Αριστοτέλης Φρυδάς: Ο «Ξηρός Κ.» της ΕΟΚΑ

Συνόδευσε τον Διγενή στην Ελλάδα, μετά τη λήξη του Απελευθερωτικού Αγώνα, και δεν ξαναγύρισε ποτέ στο νησί μας

Δραματική μπορεί να χαρακτηριστεί η τρίχρονη υπηρεσία του Αριστοτέλη Φρυδά στην Κύπρο. Ήρθε ως Πρόξενος της Ελλάδας στην Κύπρο αρχές του 1956 και έφυγε, για να μη γυρίσει ποτέ στο νησί μας, αρχές του 1959, λίγο μετά την υπογραφή των επάρατων συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου. Είχε αντικαταστήσει τον ενωτικό αγωνιστή Πρόξενο Κανακάρη - Ρούφο, όταν η κυβέρνηση Καραμανλή, με τις ευλογίες του Μακαρίου, έκαμε στροφή 180 μοιρών από την ενωτική πορεία του Κυπριακού και άρχισε παρασκηνιακά συνομιλίες με τους Βρετανούς και τους Τούρκους για λύση αυτοκυβέρνησης. Επειδή ο Φρυδάς ήταν γνωστός πατριώτης και δεν επρόκειτο να ασπαστεί την πορεία της αυτοκυβέρνησης, ο Υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ έστειλε στην Κύπρο τον ανεκδιήγητο πολέμιο του Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ, Άγγελο Βλάχο, ως Γενικό Πρόξενο, προϊστάμενο, δηλαδή, του Προξένου Φρυδά.

Ήταν γνωστή στην Αθήνα η πατριωτική δράση του Φρυδά και η στενή συνεργασία του με τον Αρχηγό της ΕΟΚΑ Διγενή. Έφερε το ψευδώνυμο «Κ. ΞΗΡΟΣ» στην αλληλογραφία του με τον Διγενή και τον ενημέρωνε για τα παρασκήνια του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών. Και η πατριωτική αυτή στάση του κρίθηκε ως επιλήψιμη από τον Αβέρωφ, ο οποίος έστειλε στη Λευκωσία ως προϊστάμενο του Φρυδά τον υβριστή του Κυπριακού Ελληνισμού και των ηγετών του. Μια από τις πρώτες ενέργειες του αλήστου μνήμης Άγγελου Βλάχου σε συνεργασία του με τους Άγγλους ήταν η απομόνωση του Μακαρίου και του Διγενή, με απώτερο στόχο τη διακοπή του Ένοπλου Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ. Για να γίνει αντιληπτό πόσο μεγάλος εχθρός του Κυπριακού Ελληνισμού ήταν ο ανεκδιήγητος Άγγελος Βλάχος, αρκεί να τονιστεί ότι στα βιβλία του για το Κυπριακό αρνείται την εθνική καταγωγή του Ελληνισμού της Κύπρου. Επίσης, ο άνθρωπος αυτός, που υπέσκαπτε, αντί να ενισχύει τον Αγώνα της ΕΟΚΑ, γράφει ξεδιάντροπα στο βιβλίο του «Μια φορά κι έναν καιρό ένας διπλωμάτης»: «Επί κεφαλής του Αγώνα ήταν οι δύο πιο άκριτοι, πιο αδίστακτοι, ματαιόδοξοι και πείσμονες άνθρωποι που έχω γνωρίσει, δύο θλιβεροί τυχοδιώκτες, ο Μακάριος και ο Γρίβας…».

Ο Φρυδάς παρακολουθούσε με αγωνία τις κινήσεις του Βλάχου, που κατέτειναν ξεκάθαρα στην αποδυνάμωση της ΕΟΚΑ, για να δημιουργηθούν συνθήκες συνεννόησης με τη Βρετανία και την Τουρκία, που θα οδηγούσαν σε συμφωνημένη λύση αυτοκυβέρνησης. Όσα γνώριζε για τις δραστηριότητες του Βλάχου, τα διαβίβαζε με ειδικό σύνδεσμο στον Διγενή. Ο ίδιος προσπαθούσε, στο μέτρο του δυνατού, να μη φέρνουν αποτέλεσμα οι ραδιουργίες του Βλάχου, που εκτελούσε χρέη απεσταλμένου της Ελληνικής Κυβέρνησης στην Κύπρο.

Όταν πια οι συνομιλίες για αυτοκυβέρνηση μπήκαν στα βαθιά και άνοιγε ο δρόμος ενταφιασμού της Αυτοδιάθεσης-Ένωσης με την επάρατη Ζυρίχη, ερήμην του Διγενή και του κυπριακού λαού, ο Βλάχος, που διαδραμάτισε, όπως ο ίδιος επαίρεται και ομολογεί, πρωταγωνιστικό ρόλο, πήρε προαγωγή και τοποθετήθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών, για να είναι κοντά στον Αβέρωφ, όταν ετοίμαζαν τις ελληνικές θέσεις στις συνομιλίες της Ζυρίχης. Τότε καθήκοντα Γενικού Προξένου ανέλαβε ο πατριώτης Αριστοτέλης Φρυδάς, γνωρίζοντας το βαρύ φορτίο που εναπόθεσαν στους ώμους του οι κυβερνήτες του αθηναϊκού κράτους, με προεξάρχοντες τον Καραμανλή και τον Αβέρωφ. Θα γράψει σχετικά ο καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Πέτρος Παπαπολυβίου: «Μετά την οριστική αποχώρηση του Βλάχου με τσακισμένα νεύρα και αναρρωτική άδεια, ο Φρυδάς τον διαδέχεται ως Γενικός Πρόξενος».

Μετά την αποχώρηση του Βλάχου, ο Φρυδάς επικοινωνεί συχνότερα με τον Διγενή, τον ενημερώνει για τις ενέργειες της Ελληνικής Κυβέρνησης και δεν του αποκρύβει τους φόβους του για την πορεία των πραγμάτων. Ζει και ο ίδιος τις αγωνίες και τους φόβους του Αρχηγού της ΕΟΚΑ, αλλά δεν μπορεί ν’ αναστρέψει τις εξελίξεις, που προχωρούσαν ταχύτατα. Έτσι, ο Φρυδάς αναλάμβανε το βαρύ και οδυνηρό έργο να ενημερώνει εγγράφως τον Διγενή με όσα του έστελνε η Αθήνα, αποκρύβοντάς του τις βασικές πρόνοιες που έδεναν την Κύπρο και την παρέδιδαν δέσμια στους Άγγλους και τους Τούρκους, μετά από έναν τετράχρονο επικό, απελευθερωτικό αγώνα. Αντιλαμβανόταν ο πατριώτης και τίμιος Γενικός Πρόξενος τι ακριβώς συνέβαινε, δεν μπορούσε, όμως, να κάνει τίποτε περισσότερο από του να ενημερώνει τον Αρχηγό της ΕΟΚΑ για τις οδηγίες που έπαιρνε από την Αθήνα και να του διαβιβάζει αποσπάσματα μερικών μόνο προνοιών της Ζυρίχης. Και, τελικά, ο «ΞΗΡΟΣ Κ.» της ΕΟΚΑ είχε την οδυνηρή ατυχία να γνωστοποιήσει, εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης, στον Αρχηγό της ΕΟΚΑ, για την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου.

Τραγικός και εφιαλτικός ο απολογισμός

Με την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου άρχιζε η μεταβατική περίοδος της εξουσίας στην Κύπρο και η αντίστροφη μέτρηση της παραμονής του Φρυδά στο νησί. Τον Μάρτη του 1959 υποδέχεται στο Αεροδρόμιο Λευκωσίας, ως εκπρόσωπος της Ελληνικής Κυβέρνησης, τον Μακάριο, ύστερα από εξορία τριών χρόνων. Λίγες μέρες αργότερα και πάλι ως εκπρόσωπος της Ελληνικής Κυβέρνησης συνοδεύει τον, ανεπιθύμητο για τους Αγγλοτούρκους, Αρχηγό της ΕΟΚΑ, από τη Λευκωσία στο αεροδρόμιο κι από εκεί στην Αθήνα, όπου και έμεινε... Δεν ξαναγύρισε ποτέ στην Κύπρο, που τόσα της πρόσφερε και τόσο πολύ την αγάπησε. Η οδύνη του για την κατάληξη του Αγώνα της ΕΟΚΑ και την αντικατάστασή του από τον πρέσβη Χριστόπουλο ήταν απερίγραπτη. Τηρούσε μια παράξενη σιγή, που πρόδιδε κραυγαλέα τον μεγάλο του πόνο. Δεν ήθελε να μιλήσει για την εθνική τραγωδία της Ελλάδας του Νότου. Κράτησε μέσα του όσα συγκλονιστικά έζησε στην Κύπρο τους τελευταίους μήνες της υπηρεσίας του. Και η σιωπή του συνοδευόταν από τα βασανιστικά ερωτήματα που ορθώνονταν αμείλικτα μπροστά του: Να καταγγείλει και να καταδικάσει την κυβέρνησή του για την καταπρόδοση του Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ; Ν΄ αποκαλύψει τις οδηγίες που έπαιρνε από τον Αβέρωφ και τον Πιπινέλη, μέσω του Βλάχου; Να φέρει στο φως τον εχθρικό ρόλο του Βλάχου έναντι της ΕΟΚΑ και τις μυστικές επαφές του με αξιωματούχους της αποικιακής - κατοχικής κυβέρνησης, όταν τα Ελληνόπουλα της Κύπρου άνοιγαν με τα όπλα τον δρόμο προς την Αυτοδιάθεση - Ένωση; Ο μεγάλος του πόνος για την Κύπρο τού επέβαλλε σιωπή.

Όσο, όμως, κι αν κράτησε κλειστό το στόμα για το δραματικό παρασκήνιο της υπηρεσίας του στην Κύπρο, άφησε πολυτιμότατα έγγραφα, που καταμαρτυρούν το δράμα που έζησε και φέρνουν σε φως, αδιάψευστοι μάρτυρες, το παρασκήνιο των δύο τελευταίων χρόνων του Ένοπλου Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ. Πρόκειται για 157 έγγραφα, επίσημα ντοκουμέντα, αυτόγραφα και δακτυλογραφημένα σημειώματα του Διγενή προς τον ίδιο, τον «ΞΗΡΟ Κ.», τον «ΓΛΑΥΚΟ» ή «ΑΝΑΣΤΑΣΗ» (Άγγελο Βλάχο), τον «Πρωτέα»-(Εθναρχεύοντα Μητροπολίτη Κιτίου Άνθιμο) και «Σ. ΧΑΡΗ» ( Μακάριο), σχεδόν όλα υπογραμμένα με το κρυπτογραφικό γράμμα «L» του Διγενή, που αποκαλύπτουν τα έτη 1957-1958. Ανάμεσα στα ιστορικά αυτά έγγραφα, τα περισσότερα αριθμημένα, υπάρχουν και οχτώ δακτυλογραφημένα αντίγραφα απαντητικών σημειωμάτων του Φρυδά ή «ΞΗΡΟΥ K.» προς τον Γρίβα-Διγενή, καθώς και 13 έγγραφα σχετικά με τον κρυπτογραφικό κώδικα της ΕΟΚΑ.

Ο αείμνηστος Αριστοτέλης Φρυδάς, ο «Αρίστος», όπως τον έλεγε το ευρύ κοινό που τον γνώριζε, παρακολουθούσε από μακριά με μεγάλο ενδιαφέρον τις εξελίξεις που ακολούθησαν τη Ζυρίχη και μάτωσε η καρδιά του, όταν ξέσπασε η τουρκική ανταρσία τον Δεκέμβρη του 1963-64. Αναπτερώθηκαν, όμως, οι ελπίδες του για δικαίωση του ημιτελούς Απελευθερωτικού Αγώνα, με την κάθοδο στην Κύπρο της Ελληνικής Μεραρχίας και του Διγενή, το 1964. Η ανάκλησή τους, όμως, από την τρομαλέα Χούντα, μετά τη μάχη της Κοφίνου τον Νιόβρη του 1967, του ξαναμάτωσε την καρδιά. Δεν μπορούσε να χωνέψει το νέο αυτό έγκλημα σε βάρος της Κύπρου από τους Συνταγματάρχες και τον αθεράπευτα αγγλόφιλο πολιτικό τους σύμβουλο Παναγιώτη Πιπινέλη. Ο μεγάλος ανέκφραστος, αλλά κραυγαλέος, πόνος του, δεν έμεινε εκεί. Νέο πιο οδυνηρό, διπλό, αυτήν τη φορά, φαρμάκι τον πότισε η Χούντα με το πραξικόπημα του Ιουλίου του 1974, η ανατροπή του Μακαρίου, που έδωσε στους νεοσουλτάνους της Άγκυρας, που καραδοκούσαν, την ευκαιρία να διαπράξουν το έγκλημα της εισβολής του Αττίλα, πέντε μέρες αργότερα. Η Κύπρος, χωρίς καμιά βοήθεια από την Ελλάδα, διχοτομήθηκε από τους Τούρκους και παραμένει ακόμη διχοτομημένη.

Για την αγωνία και τον αβάσταχτο πόνο του Αριστοτέλη Φρυδά θα γράψει ο καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Πέτρος Παπαπολυβίου: «Έφυγε και δεν γύρισε ποτέ στην Κύπρο. Απέφευγε πάντοτε τις κρίσεις και τα πικρά σχόλια για όσους καθόρισαν την πορεία του Κυπριακού, στην Κύπρο και στην Ελλάδα, αλλά εξέπληττε, αφού θυμόταν, υστερ’ από μισό αιώνα, απίστευτες λεπτομέρειες από όσα έζησε στο νησί μας». Και διαζωγραφίζει λακωνικά, αλλά εναργέστατα, τη σπάνια προσωπικότητα του αληθινού πατριώτη και λάτρη της Κύπρου Αριστοτέλη Φρυδά: « Ήταν ένας σπάνιος Έλληνας, με εξαιρετική καλλιέργεια, που αγάπησε την Κύπρο με την αρχοντική ευγένεια της σιωπής του…».