Αλέκος Παναγούλης: Να τον θυμόμαστε

1παναγ.original.jpg

Στην εποχή του «αντιηρωισμού», της χρηματοκρατίας, της επικυριαρχίας του «χρηματοπιστωτικού συστήματος» και της επικράτησης των περίφημων «αγορών» που υποκατέστησαν τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς στην πολιτική διαδικασία, στην εποχή των μεταναστευτικών κυμάτων, η αναφορά στον Αλέκο Παναγούλη σε αυτήν την επετειακή του θανάτου του ρωγμή του χρόνου, μοιάζει με ενοχλητική αφύπνιση από τον μακάριο ύπνο και τον εθνικό και κοινωνικό λήθαργο των ημερών μας.

Αναφερόμαστε στον θάνατο του αγωνιστή των αγωνιστών και του ήρωα των ηρώων Αλέκου Παναγούλη την 1η του Μάη του 1976, που συγκλόνισε τον ελληνικό λαό αλλά και τον Κυπριακό Ελληνισμό, με τον οποίο διατηρούσε στενούς και ακατάλυτους αγωνιστικούς δεσμούς. Τόσο κατά όσο και μετά την επτάχρονη χουντική τυραννία.

Στις 13 Αυγούστου του 1968 ο Παναγούλης γίνεται παγκόσμια γνωστός καθώς μεταδίδεται η πληροφορία ότι αποπειράθηκε να σκοτώσει τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο.

Μέσα σε μια Ελλάδα όπου η ενεργητική αντίσταση στη χούντα αριθμούσε μόλις μερικές εκατοντάδες συμμετοχές, η είδηση για την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα μετατράπηκε σε εγερτήριο σάλπισμα για μια πιο μαζική και αποφασιστική αντίδραση προς τη δικτατορία.

Η σύλληψη του Παναγούλη και τα απάνθρωπα βασανιστήρια στα οποία υποβάλλεται στο κελί-τάφο στο Μπογιάτι, μένουν στην ιστορία ως αποθέωση της ανθρώπινης περιφρόνησης προς τη σωματική βία αλλά και τον ίδιο τον θάνατο. Η απολογία του ενώπιον του Στρατοδικείου προκάλεσε πραγματικό σοκ στους δικτάτορες.

«Δεν υπάρχει, κύριοι Στρατοδίκαι, ωραιότερο Κύκνειο άσμα για κάθε αγωνιστή από τον επιθανάτιο ρόγχο μπροστά στα πολυβόλα του εκτελεστικού αποσπάσματος της τυραννίας».

Η καταδίκη του σε θάνατο, η άρνησή του να υποβάλει αίτηση απονομής χάριτος και η φρικτή απομόνωσή του στο τσιμεντένιο κελί-τάφο 2Χ2, καθιέρωσε τον Παναγούλη ως έναν πανελλήνιο και παγκόσμιο θρύλο. Σε μιαν ανθρώπινη ύπαρξη που αποτελούσε έναν διαρκή ύμνο προς την ελευθερία.

Ένθερμος μαχητής του αγώνα του κυπριακού λαού για ελευθερία πρωταγωνιστεί μετά την πτώση της δικτατορίας στον αγώνα για την επιστροφή του Μακαρίου στην Κύπρο. Τον θυμάμαι να έρχεται τακτικά στα Γραφεία της ΔΕΚΦΑ (Δημοκρατική Κίνηση Κυπρίων Φοιτητών Αθήνας) - το φθινόπωρο του ’74, στην οδό Ηροδότου στο Κολωνάκι για να μας ενισχύει οικονομικά και να στηρίζει ποικιλοτρόπως τις αγωνιστικές μας κινητοποιήσεις για την Κύπρο. Έρχεται στην Κύπρο το 1975. Περιοδεύουμε στις ελεύθερες περιοχές. Γίνεται δεκτός με αγάπη και ενθουσιασμό. Ως βουλευτής ετοιμάζεται να αποκαλύψει τα αρχεία της ΕΣΑ, κάτι που προκαλεί πανικό για τα απομεινάρια της χούντας αλλά και τους κρυφούς συνεργάτες της.

Οι ύποπτες συνθήκες του θανάτου του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα πριν από 46 χρόνια έχουν συνδεθεί με τον αμείλικτο πόλεμο που είχε κηρύξει εναντίον των βασανιστών του ελληνικού λαού αλλά και των ενόχων της κυπριακής τραγωδίας.

Η θύμηση του Αλέκου Παναγούλη δεν είναι μια απλή εκπλήρωση χρέους. Είναι κυρίως οφειλή προς την ανάγκη να αντλούμε διδάγματα για μιαν αγωνιστική στάση, μια στάση συνεχούς αγρυπνίας στην «γκρίζα» και «υπνώττουσα» εποχή μας.