Ανδρέας Αβρααμίδης: Ο ήρωας της ΕΟΚΑ, που διαμελίστηκε από βόμβες που μετέφερε

Ήταν ένας λεβεντόκορμος έφηβος με λιονταρίσια καρδιά, αγνός πατριώτης και λάτρης της λευτεριάς και της Ελλάδας

5858 ΑΒΡΑΑΜΙΔΗΣ αποκαλυπτήρια προτομής.jpg

Πριν από λίγες ημέρες, 26 Ιουνίου, η Τεμπριά είχε φορέσει τα καλά της για να τιμήσει τον ήρωά της. Ελληνικές και κυπριακές σημαίες υψώθηκαν περήφανα, για να δώσουν την πρέπουσα μεγαλοπρέπεια στην τελετή των αποκαλυπτηρίων του νεαρού λεβεντόπαιδου της ΕΟΚΑ, Ανδρέα Αβρααμίδη, που στα 20 του χρόνια έγινε θυσία στον πανίερο βωμό της Λευτεριάς. Ήταν ένας λεβεντόκορμος έφηβος με λιονταρίσια καρδιά, αγνός πατριώτης και λάτρης της λευτεριάς και της Ελλάδας. Όσοι τον γνώρισαν, ποτέ δεν τον ξέχασαν. Αυτοί που τον έζησαν από κοντά, οι συναγωνιστές, οι συμμαθητές και οι φίλοι του, πάντοτε μιλούν γι’ αυτόν με θαυμασμό.

Τον ήρωα Ανδρέα Αβρααμίδη τον γνώριζα πολύ καλά, τόσο σαν άνθρωπο, όσο και σαν αγωνιστή. Φοιτούσαμε στο ίδιο σχολείο, το Ελληνικό Γυμνάσιο Σολέας, που υπήρξε φυτώριο ηρώων και αγωνιστών πρώτης γραμμής. Μαθητών που υπηρέτησαν στις τάξεις της ΕΟΚΑ ως αντάρτες, ως δολιοφθορείς, ως οδηγοί καταζητουμένων, ως διακινητές όπλων και πυρομαχικών, ως τροφοδότες ανταρτών, ως σύνδεσμοι - ταχυδρόμοι και ως στελέχη - κατά τόπους υπεύθυνοι και οργανωτές της ΑΝΕ (Άλκιμης Νεολαίας της ΕΟΚΑ). Ήρωες του ιστορικού σχολείου μας, που ιδρύθηκε το 1918 από τον φλογερό Ελληνολάτρη εθνάρχη Μακάριο τον Β,’ Μητροπολίτη τότε Κυρηνείας, ήταν ο Ανδρέας Ζάκος, που απαγχονίστηκε με τους Χαρίλαο Μιχαήλ και Ιάκωβο Πατάτσο, ο Χρύσανθος Μυλωνάς, που δολοφονήθηκε άγρια με τον πρωτοξάδελφό του Ευαγόρα Παπαχριστοφόρου από τον θεοκατάρατο προδότη Μιχαήλ Ασσιώτη και ο Ανδρέας Αβρααμίδης, που διαμελίστηκε από εκρήξεις βομβών που μετέφερε.

Πολλές αξέχαστες στιγμές είχα ζήσει με τον αείμνηστο Αβρααμίδη στο Ελληνικό Γυμνάσιο Σολέας, όπου φοιτούσαμε. Θα αναφέρω μερικές μόνο από τις στιγμές αυτές, ιδιαίτερα των τελευταίων δύο χρόνων του Αγώνα, κατά τις οποίες είχαμε συνδεθεί πολύ στενά.

Μια μέρα, που οι Βρετανοί διεξήγαγαν έρευνες σε χωριά της Πιτσιλιάς, δυο- τρεις μήνες μετά τη δολοφονία του φίλου και συμμαθητή μας Χρύσανθου Μυλωνά, ήρθε διαταγή να παρεμβάλουμε εμπόδια στη διακίνηση στρατιωτών στον δρόμο Ευρύχου - Τροόδους. Μου είπε ότι έπρεπε να πάρουμε τους μαθητές στον δρόμο που περνούσε τότε έξω από την Ευρύχου και να εμποδίσουμε τη διέλευση στρατιωτικών αυτοκινήτων. Προτού ακόμα μπούμε στις τάξεις, μετά την κοινή πρωινή προσευχή στο γυμναστήριο, την οποία εγώ έλεγα, έπεσε το σύνθημα: «Όλοι κι όλες έξω στον δρόμο ψηλά έξω από την Ευρύχου». Χωρίς καθυστέρηση ξεχυθήκαμε στον δρόμο και συγκεντρωθήκαμε σε σημείο πιο πάνω από εκεί που είναι σήμερα το ιατρικό κέντρο. Εκεί υπήρχαν στο έδαφος μερικοί μεγάλοι ξύλινοι στύλοι της Ηλεκτρικής. Τους μετακινήσαμε και κλείσαμε τον δρόμο. Ψηλότερα στην πλαγιά του κατηφορικού λόφου, μαθητές και μαθήτριες συγκέντρωναν πέτρες για να είμαστε έτοιμοι, μόλις έφθαναν στρατιώτες να τους κηρύξουμε τον πετροπόλεμο.

Σύγκρουση με στρατιώτες

Δεν πέρασε πολλή ώρα από τη στιγμή που ετοιμαστήκαμε και να πεντέξι μεγάλα αυτοκίνητα γεμάτα στρατιώτες έφθασαν στο οδόφραγμα. Οι επιβαίνοντες ενός προπορευόμενου «λάντροβερ» και του πρώτου μεγάλου αυτοκινήτου που ακολουθούσε αποβιβάστηκαν και προσπαθούσαν με δυσκολία να μετακινήσουν τους στύλους. Τότε ο Αβρααμίδης έδωσε το σύνθημα: «Κτυπάτε». Αυτό ήταν. Μαθητές και μαθήτριες από ψηλά άρχισαν να κυλούν ή να ρίχνουν πέτρες εναντίον των στρατιωτών. Οι στρατιώτες από τα άλλα αυτοκίνητα αποβιβάστηκαν και άρχισε η σύγκρουση, που έμοιαζε με ομηρική μάχη. Πολλοί στρατιώτες πιάστηκαν στα χέρια με μαθητές και το κακό πήρε μεγάλες διαστάσεις. Στρατιώτες προσπαθούσαν ν’ ανέβουν στον λόφο για να συλλάβουν μαθητές και μαθήτριες, που τους λιθοβολούσαν αδιάκοπα με πείσμα και η μάχη δεν έλεγε να κοπάσει. Ήταν πρωτοφανής, απίστευτη αυτή η σύγκρουση. Τελικά, μετά από τρεις ώρες και περισσότερο, ανεβήκαμε ψηλότερα γιατί κόντευαν να σωθούν οι πέτρες και οι στρατιώτες, αφού μετακίνησαν τους στύλους κι άνοιξαν τον δρόμο, μπήκαν στ’ αυτοκίνητά τους και τράβηξαν κατά την Πιτσιλιά. Ο σκοπός μας, όμως, είχε επιτευχθεί. Η καθυστέρηση των στρατιωτών να φθάσουν στον προορισμό τους εμπόδισε τη διεξαγωγή μεγάλης κλίμακας ερευνών που σχεδίαζαν οι Βρετανοί σε χωριά και βουνά της Πιτσιλιάς.

Μια άλλη φορά πήγαμε εκδρομή στα χιόνια, στο Τρόοδος, κάτω από τη Χιονίστρα. Είχαμε χωριστεί σε μεγάλες ομάδες διότι κινούνταν στρατιώτες στην περιοχή. Στρώσαμε τα εδέσματά μας κάτω από τους πεύκους που δεν υπήρχε χιόνι κι αρχίσαμε το φαγητό και τον χιονοπόλεμο. Δυο αυτοκίνητα «λάντροβερ» της στρατιωτικής αστυνομίας περιπολούσαν από την πλατεία του Τροόδους μέχρι την κορυφή της Χιονίστρας, όπου είχαμε ξανοιχτεί πολλοί μαθητές και παίζαμε χιονοπόλεμο. Οι Βρετανοί αστυνομικοί που περνούσαν με το πρώτο «λάντροβερ» μάς γιουχάιζαν και μας προκαλούσαν αναίτια. Τότε ο Αβρααμίδης θύμωσε κι έριξε το σύνθημα: «Απάνω τους», οπότε οι πέτρες τυλιγμένες με χιόνι άρχισαν να πέφτουν σαν βροχή εναντίον τους. Το αυτοκίνητο σταμάτησε και οι Βρετανοί όρμησαν εναντίον μας. Ήταν τόσο πυκνές οι πέτρες που έπεφταν, που τους κράτησαν μακριά μας. Όμως δεν άργησε να φανεί και το δεύτερο «λάντροβερ» με άλλους Βρετανούς αστυνομικούς. Σταμάτησε και οι επιβαίνοντες κατέβηκαν, ενώθηκαν με τους άλλους, έβγαλαν όλοι τις ζωστήρες τους και εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον μας, κάνοντας ταυτόχρονα σήμα και σε λίγο κατέφθασαν ενισχύσεις. Οι καθηγητές που κάθονταν στο ξενοδοχείο «Τζιούπιλι» αντιλήφθηκαν καθυστερημένα τι γινόταν κι έσπευσαν αμέσως στην περιοχή των συγκρούσεων. Ζήτησαν από τους στρατιώτες ν’ αποχωρήσουν και θ’ αναλάμβαναν εκείνοι να επιβάλουν την τάξη. Κι εκεί που γυρνούσαμε στις θέσεις μας για να συνεχίσουμε το φαγητό μας, ένας στρατιώτης κυνήγησε με τη ζωστήρα τον Αβρααμίδη, που κατευθυνόταν αμέριμνος εκεί όπου είχαμε στρωμένα τα φαγητά μας. Ο Αβρααμίδης άκουσε στην άσφαλτο το ποδοβολητό του στρατιώτη που τον κυνηγούσε κι έτρεξε προς το χιόνι, γλίστρησε κι ο στρατιώτης άρχισε να τον κτυπά λυσσαλέα με τη ζωστήρα του. Εμείς που ήμασταν δίπλα του τρέξαμε αμέσως, αρπάξαμε κλαριά πεύκου κομμένα από το χιόνι και ορμήσαμε εναντίον του στρατιώτη, ο οποίος για να γλιτώσει την μήνιν μας τράπηκε εις άτακτον φυγήν προς την κατεύθυνση του ξενοδοχείου «Τζιούπιλι».

Προτού παραθέσω το περιστατικό της θυσίας του ήρωα, όπως το περιγράφει ο συγχωριανός του και τομεάρχης μας, αείμνηστος Φρίξος Δημητριάδης, πρέπει ν’ αναφέρω ότι ο Ανδρέας Αβρααμίδης είχε καταδικαστεί δυο φορές για την εθνική του δράση, όταν ήταν μαθητής, από ειδικό δικαστήριο των αποικιοκρατών. Την πρώτη φορά είχε καταδικαστεί σε τρίμηνη φυλάκιση για επίθεση σε αστυνομικούς και άλλα όργανα της τάξης και τη δεύτερη σε ραβδισμούς για το ίδιο αδίκημα.

Το ιστορικό της θυσίας του ήρωα

Γράφει ο τομεάρχης Φρίξος Δημητριάδης για τις συνθήκες της θυσίας του ήρωα στις 3 Αυγούστου 1958: «Ένα πακέτο με 27 χειροβομβίδες ήταν κρυμμένο σ’ ένα αμπέλι, δίπλα από το σπίτι του Ιάκωβου Κυρίλλου(κατασκευαστή των βομβών). Οι χειροβομβίδες θα πήγαιναν στα βορειότερα χωριά του τομέα, που συνόρευαν με τα τουρκικά χωριά. Ο Βάσος Βασιλείου, από τη Γαλάτα (η μάνα του ήταν αδελφή του Ι. Κυρίλλου και της μάνας του ήρωα Χρύσανθου Μυλωνά), παρέλαβε τις βόμβες το απόγευμα του Σαββάτου, στις 2 Αυγούστου, και τις τοποθέτησε σ’ ένα καλάθι -μικρή κόφα- για να τις μεταφέρουν στα Καλιάνα. Πάνω από τις βόμβες έβαλαν κλιματόφυλλα. Μαζί με τον Αθανάση Τρύφωνος, από τη Γαλάτα, έκαμαν τη μεταφορά με ποδήλατα. Μπροστά προχωρούσε ο Βάσος και ακολουθούσε ο Αθανάσης, που μετέφερε την κόφα. Στον Μύλο του Μιλτή (πατέρα του ήρωα Χρύσανθου Μυλωνά), κατέβασαν την κόφα από το ποδήλατο και την μετέφεραν με τα χέρια μέχρι το παλιό παρεκκλήσι της Παναγίας της Ιαματικής. Παρέδωσαν τις βόμβες στον Νίκο Έλληνα, που ήταν υπεύθυνος της ΕΟΚΑ Τεμβριάς, και έφυγαν. Ο Νίκος έκρυψε τις βόμβες σε κάποιο περβόλι και την άλλη μέρα, Κυριακή το απόγευμα, τις μετέφερε στο σπίτι του, στην Τεμβριά. Από εκεί θα τις μετέφερε ο ίδιος στον Μύλο του Κούμνα και θα τις προωθούσε στην Κοράκου και στα άλλα χωριά, που θα τις χρησιμοποιούσαν για την ένοπλη άμυνα των χωριών, σύμφωνα με το σχέδιο Τ-Χ.

»Στις 7 μ.μ. της ίδιας ημέρας (3 Αυγούστου), ο Ανδρέας Αβρααμίδης και ο Ανδρέας Έλληνας, από την Τεμβριά, παρέλαβαν τις χειροβομβίδες, που ήταν στην κόφα, αλλά η κόφα ήταν μέσα σε μια σακούλα και έπρεπε η ώρα 8 μ.μ. να βρίσκονται στον Μύλο του Κούμνα. Ξεκίνησαν και οι δύο από την Πάνω Γειτονιά και κρατούσαν και οι δύο τη σακούλα, ο ένας μπροστά και ο άλλος πίσω. Πέρασαν από τη Γερόβρυση και μπήκαν σ’ ένα στενό μονοπάτι, που περνούσε κάτω από τ’ Αλώνια της Μέσα Γειτονιάς. Μετά, από άλλο στενό μονοπάτι, πήρε πρώτα ο Αβρααμίδης τη σακούλα στον ώμο και μετά ο Έλληνας. Προχώρησαν προς τη Βρύση του Κεπέση και κρατούσαν μαζί τη σακούλα. Όταν πλησίασαν προς τον ποταμό, ακολούθησαν άλλο στενό μονοπάτι, μέσα στα περβόλια της Τεμβριάς, και πήρε πρώτα ο Έλληνας τη σακούλα στον ώμο. Στο περβόλι του Μουρτζή κάθισαν 5-6 λεπτά και ξεκουράστηκαν. Μετά, πήρε ο Αβρααμίδης τη σακούλα στον ώμο και ο Έλληνας προχώρησε μπροστά να κοιτάξει τη διασταύρωση του κεντρικού δρόμου, όπου ήταν ο Μύλος του Κούμνα. Σε κάποια στιγμή που προπορευόταν ο Έλληνας 20-25 μέτρα, ακούστηκε μια τρομακτική έκρηξη που συγκλόνισε ολόκληρη της περιοχή. Ήμουν σε απόσταση πάνω από 10 χιλιόμετρα και άκουσα την τρομερή έκρηξη (Θυμάμαι κι εγώ ότι είχε ακουστεί μέχρι την Κακοπετριά). Ο Αβρααμίδης έπεσε νεκρός και ο Έλληνας πληγώθηκε ελαφρά. Στις 3 Αυγούστου 1958 το γενναίο, ατρόμητό μας παλληκάρι, ο Ανδρέας Αβρααμίδης, άφησε την τελευταία του πνοή μέσα στα μυροβόλα περβόλια της γενέτειράς του Τεμβριάς και θα εμπνέει τις ερχόμενες γενεές. Ας είναι αιωνία του η μνήμη».

Με τον ήρωα συμμαθητή και φίλο μου Ανδρέα Αβρααμίδη είχα ασχοληθεί επανειλημμένα σε επετειακά κείμενά μου για ήρωες της ΕΟΚΑ. Στο βιβλίο μου «Κακοπετριά - Ένας Αιώνας Εθνικής Προσφοράς», καταχώρισα ολόκληρο αφιέρωμα, συνοδευόμενο από το ακόλουθο ποίημά μου:

Ανδρέας Αβρααμίδης - Ηρωομάρτυρας της ΕΟΚΑ

Συμμαθητή, φίλε, συναγωνιστή, λεβέντη

ηρωομάρτυρα της ΕΟΚΑ

Ανδρέα Αβρααμίδη, γεια και χαρά.

Έφυγες νωρίς, φίλε ακριβέ.

Και τράβηξες στη Ηλύσια Πεδία,

εκεί που ζουν οι αθάνατοι.

Της πατρίδας και της λευτεριάς οι δουλευτάδες.

Μας έφυγες νωρίς, μα η μνήμη σου

πάντα μας συντροφεύει. Σε θυμόμαστε

παντού και πάντοτε, ήρωά μας.

Της Τεμπριάς οι δάφνες, πάντοτε

θ’ ανθούν, για να σου πλέκουν στεφάνια

οι κρινοδάχτυλες Ελληνοπούλες.

Και οι φίλοι σου, οι συμμαθητές σου, Αντρέα,

θα σε μνημονεύουν παντού και πάντα,

γιατί ήσουν ο εκλεκτός των εκλεχτών.

Πρόσφερες το νεανικό σου κορμί,

θυσίασες τη νεανική ζωή σου

στης χιλιάκριβης λευτεριάς,

της δικής μας λευτεριάς, το ιερό θυσιαστήρι.