Η ευθύνη Κυβέρνησης και Βουλής για τον αντισυνταγματικό διορισμό Εφόρου Φορολογίας

Το Δικαστήριο για μιαν ακόμη φορά, στο πλαίσιο της διάκρισης των εξουσιών, έκρινε την πράξη διορισμού του τότε Εφόρου Φορολογίας ως παράνομη, γιατί προέκυψε με βάση αντισυνταγματικό Νόμο. Ήταν ο Νόμος που προέβλεψε «εξουσία» διορισμού στην Εκτελεστική Εξουσία αντί της ΕΔΥ, η οποία είναι το μόνο αρμόδιο όργανο για να αποφασίζει διορισμούς ή προαγωγές στη Δημόσια Υπηρεσία. Το Δικαστήριο με τις πολλές ήδη περί το συγκεκριμένο θέμα αποφάσεις του συνετέλεσε σε μιαν ακόμη δικαστική ψηφίδα στην ανάδειξη της παρανομίας. Όμως δεν υπήρξε η όποια διερεύνηση, ενώ το θέμα έχει αποκτήσει διάσταση εξαιρετικά εκτεταμένη και ανεπίτρεπτη από τη χρόνια «πρακτική» εφαρμογή του.

Η αποδόμηση του Κράτους διά της διαπλοκής θεσμών οφείλεται στο ότι δεν υπάρχει το παράδειγμα προς χρηστή διοίκηση, αλλά και η αναγκαία τιμωρία. Πολλοί γνωρίζουν σκάνδαλα και άλλοι υποπτεύονται ότι ενίοτε συνέτρεξε μη νόμιμη ή ευνοϊκή μεταχείριση προς τους έχοντες δυνατότητα διασυνδέσεων ως εκ της θέσης τους και αποσιωπούν ή καλύπτουν παρανομίες.

Παραδόξως μάλιστα και ενώ είμαστε σε προεκλογική περίοδο, τα κόμματα και οι υποψήφιοι δεν ασχολούνται με τούτο το μέγα σκάνδαλο, που προέκυψε όταν η εκπροσωπούσα όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα, Βουλή, παραχώρησε στο Υπουργικό με την ψήφιση του αντισυνταγματικού αυτού Νομοσχεδίου, τη δυνατότητα να επιλέγει αυτό, τον συγκεκριμένο Προϊστάμενο Τμήματος. Τούτο μάλιστα χωρίς προκήρυξη της θέσης, ώστε να είναι ανοικτή προς διεκδίκηση από κάθε ενδιαφερόμενο προσοντούχο και χωρίς νόμιμη διαδικασία υποβολής αίτησης για σύγκριση με άλλους υποψηφίους. Επιλογή που έγινε με άγνωστες μη αξιοκρατικές διαδικασίες. Τούτο ενώ γνώριζαν όλοι, Εκτελεστική και Νομοθετική Εξουσία, την αντισυνταγματικότητά του, αφού κατά πάγια Νομολογία, μόνον η ΕΔΥ διορίζει δημόσιους υπαλλήλους και ουδείς προϊστάμενος Τμήματος διορίζεται από το Υπουργικό.

Σχεδόν όλοι σιώπησαν τότε και σιωπούν σήμερα. Καμία ευθύνη δεν αναζητήθηκε περί το γιατί υπήρξε αυτό το Νομοσχέδιο και κύρια ποτέ δεν αναζητήθηκε ποίος ο εμπνευστής μιας τέτοιας αντισυνταγματικότητας! Παράλληλα παραμένει το ερώτημα, γιατί η Βουλή αποδέχτηκε να υπάρχει διορισμός από την Κυβέρνηση έξω από τις αξιοκρατικές κατά σύγκριση διαδικασίες. Παράλληλα, γιατί αφέθηκε να λειτουργεί ο με τον τρόπο αυτό επιλογής Έφορος για πάνω από πέντε χρόνια έως την τελική δικαστική απόφαση του Εφετείου που διακήρυξε την προφανέστατη αντισυνταγματικότητα! Μήπως κάποιοι ανέμεναν διευκολύνσεις; «Έκλεισαν» στο μεταξύ υποθέσεις σε σχέση με τις καταθέσεις στον Παναμά ή Ελβετία; Είναι αυτή η «ηθική» της εξουσίας ως δίδαγμα προς ανάλογη στάση του κοινού; Γιατί και ποίοι επέβαλλαν τότε την ανοχή και τώρα τη σιωπή; Αυτή είναι η Κύπρος που θέλαμε και θέλουμε να υπάρχει, παρά τις τόσες μέχρι σήμερα θυσίες και παγιδεύσεις που περάσαμε και περνούμε; Ασφαλώς όχι.

Κανείς και ποτέ από τους έχοντες εξουσία δεν απολογήθηκε. Καμία και ποτέ δεν υπήρξε παραίτηση σε αναγνώριση ευθύνης. Όλοι όσοι κατά καιρούς είχαν εξουσία, ουδεμία ευθύνη ανέλαβαν. Και όμως αλληλοκατηγορούνται γενικά και αόριστα για την ύπαρξη και ανοχή στη διαπλοκή. Όμως το ερώτημα είναι γιατί ανέχεται ο απλός πολίτης τέτοιες καταστάσεις;

Γιατί δεν απαίτησε ο κυρίαρχος λαός την ηθική ανάταση στο εσωτερικό με την αναγκαία σε βάθος οικονομική, πραγματική και νομική κάθαρση; Κάθαρση που δυνατό να την φέρει ο ίδιος ο λαός, τιμωρώντας, πολιτικά τουλάχιστον, διά της ψήφου του κατά την επικείμενη προεδρική εκλογή. Ίσως επιτύχει να επιλέξει κάποιον που, όντως, ως Πρόεδρος, θα στραφεί σαφώς με συγκεκριμένη δράση κατά της διαπλοκής. Δεν πρέπει ο κυρίαρχος λαός να επιτρέψει, ώστε κάποιοι «καταφερτζήδες», διαφόρων αποχρώσεων, να εκμεταλλεύονται τους κόπους και τις θυσίες των πολλών. Απαιτείται να υπάρξει, τώρα έστω, αυτή η τομή δικαίου, προτού η διαπλοκή καταστήσει αδύνατη τη διάσωση της αξιοπρέπειας και ύπαρξης αυτού τούτου του Κράτους, λόγω του διαχρονικού αυτού πολύμορφου εγκλήματος.