Αναλύσεις

Πληθωριστικές πιέσεις και αγοραστική αξία

Το φαινόμενο δεν είναι κυπριακό εφόσον οι πλείστες χώρες ταλανίζονται από τις αυξήσεις στις τιμές σε αγαθά και υπηρεσίες, ενώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι κάποιες, κυρίως πετρελαιοπαραγωγές, αυξάνουν τα κέρδη τους

Πλέον ο πληθωρισμός μπήκε στο καθημερινό λεξιλόγιο των πολιτών και της κοινωνίας, η οποία βιώνει την καθημερινή αύξηση των τιμών, όντας ανήμπορη να αντιδράσει. Σταδιακά οι συνήθειες αλλάζουν, άλλωστε τα τελευταία χρόνια αυτό συνέβη αρκετές φορές, επαναξιολογούνται οι προτεραιότητες, μειώνονται τα άσκοπα έξοδα και αναπροσαρμόζεται ο οικογενειακός προϋπολογισμός.

Το φαινόμενο δεν είναι κυπριακό εφόσον οι πλείστες χώρες ταλανίζονται από τις αυξήσεις στις τιμές σε αγαθά και υπηρεσίες, ενώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι κάποιες, κυρίως πετρελαιοπαραγωγές, αυξάνουν τα κέρδη τους (σε αυτές ενδεχομένως να συμπεριλαμβάνεται και η Ρωσία, που βλέπει μια μετά την άλλη τις εταιρείες να πληρώνουν το φυσικό αέριο σε ρούβλι ενισχύοντας σημαντικά το εγχώριό της νόμισμα).

Όντως μεγάλο ποσοστό των αυξήσεων των τιμών στην Κύπρο είναι εισαγόμενο, εφόσον η χώρα εξαρτάται ενεργειακά, αν δεν είναι ολοκληρωτικά, σε συντριπτικό βαθμό, από τις εισαγωγές καυσίμων από το εξωτερικό. Όπως είναι φυσικό, με τις τιμές του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές να αυξάνονται δημιουργείται μια αλυσίδα αυξήσεων. Σε αυτό προστίθενται και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα διεθνώς, απόρροια της αδρανοποίησης σημαντικών παραγωγικών μονάδων για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω κορωνοϊού.

Οπότε προκύπτουν ερωτήματα ως προς το κατά πόσον θα μπορούσαμε ως χώρα να γίνουμε πιο αυτάρκης. Όσον αφορά τον τομέα της ενέργειας, εντείνονται οι προσπάθειες για προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, κάτι το οποίο έπρεπε να γίνει εδώ και αρκετό καιρό, εφόσον αδιαφορούσαμε ως χώρα στις συστάσεις των ειδικών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όσον αφορά τα αγαθά, εύλογη είναι η απορία ενός παππού για το πώς συνδέεται η μείωση της παραγωγής των σιτηρών στην Ουκρανία με την τιμή του ψωμιού στην Κύπρο. Δυστυχώς, ο πρωτογενής τομέας, που κάποτε συνεισέφερε μέχρι και 18% του ΑΕΠ, γνώρισε την παρακμή διαχρονικά και την αντικατάσταση των κυπριακών προϊόντων με εισαγωγές. Σταδιακά τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια επανασύστασης του τομέα, αλλά είδαμε και την εβδομάδα που μας πέρασε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Οι πιο ρομαντικοί, βλέποντας τις τιμές των φθαρτών να εκτοξεύονται, δηλώνουν έτοιμοι να φυτέψουν ντοματιές και αγγουριές στον κήπο τους.

Η ενίσχυση της αυτάρκειας μια χώρας δεν αποτελεί άμεσο μέτρο αντιμετώπισης του πληθωρισμού, αλλά απαιτεί μακροχρόνιο σχεδιασμό, στρατηγική και έλεγχο, ανεξάρτητα από τις αλλαγές των κυβερνήσεων. Δυστυχώς, θυμόμαστε αλλαγές μοντέλων και νέους τομείς όταν η χώρα περνά μέσα από κρίσεις.

Όσον αφορά τα μέτρα που λαμβάνονται από τις εθνικές κυβερνήσεις, αυτά είναι προσωρινά και σκοπό έχουν την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών του φαινομένου, και όχι τον ίδιο τον πληθωρισμό. Τα μέτρα μπορεί να είναι οριζόντια και να καλύπτουν στο σύνολό τους τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές, όπως οι μειώσεις σε έμμεσους φόρους και στον φόρο κατανάλωσης ή στοχευμένα, όπως η στήριξη ομάδων του πληθυσμού που αντιμετωπίζουν προβλήματα όσον αφορά τα αναγκαία για την επιβίωσή τους προϊόντα και αγαθά. Την ίδια στιγμή είναι αναμενόμενο ότι θα ενταθούν οι έλεγχοι για αποφυγή φαινομένων αισχροκέρδειας.

Την ίδια στιγμή ο αυξημένος πληθωρισμός συνδυάζεται με την επιβράδυνση των οικονομιών. Αν η αύξηση των τιμών οφειλόταν αποκλειστικά στην αυξημένη ζήτηση, τότε αυτό θα οδηγούσε σε αύξηση των επενδύσεων για ενίσχυση της παραγωγής / προσφοράς και της ανάπτυξης της οικονομίας. Δυστυχώς, όμως, το μεγάλο ποσοστό του πληθωρισμού δημιουργείται «τεχνητά» μέσα από την αβεβαιότητα και τις στρεβλώσεις που δημιουργεί ο πόλεμος και οι κυρώσεις και αντικυρώσεις. Όσο συνεχίζεται η ίδια κατάσταση και πολλές φορές επιδεινώνεται, δε μπορούν οι δυνάμεις του παγκόσμιου εμπορίου να δράσουν για να βρεθεί το νέο ισοζύγιο. Φυσικά, πλέον, ο διαχωρισμός Δύσης και Ανατολής είναι προφανής οικονομικά και κανένας δεν πιστεύει ότι μπορούμε να επανέλθουμε οικονομικά σε προ πολέμου εποχές.

Σε αυτό το περιβάλλον τον δικό τους ρόλο διαδραματίζουν και οι Κεντρικές Τράπεζες, οι οποίες φαίνεται να έχουν «παγιδευτεί» στις δικές τους πολιτικές με την παροχή ασύμμετρης ρευστότητας στις αγορές μέσα από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, που ξεκίνησαν ως έκτακτο μέτρο ενίσχυσης των οικονομιών και συνεχίζουν να υιοθετούνται για δεύτερη δεκαετία.

Η Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ την περασμένη εβδομάδα δήλωσε ξεκάθαρα ότι τον μεγαλύτερο αρνητικό αντίκτυπο από την υπάρχουσα κατάσταση θα υποστεί η Ευρώπη, οπόταν οι Κεντρικές Τράπεζες των ΗΠΑ και της Αγγλίας είναι πιο επιθετικές στις αυξήσεις των επιτοκίων. Φυσικά εύλογα δημιουργείται το ερώτημα κατά πόσον η Ευρώπη πρέπει να ακολουθεί κατά γράμμα τις HΠΑ στην επιβολή κυρώσεων, γνωρίζοντας ότι δημιουργείται μεγαλύτερο πρόβλημα σε αυτήν και η ισοτιμία του ευρώ έναντι των άλλων νομισμάτων διολισθαίνει.

Ένα άλλο σημαντικό σημείο που ενδεχομένως να υποτιμάται αυτήν τη στιγμή είναι ότι οι κυρώσεις και οι αντικυρώσεις δημιουργούν προηγούμενο στη διεθνή οικοδομική σκακιέρα. Δεσμεύσεις ακινήτων και αεροσκαφών ιδιωτών και ιδιωτικών εταιρειών, διατάγματα που καταπατούν τα διεθνώς καταχωρημένα σήματα και την πνευματική περιουσία είναι κάποια από τα μέτρα που εφαρμόστηκαν με ιδιαίτερη ευκολία, με τον καθένα να κάνει συνειρμούς ότι μπορεί να συμβεί ξανά.

Η τωρινή κατάσταση αποτελεί και μια σύγκρουση δύο κόσμων με διαφορετικές φιλοσοφίες και ιδεολογίες, ειδικά μετά την ανάδειξη των δημοκρατικών στην εξουσία. Από τη μια οι ΗΠΑ υποστηρικτές της παγκοσμιοποίησης και από την άλλη πολιτικές «ελέγχου» του χώρου οικονομικής δράσης και των εμπορικών δραστηριοτήτων με τον υπόλοιπο κόσμο.

Ο τομέας της ενέργειας αλλά και ο έλεγχος των παραγωγικών πόρων και της εφοδιαστικής αλυσίδας αποτελούσε και αποτελεί αντικείμενο πολιτικών αντιπαραθέσεων, που αρκετές φορές οδήγησε σε πολεμικές συρράξεις, όπως για παράδειγμα ο πόλεμος του Κόλπου.

Κάθε πολίτης, όπως και κάθε επιχείρηση, πάντοτε λογικά σκεπτόμενοι, συγκροτούν τον οικογενειακό / επιχειρηματικό προϋπολογισμό, ώστε να διασφαλίζεται για το κάθε άτομο, μέσα από το πέρασμα των χρόνων, ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης για το ίδιο και την οικογένειά του, ενώ για τις επιχειρήσεις η βιωσιμότητα και η ανάπτυξή τους.

Σε αυτό το πλαίσιο, γίνεται αξιολόγηση των εισοδημάτων, του ποσού που απαιτείται για τις καθημερινές ανάγκες, για αποταμίευση και ενδεχομένως διασφάλιση των κεφαλαίων για δύσκολες εποχές και για τη συνταξιοδότηση, για επενδύσεις σε ακίνητα, είτε για διασφάλιση παθητικού εισοδήματος ή για ιδία χρήση και σε κινητές αξίες. Στην εξίσωση πάντοτε λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα και το ύψος του δανεισμού. Φυσικά η στρατηγική για κάθε οικογένεια εξαρτάται από τα περιουσιακά στοιχεία που έχει, τα παρόντα και μελλοντικά εισοδήματα και τη διάθεσή της όσον αφορά το θέμα ρίσκου.

Οι αντοχές της κοινωνίας δοκιμάζονται και οι ανέξοδες αντιπαραθέσεις και τα μεγάλα λόγια δεν πείθουν. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ο κοινωνικός ιστός και όσο το δυνατόν η κατανάλωση, ώστε να μην υπάρχει σημαντική επιβράδυνση της οικονομίας.