Αλέξης Κύρου: Κορυφαίος διπλωμάτης και ακατάβλητος αγωνιστής των δικαίων του Κυπριακού Ελληνισμού

Φλογερός πατριώτης με σπάνιες διπλωματικές ικανότητες, αναγνωρισμένες όχι μόνον από τους Έλληνες, αλλά και από ξένους πολιτικούς και διπλωμάτες, με θαυμαστή ευρυμάθεια και πάνω απ’ όλα με μιαν απέραντη αγάπη για την Κύπρο

alexiskyrou.jpg

Κορυφαίος διπλωμάτης, ανυποχώρητος μαχητής και διεκδικητής των εθνικών δικαίων του Ελληνισμού, υπήρξε ο κυπριακής καταγωγής Αλέξης Κύρου. Φλογερός πατριώτης με σπάνιες διπλωματικές ικανότητες, αναγνωρισμένες όχι μόνον από τους Έλληνες, αλλά και από ξένους πολιτικούς και διπλωμάτες, με θαυμαστή ευρυμάθεια και πάνω απ’ όλα με μιαν απέραντη αγάπη για την Κύπρο, ιδιαίτερη πατρίδα του πατέρα του, Άδωνη Κύρου. Αγωνίστηκε στην πρώτη γραμμή των διεκδικήσεων του Ευρύτερου Ελληνισμού, ελεύθερου και αλύτρωτου. Επέδειξε απαράμιλλη μαχητικότητα, πάντοτε ανυποχώρητος και ακατάβλητος για την Αυτοδιάθεση – Ένωση της Κύπρου με τη Μητέρα Ελλάδα, από τα μέσα του 1920 μέχρι τον θάνατό του το 1968. Όπως έγραψε ένας άλλος κορυφαίος διπλωμάτης και μεγάλος φίλος της Κύπρου, ο Ξανθόπουλος Χριστιανός-Παλαμάς, στενός συγγενής του εθνικού ποιητή Κωστή Παλαμά, ο Αλέξης Κύρου είχε δημιουργήσει μια δική του σχολή σκέψης στην όλη σταδιοδρομία του στο Υπουργείο Εξωτερικών. Και διακρινόταν η σχολή αυτή, για τη μαχητικότητά της, τη σθεναρή και ανυποχώρητη επιμονή της, στη διεκδίκηση των εθνικών δικαίων του αλύτρωτου Ελληνισμού γενικά και της Κύπρου ειδικότερα.

Ο Αλέξης Κύρου ήταν γιος του κυπριακής καταγωγής δημοσιογράφου -εκδότη- της έγκυρης απογευματινής εφημερίδας της Αθήνας, «Εστία», που είχε προσφέρει κι εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στους απελευθερωτικούς αγώνες του Έθνους. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1901, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και το Παρίσι και εισήλθε στη διπλωματική υπηρεσία το 1923. Το 1931 ήταν Πρόξενος της Ελλάδας στην Κύπρο, όπου άρχισε επαφές με την εκκλησιαστική ηγεσία, πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες, με σκοπό την αφύπνιση του λαού και τη διεκδίκηση της ελευθερίας του. Τον Οκτώβρη του 1931 ξέσπασε το κίνημα των Ελλήνων της Κύπρου, που καταπνίγηκε στο αίμα. Οι Βρετανοί κατακτητές του νησιού επέρριψαν μέγα μέρος της ευθύνης για το εθνικό εκείνο ξέσπασμα, των Οκτωβριανών, στον Αλέξη Κύρου και ζήτησαν την ανάκλησή του από την Κύπρο. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, Πρωθυπουργός τότε της Ελλάδας, αν και διατηρούσε πολύ φιλικούς δεσμούς με την οικογένεια Κύρου, υπέκυψε στο βρετανικό διάβημα και απομάκρυνε τον Αλέξη Κύρου. Και ο θρυλικός Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης, άκαμπτος στα εθνικά θέματα, αν και ήταν Προέδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, δεν δίστασε να εκφράσει τη διαφωνία του για την ενέργεια αυτή του Βενιζέλου.

Μακριά, όμως, από την αγαπημένη του Κύπρο ο Αλέξης Κύρου δεν έπαψε ποτέ να ενδιαφέρεται γι’ αυτήν. Στο πέρασμά του από τη διπλωματική υπηρεσία της Ελλάδας άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια του στον χειρισμό των μεγάλων εθνικών θεμάτων που αντιμετώπιζε κατά καιρούς η Μητέρα Πατρίδα, με κορυφαίο το Κυπριακό. Στο θέμα αυτό ο Κύρου δεν ήταν μόνο διπλωμάτης, αλλά και μαχητής πρώτης γραμμής, εντός και εκτός διπλωματικής υπηρεσίας. Ενημερωνόταν από τους αδελφούς του Κύρο και Αχιλλέα, όταν συναντιόταν με τον Συνταγματάρχη Γρίβα και συζητούσαν, από το 1952, τη δυνατότητα διεξαγωγής ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα στην Κύπρο. Γνώριζε όλες τις μυστικές αυτές επαφές και δεν έκρυβε την εκτίμηση ότι μόνο με ένοπλο αγώνα θα εξαναγκάζονταν οι Βρετανοί να δεχθούν λύση στο Κυπριακό. H προσφορά του Αλέξη Κύρου στη διπλωματική υπηρεσία αναγνωρίζεται από τους προϊσταμένους του. Το 1945 έγινε Διευθυντής Α’ του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών και το 1949 προήχθη σε πληρεξούσιο Υπουργό.

Μεταξύ του 1947 και του 1954 υπηρέτησε στη νευραλγική θέση του Μόνιμου Αντιπροσώπου της Ελλάδας στην Έδρα των Ηνωμένων Εθνών, στη Νέα Υόρκη. Με πρωταγωνιστή τον ίδιο, επί κυβέρνησης Παπάγου, δόθηκε η πρώτη μάχη της Ελλάδας στα Ηνωμένα Έθνη και τέθηκε επίσημα το αίτημα του κυπριακού λαού ν’ ασκήσει το αναφαίρετο δικαίωμα της Αυτοδιάθεσης, δικαίωμα που οι Βρετανοί καταπατούσαν. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1953 ο Αλέξης Κύρου, ως αντιπρόσωπος της Ελλάδας, στην ομιλία του ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης, ανακοίνωσε επίσημα ότι: «Η Ελλάδα αναλαμβάνει την υποχρέωση να υιοθετήσει το κυπριακό αίτημα, αν περνούσε η άκαρπη προθεσμία ενός χρόνου, που ζητείτο για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων μεταξύ Βρετανίας και Ελλάδας».

Η απομάκρυνση από την Κυβέρνηση Καραμανλή

Οι δραστηριότητες του Κύρου και γενικά η εθνοπρεπής του στάση ενόχλησαν τον Καραμανλή, που διαδέχθηκε στην εξουσία τον αποθανόντα Παπάγο. Και το 1956, όταν ο αγώνας της ΕΟΚΑ είχε πια φουντώσει, ο Υπουργός Εξωτερικών, Ευάγγελος Αβέρωφ, που γνώριζε τις μάχες που έδινε ο Κύρου για την Κύπρο στα Ηνωμένα Έθνη, τον απομάκρυνε από τη Νέα Υόρκη, για να μην ενοχλούνται οι Βρετανοί αποικιοκράτες, στους οποίους ο Κύρου ασκούσε έντονη κριτική και προκαλούσε συνεχή πονοκέφαλο. Τον μετέθεσε στη μακρινή Στοκχόλμη της Σουηδίας, σε μια υποβαθμισμένη πρεσβεία, μακριά από το Εθνικό Κέντρο. Σε μια κρίσιμη και αποφασιστική καμπή του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, η Κύπρος στερήθηκε των υπηρεσιών του θερμού υποστηρικτή της και πιο άξιου διεκδικητή των δικαίων της. Τις τύχες της κρατούν πια στα χέρια τους οι ανθενωτικοί Ευάγγελος Αβέρωφ, Παναγιώτης Πιπινέλης και ο υβριστής της Κύπρου και των ηγετών του απελευθερωτικού της αγώνα, ο μοιραίος Άγγελος Βλάχος. Ο άνθρωπος που είχε το θράσος και την αγένεια να παραδεχθεί ότι ο Αβέρωφ τον διόρισε Γενικό Πρόξενο της Ελλάδας στην Κύπρο για να υποσκάψει τον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ κα να επιλέξει τις περιοχές που θα έδινε η Ελλάδα στους Τούρκους, ερήμην του κυπριακού λαού, που αγωνιζόταν για την Ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα.

Στη Στοκχόλμη βρισκόταν ο Αλέξης Κύρου, όταν η Κυβέρνηση Καραμανλή εγκατέλειψε τη διεκδίκηση της Αυτοδιάθεσης - Ένωσης, δέχθηκε καθεστώς αυτοκυβέρνησης και τελικά οδήγησε την άτυχη Κύπρο στην επάρατη συμφωνία της Ζυρίχης, που έφερε τους Τούρκους στην Κύπρο. Μετά την πτώση του Καραμανλή και τη φυγή του με Τριανταφυλλίδη στη Γαλλία, με τη νέα Κυβέρνηση Κέντρου, με Πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου και Αντιπρόεδρο και Υπουργό Εξωτερικών τον Στέφανο Στεφανόπουλο, ο Κύρου μετατίθεται στην Πρεσβεία της Βόνης, στη Δυτική Γερμανία. Η πρεσβεία αυτή ήταν νευραλγικής σημασίας και ο Στεφανόπουλος, που γνώριζε τον Κύρου, διότι μαζί είχαν δώσει μάχες για την Κύπρο, όταν ήταν Υπουργός Εξωτερικών στην Κυβέρνηση Παπάγου, τον είχε επιλέξει για την πρεσβεία αυτή. Στη Βόνη ο Κύρου παρέμεινε μέχρι την αφυπηρέτησή του το 1968. Ο θάνατός του στέρησε την ελληνική διπλωματία από ένα κορυφαίο μέλος της, την Ελλάδα από έναν από τους κορυφαίους διεκδικητές των εθνικών της δικαίων και την Κύπρο από τον πιο ακάματο και ακατάβλητο υπερασπιστή των αγώνων της για Ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα. Έφυγε ο αείμνηστος Αλέξης Κύρου με τον μεγάλο πόνο που δεν είδε τους αγώνες του κυπριακού Ελληνισμού, στους οποίους άφησε τη σφραγίδα του, να ευοδώνονται. Η Κύπρος, όμως, αν και οι αγώνες της για Ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα δεν δικαιώθηκαν, θα τον ευγνωμονεί στους αιώνες για τις μεγάλες υπηρεσίες που της πρόσφερε. Άλλωστε, τους αγώνες της Κύπρου για ελευθερία και εθνική δικαίωση εξακολουθεί να συνεχίζει μόνη η οικογένεια Κύρου με την «Εστία», την αρχαιότερη καθημερινή εφημερίδα της Ελλάδας. Και η Κύπρος την ευγνωμονεί για την αφιλοκερδή εθνική προσφορά της.