Η μέρα μετά

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο πόλεμος στην Ουκρανία, δυστυχώς, συνεχίζεται. Ένας πόλεμος, ο οποίος προκαλεί δέος σε ολόκληρο τον κόσμο. Στο μυαλό κάθε ανθρώπου, πέρα από τα δεινά του ουκρανικού λαού, κυριαρχεί η έγνοια τι θα γίνει στη συνέχεια και ενδόμυχα η αγωνία αν θα έχουμε ευρύτερη σύρραξη. Αν λοιπόν θεωρήσουμε ότι δεν έχουν παραφρονήσει οι ηγέτες σε Ανατολή και Δύση, θα ήταν φρόνιμο να σκεφτούμε πώς θα είναι η επόμενη μέρα του πολέμου. Να προβληματιστούμε για τον κόσμο που διαμορφώνεται και πώς διαμορφώνεται. Όσον και αν είναι δύσκολο εμείς εδώ στη μικρή Κύπρο να αξιολογήσουμε τα δεδομένα και να εκτιμήσουμε τις εξελίξεις, οφείλουμε τουλάχιστον να προσπαθήσουμε. Να προσπαθήσουμε για να μπορεί η πατρίδα μας να πορευτεί όσο καλύτερα και ασφαλέστερα γίνεται μέσα στον νέο κόσμο που διαμορφώνεται ως ένα κάθετο μέτωπο Ανατολής και Δύσης, στο πλαίσιο ενός νέου Ψυχρού Πολέμου. Ενός Ψυχρού Πολέμου, ο οποίος έχει μια μεγάλη διαφορά με τον προηγούμενο. Ο παρών Ψυχρός Πόλεμος δεν ενέχει ιδεολογικό χαρακτήρα. Είναι μεταξύ κρατών, στα οποία επικρατεί το ίδιο κοινωνικό - οικονομικό σύστημα. Ο νέος Ψυχρός Πόλεμος οικοδομείται πάνω σε δύο άξονες. Δύση, που συναποτελείται από τα γνωστά κράτη που γνωρίζουμε, Β. Αμερική, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ιαπωνία, Αυστραλία ως κυρίως οικοδόμημα και Ανατολή, που συνίσταται κυρίως από Ρωσία και Κίνα, που για αρκετά θέματα συνεπικουρούνται και από άλλα κράτη. Είναι αρκετό, για του λόγου το αληθές να κοιτάξει κάποιος τον κατάλογο των χωρών που αρνήθηκαν να επιβάλουν κυρώσεις στη Ρωσία. Η προσπάθεια, λοιπόν, ν’ αξιολογηθούν και εκτιμηθούν τα δεδομένα όπως διαμορφώνονται τη μέρα μετά που θα τερματιστεί ο πόλεμος και η εκτίμηση είναι απαραίτητη, για να μπορεί η μικρή Κύπρος να κολυμπήσει όσον είναι δυνατόν με επιτυχία στα νερά της νέας παγκόσμιας και φουρτουνιασμένης θάλασσας. Πριν όμως προχωρήσει η όποια αξιολόγηση για την επαύριον, καλό θα ήταν να δούμε, χωρίς να σημαίνει ότι τις υιοθετώ ή τις απορρίπτω, ορισμένες προφητικές, όπως αποδεικνύονται, σκέψεις του γνωστού Αμερικανού πολιτικού, διπλωμάτη και ακαδημαϊκού, Χένρι Κίσινγκερ. Σε ένα άρθρο του, το οποίο δημοσίευσε το 2014. Έγραφε, λοιπόν:

«Η Ρωσία πρέπει να αποδεχθεί ότι η προσπάθεια να εξαναγκάσει την Ουκρανία σε καθεστώς δορυφόρου, και έτσι να μετακινήσει ξανά τα σύνορα της Ρωσίας, θα καταδίκαζε τη Μόσχα να επαναλάβει την ιστορία της των αυτοεκπληρούμενων κύκλων αμοιβαίων πιέσεων με την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Δύση πρέπει να καταλάβει ότι, για τη Ρωσία, η Ουκρανία δεν μπορεί ποτέ να είναι απλώς μια ξένη χώρα. Η ρωσική ιστορία ξεκίνησε σε αυτό που ονομαζόταν Κίεβο-Ρως. Η ρωσική θρησκεία διαδόθηκε από εκεί. Η Ουκρανία ήταν μέρος της Ρωσίας για αιώνες και οι ιστορίες τους ήταν αλληλένδετες πριν από ποτέ. Μερικές από τις πιο σημαντικές μάχες για τη ρωσική ελευθερία, ξεκινώντας με τη Μάχη της Πολτάβα το 1709, έγιναν σε ουκρανικό έδαφος. Ο στόλος της Μαύρης Θάλασσας - το μέσο προβολής ισχύος της Ρωσίας στη Μεσόγειο - βασίζεται με μακροχρόνια μίσθωση στη Σεβαστούπολη, στην Κριμαία. Ακόμη και διάσημοι αντιφρονούντες όπως ο Αλεξάντερ Σολζενίτσιν και Γιόζεφ Μπρότσκι επέμειναν ότι η Ουκρανία ήταν αναπόσπαστο μέρος της ρωσικής ιστορίας και, μάλιστα, της Ρωσίας».

Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, ο Αμερικανός διπλωμάτης υποστήριζε το 2014 πως η Ευρωπαϊκή Ένωση έπρεπε να αναγνωρίζει το γεγονός ότι οι έως τότε πρακτικές της στη διαπραγμάτευση της σχέσης της με την Ουκρανία συνέβαλαν στη μετατροπή μιας διαπραγμάτευσης σε κρίση.

«Η εξωτερική πολιτική είναι η τέχνη του καθορισμού προτεραιοτήτων. Οι Ουκρανοί είναι το καθοριστικό στοιχείο», έγραφε συγκεκριμένα ο Χένρι Κίσινγκερ και συμπλήρωνε: «Το να αντιμετωπίζεται η Ουκρανία ως μέρος μιας αντιπαράθεσης Ανατολής - Δύσης θα εξάλειφε για δεκαετίες κάθε προοπτική να φέρει τη Ρωσία και τη Δύση - ιδιαίτερα τη Ρωσία και την Ευρώπη - σε ένα συνεργατικό διεθνές σύστημα».

Όπως επεσήμανε τότε ο Αμερικανός διπλωμάτης και πολιτικός, «η Ουκρανία είναι ανεξάρτητη μόνο για 23 χρόνια. Προηγουμένως βρισκόταν υπό κάποιο είδος ξένης κυριαρχίας από τον 14ον αιώνα. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ηγέτες της δεν έχουν μάθει την τέχνη του συμβιβασμού, ακόμη λιγότερο την ιστορική προοπτική (…). Μια σοφή πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Ουκρανίας θα αναζητούσε έναν τρόπο, ώστε τα δύο μέρη της χώρας να συνεργαστούν μεταξύ τους. Πρέπει να επιδιώξουμε τη συμφιλίωση, όχι την κυριαρχία μιας παράταξης».

Και συνέχισε ο Κίσινγκερ:

«Ο καθένας έχει κάνει την κατάσταση χειρότερη. Η Ρωσία δεν θα ήταν σε θέση να επιβάλει μια στρατιωτική λύση χωρίς να απομονωθεί σε μια εποχή που πολλά από τα σύνορά της είναι ήδη επισφαλή. Για τη Δύση, η δαιμονοποίηση του Βλαντιμίρ Πούτιν δεν είναι πολιτική, είναι άλλοθι για την απουσία της», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Τόνιζε, μάλιστα, ότι ο Πούτιν θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι, όποια και αν είναι τα παράπονά του, μια πολιτική στρατιωτικών επιβολών θα προκαλούσε έναν άλλον Ψυχρό Πόλεμο.

«Από την πλευρά τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αποφύγουν να αντιμετωπίζουν τη Ρωσία ως παρεκκλίνουσα που θα διδαχθεί υπομονετικά κανόνες συμπεριφοράς που έχουν θεσπισθεί από την Ουάσιγκτον». Και πρότεινε τότε ο Κίσινγκερ:

  1. Η Ουκρανία θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να επιλέγει ελεύθερα τις οικονομικές και πολιτικές συμμαχίες της, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.
  2. Η Ουκρανία δεν πρέπει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.
  3. Η Ουκρανία θα πρέπει να είναι ελεύθερη να δημιουργήσει οποιαδήποτε κυβέρνηση συμβατή με την εκφρασμένη βούληση του λαού της. Οι σοφοί Ουκρανοί ηγέτες θα επέλεγαν τότε μια πολιτική συμφιλίωση μεταξύ των διαφόρων περιοχών της χώρας τους. Σε διεθνές επίπεδο, θα πρέπει να ακολουθούν μια στάση παρόμοια με αυτήν της Φινλανδίας. Αυτό το έθνος δεν αφήνει καμιάν αμφιβολία για την απόλυτη ανεξαρτησία του και συνεργάζεται με τη Δύση στους περισσότερους τομείς, αλλά αποφεύγει προσεκτικά τη θεσμική εχθρότητα προς τη Ρωσία.
  4. Είναι ασυμβίβαστο με τους κανόνες της υπάρχουσας παγκόσμιας τάξης η Ρωσία να προσαρτήσει την Κριμαία. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατόν να τεθεί η σχέση της Κριμαίας με την Ουκρανία σε λιγότερο προβληματική βάση. Για τον σκοπό αυτό, η Ρωσία θα αναγνωρίσει την κυριαρχία της Ουκρανίας στην Κριμαία.

«Αυτά είναι αρχές, όχι συνταγές. Σκοπός δεν είναι η απόλυτη ικανοποίηση αλλά ισορροπημένη δυσαρέσκεια. Εάν δεν επιτευχθεί κάποια λύση που βασίζεται σε αυτά ή σε συγκρίσιμα στοιχεία, η στροφή προς την αντιπαράθεση θα επιταχυνθεί. Και αυτό θα έρθει αρκετά σύντομα».

Παρέθεσα το άρθρο Κίσινγκερ ως πληροφόρηση αλλά και ως παράδειγμα για την ανάγκη εμείς εδώ να συστήσουμε κέντρα έρευνας και μελέτης, δεξαμενές σκέψης και ιδρύματα, τα οποία να παρακολουθούν τα τεκταινόμενα ανά τον κόσμο. Να μελετούν και αξιολογούν τις γεωπολιτικές, πολιτικές, οικονομικές και άλλες αλλαγές και εξελίξεις και να συμβουλεύουν το πολιτειακό και πολιτικό προσωπικό.