Στρατηγός Γεώργιος Κοσμάς: Συνεργάτης του Διγενή προτού αρχίσει ο αγώνας της ΕΟΚΑ μέχρι το τέλος του
Η έναρξη του Αγώνα της ΕΟΚΑ, την Πρώτη Απριλίου του 1955, βρήκε τον Στρατηγό Κοσμά Υπουργό Βορείου Ελλάδας και του δόθηκε η ευκαιρία να προβάλει τον Απελευθερωτικό Αγώνα της Κύπρου
Ο Στρατηγός Γεώργιος Κοσμάς, μια κορυφαία στρατιωτική μορφή, ήταν ο ένας και μοναδικός εν ενεργεία ανώτατος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού που είχε προσωπική επαφή με τον Συνταγματάρχη Γεώργιο Γρίβα, όταν ο δεύτερος είχε πάρει την απόφαση να ηγηθεί ένοπλου Απελευθερωτικού Αγώνα, στη γενέτειρά του Κύπρο, για την οποία οι επιλήσμονες Βρετανοί αρνούνταν να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις τους στην Ελλάδα και επέμεναν να την καταδυναστεύουν. Συμπολεμιστές στη Μικρασιατική Εκστρατεία και αργότερα στον πόλεμο εναντίον των Γερμανοϊταλών το 1940-1941, οι δύο αξιωματικοί είχαν αναπτύξει μια ιδιαίτερα στενή σχέση. Τους ένωναν κοινοί εθνικοί αγώνες, εθνικά ιδανικά και πατριωτικά αισθήματα.
Ο Στρατηγός Γεώργιος Κοσμάς (1884-1964) ήταν κόσμημα του Ελληνικού Στρατού. Όχι μόνο στους πολέμους, αλλά και σε καιρούς ειρηνικούς, απαντούσε πάντοτε «παρών» στο κάλεσμα της πατρίδας. Υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές μορφές της εποχής του. Πήρε μέρος στους απελευθερωτικούς πολέμους του 1912-13, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και στην ατυχή Μικρασιατική Εκστρατεία, ως Επιτελάρχης της ΧΙΥ Μεραρχίας. Το 1923 αποστρατεύτηκε για τη συμμετοχή του στο κίνημα των στρατηγών Γαργαλίδη - Λεοναρδόπουλου. Το 1927 αποκαταστάθηκε και επανήλθε στο στράτευμα. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος 1940-41 τον βρήκε Διοικητή του Δ’ Σώματος Στρατού, με τον βαθμό του Αντιστράτηγου.
Πολέμησε και διακρίθηκε στην Ανατολική Μακεδονία και τα Βορειοηπειρωτικά βουνά. Στην κατοχή δεν έμεινε με χέρια δεμένα. Συμμετείχε στην αντιστασιακή οργάνωση των Αντιστρατήγων. Το 1943 συνελήφθη από τους Γερμανούς για την αντικατοχική του δράση και στάλθηκε σε στρατόπεδο Ομήρων με τους συναδέλφους του στρατηγούς Αλέξανδρο Παπάγο, Παναγιώτη Δέδε και Κώστα Μπακόπουλο. Το 1945, με την κατάρρευση του Άξονα, οι τέσσερεις στρατηγοί απελευθερώθηκαν από τους Αμερικανούς. Το 1949 ο Κοσμάς ανακλήθηκε στην ενέργεια και διορίστηκε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού και Πρόεδρος του Συμβουλίου Αρχηγών των Επιτελείων (Γενικός Επιτελάρχης). Μετά την αποστρατεία του χρημάτισε Γενικός Διοικητής Θράκης-Ανατολικής Μακεδονίας, Βορείου Ελλάδα και τέλος Υπουργός Βορείου Ελλάδας (1955).
Όταν ο απόστρατος Συνταγματάρχης Γρίβας μίλησε για πρώτη φορά στον συμπολεμιστή και φίλο του Στρατηγό Κοσμά για ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα στην Κύπρο ήταν Χριστούγεννα του 1950. Η συνάντηση έγινε με άκρα μυστικότητα στο γραφείο του Στρατηγού, που ήταν τότε Γενικός Επιτελάρχης των Ενόπλων Δυνάμεων. Ο Στρατηγός κοίταξε κατάματα τον συμπολεμιστή του Συνταγματάρχη. Τα φλογερά κατάμαυρα μάτια του λες και πετούσαν φλόγες. Τον μαγνήτισαν και με σταθερή φωνή τού είπε: «Γενναίε και αγέραστε συμπολεμιστή, φίλε. Σε συγχαίρω για τη μεγάλη απόφασή σου. Όχι μόνο σε ενθαρρύνω να συνεχίσεις τις προσπάθειές σου, αλλά σε διαβεβαιώνω ότι θα σε στηρίξω και θα σε στηρίξω. Καιρός είναι να καταλάβουν οι φίλοι μας Βρετανοί ότι οι Έλληνες της Κύπρου βαρέθηκαν τα παρακάλια και τις κούφιες υποσχέσεις τους. Είναι αποφασισμένοι να πάρουν τη λευτεριά τους με το σπαθί τους». Οι δύο συμπολεμιστές και φίλοι αντάλλαξαν θερμή χειραψία, ο Γρίβας ευχαρίστησε τον Κοσμά για τη συμπαράστασή του και έφυγε για το σπίτι του, στο Θησείο.
Μετά τη διαβεβαίωση του Στρατηγού Κοσμά ότι θα είναι παρά τω πλευρώ του, ο Γρίβας κινήθηκε πιο αποφασιστικά και συνέχισε τις μυστικές επαφές του με τον φίλο του δικηγόρο Χριστόδουλο Παπαδόπουλο, από τη Δρούσεια της Πάφου, μόνιμο κάτοικο Αθήνας, τους κυπριακής καταγωγής αδελφούς Αχιλλέα και Κύρο Κύρου, εκδότες της ιστορικής εφημερίδας «Εστία», και τους αδελφούς Σάββα και Σωκράτη Λοϊζίδη, που κινούνταν παράλληλα για τον ίδιο σκοπό. Η πρώτη συνάντηση Γρίβα, Αχιλλέα Κύρου και Χριστόδουλου Παπαδόπουλου έγινε τον Αύγουστο και η δεύτερη και τελευταία στις δύο Σεπτεμβρίου 1950. Έντεκα μέρες αργότερα, 13 Σεπτεμβρίου, πέθανε ο Αχιλλέας Κύρου. Η Κύπρος έχανε έναν από τους μαχητικότερους υποστηρικτές των εθνικών της δικαίων και ο Γρίβας έναν πολυτιμότατο συνεργάτη και σύμβουλο. Αργότερα οι αδελφοί Σάββας και Σωκράτης Λοϊζίδης, κι αυτοί Δικωμίτες εξόριστοι, συναντήθηκαν με τον Γρίβα, τον ενημέρωσαν για τις δικές τους προσπάθειες, τη σύσταση Επιτροπής Κυπριακού Αγώνα και του πρότειναν ν’ αναλάβει την ηγεσία του Ένοπλου Απελευθερωτικού Αγώνα της Κύπρου, πρόταση που έγινε δεκτή από τον Γρίβα.
Δεύτερη συνάντηση
Η δεύτερη συνάντηση Γρίβα - Στρατηγού Κοσμά έγινε και πάλι στο Γενικό Επιτελείο Στρατού, έναν μήνα μετά την πρώτη, δηλαδή, τέλη Ιανουαρίου 1951. Ο Στρατηγός κάλεσε τον Συνταγματάρχη για να τον διαβεβαιώσει ότι συμφωνεί απόλυτα μαζί του για τη διεξαγωγή ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα στην Κύπρο υπό την ηγεσία του και θα τυγχάνει πάντοτε της υποστήριξής του. Ο Γρίβας παρακάλεσε τον Κοσμά να διαβιβάσει τις σκέψεις του και στον Στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο, για να πάρει και τη δική του υποστήριξη. Μερικούς μήνες αργότερα, Παπάγος και Κοσμάς αποστρατεύτηκαν για να πολιτευθούν. Ο Παπάγος ίδρυσε τον «Ελληνικό Συναγερμό», στον οποίον εντάχθηκε κι ο Κοσμάς. Στις εκλογές, που διεξήχθησαν 9 Σεπτεμβρίου, νικητής αναδείχθηκε ο «Ελληνικός Συναγερμός» και ο Κοσμάς εκλέχτηκε βουλευτής. Επειδή κανένα κόμμα δεν εξασφάλισε την απαιτούμενη πλειοψηφία για να σχηματίσει Κυβέρνηση, διεξήχθησαν νέες εκλογές στις 16 Νοεμβρίου, στις οποίες ο «Συναγερμός» εξασφάλισε απόλυτη πλειοψηφία. Και στις νέες εκλογές ο Στρατηγός Κοσμάς εκλέχτηκε βουλευτής και από τη νέα του θέση δεν έπαψε να ενδιαφέρεται για την Κύπρο. Συναντούσε μυστικά τον Γρίβα και τον ενημέρωνε για τη στάση του Παπάγου και άλλων στενών συνεργατών του, που εξακολουθούσε, δυστυχώς , να είναι αρνητική έναντι των ενεργειών του. Ο Στρατηγός Κοσμάς, όμως, δεν απέκρυβε τη δική του θέση. Υιοθετούσε πάντοτε τις θέσεις του Γρίβα και των συνεργατών του. Πολλές φορές με τον στρατηγό Κωνσταντίνο Βεντήρη, πρώην Αρχηγό του ΓΕΣ, που παρέμενε εξ απορρήτων στενός συνεργάτης και σύμβουλος του Στρατάρχη, μιλούσαν σ’ αυτόν με κολακευτικά λόγια για τον Γρίβα και την μέχρι τότε εθνική προσφορά του. Προσπαθούσαν οι δύο τιμημένοι στρατηγοί, φίλοι και στενοί συνεργάτες του, να πείσουν τον Πρωθυπουργό Παπάγο ότι, για καθαρά εθνικούς λόγους, έπρεπε να βοηθηθεί ο Γρίβας στον αγώνα απελευθέρωσης της ιδιαίτερης πατρίδας του. Ο Παπάγος ήταν πικραμένος με τον Γρίβα, διότι είχε αρνηθεί ενεργό βοήθεια στον «Ελληνικό Συναγερμό» κατά τους δύο πρόσφατους εκλογικούς αγώνες του. Αργότερα, όμως, όταν ο Διγενής ήρθε στη Κύπρο και οι Βρετανοί σκλήρυναν τη στάση τους στο Κυπριακό, άλλαξε και ο Παπάγος. Όχι μόνο δεν τάχθηκε εναντίον της διεξαγωγής του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ, αλλά είπε στον Mακάριο να προτρέψει τον Διγενή να μην καθυστερήσει την έναρξή του. Για την αλλαγή αυτή στάσης του Παπάγου ενημέρωσαν τον Διγενή τόσον ο Μακάριος, όσο και ο Στρατηγός Κοσμάς που διατηρούσε επαφή με τον Αρχηγό κατά τη διάρκεια του Αγώνα μέχρι και το τέλος του.
Η έναρξη του Αγώνα της ΕΟΚΑ, την Πρώτη Απριλίου του 1955, βρήκε τον Στρατηγό Κοσμά Υπουργό Βορείου Ελλάδας και του δόθηκε η ευκαιρία να προβάλει τον Απελευθερωτικό Αγώνα της Κύπρου. Με κάθε ευκαιρία καλούσε τους πληθυσμούς της Μακεδονίας και της Θράκης να εκδηλώνουν παντού και πάντοτε, με κάθε τρόπο και μέσο, την ολόψυχη συμπαράστασή τους στους αδελφούς Κυπρίους. Ακόμα και σε αξιωματικούς του Γ΄ Σώματος Στρατού έδινε οδηγίες να κάνουν, εκτός στρατοπέδων, συγκεντρώσεις συμπαράστασης στον Ελληνισμό της Κύπρου, που αγωνιζόταν εναντίον των Βρετανών για την ελευθερία του και την Ένωσή του με τη Μητέρα Ελλάδα. Κι όταν ο Διγενής γύρισε στην Ελλάδα μετά τον Αγώνα τον Μάρτη του 1959, οι δύο που δέχθηκε στο σπίτι του ήταν ο Στρατηγός Κοσμάς και ο Χριστόδουλος Παπαδόπουλος, αδελφός του Συνταγματάρχη Όμηρου Παπαδόπουλου, που τον είχε συνοδέψει με τον Συνταγματάρχη Ασημακόπουλο και τον Γενικό Πρόξενο Αριστοτέλη Φρυδά από τη Λευκωσία στην Αθήνα. Και η συνάντηση των τριών απαθανατίστηκε με φωτογραφίες που λήφθηκαν, κατ’ αποκλειστικότητα, με επιθυμία του Αρχηγού. Διότι, όπως ανέφερε στη σύζυγό του Κική (Βασιλική, ο Κοσμάς κι ο Παπαδόπουλος), ήταν οι πρώτοι που τον είχαν ενθαρρύνει, τον είχαν εμπιστευθεί, του είπαν να προχωρήσει στη διεξαγωγή ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα στην Κύπρο και του υποσχέθηκαν ολόψυχη συμπαράσταση στο έργο του.
Ο Στρατηγός Γεώργιος Κοσμάς απεβίωσε το 1964, όταν ο συμπολεμιστής, συνεργάτης και φίλος του, Στρατηγός Γεώργιος Γρίβας Διγενής, ήταν Αρχιστράτηγος των Ενόπλων Δυνάμεων του Ελληνισμού στην Κύπρο. Και τότε ακόμη οι δύο τιμημένοι στρατηγοί διατηρούσαν έναν ακατάλυτο φιλικό δεσμό, που τον είχε χαλυβδώσει η φιλοπατρία και η προσφορά τους σε κοινούς εθνικούς αγώνες, για τη δόξα και το μεγαλείο του Ελληνισμού.