Ανάγκη ελέγχου νομιμότητας κάθε οργάνου εξουσίας

Οι έρευνες στο Ευρωκοινοβούλιο από τις βελγικές ανακριτικές Αρχές καταδεικνύουν ότι εκείνο που απαιτείται είναι η αποφασιστικότητα για πλήρη και σε βάθος έρευνα της διαπλοκής. Τούτο, γιατί όπου Νόμος και Σύνταγμα παρέχουν εξουσία, πρέπει κατά τη δημοκρατική αρχή να υπάρχει έλεγχος για τον τρόπο εκπλήρωσης των καθηκόντων αυτών. Τούτο γιατί η κατάχρηση εξουσίας και η διαπλοκή αποτελούν πέρα από αδικήματα, παράδειγμα προς αποφυγήν. Η ροπή προς υπέρβαση εξουσίας είναι γνωστή ως το φαινόμενο της αλαζονικής Διοίκησης, που δεν ανέχεται να υπάρχει έλεγχος των όποιων πράξεών της. Δυστροπία που κρύβει έναν επικίνδυνο δεσποτισμό, ασυμβίβαστο προς κάθε έννοια νομιμότητας και η οποία δεν οδηγεί μόνο σε αδιέξοδο και σε απόγνωση τους διοικούμενους, αλλά πρόσθετα δημιουργεί σ’ ευρείς κύκλους της κοινής γνώμης εκτιμήσεις και πεποιθήσεις διαλυτικές, που εξασθενίζουν την επιρροή και φθείρουν το κύρος του Κράτους Δικαίου.

Στη δημόσια ζωή, όσο ισχυρότερη η εξουσία που συντρέχει υπέρ οποιουδήποτε αξιωματούχου, τόσο πιο έντονα επιβεβλημένος ο έλεγχος για κάθε ενδεχόμενο της όποιας διαπλοκής. Άλλωστε το Κράτος Δικαίου επιβεβαιώνεται τότε μόνο, όταν τα θεσμικά του όργανα παραδέχονται τα σφάλματα των πολιτικών αποφάσεων ή παραλείψεών τους και υφίστανται τις αναγκαίες κυρώσεις.

Η χρηστή όμως Διοίκηση δεν προκύπτει με φραστικές, κενές ουσίας, δηλώσεις των αξιωματούχων. Ούτε βέβαια με εκθέσεις ερευνητικών επιτροπών ή νέων οργάνων για έρευνα καταγγελιών διαφθοράς. Απαιτείται ισχυρό αίσθημα ευθύνης. Το νόμιμο, η αμεροληψία, το αδίκαστο και η αντικειμενικότητα κάμπτονται, ενίοτε γιατί συντρέχουν κομματικές ή πολιτικές διασυνδέσεις που αποβλέπουν διά της αμοιβαίας σιωπής στην «αυτοσυντήρηση» καταστάσεων ή συσχέτιση εξουσίας και διαπλοκής. Η διαδρομή των γεγονότων και ευθυνών που έφεραν τις αλλεπάλληλες γνωστές παρανομίες δημιούργησαν στον απλό πολίτη, και γενικότερα στην κοινωνία, την αντίληψη της ατιμωρησίας και της έλλειψης εμπιστοσύνης ότι, η κάθε εξουσία υπόκειται σε πλήρη, αποφασιστικό και έγκαιρο έλεγχο. Πρόσθετα, ο κοινοβουλευτικός έλεγχος, σε ένα όπως το δικό μας προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης, εξαντλείται, κακώς, σε μιαν αντιπολιτευτική άκρατη διάθεση και σε έναν συνεχή μικροκομματικό ανταγωνισμό, που δεν εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και που ενίοτε κατευθύνονται με το βάρος διαπλοκής.

Ευτυχώς, υπάρχει για την κάθε ζημιογόνο και ανεπίτρεπτη δράση ή παράλειψη, ο δικαστικός έλεγχος, πολιτικά ουδέτερος και ανεξάρτητος, απαλλαγμένος από τις αγκυλώσεις ενός συστήματος μη ικανοποιητικού από πλευράς αυτοελέγχου. Το δικαίωμα για να προκαλέσει τον έλεγχο αυτόν, τον έχει κυρίως ο Γενικός Εισαγγελέας, η Αστυνομία και βέβαια ο κάθε άμεσα ή έμμεσα θιγόμενος.

Το ζητούμενο βέβαια και απαραίτητο, δεν είναι η ανάγκη να υπάρχει εκ των υστέρων έλεγχος, πρέπει να επιτύχουμε έστω και τώρα, ως Κράτος Δικαίου, η πολιτική εξουσία, η κοινωνία και ατομικά ο καθένας μας να θέτουμε, ως έχουμε υποχρέωση, πιο πάνω από κάθε αρχή, κάθε αξίωμα ή συμφέρον, τη Νομιμότητα. Η αυστηρή προσήλωση και συμμόρφωση προς ό,τι οι Νόμοι και το περί δικαίου αίσθημα επιβάλλουν, σε όλους μας, από την κορυφή της κρατικής εξουσίας μέχρι και τον πιο απλό πολίτη, θα καθιστούσε σήμερα τον όποιον έλεγχο πιο αποτελεσματικό. Στόχος βέβαια εξαιρετικά δύσκολος, ο οποίος απαιτεί να ηγηθούν χωρίς άλλη χρονοτριβή της προσπάθειας αυτής, διαχρονικά και κατά τρόπο διάφανο με τα έργα, τις πράξεις και τη συμπεριφορά τους, οι έχοντες και όσοι επιδιώκουν εξουσία και δεν βαρύνονται με συμπτώματα της όποιας πολιτικής παθογένειας και/ή διαπλοκής. Είναι τούτο, το πρώτιστο θεσμικό και πατριωτικό καθήκον τους. Ο δε κυρίαρχος λαός δικαιούται και απαιτεί δικαίως να ακούει από τους έχοντες εξουσία, την απολογία τους επί των λαθών και παραλείψεων, που επέφεραν τόση καταστροφή.

Από χρόνια συντρέχει η ευθύνη από την καταστρεπτική δική μας αδράνεια, με τις χείριστες επιλογές μιας εγωιστικής «αυτοπεποίθησης» της εξουσίας που βαρύνεται με υπέρμετρη φιλοδοξία και ενίοτε με εγκληματική αμέλεια. Τούτο, ενώ οφείλουμε να λειτουργήσουμε με εξαιρετική συνέπεια και προσοχή στη Νομιμότητα αφού το Κράτος τελεί υπό ξένη στρατιωτική κατοχή, που χρειάζεται να έχει σ’ όλα τα επίπεδα δράσης, νόμιμες αποφάσεις, χωρίς την όποια διαπλοκή και μακριά από προσωπικά οφέλη, που πλήττουν το Κράτος και την προσπάθεια διάσωσής του από την υποδούλωση στην Τουρκία. Καταστάσεις που, εάν παραμείνουν ατιμώρητες για ό,τι αφορά τους ενόχους, θα καθιστούν το μέλλον όλο και πιο δυσοίωνο.