Αναλύσεις

Ρεαλιστικοί στόχοι σε πανδημική χρονιά… γίνεται;

Τα τελευταία τρία χρόνια η αντοχή μας στη ματαίωση, η υπομονή και η επιμονή μας δοκιμάζονται συθέμελα. Εύλογα αναρωτιέται κανείς πώς να έχει ρεαλιστικούς στόχους σε πανδημική χρονιά.

Είναι αυτή η ριμάδα τελευταία ημέρα του χρόνου που σε κάνει να σκέφτεσαι τι έκανες φέτος, τι πήγε στραβά, τι θα έκανες αν (…), τι κρατάς και φυσικά σε παρασέρνει στην αυτόκλητη δημιουργία νέων στόχων. Στόχοι για την επόμενη χρονιά, στόχοι παλιοί που δεν υλοποιήθηκαν, που ξεχάστηκαν σε κάποιο κλειδωμένο ντουλάπι του μυαλού, που τους παράτησαν πριν από την προσπάθεια και πάει λέγοντας. Άλλοι πάλι στόχοι δεν γίνονται καν αντικείμενο επεξεργασίας, εξαιτίας της πανδημίας. Αυτή η λαίλαπα, που συνεχίζει για τρία πλέον χρόνια -επίσημα πια- να φέρνει τα πάνω κάτω σε όλους τους τομείς, δημιουργεί απωθημένα, ψυχολογικά κατάλοιπα και προσπαθεί ως τροχοπέδη να μας σταματήσει από την εξέλιξή μας. Η ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια Δρ Αριστονίκη Θεοδοσίου-Τρυφωνίδου μίλησε στη «Σημερινή» για τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να θέσουμε τους νέους στόχους του 2022 και να τους κρατήσουμε.

Επικοινωνία με τον εαυτό μας

Το πρώτο βήμα, σύμφωνα με την Δρα Θεοδοσίου, είναι η σχέση μας με την αυτορρύθμιση. «Η αυτορρύθμιση, όπως αναφέρθηκε σε αυτήν εκτενώς ο ψυχολόγος Bandura, είναι η ικανότητα του ατόμου να θέτει στόχους, να αναπτύσσει τις πιο αποτελεσματικές στρατηγικές, ώστε να επιτύχει τους στόχους αυτούς και, τέλος, να προβαίνει σε αξιολόγηση της δράσης του.

»Γενικά η αυτορρύθμιση περιλαμβάνει τρεις επιμέρους διαδικασίες. Πρόκειται για την αυτοπαρατήρηση, δηλαδή την παρατήρηση του κοινωνικού και του φυσικού περιβάλλοντος και τη συμπεριφορά που αναπτύσσει εντός αυτών, την αυτοαξιολόγηση, δηλαδή την απόρριψη ή την αποδοχή των συμπεριφορών αυτών, καθώς και την αυτοαντίδραση, δηλαδή τη διαχείριση των συνεπειών της συμπεριφοράς». Η αυτορρύθμιση μάς επιτρέπει να κατευθύνουμε τις σκέψεις μας, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά μας αλλά και την εκπλήρωση των επιθυμιών και των προσδοκιών μας.

Η ελπίδα πρέπει να μείνει ζωντανή

Το δεύτερο βήμα για τη θέσπιση των στόχων, σύμφωνα πάντα με την ψυχολόγο, είναι η διατήρηση της ελπίδας. Μάλιστα, έρευνες αναφέρουν πως τα άτομα με υψηλότερη ελπίδα παρουσιάζουν καλύτερη αθλητική, ακαδημαϊκή, εργασιακή κατάσταση και υγεία. «Φαίνεται πως τα άτομα που ελπίζουν είναι πιο πιθανό να φροντίζουν την υγεία και την καριέρα τους, γιατί ακριβώς έχουν να ανυπομονούν για κάτι, δηλαδή θέτουν και κυνηγούν ενεργά τους στόχους τους.

»Με άλλα λόγια, τα άτομα με ελπίδα γενικά βιώνουν επιτυχία και υγεία, καθώς είναι ήδη ενεργητικά όσον αφορά την επαγγελματική, οικονομική και σωματική ευημερία τους. Μέχρι στιγμής, σε έρευνες, έχει φανεί ότι η ελπίδα λειτουργεί ως ένας ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας για άτομα που διαγιγνώσκονται με μια σοβαρή ασθένεια».

Εφικτοί και μετρήσιμοι στόχοι

Το τρίτο βήμα, όπως εξήγησε η Δρ Θεοδοσίου-Τρυφωνίδου, είναι η θέσπιση εφικτών στόχων λαμβάνοντας υπόψη πάντα τις συντρέχουσες συνθήκες. «Καλό θα ήταν οι στόχοι μας να προσαρμοστούν με τις συνθήκες και όχι οι συνθήκες με τους στόχους».

Το τέταρτο βήμα είναι να θέτουμε μικρούς στόχους βραχυπρόθεσμης εμβέλειας. «Κοιτάμε το σήμερα και την εβδομάδα μας. Για να το καταφέρουμε, τμηματοποιούμε σε υποσύνολα τους στόχους μας. Κοιτάμε κοντά, γιατί το μακριά φλερτάρει με την αλλαγή σε περίοδο πανδημίας. Κοιτάμε λοιπόν κοντά και εξασκούμε τη δημιουργική μας ικανότητα να προσαρμόζουμε τους στόχους μας υπό την πίεση των νέων δεδομένων. Αυτό ονομάζεται αποκλίνουσα σκέψη», όπως εξήγησε η ψυχολόγος, η οποία ολοκλήρωσε με τη φράση του Μore που λέει πως «εμπόδια είναι εκείνα τα πράγματα που βλέπεις, όταν παίρνεις τα μάτια σου από τον στόχο».

Γιατί δεν πετυχαίνουμε τους στόχους μας

Από τη μακρά λίστα στόχων που δημιουργούμε κάθε τέλος της χρονιάς, παρατηρούμε ότι μόνο το 8% αυτών έχουν υλοποιηθεί ή ο «στοχοθέτης» έχει πραγματικά ασχοληθεί μαζί τους. Αυτό γίνεται γιατί:

1. Δεν διατυπώθηκε ο στόχος με σαφήνεια και ακρίβεια

Χρειάζεται να είμαστε τόσο ξεκάθαροι όσο και συγκεκριμένοι στον στόχο χωρίς να προσθέτουμε το μελλοντικό και αόριστο «θα» μπροστά από αυτόν.

2. Δεν θέτουμε τα χρειώδη, αλλά τα «θέλω» μας

Χρειάζεται να ξεχωρίσουμε τις πρόσκαιρες επιθυμίες μας από όσα έχουμε πραγματικά ανάγκη. Για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει να προηγηθεί μια ενδοσκόπηση και ειλικρίνεια με τον εαυτό μας.

3. Στοχεύουμε χωρίς πλάνο υλοποίησης

Κάθε στόχος χρειάζεται να «σπάσει» σε μικρά βήματα, ώστε να μπορέσει να οδηγηθεί στην υλοποίησή του.

4. Έλλειψη πίστης στην επιτυχία

Όσο παράξενο κι αν φαίνεται, από την ώρα που θέτουμε τον στόχο, «ξέρουμε» ότι δεν θα τον πετύχουμε. Αυτό, γιατί θέτουμε υψηλούς στόχους που χρειάζονται επίμονη και ίσως επίπονη προσπάθεια για να επιτευχθούν. Χρειάζονται ισχυρά κίνητρα για την επιτυχία τους, όπως για παράδειγμα η αντίληψη πόσο σημαντικός είναι ο στόχος αυτός για τη ζωή μας.

5. Έλλειψη ρεαλισμού

Οι στόχοι πρέπει να είναι ρεαλιστικοί για να μπορούν να επιτευχθούν.

α. Τους παρατούμε νωρίς.

Οι συνήθειες κτίζονται με τον καιρό. Οι παρεκκλίσεις από τον στόχο είναι επίσης μέσα στο παιχνίδι αυτό, γι’ αυτό θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το «παραστράτημα» δεν σημαίνει αυτόματα καταστροφή του στόχου.

β. Τους αποκαλύπτουμε σε λάθος άτομα.

Η αντίδραση που ακούμε από τους γύρω μας, όταν ξεστομίζουμε το «από αύριο ξεκινώ αυτό ή το άλλο», μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά στην αφοσίωση στον στόχο μας. Καλό θα ήταν να μην αποκαλύπτουμε τους στόχους, εκτός κι αν γνωρίζουμε πραγματικά ότι τα άτομα που θα γνωρίζουν, θα μας στηρίξουν μέχρι τέλους.