Εκρηκτικό κοκτέιλ για την παγκόσμια οικονομία
Στην Κύπρο οι ανησυχίες εστιάζονται σε τρεις πυλώνες: Ο πρώτος αφορά τη διαφαινόμενη αύξηση των τιμών και του πληθωρισμού, ο δεύτερος αφορά τις εταιρείες ρωσικών συμφερόντων που δραστηριοποιούνται στην Κύπρο και ο τρίτος αφορά τον τομέα του τουρισμού

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι αντιδράσεις των υπολοίπων χωρών συνθέτουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, η οποία προσπαθεί να βρει βηματισμό μετά την κρίση της πανδημίας.
Η αβεβαιότητα πλήττει την παγκόσμια και τις εθνικές οικονομίες, ενώ έρχεται να προστεθεί στα προβλήματα που παρουσιάζονται στην εφοδιαστική αλυσίδα και στα υψηλά ποσοστά πληθωρισμού. Ενώ οι κεντρικές τράπεζες και ειδικά η Αμερικανική ετοιμάζονταν να προχωρήσουν σε αυξήσεις των επιτοκίων, η κρίση που δημιουργεί η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τις οδηγεί σε δεύτερες σκέψεις.
Χαρακτηριστικά, την περασμένη Πέμπτη, πρώτη μέρα της εισβολής, ενώ τα χρηματιστήρια το πρωί σε Ευρώπη και Ασία είχαν σημαντικές απώλειες, οι αμερικανικοί δείκτες, παρά το σχετικά αρνητικό άνοιγμα, έκλεισαν θετικά μετά το νεύμα της Κεντρικής Τράπεζας για επανεξέταση και ενδεχομένως αναβολή της απόφασης για αύξηση των επιτοκίων.
Οι οικονομικές κυρώσεις και τα αντίμετρα που ενδεχομένως να δούμε από την πλευρά της Ρωσίας θα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην επενδυτική δραστηριότητα, εφόσον οι μεταφορές κεφαλαίων για νομικά και φυσικά πρόσωπα, που βρίσκονται στη λίστα των κυρώσεων, δεν θα είναι δυνατές και ενώ αρνητικές θα είναι οι συνέπειες στον τομέα της ενέργειας και την πορεία του πληθωρισμού.
Οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου καθώς και των προϊόντων, όπως το αλουμίνιο, ακολουθούν ανοδική πορεία, βάζοντας «καύσιμο» στον πληθωρισμό. Η Ρωσία αποτελεί τον κύριο πάροχο φυσικού αερίου και γίνεται αντιληπτό ότι στο ακραίο σενάριο που οι στρόφιγγες κλείσουν, θα επηρεαστούν σημαντικά οι παραγωγικές μονάδες των ευρωπαϊκών χωρών.
Επιπρόσθετα η Ουκρανία με την ισχυρή γεωργική παραγωγή, μια από τις σημαντικότερες παραγωγούς σιτηρών, μετά το πλήγμα που δέχτηκαν οι υποδομές της, όπως λιμάνια και αεροδρόμια, θα μειώσει δραστικά τις εξαγωγές της οδηγώντας τις τιμές των προϊόντων, όπως το αλεύρι, σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Οι κυρώσεις που αποφασίζονται θα πλήξουν μεν τη Ρωσία, αλλά θα επηρεάσουν και την παγκόσμια οικονομία. Η ισοτιμία του ρουβλιού μειώνεται δραστικά (όπως και την προηγούμενη φορά που επιβλήθηκαν κυρώσεις), η Ρωσία ουσιαστικά χάνει την πρόσβαση για χρηματοδότηση από τις διεθνείς αγορές, περιορίζονται οι εξαγωγές της αλλά και η πρόσβασή της σε τεχνολογίες.
Όμως ενδεχομένως αυτήν τη φορά η Ρωσία να είναι περισσότερο προετοιμασμένη για τον «οικονομικό αποκλεισμό», εφόσον μετά τις τελευταίες αποφάσεις για κυρώσεις έχει δημιουργηθεί μια ισχυρή εσωτερική οικονομία, αντικαθιστώντας εισαγόμενα προϊόντα με εγχώρια (π.χ. γαλακτοκομικά προϊόντα όπως τυριά), ενώ ανέπτυξε και εγχώριο σύστημα διαδικτύου, ώστε να ανεξαρτητοποιηθεί από διεθνείς εταιρείες. Την ίδια στιγμή ενίσχυσε τις σχέσεις με την Κίνα, η οποία αυτήν τη στιγμή αποτελεί τον κύριο χρηματοδότη του δημοσίου χρέους της.
Υπενθυμίζεται ότι η Ρωσία είναι μια χώρα που μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης αποτέλεσε μεγάλο “εξαγωγέα ταλέντων» κυρίως σε θέματα τεχνολογίας. Η χώρα, παρά τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπισε, διατηρεί έναν ισχυρό και τεχνολογικά αναβαθμισμένο στρατό (σύμφωνα με διεθνή μέσα, από την πρώτη μέρα εισβολής η Ρωσία εξουδετέρωσε το σύστημα τηλεπικοινωνιών της Ουκρανίας).
Μετά τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας, η παγκόσμια τάξη πραγμάτων, οικονομικά και πολιτικά, αναμένεται να αλλάξει και να γίνει πολύ πιο περίπλοκη και πολυσύνθετη. Ρωσία και Κίνα αναζητούσαν, και θα συνεχίσουν να το κάνουν, ισχυροποίηση του ρόλου τους στην παγκόσμια πολιτική καριέρα, ως αντίβαρο στην επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (ΗΠΑ).
Ρωσία και Κίνα πρώτα θέλουν να διαφυλάξουν τις περιοχές οι οποίες βρίσκονται στη σφαίρα επιρροής τους, και μετέπειτα να διεισδύσουν σε άλλες, νέες αγορές. Υπάρχει η άποψη ότι οι ΗΠΑ χρειάζονται ένα ισχυρό οικονομικό αντίβαρο, ειδικά μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ σκοπεύουν να αμφισβητήσουν την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία του δολαρίου. Εξάλλου υπάρχουν σημαντικές διαφορές ως προς τις ιδέες που αντιπροσωπεύονται από τη Δύση και τις δύο προαναφερθείσες χώρες. Φυσικά αυτήν τη στιγμή η δυναμική της κινεζικής οικονομίας είναι μεγαλύτερη από αυτήν της Ρωσίας, εφόσον τα τελευταία χρόνια έχουν ακολουθήσει αντίθετες πορείες.
Συρία, Αφγανιστάν, Ουκρανία, Καζακστάν αποτελούν πεδία διαμάχης ΗΠΑ και Ρωσίας, με την τελευταία να θεωρεί ότι υπάρχει μια προσπάθεια περιορισμού της περιοχής που επηρεάζει. Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα η Κίνα με αποφάσεις της μπλόκαρε το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου με τη Λιθουανία όταν αυτή προχώρησε στην εμβάθυνση των σχέσεων με την Ταϊβάν.
Οι κυρώσεις που ανακοινώνονται από κράτη και διεθνείς οργανισμούς εναντίον της Ρωσίας και νομικών και φυσικών ατόμων που συνδέονται με τον Πρόεδρο της χώρας, θα έχουν αντίκτυπο και στους ίδιους. Για παράδειγμα, μεγάλα ποσά ρωσικών κεφαλαίων βρίσκονται επενδυμένα στο Ηνωμένο Βασίλειο και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ η μεγάλη αύξηση στο κόστος της ενέργειας θα επηρεάσει αρνητικά τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Ένα σημαντικό στοιχείο, είναι οι σκέψεις που έγιναν και γίνονται για περιορισμό της πρόσβασης των ρωσικών τραπεζών στον διατραπεζικό μηχανισμό swift, που διαχειρίζεται τις μεταφορές κεφαλαίων. Αν και βρίσκεται στη σφαίρα της συζήτησης, πολύ δύσκολα μπορεί να εφαρμοστεί τέτοιο μέτρο, λόγω της αναταραχής που θα προκαλούσε στον διεθνή χρηματοπιστωτικό τομέα. Βρισκόμαστε εν μέσω ενός «οικονομικού πολέμου» και ένα τέτοιο μέτρο θα είχε πολλές και σημαντικές παράπλευρες απώλειες.
Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, γίνεται αντιληπτό ότι μια εξωγενής οικονομία, όπως αυτή της Κύπρου, επηρεάζεται αρνητικά από οποιαδήποτε εξωτερικά γεγονότα προκαλούν αστάθεια, μεταβλητότητα και αβεβαιότητα. Σημειώνεται ότι η συμμετοχή σε διεθνείς ή Ευρωπαϊκούς Θεσμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, επηρεάζει σημαντικά τις αποφάσεις ενός κράτους εφόσον πολλά ζητήματα πολιτικής, όπως π.χ. οι κυρώσεις για τη Ρωσία, αποφασίζονται συλλογικά.
Οι τρεις πυλώνες
Στην Κύπρο οι ανησυχίες εστιάζονται σε τρεις πυλώνες. Ο πρώτος αφορά τη διαφαινόμενη αύξηση των τιμών και του πληθωρισμού με την εκτίναξη του κόστους της ενέργειας και τη σημαντική μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών, που ενδεχομένως να οδηγήσει σε περιορισμό της οικονομίας για ανάπτυξη.
Ο δεύτερος αφορά τις εταιρείες ρωσικών συμφερόντων που δραστηριοποιούνται στην Κύπρο, ή μέρος τους έχει μεταφερθεί στην Κύπρο και αφορούν τον χρηματοοικονομικό τομέα, τον τομέα των ακινήτων, της ναυτιλίας ή έχουν τα κεντρικά τους γραφεία στη χώρα για να εξυπηρετούν ολόκληρο τον εταιρικό όμιλο στις άλλες χώρες. Ζητούμενο είναι κατά πόσον οι κυρώσεις, κυρίως στον χρηματοπιστωτικό τομέα, θα επηρεάσουν τις δραστηριότητές τους και κατ’ επέκτασιν όλους τους επαγγελματίες που παρέχουν επαγγελματικές υπηρεσίες σε αυτούς τους οργανισμούς. Από την άλλη ενδεχομένως για κάποιες άλλες η Κύπρος να θεωρηθεί ως εναλλακτική, λόγω της σταθερότητας που υπάρχει, για μεταφορά δραστηριοτήτων στη χώρα.
Ο τρίτος πυλώνας αφορά τον τομέα του τουρισμού και πώς αυτός θα επηρεαστεί, ειδικά μια χρονιά που οι προβλέψεις ήταν πολύ θετικές, μετά τη δύσκολη περσινή και προπέρσινη περίοδο. Ήδη είδαμε την Αγγλία να απαγορεύει την προσγείωση των αεροπλάνων ρωσικής εταιρείας στο έδαφός της. Οποιαδήποτε εμπόδια προκύψουν στη αεροπορική μεταφορά τουριστών στην Κύπρο θα επηρεάσει τον τομέα.
Λαμβάνοντας υπόψη το πώς είναι δομημένη η κυπριακή οικονομία και τον καθοριστικό ρόλο των ξένων επενδύσεων στη χώρα, δε μπορεί να μείνει η Κύπρος ανεπηρέαστη από τα γεγονότα. Το ζητούμενο είναι η δυνατότητα απορρόφησης των κραδασμών, η ένταση των οποίων θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια που θα έχουν οι ρωσικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία.