Η Ειρωνεία της Πολιτικής κι η Πολιτική της Ειρωνείας, ή... Παιδεία στον Πλανήτη των Πιθήκων

Τόσο κοντά και, συνάμα, τόσο μακριά. Στο σαλόνι σας, την κουζίνα ή την κρεβατοκάμαρα, αν έχετε κι εκεί τηλεόραση, σε σκόπιμο συγχρονισμό σε όλα τα κανάλια, είπαμε οι κακόπιστοι, για να μην αποφεύγονται: σαν Διάγγελμα του Μεγάλου Αφελφού. Ο Λόγος της Εξουσίας, ή το ειρωνικό... Άλλο του Λόγου. Κι ένα για τον δρόμο, ώ της Κρίσης πτωχοπρόδρομοι, οι «αλώβητοι» άλλοι τραπεζίτες κι οικονομολόγοι του «η Κρίση θα μας άφηνε αλώβητους».

Παντού, αλλά και πόσο έξω από τα πράγματα που «διαγγέλλουν»: αμέτοχοι στις πραγματικές συνέπειές τους, αδιάφοροι και ξένοι στην οδυνηρή για τους πολλούς, αντιφατική προς το ειρωνικό των λόγων περιτύλιγμα, την καταστροφική πραγματικότητά τους.

Ξεχωρίζοντας την πραγματική από την ρητορική ειρωνεία, στο Om Begrebet Ironie, Η Έννοια της Ειρωνείας, ο Kierkegaard υποδεικνύει ότι, αντίθετα από την παιγνιώδη, ή εμπαικτική προφάνεια της ειρωνείας του λόγου ως εμφανούς ρητορικού σχήματος, στην πραγματική ειρωνεία «υπάρχει η τάση να μην γίνεται αυτή κατανοητή» (D.C.Muecke, 1970. Eιρωνεία. Η Γλώσσα της Κριτικής, αρ. 11, εκδ. Ερμής, μτφ. Κώστας Πύρζας, σ. 80).

Αλλά, αν βασικό γνώρισμα της ειρωνείας είναι η αντίθεση φαινομένου και πραγματικότητας, τότε προϋπόθεση και απαραίτητος όρος της ειρωνείας είναι η συνειδητοποίηση της αντίθεσης, και μάλιστα στην πηγή της, στην εκφορά αν είναι δυνατόν του λόγου που επιχειρεί να καλύψει την αντίθεση αυτή. Με την αναγνώριση της συγκαλυμμένης ειρωνείας, όπόταν οι Προδρομής με... αγαστή έκφραση καλόπιστου και καλώς εννοούντος ενθουσιασμού πανηγυρίζει την ... 'σωτηρία των τραπεζών', ο κακόπιστος ακροατής, εσείς κι εγώ, αναρωτηθούμε κι ερωτήσουμε: 'σώθηκαν από τί ακριβώς;'.

Και, στην μεν Ειρωνεία του Λόγου το παιγνίδι βρίσκεται σε μια έξυπνα κρυμμένη αντίφαση λόγου και πραγματικότητας που θέλει να εξαργυρώσει την επιτυχία της ή να πραγματώσει τους σκοπούς της αποκαλυπτόμενη.

Συχνά επιδέξια αυτοαποκαλυπτόμενη, ως λεπτή αντίφαση ανάμεσα στον λόγο και τα συμφραζόμενά του, όλα δοσμένα στον προικισμένο αναγνώστη, με τις αυτοαντιφάσεις του είρωνος λόγου, με κάποια υπερβολή ή ασάφεια, υπονοούμενα ή άλλα χαρακτηριστικά της κρυμμένης ειρωνείας προειδοποιητικά γνωρίσματα του ύφους. ‘Οπως στην Απολογία του Σωκράτους, η πανέξυπνα ειρωνική χρήση του έως κι εξοργιστικά εμπαικτικού 'πονηρού' λόγου της αυτοαναιρετικής του «αυτοϋποτίμησης» να χρησιμοποιείται για να αποδείξει την... «αμάθεια» του Σωκράτη.

Την ειρωνική υποτίμηση που συγκρούεται ανοικτά με τα συμφραζόμενα χρησιμοποιεί, σε ένα άλλο παράδειγμα επιτηδευμένης ειρωνείας του λόγου ο Γίββων, στο LXX κεφάλαιο της Παρακμής και Πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: «Από τους τρείς Πάπες, το πρώτο θύμα ήταν ο Ιωάννης ο 23oς. Διέφυγε, και τον έφεραν πίσω αιχμάλωτο: συγκαλύφθηκαν οι πιο σκανδαλώδεις κατηγορίες. Ο βικάριος του Χριστού κατηγορήθηκε μόνο για ληστεία, δολοφονία, απαγωγή, ομοφυλοφιλία κι αιμομιξία». (!!!)

Aliud dicere ac sentias: η ειρωνεία του άλλα λέγειν, άλλα εννοείν κι άλλα εννοείν ότι εννοούνται

Αντίφαση κι ασυναρτησία λόγου, λέξεων με αυτό που ονομάζουν: όπως ο οίκος της αποδεδειγμένης, σε κάθε πρόκληση των δυσκόλων, αβουλίας να ονομάζεται 'Βουλή' κι οι μηδέποτε στα κρίσιμα κρίνοντες και βουλευόμενοι (θυμίζω τα εν τάχει και ως 'Πάμε Πακέτο' ψηφισθέντα πρώτα 28 νομοσχέδια του Μνημονίου) αυτάρεσκα να αυτεπονομάζονται 'βουλευτές'! Ή, να δεχθούμε ότι ένας το ίδιο αυτάρεσκα χασκογελών στα ΜΜΕ προπονητής του ποδοσφαίρου ... «βουλεύεται» πραγματικά για ο,τιδήποτε κρισίμου για το έθνος σημασίας; Στην αντίληψή μας, πρέπει να αφήνει εποχή η Προεδρική... αυτοσυγχώρεση για το φιάσκο του Eurogroup και την διακορευτικώς κουρευτική, παταγώδη διάψευση του «δεσμεύομαι» με το εγγενώς ειρωνικό 'έγινα αναξιόπιστος για να είμαι αξιόπιστος'!

Αλλά, στην ειρωνεία των καταστάσεων, όταν με σκληρότερα και πιο αιμοσταγή δόντια ξεσκίζει η πραγματικότητα την ειρωνεία της αντίφασης των λόγων προς αυτήν, η ειρωνεία μπορεί να βρίσκεται στην αντίφαση μεν, αλλά όχι στην αντίληψη ή την πρόθεση του λόγου του «φάσκοντα». Δεν έχουμε εδώ την «απρόσωπη ειρωνεία», του είρωνα που κρύβεται πίσω από μια μάσκα, ενώ τα λόγια του τεχνηέντως, του ατέχνου αυτού, συρράπτουν την ειρωνεία. Ίσως έχουμε, μάλιστα, το αντίθετο της ειρωνείας της αυτοϋποτίμησης, αφού η ειρωνεία εκμεταλλεύεται την «μακάρια άγνοια» του θύματος ή των πολλών θυμάτων, όχι προσποιούμενη αθωότητα και ακίνδυνη σμικρότητα, αλλά το αντίθετο. Επικαλούμενη ειδημοσύνη που καλοπροαίρετα προσφέρει τις σωτήριες υπηρεσίες της, ειρωνικά ίσως, όπως οι πολιτικοί που ροφούν το αίμα της κοινωνίας για να σώσουν δια της αναγκαστικής αιμοδοσίας μας τις τράπεζες ...καταστροφείς της.

Όταν μάλιστα, είναι ακριβώς η «ειδημοσύνη» αυτή, κι οπωσδήποτε το «καλοπροαίρετό» της που ετοίμως θα ετίθεντο εν αμφιβόλω από την πραγματικότητα των αιτιών της οικονομικής καταστροφής, του ρόλου που καλούνται να διασφαλίσουν «τα σοφά των λόγια» για την ανισοκατανομή των συνεπειών της Κρίσης και της αθωωτικής στεγανοποίησης των ενόχων κι αιτίων της. Λόγοι αυτοκτονικών της κοινωνίας «θεραπειών» που συμβουλεύουν οι 'ειρωνικώς ειδήμονες' Πρόδρομοι κι όσοι άλλοι εφφυαλωμένοι, από το τηλεοπτικό γυαλί οιονεί οικονομολόγοι. Καλοπροαίρετοι, όσο ειρωνικά θα προσμαρτυρούσε για τον πρόθυμο κομματικό εκπρόσωπο «ειδήμονα», Νέου Τύπου ειδήμονα, η οικονομική του εφημερίδα, με την οποία φούσκωνε την φούσκα του Χρηματιστηρίου, συνεργός έτσι στο σκάνδαλο της στημένης μεγαλύτερης (κι από το κούρεμα) μεταφοράς πόρων κι εισοδημάτων από τους πολλούς στους λίγους του τόπου αυτού. Ειρωνικώς, Νέου Τύπου ειδήμων, ο εκδότης του τότε «Νέου Τύπου»!

Media, Mania And The Markets, με αυτή την σειρά εξηγεί την ληστρική 'Triad', για τα εν τω City του Λονδίνου αυτός, ο John Campbell (London: Fleet Street Publications, 1994.) Ειρωνεία κι εδώ, αφού κι αυτός ο «ειδήμων» συγγραφέας είχε «διαπρέψει» τότε, στην Λονδρέζικη φούσκα, ως «tipster», με το φυλλάδιο των 'tips' του να φουσκώνει μετοχές, «darling» ανάμεσά τους την Polly Peck του Αζίλ Ναντίρ, που την έφτασε στα ουράνια, μόνο για να σκάσει με πιο μεγάλο κρότο το 1992.

Ζώντας, ως πολιτικός στην διάσταση ανάμεσα στο φαινόμενο και την πραγματικότητα, την άγνοια καρπούμενος των πολλών (και χρειάζεται πολλά θύματα, την πλειοψηφία κυνηγά), εξ επαγγέλματος 'προσποιητής', 'dissembler' αγγλιστί, είναι για τούτο είρων ο πολιτικός; Η ειρωνεία ζει τον πολιτικό, είρων όμως δεν είναι ο ίδιος. Όπως εξηγεί ο ειρωνολόγος Βλαντιμίρ Γιαγκέλεβιτς, στην έξοχη πραγματεία του «Ειρωνεία» ( Flammarion 1987, ελλ. μτφ. Μιχάλης Καραχάλιος, εκδ. Πλέθρον) η φιλοσοφική, γνησία ειρωνεία δια της αυτοϋποτιμήσεως υπηρετεί την απρόσωπη αλήθεια, ενώ ο υποκριτής (ίδε: πολιτικός) προσποιείται τον καλό.

Παραπέμπει, ο Γιαγκέλεβιτς στην φράση του Kierkegaard ότι «ο υποκριτής είναι ο κακός που προσποιείται τον καλό, ενώ ο είρωνας είναι μάλλον ο καλός που παίρνει την όψη του κακού»: ο πρώτος, για να εξαπατήσει εις άγραν των ιδίων του ωφελειών, ο φιλόσοφος είρων όμως, ένας Σωκράτης, προσποιείται τον ψεύτη, τον κακό, για να βοηθήσει, ως μαία, τους άλλους να ζητήσουν και να ανακαλύψουν την πραγματικότητα.

Δια της ειρωνείας αυτεκμηδενιζόμενος ο φιλόσοφος βοηθεί τον ακροατή, μαθητή, του να οικειωθεί την αλήθεια ως δική του κατάκτηση, όπως η μαία βοηθεί την τίκτουσα γυναίκα να γεννήσει εκείνη το μωρό της, σαν δική της να ζήσει της γέννας την στιγμή.

Όχι, ο πολιτικός δεν μπορεί να είναι είρων. Όχι με την έννοια της φιλοσοφικής ειρωνείας, της «δόνησης εκείνης απ' άκρο σ' άκρο», όπως την χαρακτήρισε ο Γιαγκέλεβιτς, της «έξω από παρενθέσεις ειρωνείας» που υπηρετεί διακριτικά την αλήθεια, με την ίδια, όπως η σάτιρα, φιλοσοφική διάθεση αυτοσαρκασμού, πιο εκλεπτυσμένου ίσως, όπως το χαμόγελο συγκρίνεται με τον «άσβεστο γέλωτα».

Αλλά ο πολιτικός ανήκει στους Αγέλαστους. Ζώντας μέσα στην ειρωνεία, όπως το τρίτο μάτι, ίσως, που γνωρίζει των πολλών θυμάτων της την 'μακάρια άγνοια', στο ψέμα της, στην άγνοια τούτη ζώντας, κι απομυζώντας, την σοβαρή του απασχόληση.

Ζώντας μεταξύ φαινομένου και πραγματικότητας, υπόδυση του πολιτικού και μάσκα και 'στολή' του... η αναστολή. Το χάσμα, το χαίνον μεταξύ. Γνωρίζoντας o πολιτικός αρκετά για των θυμάτων του την πλάνη, την άγνοια που τον κερδαίνει, ώστε να προσποιείται αλλά να μην πείθεται ο ίδιος από το ψέμα του, την αλήθεια μή έχοντας όμως συμφέρον, ή το θάρρος να γνωρίσει.

Η Δικτατορία, λοιπόν, του… Μεταξύ. Εκεί, ώ υπούργοι πολιτικοί σας συναντούμε, ώς πολιτι-φάντες. Σε κείνο το χάσμα, το χαίνον της 'κοσμικής της ειρωνείας' το αβυσσαλέο όρυγμα όπου έμελλε να καταποθεί ο τόπος. Μεταξύ θανάτου και θανάτου ζώντας, με την ειρωνική των αιωνίων αυταπάτη, στο 'θάνατον μη δέρκεσθαι' του Αισχύλου εμείς τα «οϊζυρά πλάσματα της στιγμής» αντλώντας το μέγιστο της ζωής και δημιουργίας θάρρος. Αυτής, λοιπόν, της Μεταφυσικής, κοσμικής Ειρωνείας που από την Φύση μας μας καταβάλλει, την στυφή γνωρίζοντας γεύση, πόσο μικρή κι ευτελή, σε αντιδιαστολή, αντέχοντας την ειρωνεία που με ζήλο κακόζηλο, καρπόζηλο ώ Υπηρέτες που προφρόνως πολιτικοί υπηρετείτε.

Θα ζήσουμε, Sub specie vitae το καλό μας ψάχνοντας, sub specie ironie, πώς το είδε της Ειρωνείας ο φιλόσοφος, το δικό σας, προδραμόντες, το κακό ξορκίζοντας. Vivemus.