Διεθνή

Στο έλεος της πανδημίας και του εκλογικού συστήματος η δεύτερη θητεία του Μακρόν

Ο Μακρόν ίσως «αυτοεγκλωβιστεί» στη φιλόδοξη ατζέντα του, αφού θα έχει πολύ μικρή περίοδο για την προεδρία, αναγκάζοντάς τον να διανύσει έναν πραγματικό αγώνα δρόμου.

Από την 1η Ιανουαρίου ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, ανέλαβε την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ για το πρώτο εξάμηνο του 2022. Τη βαρυφορτωμένη του ατζέντα και τα φιλόδοξά του σχέδια σκιάζουν οι προεδρικές εκλογές του Απριλίου. Κατά κάποιον τρόπο η ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ δένει με αρμονικό τρόπο με τον ευρωκεντρικό προσανατολισμό της υποψηφιότητάς του για δεύτερη θητεία. Από την άλλη, όμως, δεν παραγνωρίζεται ότι η έλλειψη απτών αποτελεσμάτων και ο ευρωσκεπτικισμός μπορούν να του στοιχίσουν εκλογικά. Την ίδια ώρα, στην εξίσωση μπαίνει η διαχείριση της πανδημίας, η οποία με την έλευση της μετάλλαξης Όμικρον μπαίνει σε αχαρτογράφητα νερά. Ο Μακρόν όμως δεν έχει να φοβάται μόνο τον κορωνοϊό, αλλά και τους ανθυποψηφίους του, μία εκ των οποίων ξεχωρίζει και εντείνει την αβεβαιότητα για το μέλλον του στην προεδρία.

Μια μοναδική ευκαιρία το όραμα να γίνει πράξη

Η ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ από τη Γαλλία συγκυριακά δεν θα συνυπάρχει μόνο με τα ουκ ολίγα προβλήματα που αντιμετωπίζει αυτή την περίοδο το μπλοκ των 27, αλλά και με τις εθνικές προεδρικές εκλογές, στις οποίες ο Μακρόν θα επιδιώξει την επανεκλογή του.

Για πολλούς αναλυτές αυτή η «σύμπτωση» θα μπορούσε να αποτελέσει ένα εφαλτήριο για τον Γάλλο πρόεδρο, και η προεδρία προσφέρει μια «ετοιμοπαράδοτη» πλατφόρμα για να προωθήσει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό του, να ξεχωρίσει από τους ανταγωνιστές του και να φέρει νέες διεκδικήσεις και φρέσκιες ιδέες.

Το φιλόδοξο εγχείρημα του Μακρόν, όμως, πέραν από τις ιδέες θα πρέπει να συνοδεύεται από χειροπιαστά αποτελέσματα, τα οποία είναι υποχρεωμένος να παρουσιάσει στο απαιτητικό κοινό μέχρι τις αρχές Απριλίου. Ειδικοί εξηγούν ότι ο Μακρόν ίσως «αυτοεγκλωβιστεί» στη φιλόδοξη ατζέντα του, αφού θα έχει πολύ μικρή περίοδο για την προεδρία, αναγκάζοντάς τον να διανύσει έναν πραγματικό αγώνα δρόμου.

Μάλιστα, αυτός ο δρόμος δεν προκρίνεται εύκολος και θα αναγκαστεί να ασκήσει την επιρροή του, προκειμένου να πετύχει την προώθηση συγκεκριμένων θεμάτων και να αποσπάσει συμβιβασμούς από τους 27, «ακόμη κι αν αυτή η, πολύ πλαισιωμένη, άσκηση ενός έντιμου μεσολαβητή τού απαγορεύει να είναι ταυτόχρονα κριτής και συμμετέχων».

Έτσι κι αλλιώς η πολιτική του πορεία ήταν πάντα συνυφασμένη με την ΕΕ και τώρα του δίνεται μια μοναδική ευκαιρία να κάνει πράξη του όραμά του για μια Ευρώπη ισχυρή στον κόσμο. Γι’ αυτό και θα ήταν «παράλογο» να κατέλθει ξανά ως υποψήφιος, χωρίς να έχει κάποια απτά αποτελέσματα της ολοκλήρωσης του ευρωπαϊκού του αφηγήματος.

Η γαλλική προεδρία προβάλλει τρεις προτεραιότητες: Κατώτατους μισθούς σε όλη την ΕΕ, ρύθμιση των ψηφιακών κολοσσών και φόρο άνθρακα στα σύνορα. Η πρώτη ανεπίσημη σύνοδος κορυφής αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων στις 10 και 11 Μαρτίου θα είναι το κρας τεστ για τον Μακρόν, αφού θα συζητηθεί η μεταρρύθμιση του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης, ένα θέμα υψηλού ενδιαφέροντας για τους πολίτες της χώρας του. Ειδικότερα, αναλυτές θεωρούν ότι το να κάνει μια επίδειξη δύναμης της ευρωπαϊκής ηγεσίας του, έναν μήνα πριν από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, μπορεί να ενισχύσει το κύρος του.

Από την άλλη, ο ευρωκεντρισμός μπορεί να γίνει δίκοπο μαχαίρι, αφού ο ευρωσκεπτικισμός εξακολουθεί να βρίσκεται ριζωμένος στις κοινωνίες όλων των κρατών μελών, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό θεωρούν τις Βρυξέλλες απόμακρες και γραφειοκρατικές. Σύμφωνα με έρευνα της EuropaNova, μόνο το 29% των Γάλλων επιθυμούν περισσότερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, έναντι 50% των Ιταλών και 43% των Γερμανών. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν η γαλλική προεδρία θα καταφέρει να διορθώσει αυτή την εκτίμηση, δίνοντας στον Μακρόν το πλεονέκτημα έναντι των ευρωσκεπτικιστών αντιπάλων του.

Τα αγκάθια στον δρόμο του Μακρόν

Για πάνω από 20 χρόνια κανένας ηγέτης στην Γαλλία δεν κατάφερε να κερδίσει μια δεύτερη θητεία στην προεδρία της χώρας του. Παρά το γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις δίνουν στον Μακρόν καλές πιθανότητες για να παραμείνει στην εξουσία, υπάρχουν κάποιοι παράγοντες που θα μπορούσαν να ανατρέψουν αυτά τα δημοσκοπικά αποτελέσματα.

Σύμφωνα με ειδικούς, ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας να είναι η πανδημία και ειδικότερα η μετάλλαξη Όμικρον. Υπάρχει η εκτίμηση ότι σε γενικές γραμμές η Γαλλία διαχειρίστηκε καλά την πανδημία ή τουλάχιστον καλύτερα από κάποιους γείτονές της. Η οικονομία της επανήλθε δυνατή, το εμβολιαστικό πρόγραμμα προχώρησε, παρά τις αρχικές δυσκολίες, ενώ οι διαδηλώσεις κατά των περιοριστικών μέτρων φαίνεται να ξεφουσκώνουν. Η εμφάνιση της Όμικρον όμως λίγο πριν από τις εκλογές φαίνεται ότι περιόρισε την κυβέρνηση Μακρόν σε μια στάση «βλέποντας και κάνοντας», με την ελπίδα ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεν ακολούθησε τα αυστηρά μέτρα που υιοθέτησαν χώρες όπως η Αυστρία, ενώ απέρριψε όλες τις εισηγήσεις των ειδικών για περιορισμούς σε μια κίνηση που φωνάζει από μακριά «προεκλογικές σκοπιμότητες». Με αυτή την ριψοκίνδυνη κίνηση ελπίζει ότι θα αποκομίσει προεκλογικά ποσοστά, εμφανιζόμενος ως αρνητής των περιορισμών και των lockdown. Μένει μόνο η Όμικρον να του κάνει τη «χάρη» και να μην γονατίσει το σύστημα υγείας της χώρας του.

Ένας άλλος αστάθμητος παράγοντας για τον Γάλλο πρόεδρο είναι το ίδιο το εκλογικό σύστημα της χώρας και η αβεβαιότητα του δεύτερου γύρου. Ενδεικτικό είναι ότι στις εκλογές του 2017, καμιά από τις «παραδοσιακές πολιτικές οικογένειες» (κεντροδεξιά και κεντροαριστερά) δεν πήγε στον δεύτερο γύρο. Ενώ οι δημοσκοπήσεις δίνουν στον Μακρόν τα ίδια περίπου ποσοστά με το 2017 για τον πρώτο γύρο, σε αυτές τις εκλογές δύο από τους ανθυποψηφίους του ανήκουν στην ακροδεξιά (Μαρίν Λεπέν, Ερίκ Ζεμούρ), ενώ την αβεβαιότητα εντείνει η ελκυστική υποψηφιότητα της «Ρεπουμπλικανής» Βαλερί Πεκρές, η οποία επίσης εδραιώνεται στην προτίμηση των συντηρητικών ψηφοφόρων. Ειδικότερα, η τελευταία φαίνεται να αποτελεί και τη μεγαλύτερη ανησυχία του Μακρόν, αφού σε περίπτωση που πάει στον δεύτερο γύρο μαζί της, δεν αποκλείεται να πάρει ψήφους διαμαρτυρίας ακόμα και από την αριστερά, λόγω των κυβερνητικών περιοριστικών μέτρων που έχουν επιβληθεί από την αρχή της πανδημίας.

Η κυριαρχία της δεξιάς τη Γαλλία

Από την άλλη πλευρά, η γαλλική κεντροαριστερά δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας στις επικείμενες εκλογές, παρά το γεγονός ότι όλα τα κόμματα μαζί στον πρώτο γύρο μπορούν να συγκεντρώσουν ποσοστό μέχρι και 24%. Εκλογικοί αναλυτές θεωρούν ότι το πρόβλημα είναι ότι στερούνται ηγετικών μορφών και νέων ιδεών. Το πολιτικό κέντρο βάρους της Γαλλίας έχει μετατοπιστεί προς τα δεξιά τα τελευταία χρόνια, με την εγκληματικότητα, τη μετανάστευση και την εθνική ταυτότητα να είναι υψηλά στην ατζέντα, ακόμα κι αν το βιοτικό επίπεδο και ο Covid-19 θεωρούνται ότι είναι πλέον κυρίαρχα.

Έτσι η μάχη θα δοθεί ανάμεσα σε τέσσερεις υποψηφίους, οι οποίοι κινούνται από την κεντροδεξιά μέχρι την ακροδεξιά. Το «καινούργιο φρούτο», ο Ερίκ Ζεμούρ, από την αρχή πήρε μεγάλο δημοσκοπικό προβάδισμα έναντι κυρίως της «παλαίμαχου» Λεπέν, η οποία δίνει την τρίτη της εκλογική αναμέτρηση. Στη συνέχεια όμως παρουσιάστηκε η Βαλερί Πεκρές, η οποία εκθρόνισε τους δύο ακροδεξιούς ανθυποψηφίους της και φιγουράρει στη δεύτερη θέση, πίσω από τον Μακρόν.

Όπως έχει αναφερθεί, η τελευταία αποτελεί τον μεγαλύτερο φόβο του Γάλλου προέδρου. Ειδικοί εκτιμούν ότι αν και η βάση των ψηφοφόρων του Μακρόν αποτελείται από σοσιαλδημοκράτες και κεντρώους, το μεγαλύτερο μέρος των υποστηρικτών του είναι κεντροδεξιοί. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Ipsos Sopra-Steria, οι μισοί από αυτούς έχουν ως δεύτερη επιλογή στον πρώτο γύρο των εκλογών την Πεκρές. Έτσι, το μόνο που έχει να κάνει είναι να κερδίσει αυτούς τους ψηφοφόρους του Μακρόν, χωρίς να έχει απώλειες των πιο συντηρητικών προς τον Ζεμούρ.

Η ίδια πάντως υιοθετεί σκληρή στάση απέναντι στο μεταναστευτικό, υπόσχεται μείωση της δημόσιας υπηρεσίας της Γαλλίας, ενώ κατηγορεί τον Μακρόν ότι καταστρέφει τα δημόσια οικονομικά. Η ρητορική της ομοιάζει με αυτή του συντηρητικού Φρανσουά Φιγιόν πριν από πέντε χρόνια προτού καταρρεύσει η εκστρατεία του, λόγω ενός σκανδάλου. Και ενώ οι δυνάμεις του Μακρόν επικεντρώνονται πλέον εναντίον της και την κατηγορούν για τις σχέσεις της με την ακροδεξιά, οι δημοσκοπήσεις επιμένουν ότι έχει σοβαρές πιθανότητες να κερδίσει, εάν περάσει στον δεύτερο γύρο, αναγκάζοντας τον Γάλλο πρόεδρο να ρίχνει νερό στο κρασί του και να υπόσχεται μια πιο μεταρρυθμιστική ατζέντα.

(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 09/01/2022)