Ουκρανικό και τουρκικές στρατηγικές επιλογές

Σε μια σημειολογικά βαρύνουσα ημερομηνία, κατά την 3η Φεβρουαρίου 2022, με τη συμπλήρωση 30 χρόνων διπλωματικών σχέσεων Τουρκίας – Ουκρανίας, έλαβεν χώραν στο Κίεβο το 10ο Στρατηγικό Συμβούλιο Υψηλού Επιπέδου μεταξύ των δύο χωρών. Ο Τούρκος Πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ενδυόμενος τον μανδύα ενός δυνάμει διαμεσολαβητή, επισκέφθηκε την ουκρανική πρωτεύουσα, προκειμένου να συζητήσει, μεταξύ άλλων, δυνατότητες αποκλιμάκωσης και διευθέτησης της ρωσο-ουκρανικής κρίσης, η οποία και εξελίσσεται σε μείζον μεταψυχροπολεμικό πρόβλημα.

Ούσα μέλος της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας και θεωρούμενη εν γένει παράγοντας του δυτικού συστήματος ασφάλειας, η Τουρκία επιδιώκει διά των εν προκειμένω κινήσεων, αφενός μεν να αναβαθμίσει τον ρόλο της στην ευρύτερη περιοχή, αυτοπροβαλλόμενη ως παράγοντας σταθερότητας και ασφάλειας, αφετέρου να αναδείξει τη θέση της ως δέλεαρ, τόσο προς τις ΗΠΑ, με τις οποίες επιχειρεί να αποκαταστήσει τις διαταραγμένες σχέσεις της, όσο και έναντι της Μόσχας, της οποίας το ενδιαφέρον για την περιοχή είναι αδιάλειπτο εδώ και αιώνες, καθώς η Ρωσία επιδιώκει μέσω στρατηγικών ανοιγμάτων να εξέλθει στη Μεσόγειο.

Σημειώνεται, αναφορικά προς το εν εξελίξει ουκρανικό ζήτημα, πως ο Ρώσος Πρόεδρος εκλαμβάνει την Ουκρανία ως «εγγύς εξωτερικό», διεκδικώντας παράλληλα την υπεράσπιση της ρωσικής μειονότητας στην περιοχή. Στο κρίσιμο δε για τις διεθνείς εξελίξεις ενεργειακό πεδίο, η Τουρκία κατάφερε να αναπτύξει και να εμπεδώσει ισχυρούς δεσμούς με τη Ρωσική Ομοσπονδία.

Ως προς την άλλη πλευρά του νομίσματος, ο σημαντικός παράγων οικοδόμησης της τουρκικής στρατηγικής αρχιτεκτονικής, Ιμπραήμ Καλίν, επικοινωνώντας προσφάτως με τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Τζέικ Σάλιβαν, κατάφερε την από κοινού διαπίστωση συγκλινουσών προσεγγίσεων αναφορικά προς τη δυνατότητα μιας, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, απομάκρυνσης του ενδεχομένου εμπλοκής της Μόσχας στις κατά ταύτα συγκρουσιακές διεργασίες στην Ουκρανία.

Η ανωτέρω κίνηση εντάσσεται στη λογική διαμεσολάβησης, που επιχειρεί να αναλάβει η Άγκυρα, και παραπέμπει σε μια Τουρκία ικανή να αναπτύξει έναν ρόλο σημαντικού στρατηγικού παράγοντα, χρήσιμου πρωτίστως για τα αμερικανικά συμφέροντα.

Ως προς τις σχέσεις Κιέβου - Άγκυρας, αυτές αναπτύσσονται σε διάφορα επίπεδα. Κατ’ αρχάς, οφείλουμε να υπενθυμίσουμε πως η Τουρκία, διά της ιδίας παραγωγής drones, των επονομαζόμενων και Bayraktar, που πώλησε δώδεκα το περασμένο έτος στην Ουκρανία, είναι εμπλεκόμενη στη διένεξη, που εκτυλίσσεται στο παρόν, καθώς τα εν λόγω όπλα είναι σε θέση να αξιοποιηθούν από το Κίεβο και εις βάρος της Μόσχας. Πολλώ μάλλον δε που η τρέχουσα επίσκεψη Ερντογάν επισφράγισε και την κατεύθυνση της από κοινού παραγωγής αμυντικών, οπλικών συστημάτων. Ταυτόχρονα, οι δύο χώρες διατηρούν και αναπτύσσουν εξαιρετικού επιπέδου εμπορικές σχέσεις, όπερ παραπέμπει και στο πολιτικό εν προκειμένω επίπεδο.

Εκ παραλλήλως και αναφορικά προς τις σχέσεις Μόσχας - Άγκυρας, παρατηρούνται διαφορετικές και διαφοροποιημένες θέσεις στο ζήτημα της Λιβύης και της Συρίας, όπου ιδιαιτέρως στην κρίσιμη γεωπολιτικά Συρία, η Ρωσία επιχειρεί να διασφαλίσει πάση δυνάμει τα συμφέροντά της διά του καθεστώτος Άσαντ. Ως προς την περίπτωση της Κριμαίας, ο Ερντογάν επιδιώκοντας τη μεγιστοποίηση της επιρροής της Άγκυρας σε τουρκόφωνα φύλα, υποστηρίζει τους Τατάρους της χερσονήσου, που διαβιούν εκεί, δημιουργώντας δυνάμει και ένα επιπλέον συγκρουσιακό δεδομένο με τη Μόσχα. Επίσης, σε αυτήν την παράθεση των εξελίξεων, ας μη λησμονείται η γεωγραφική θέση της Τουρκίας, αλλά και ο έλεγχος των Στενών του Βοσπόρου, δεδομένο του οποίου η αξιοποίηση από την Άγκυρα θα της επέτρεπε την ανάληψη ενός σημαίνοντος ρόλου στις επερχόμενες διεθνείς διεργασίες.

Συμπερασματικά, αν και η Άγκυρα επιχειρεί να αναπτύξει έναν ρόλο διαμεσολαβητή ως προς την ουκρανική περίπτωση, αυτός συνιστά μια δύσβατη διαδρομή, στον βαθμό που τα συμφέροντα, που αναφύονται καθ’ οδόν, είναι πολλά, δυνάμει εκρηκτικά, περιπλεγμένα, με διαφορετικούς δρώντες ως πρωταγωνιστές, εν πολλοίς δε και αλληλοσυγκρουόμενα.

Εν αντιθέσει προς παλαιότερες εποχές, όπου η ανάληψη ρίσκου, έστω και υπολογισμένου, αποφεύγετο στις τουρκικές πολιτικές κινήσεις, τούτη τη φορά η Άγκυρα πορεύεται με λελογισμένο ρίσκο έναντι των μεγάλων δυνάμεων, που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, στοχεύοντας στην εμπέδωση μιας ηγεμονικής παρουσίας, η οποία θα της προσέδιδε ισχυρό άρωμα διεθνούς παίκτη.