Ομορφκιά χρωμάτων, μυρουθκιών, ήχων ζωής...

pasxa drousia.jpg

Πουκατοθκιόν που το σπίτιν της γιαγιάς μου τη Μεγάλην Εβδομάδαν, το Πάσκαν ήτουν μια ομορφκια χρωμάτων.

Οι μυρουθκιές πέλα σέλα της Πάφου ούλλης.

Τυρκά των φλαούνων να τριφκούνται, αυκά καλά να συνάουνται (ναν κότσινος ο κρόκος) να φκουν καλές οι φλαούνες μας.

Οι φουρνοι, τα ξύλα σε πρώτη ζήτηση και επιστράτευση.

Μια τέχνη ολόκληρη να πυρώσεις το φούρνον μας στο σπίτι της θείας της Σαββούς.

Σπίτιν πατρικόν της οικογένειας.

Εδώ έζησε τα τελευταία της χρόνια η γιαγιά η Κατερίνα, που μας παρέδωσε προκομμένα την παράδοση της πρωτινής βιοτής του άρτου με το σιταρένον αλεύριν που το δικόν σου το σιτάριν, τη δικήν σου τη σοθκιάν.

Τους φόκους, το ζύμωμαν σε σκάφην, μεάλην τζιαι μιτσιάν.

Κόμα τζιαι τωρά, τες σκάφες εις τη Δρούσιαν εν τες έχουμέν για μόστραν.

Παξιμάθκια, κουλλούρκα, ψουμιά τζιαι φλαούνες δυνάμενες για αθρώπους του κόπου των χωραφκιών της ξενιθκιάς ρεσπέρηες τζιαι βοσκους τζιαι σοφους τζιαι των βιβλίων.

Άνοιξη πρωταπριλιά ξημερώνει των Βαΐων.

Στο ανώιν της γιαγιάς μου θωρώ μακρά ως την Πόλην της Χρυσοχους τα μοναστήρκα τα εαρινά.

Τα χωρκά κατα κάτω ως πέρα στη Λίμνη, το αρχαίον Μάριον. Ξημερώνει των Βαΐων εις τη Δρούσιαν, μακρά της πόλης που σε πληγώνει ο φθόνος πολλών, η επιθετικότητά τους γιατι εν σ' αναγιώσαν οπαδοί, μ' αθρώποι πονεμένοι πρωτινοί.

Μιαν ομορφκιάν χρωμάτων, μυρουθκιών, ήχων ζωής εγυρέψαμεν...

Κόμα γυρεύκουμέν τα με πεθυμιάν... με αγάπην...