Διεθνή

Αμβλώσεις στις ΗΠΑ: Η πολιτική «μεταμόρφωση» του Μπάιντεν και στο βάθος ο Τραμπ

Η «μεταμόρφωση» του Αμερικανού Προέδρου έχει μεγάλη σημασία, καθώς στην πολιτική του σταδιοδρομία σπάνια είχε χρησιμοποιήσει τη λέξη άμβλωση

Η αλλαγή των ισορροπιών στο Ανώτατο Δικαστήριο με τον διορισμό τριών συντηρητικών δικαστών από τον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ήρθε να «στοιχειώσει» δύο χρόνια μετά την πολιτική ζωή της χώρας. Συγκεκριμένα, η Politico αποκάλυψε ένα προσχέδιο γνωμοδότησης του Ανώτατου Δικαστηρίου που δύναται να ανατρέψει την ιστορική απόφαση του 1973, με την οποία αναγνωρίστηκε το δικαίωμα των Αμερικανίδων στην άμβλωση. Η διαρροή αυτή, η οποία ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη από την καταπονημένη από τον πληθωρισμό κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν, η οποία μετράει τα κουκκιά της για τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου. Μάλιστα, η ελεύθερη πτώση της δημοτικότητας του Αμερικανού Προέδρου τον «ανάγκασε» να δει με άλλο μάτι το ζήτημα των αμβλώσεων και να «ξεχάσει» όσα υποστήριζε τα προηγούμενα χρόνια. Η πολιτική αυτή διαμάχη αναδεικνύει όμως τις παρασκηνιακές διεργασίες για τις προεδρικές εκλογές του 2024, με την υποψηφιότητα του Τραμπ να μοιάζει ολοένα και πιο βέβαιη. Πάντως, το ενδεχόμενο επιστροφής του στον Λευκό Οίκο ανησυχεί μεν τους Ευρωπαίους, εντούτοις δημιουργεί ευκαιρίες για ενδυνάμωση της συνεργασίας των κρατών μελών της ΕΕ.

Η πολιτική μεταμόρφωση του Μπάιντεν

Οι δύσκολοι (πολιτικοί) καιροί απαιτούν δύσκολες αποφάσεις. Έτσι ο Μπάιντεν, πιστός καθολικός, ο οποίος ποτέ δεν είχε τη φήμη των ένθερμου υποστηρικτή του δικαιώματος των γυναικών στην άμβλωση, φόρεσε το προσωπείο του υπερμάχου του δικαιώματος αυτού, σε μια προσπάθεια να εκμεταλλευτεί πολιτικά το θέμα για να αντλήσει ψήφους ενόψει ενδιάμεσων εκλογών.

Η «μεταμόρφωση» του Αμερικανού Προέδρου έχει μεγάλη σημασία, καθώς στην πολιτική του σταδιοδρομία σπάνια είχε χρησιμοποιήσει τη λέξη άμβλωση. Σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ, στις ανακοινώσεις του πάντα ήταν πολύ προσεκτικός με την επιλογή των λέξεων, αφού συνήθως χρησιμοποιούσε τις φράσεις «δικαίωμα των γυναικών να επιλέγουν» ή «αναπαραγωγική υγεία».

Σβήνοντας από το ιστορικό τους τις προηγούμενες τοποθετήσεις, έθεσε το ζήτημα στη βάση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και κάλεσε τους Αμερικανούς να ψηφίσουν στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου, ώστε να τα υπερασπιστούν. Ωστόσο, κάποιοι δεν λησμονούν ότι πριν από περίπου 30 χρόνια ως γερουσιαστής, είχε στηρίξει μια νομοθετική προσπάθεια που θα επέτρεπε στις πολιτείες να παρακάμπτουν την απόφαση του 1973, ενώ τάχθηκε κατά της παροχής ομοσπονδιακής χρηματοδότησης για αμβλώσεις, φτάνοντας το 2006 να τις χαρακτηρίσει ως «τραγωδία».

Η πολιτική κατάσταση στις ΗΠΑ όμως δεν αφήνει περιθώρια ελιγμών για τον Αμερικανό Πρόεδρο, γι’ αυτό δεν αποτελεί έκπληξη η πολιτική εκμετάλλευση της διαρροής του Politico για να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους υπέρ των Δημοκρατικών. Παραδοσιακά στις ενδιάμεσες εκλογές ευνοείται το κόμμα της αντιπολίτευσης και τα μέχρι στιγμής δεδομένα προεξοφλούν μια δύσκολη μάχη για το κόμμα του Μπάιντεν. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών, η υπεράσπιση του δικαιώματος στην άμβλωση μπορεί «να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους γύρω από τους Δημοκρατικούς υποψηφίους», εάν ληφθεί υπόψη ότι οι περισσότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία των Αμερικανών τάσσονται υπέρ της προστασίας του δικαιώματος στην άμβλωση.

Από την άλλη, όμως, εν μέσω βαθιών πολιτικών διαιρέσεων, οι αποκαλύψεις αυτές συσπειρώνουν αντίστοιχα και τους Ρεπουμπλικάνους για τους ακριβώς αντίθετους λόγους. Πολιτικοί αναλυτές θεωρούν ότι εάν επιβεβαιωθούν οι διαρροές, θα πρόκειται για μια ιστορική νίκη για τους Ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους αλλά και για τον Τραμπ, ο οποίος ουσιαστικά είχε διορίσει τρεις δικαστές του Ανωτάτου, εξασφαλίζοντας τη στροφή του προς τον συντηρητισμό.

Οι αγεφύρωτες αυτές διαφορές ουσιαστικά δημιουργούν το δίπολο πάνω στο οποίο θα κινηθεί η στρατηγική του ενοίκου του Λευκού Οίκου. Γι’ αυτό προειδοποίησε ότι «όλες οι αποφάσεις που αφορούν την ιδιωτική ζωή» των Αμερικανών και «ολόκληρη σειρά άλλων δικαιωμάτων» μπορεί να τεθούν υπό αμφισβήτηση, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ίσως πάρουν σειρά θέματα υψηλής ευαισθησίας, όπως ο γάμος ομοφυλοφίλων, ο οποίος αναγνωρίζεται νομικά σε εθνικό επίπεδο έπειτα από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον Ιούνιο 2015. Τις «ανησυχίες» αυτές μοιράζονται νομικοί κύκλοι, επικαλούμενοι την αριθμητική υπεροχή των συντηρητικών έως ακραίων συντηρητικών δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου.

«Πρόβα» Τραμπ για το 2024

Σε κάθε περίπτωση οι ενδιάμεσες εκλογές θα λειτουργήσουν ως μια πρόβα για τις προεδρικές εκλογές του 2024. Αμερικανικά ΜΜΕ αναφέρουν ότι τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο Τραμπ έχουν εκμυστηρευτεί στον κλειστό τους κύκλο ότι κατά πάσα πιθανότητα θα κατέλθουν ως υποψήφιοι για την προεδρία των ΗΠΑ. Παρά το ότι εμφανίζονται βέβαιοι για τη νίκη τους, κανείς δεν κάνει το πρώτο βήμα

Σύμφωνα με τους αναλυτές της Politico, Jonathan Lemire και Meridith McGraw, επιδίδονται και οι δύο σε ένα «παίγνιο της κότας», το οποίο ουσιαστικά παγώνει τις διαδικασίες στα στρατόπεδα των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο ερωτήματα σχετικά με το πολιτικό μέλλον των δύο κομμάτων.

Το δημοσίευμα, επικαλούμενο συμβούλους του Αμερικανού Προέδρου, υποστηρίζει ότι ο Μπάιντεν επιδιώκει επανεκλογή, παρά το γεγονός ότι το 2024 θα είναι 82 ετών. Δεν φαίνεται όμως να έχει άλλη επιλογή, αφού εάν κάνει πίσω, θα χάσει μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο. Μερίδα Δημοκρατικών ελπίζουν ότι ο Μπάιντεν θα πάρει την απόφασή του για το εάν θα κατέλθει ή όχι αμέσως μετά τις ενδιάμεσες εκλογές, για να δώσει χρόνο στο κόμμα ώστε να προετοιμαστεί για την εξεύρεση νέου υποψηφίου. Αυτοί όμως που γνωρίζουν καλά τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, θεωρούν ότι οι γρήγορες αποφάσεις δεν είναι το δυνατό του σημείο, δημιουργώντας ανησυχίες ότι οι ανακοινώσεις του μπορεί να καθυστερήσουν μέχρι και το 2023.

Από την άλλη, όμως, ειδικοί εκτιμούν ότι τις ανακοινώσεις αυτές θα μπορούσε να επισπεύσει μια εξαγγελία υποψηφιότητας για την προεδρία από τον Ντόναλντ Τραμπ. Στη βάση μιας ιδεολογικής προσέγγισης ο Μπάιντεν θα «αναγκαστεί» να κατέβει ξανά στη μάχη για τον προεδρικό θώκο για να αποτρέψει την είσοδο του Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Όπως και το 2020, ο Μπάιντεν βλέπει τον Τραμπ ως υπαρξιακή απειλή για τη δημοκρατία της χώρας, ενώ φαίνεται ότι θεωρεί τον εαυτό του ως τον μοναδικό υποψήφιο που μπορεί να τον νικήσει στην προεδρική αναμέτρηση. Αντίστοιχα, η εξαγγελία της υποψηφιότητας του Τραμπ επίσης εξαρτάται από το πώς θα κινηθεί ο Μπάιντεν. Για τον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ θα είναι η κατάλληλη ευκαιρία να πάρει την εκδίκησή του για την ήττα του 2020 και να αποδείξει ότι είχε δίκαιο για τους ισχυρισμούς που προέβαλλε για την εκλογική διαδικασία.

Ο διεθνής αντίκτυπος

Για τον υπόλοιπο κόσμο και ειδικά για τη Γηραιά Ήπειρο, οι αποκαλύψεις για την αποξήλωση του δικαιώματος στην άμβλωση αποτέλεσαν μια υπενθύμιση όχι μόνο ότι οι πολιτικές του Τραμπ συνεχίζουν να επηρεάζουν την πολιτική ζωή της χώρας, αλλά επίσης ότι υπάρχει σοβαρή πιθανότητα ο πρώην Πρόεδρος να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο στις αρχές του 2025.

Σε κάθε περίπτωση, οι Ευρωπαίοι καλούνται να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι οι ΗΠΑ μπαίνουν σε μια εξαιρετικά κρίσιμη εκλογική διαδικασία, η οποία δεν θα μείνει ανεπηρέαστη από το ζήτημα του δικαιώματος στην άμβλωση. Αυτή η διαδικασία δύναται να περιορίσει τον Μπάιντεν σε μια βραχυπρόθεσμη θητεία 18 με 24 μηνών, για να τον διαδεχθεί τελικά ο Τραμπ με το «αντιδιεθνές» σλόγκαν του «Ας κάνουμε την Αμερική ξανά μεγάλη». Για πολλούς Ευρωπαίους διπλωμάτες η υλοποίηση της απόφασης για τις αμβλώσεις θα είναι σαν μια πρώτη γεύση της επιστροφής του Τραμπ στην προεδρία της χώρας.

Από την άλλη όμως οι εξελίξεις αυτές μπορούν να λειτουργήσουν ως «αφύπνιση» για τους Ευρωπαίους αξιωματούχους για να την απογαλάκτιση της ΕΕ από τις ΗΠΑ. Το γεγονός ότι ο Τραμπ διατηρεί τη δυναμική του και έχει σημαντικές πιθανότητες επανεκλογής, θα πρέπει να κινητοποιήσει τα κράτη μέλη της ΕΕ για ενδυνάμωση της συνεργασίας κυρίως στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας.