του. Είδαν οι πολέμιοί του σε αυτό μιαν αμφισβήτηση της ηθικής και της θρησκείας, κι η Εκκλησία ιδιαίτερα καταδίκασε τις αιρετικές και αθεϊστικές ιδέες του, κρίνοντάς το τόσον άηθες ώστε να πείσει το Γαλλικό Κοινοβούλιο για την καταδίκη του σε δημόσια πυρά.

Η αντίδραση τόσον φόβισε τον Helvétius (θυμήθηκε προφανώς ότι οι πυρές της Εκκλησίας δεν έκαιγαν μόνο βιβλία αλλά και τους συγγραφείς τους, ώστε, ασχέτως οποιωνδήποτε Βολταίρων, έγραψε αμέσως τρεις ανακλήσεις των δογμάτων του βιβλίου. Η κότα σκέφθηκε πώς να σώσει πρώτα από ‘κει που βγαίνουν τα αβγά της, παρά το δικαίωμα στις ομελέτες κάθε είδους.

Παρά ταύτα, ο δήμιος των Παρισίων έκαμε ό,τι ζήτησε η Ορθοδοξία της εποχής κι έκαψε το βιβλίο, ενώ ο Helvétius έκατσε στ’ αβγά του και ξέχασε κάθε δικαίωμα στην ομελέτα. Ωστόσο, το κάψιμο του βιβλίου είχε και συνέπειες στην αντιμετώπιση της Εγκυκλοπαίδειας του Diderot, αφού οι ιδέες των Εγκυκλοπαιδιστών, οι ιδέες του Διαφωτισμού, εξήψαν τους φόβους του εκκλησιαστικού κατεστημένου κι επέφεραν μιαν αντιδραστική στάση της Εκκλησίας που πολέμησε την διάδοση «αθεϊστικών» και όλων αυτών των συγχρόνων ιδεών που αντιπροσώπευε το κίνημα του Διαφωτισμού. Το κάψιμο του ‘‘De l’esprit’’, το 1758 θυμίζουμε, κατέστη έτσι σύμβολο του εκκλησιαστικού αυταρχισμού, αλλά στην πραγματικότητα έκανε για το βιβλίο ό,τι η καλύτερη διαφήμιση δεν θα μπορούσε να είχε κάμει.

Ο ίδιος ο Βολταίρος, η φράση του οποίου έκρυβε και την χαμηλή του ιδέα για την έλλειψη πρωτοτυπίας του βιβλίου (ο Grimm πιστεύει ότι όλες οι ιδέες ήταν παρμένες από τον Diderot), ξέχασε κάθε αντίθεσή του προς τον Helvetius, και κινητοποιήθηκε υπέρ του, ενώ η «σαλονιέ» Madame du Deffand έκρινε ότι το βιβλίο ξεσήκωσε τόση θύελλα, επειδή ο συγγραφέας του είπε δημόσια ό,τι πολλοί πίστευαν ιδιωτικά και σιωπηρά, πιο φοβισμένα στο κοτέτσι τους. Η Madame de Graffigny με την σειρά της καμάρωνε ότι όλες οι υψηλές ιδέες του βιβλίου είχαν γεννηθεί από συζητήσεις στα σαλόνια της. Το βιβλίο μεταφράστηκε σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες και το ‘‘De l’esprit’’ έγινε όχι μόνο η εκδοτική επιτυχία της εποχής, αλλά ένα από τα πιο γνωστά βιβλία της ιστορίας, αγαπημένο εντρύφημα των φοιτητών μου στο Κολέγιο.

Κι όσο για την περίφημη παρέμβαση του Βολταίρου και τα σπασμένα ωά του (γιατί αλλιώς, ως γνωστόν, δεν γίνεται ομελέτα), αυτά έγιναν γνωστά από το έργο του S. G. Tallentyre’s ‘‘The Friends of Voltaire’’, το (1907) κι η δήλωση σχόλιό του παρατέθηκε από τον Tallentyre ως εξής:

«Ό,τι το βιβλίο δεν έκανε για τον εαυτό του, ή για τον συγγραφέα του, το έκανε η καταδίωξή του. Το ‘‘De l’esprit’’ έγινε ένα από τα πιο διάσημα βιβλία του αιώνα. Οι άνθρωποι που το καταφρόνησαν, και δεν συμπαθούσαν ιδιαίτερα τον Helvétius, προσέτρεξαν τώρα γύρω του. Ο Βολταίρος τού συγχώρησε όλες τις επιθέσεις και κακίες, εκούσιες κι ακούσιες. «Πόση φασαρία για μια ομελέτα», ήταν το επιφώνημά του, όταν άκουσε για το κάψιμο. «Πόσο απαίσιο να κυνηγάς έναν άνθρωπο για ένα ασήμαντο θέμα σαν αυτό! Μπορεί να διαφωνώ με ό,τι λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες».

Η ρήση του Βολταίρου επανήλθε με μεγάλη ζέση στο προσκήνιο, με αφορμή το βιβλίο του Σάλμαν Ρούσντι, «Satanic Verses», όταν 1000 Μουσουλμάνοι διαδήλωσαν στις 14 Ιανουαρίου του 1989, στην βρετανική πόλη του Μπράντφορντ, καίγοντας δημόσια το βιβλίο, ενώ, βέβαια, επί της κεφαλής του συγγραφέως επεκρέματο η φάτουα, η καταδίκη σε θάνατο που του είχε εξαπολύσει ο Αγιατολάχ Χομεϊνί. Και μην πάτε και πολύ μακριά, πόσοι χριστιανοί πιστεύουν ακόμη, ανάμεσά σας, ότι το πτώμα του Καζαντζάκη είναι τουμπανιασμένο και δεν λιώνει, μετά τον αφορισμό του από την Εκκλησία για τον «Τελευταίο Πειρασμό»; Και αναλογισθείτε με ειλικρίνεια, πόσες φορές σκεφθήκατε κι οι ίδιοι ότι είναι ασφαλέστερο και σοφότερο να κρατήσετε το στόμα σας κλειστό, αυτολογοκρινόμενοι κι αποφεύγοντας να εκτεθείτε σε αρνητικές συνέπειες και κινδύνους;

Οι πειρασμοί για αυταρχικές φάτουα δεν φαίνεται να έχουν ωστόσο τέλος. «Το μέχρι θανάτου» παραμένει ανοικτό από τις δύο μεριές, δίκοπο και σκοτεινό. Για σκοπούς συχνά τόσο ευτελείς όσο εκείνη η ασήμαντη ομελέτα.