Η ουκρανική τραγωδία, ο Ερντογάν και εμείς

Το ουκρανικό ζήτημα, εισβολής και πολέμου, δικαίως προβληματίζει ως δράμα που θα έπρεπε να ανήκει σε αποχές πριν από τον 21ον αιώνα. Ζήτημα εξωπραγματικό προς την έννοια του σεβασμού των συνόρων και της καλής γειτονίας.

Ο όποιος όμως συγκλονισμός και ανησυχία απ’ όσα εμφανίζονται ως απαράδεκτες εικόνες καθημερινότητας, πρέπει αφού δεν μπορούσε δραστικά να επιτύχουμε από μόνοι μας κάτι σημαντικό προς τερματισμό και επίλυση, να δούμε και να προετοιμαστούμε για τα επιμέρους για την ώρα δεδομένα, που προσπαθεί και ήδη διαμορφώνει ο κος Ερντογάν, εκμεταλλευόμενοι και ορισμένες δικές μας, τι άλλο, υποχωρήσεις!

Συγκεκριμένα, η Τουρκία προωθεί όπως η ίδια επιθυμεί, για δικούς της σκοπούς, τη δική της παρέμβαση προς τις δύο χώρες του πολέμου, προς το Ισραήλ, προς τις ΗΠΑ. Διεκδικεί απ’ όλους «φιλικές» παραχωρήσεις, ή άλλες διευκολύνσεις, απλώς γιατί είναι «μεγάλη» στρατιωτική δύναμη σε μια περιοχή που δυνατόν ν’ αποτελέσει το θέρετρο μιας πιο γενικευμένης καταστροφής. Δική του χώρα, δική του θεώρηση και δική του τακτική, που έχει κατορθώσει να είναι άλλοτε αρεστή και άλλοτε απορριπτέα. Όμως είναι εκεί. Επιμένει πάντα να είναι, δήθεν, στο επίκεντρο των υπό εξέταση και διαμορφούμενων εξελίξεων.

Στις όσες κινήσεις του κ. Ερντογάν με τις άμεσες ή έμμεσες επιδιώξεις του, εμείς καταφέραμε να του παραχωρήσουμε (χωρίς μάλιστα να τις αποδέχεται) την εγκατάλειψη της ίδιας από την Ευρωπαϊκή Ένωση απαίτησής μας (που τώρα η Ευρωπαϊκή Ένωση την επιβάλλει για τη Ρωσία), πολιτικής για λήψη μέτρων. Εγκατάλειψη του ανάλογου που εφάρμοσε η Ευρωπαϊκή Ένωση για να επαναφέρουμε (ηττημένη νοοτροπία) την πεπαλαιωμένη ιδέα των ΜΟΕ, που στη σημερινή μορφή της εκδηλωμένης τουρκικής βουλιμίας και τακτικής (δύο κράτη στην Κύπρο) διαμορφώνουν ένα νέο, από δικό μας σφάλμα, σαφέστατο κεκτημένο πλεονέκτημα στην Τουρκία.

Μάλιστα δεν μας αρκεί η έλλειψη διορατικότητας από πλευράς Κύπρου, αλλά μετατράπηκε ο εκκλησιασμός στο Φανάρι, που αποφάσισε να πραγματώσει ο Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, σε συνάντηση ή γεύμα με τον κ. Ερντογάν, που θέλει να επιτύχει, ως ο Μεγάλος της περιοχής, εκείνα που επιθυμεί. Η υποδοχή όχι τυχαία, βέβαια, δεν θα έχει τη μεγαλοπρέπεια που είχε η υποδοχή του Προέδρου του Ισραήλ. Οπότε και το απλό ερώτημα: Τι καλό μπορεί να επιφέρει μια τέτοια συνάντηση σε μια εποχή που η δύναμη του ισχυρού απειλεί μέχρι και με Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο!

Ο κ. Ερντογάν ως εισβολέας, με στρατό κατακτητή, διαιρεί για 48 χρόνια και εποικίζει την Κυπριακή Δημοκρατία και απαιτεί προκλητικά δύο Κράτη ως λύση. Αντίθετα στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο θέλει να επιβάλει ό,τι στα μεγέθη της περιοχής μας και ο νέος Σουλτάνος που θα απαιτήσει και δυστυχώς θα επιτύχει νέες υποχωρήσεις από Ελλάδα και Κύπρο! Άτολμοι χωρίς μνήμη αγώνων και θυσιών, χωρίς ανάταση για δίκαιη διεκδίκηση και χωρίς έμπνευση για πρωτοβουλίες υπέρ του δικαίου μας, γινόμαστε μόνο «ακόλουθοι» των επιθυμιών του κου Ερντογάν, αν όχι ψυχικά και πνευματικά υπόδουλοί του.