Αναλύσεις

Ο εφιάλτης των κόκκινων δανείων επιστρέφει με τον Πούτιν να κτυπά στην καρδιά της Ευρώπης

Πώς η θεωρία του υπερχειλισμένου γερμανικού ποτηριού εξελίσσεται σε αχίλλειο πτέρνα της ΕΕ - Πώς οι ρωσικές κινήσεις κρατούν ψηλά τις τιμές του αερίου και του πετρελαίου, το πρόβλημα με τις επιχειρήσεις, ο πληθωρισμός, το κλείσιμο εταιρειών, οι τράπεζες, το ψηλό επιτόκιο και τα προβλήματα

Οι εξελίξεις στις σχέσεις της Ευρώπης με την Ρωσία είναι δραματικές τόσο στο πολιτικό και στο στρατιωτικό πεδίο, καθώς και στο οικονομικό. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη είναι μπροστά στην απειλή ενός ρωσικού χειμώνα ως αποτέλεσμα της μειωμένης ροής φυσικού αερίου και της αδυναμίας των Ευρωπαίων εταίρων να εξεύρουν επαρκείς εναλλακτικές μορφές ενέργειας σε σύντομο χρονικό διάστημα. Μπορεί μεν να έχει επαναρχίσει από την περασμένη Πέμπτη εκ νέου η παροχή φυσικού αερίου στη Γερμανία μέσω του Βόρειου Αγωγού 1, μετά από διακοπή 10 ημερών για λόγους συντήρησης, όμως, η ποσότητα είναι μειωμένη κατά 60% από τον Ιούνιο συγκριτικά με εκείνη που υπήρχε πριν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Και η κάλυψη των αναγκών είναι αδύνατο να συμβεί εν μιά νυχτί, λόγω της μεγάλης εξάρτησης της Γερμανίας από τη Ρωσία σε ποσοστό που φτάνει το 40% και της έλλειψης υποδομών για την αγορά LNG από τις ΗΠΑ και αλλού.

Κερδίζουν ή όχι οι τράπεζες από την αύξηση του επιτοκίου;
Μπορεί ή όχι το επιτόκιο να λύσει το πρόβλημα του πληθωρισμού;
Πώς οι πολίτες χάνουν εισοδήματα και οι επιχειρήσεις αποκτούν μπελάδες;

Η αύξηση του επιτοκίου

Όπως στήνεται το σκηνικό, τουλάχιστον, για το επόμενο προβλεπτό διάστημα, η αύξηση του επιτοκίου στο 0,5%, που τέθηκε σε ισχύ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την περασμένη Πέμπτη, δεν θα επιλύσει το πρόβλημα του πληθωρισμού, που είναι αποτέλεσμα της αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου και του πετρελαίου. Με τη συνδρομή, μάλιστα, μιας σειράς μεταβλητών εκτιμάται ότι θα παρατηρηθεί αδυναμία αποπληρωμής χρεών και αύξηση των κόκκινων δανείων, με ό,τι αυτό σημαίνει για οικονομίες στις οποίες ένα τέτοιο πρόβλημα είναι οξύ. Όπως είναι δηλαδή η κυπριακή.

Κόστος σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις

Όταν ο πόλεμος στην Ουκρανία είχε ξεκινήσει στις 24 Φεβρουαρίου και αποφασίστηκαν οι κυρώσεις από τον Δυτικό Κόσμο σε βάρος της Μόσχας, ελέχθη ότι η Ρωσία θα μετατρεπόταν σε κράτος παρία. Επί του παρόντος αυτό δεν συμβαίνει, διότι βασικοί στόχοι των ΗΠΑ και της ΕΕ, όπως ήταν η μείωση του ρωσικού ΑΕΠ κατά το ένα τρίτο ή το ένα δεύτερο, καθώς και η εσωτερική πολιτική και κοινωνική αστάθεια, είναι δύσκολο να επιτευχθούν. Ακόμη όμως και αν συμβεί κάτι τέτοιο, η Ρωσία είναι αυτάρκης και έχει ήδη προβεί σε στρατηγικές κινήσεις προς την Κίνα και την Ινδία για τη σταδιακή και μακροπρόθεσμη κάλυψη των ελλειμμάτων από την παροχή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Σε αυτές τις κινήσεις, θετική για τη Μόσχα εξέλιξη είναι η αύξηση της τιμής του πετρελαίου και του φυσικού αερίου την οποία έχει επιδιώξει με στρατηγικές κινήσεις ως απάντηση στις δυτικές κυρώσεις. Τα ρωσικά έσοδα κατά τις πρώτες εκατό ημέρες του πολέμου από την ΕΕ φτάνουν τα 94 δις ευρώ. Το ποσό αυτό είναι το ένα τέταρτο από τα 400 δις ευρώ που εισέπραττε η Ρωσία από την παροχή φυσικού αερίου τον προηγούμενο χρόνο. Στα υφιστάμενα έσοδα προστίθενται άλλα 117 δις από την Κίνα και την Ινδία. Βεβαίως, αποκλεισμός της Ρωσίας από το SIWFT code και μια σειρά άλλων, σε βάρος της, μέτρων, τής κάνουν τη ζωή δύσκολη, αλλά όχι αβίωτη. Αβίωτη σχετικώς μπορεί να γίνει η ζωή των Ευρωπαίων τον χειμώνα που έρχεται. Και των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και της οικονομίας γενικότερα. Διότι, η αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου φέρνει την αύξηση του ηλεκτρικού ρεύματος, το κόστος στην τσέπη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.

Πώς η Ευρώπη πυροβολεί τα πόδια της…

Η Μόσχα καταδικάζει την Ευρώπη σε αργό θάνατο υπό την έννοια ότι μειώνει σταδιακά τη ροή φυσικού αερίου και δη μέσω του Βόρειου Αγωγού 1, κτυπώντας στην καρδιά της Ευρώπης, δηλαδή τον γερμανικό οικονομικό της γίγαντα, με την προσδοκία της δημιουργίας ενός αρνητικού ντόμινο που είναι, εκτός των άλλων, προϊόν συνθηκών αβεβαιότητας και ανασφάλειας. Η διαδικασία αυτή ενισχύεται από την αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και του πετρελαίου. Η Μόσχα δεν έχει προχωρήσει μόνο σε μια στρατηγική συνεργασία 30 ετών με την Κίνα μέσω του υπερσιβηρικού αγωγού 2 στις 4 Φεβρουαρίου, και στην πώληση φυσικού αερίου σε τιμή 50% πιο χαμηλή από εκείνη που πωλεί στη Γερμανία, αλλά, ταυτοχρόνως, επιδιώκει να βγάλει έξω από το παιχνίδι των ενεργειακών της προγραμμάτων την Ιαπωνία, η οποία θέλει σταδιακή ενεργειακή απεξάρτηση. Η αναζήτηση τόσο από την Γερμανία, όσο και από την Ιαπωνία άλλων πέραν της Ρωσίας πηγών φυσικού αερίου δεν φέρνει μόνο την αύξηση στις τιμές των πετρελαιοειδών, αλλά και ανασφάλεια, κυρίως στη Γερμανία και στην υπόλοιπη Ευρώπη, που δεν έχει τις πηγές ενέργειας, τις οποίες διαθέτουν Ρωσία και ΗΠΑ. Η δε πώληση φυσικού αερίου από τη Μόσχα στο Πεκίνο σε μισή τιμή επιφέρει περισσότερα κέρδη στη Ρωσία, λόγω της τρομερής αύξησης στις τιμές τόσο του αργού, όσο κα του φυσικού αερίου συγκριτικά με τον προηγούμενο χρόνο. Στα ανωτέρω προστίθεται άλλος ένας βασικός παράγοντας. Η αδυναμία της ηγεσίας της ΕΕ να πείσει για την αξιοπιστία της, διότι ούτε οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν πείθονται για την ορθότητα της λήψης των αποφάσεων. Και εξηγούμε: Είναι ένα ζήτημα η καταδίκη του πολέμου και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και είναι άλλο πράγμα ο τρόπος με τον οποίον επιβάλλονται οι κυρώσεις που μετατρέπονται σε μπούμερανγκ. Με άλλα λόγια, η Ευρώπη πυροβολεί τον εαυτό της και τους πολίτες της.

Ύφεση και κόκκινα δάνεια

Υπό αυτές τις συνθήκες, που χαρακτηρίζονται από τον καλπασμό του πληθωρισμού, του οποίου ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι περί το 8.7%, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε την πεπατημένη, δηλαδή να προχωρήσει στην αύξηση του επιτοκίου κατά 0,5% εκεί όπου ήταν αρνητικό, για να μειώσει τη ζήτηση και να ρίξει τις τιμές στην αγορά. Όμως, ποιο είναι το πρόβλημα; Το πρόβλημα δεν είναι το μεγάλο μέγεθος του χρήματος στην αγορά, για να το περιορίσει. Ούτε είναι πρόβλημα ζήτησης, αλλά πρώτης καύσιμης ύλης.

Συνεπώς, ακόμη και το μέτρο της αύξησης του επιτοκίου δεν θα είναι επαρκές, προφανώς ούτε και αποδοτικό όσο κάποιοι θέλουν να πιστεύουν, για τους εξής λόγους:

  1. Οι τιμές των καυσίμων για τους λόγους που έχουμε ήδη αναφέρει καθώς και για άλλους δεν θα μειωθούν. Συνεπώς, το κόστος παραγωγής στην ΕΕ θα παραμείνει υψηλό. Η αύξηση του επιτοκίου θα επιβραδύνει την ανάπτυξη και ταυτοχρόνως θα επιταχύνει την ύφεση, λόγω μιας συνεχούς μείωσης του φυσικού αερίου από τη Ρωσία ή αύξησης των αναγκών, καθώς και της αδυναμίας επαρκών εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Θα έχουμε δηλαδή στασιμοπληθωρισμό.
  2. Εάν δεν πέσουν οι τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, το κόστος παραγωγής θα παραμείνει υψηλό. Εάν η ζήτηση μειωθεί, θα μειωθεί και ο τζίρος και τα κέρδη των εταιρειών. Όσες, δε, αντιμετωπίζουν προβλήματα από το κτύπημα του κορωνοϊού, τα προβλήματά τους θα καταστούν οξύτερα και κάποιες θα κλείσουν. Διότι: Α) Το επιτόκιο θα είναι πιο ψηλό και ο δανεισμός θα είναι απαγορευτικός, παρότι θα υπάρξει διαφορά μεταξύ επιτοκίου δανεισμού και καταθέσεων. Β) Η κακή κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι εταιρείες και οι αρνητικές προοπτικές της οικονομίας, δεν θα επιτρέπει στις τράπεζες να δανείζουν ευχερώς, αφού θα υπάρχει αβεβαιότητα και ζήτημα αποπληρωμής και μετατροπής της οφειλής σε κόκκινο δάνειο. Συν του γεγονότος ότι θα υπάρχει απώλεια θέσεων εργασίας και αύξηση της ανεργίας. Πρόσθετα προβλήματα θα δημιουργούν για όσους έχουν δανειστεί σε EURIPOR (κυμαινόμενο επιτόκιο).
  3. Η αύξηση του επιτοκίου και η λογική ότι πρέπει να μαζευτεί το χρήμα από την αγορά παραπέμπει στον αρχικό ισχυρισμό ότι θα μαζευτεί το χρήμα στις τράπεζες, άρα θα είναι οι μεγάλες κερδισμένες, αφού εκτός των άλλων η μετατροπή του επιτοκίου από αρνητικό σε θετικό θα αυξήσει τις αποταμιεύσεις και τα κέρδη. Υπάρχει όμως και η δεύτερη άποψη, που λέει ότι: Η απώλεια της πραγματικής αξίας του εισοδήματος των πολιτών και τα προβλήματα του επιχειρηματικού κόσμου θα μειώσουν τις δυνατότητες αποπληρωμής των δανείων ή θα τις καταστήσουν ανέφικτες. Το αποτέλεσμα θα είναι η αύξηση αντί η μείωση στο 5%, όπως ήταν ο στόχος σχετικά με τα κόκκινα δάνεια. Η εξέλιξη αυτή είναι αρνητική και για τους απλούς πολίτες και για τους επιχειρηματίες, ακόμη και για τις τράπεζες, διότι η αύξηση των κόκκινων δανείων ενισχύει τις πιθανότητες ανάγκης για ανακεφαλαιοποίηση ως διαδικασία συνδεδεμένη με την κεφαλαιακή επάρκεια του 14%. Ως κεφαλαιακή επάρκεια θεωρείται το ελάχιστο ποσό κεφαλαίου που είναι υποχρεωμένο να κρατά ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα για να αντιμετωπίσει τους κινδύνους που αναλαμβάνει. Οι τράπεζες για να αξιολογήσουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια τρέχουν τραπεζικά τεστ αντοχής (stress tests). Υπό αυτές τις συνθήκες, για να ξεφορτωθούν οι τράπεζες τα κόκκινα δάνεια θα τα πωλούν σε εταιρείες, που αναλαμβάνουν αυτήν τη δραστηριότητα, με τιμή μειωμένη κατά 30% περίπου της αξίας του δανείου.

Αλληλεξαρτήσεις Vs Ρεαλισμός

Είναι πρόδηλον ότι η λογική των αλληλεξαρτήσεων της νεοφιλελεύθερης αντίληψης ως εργαλείου σταθερότητας και ασφάλειας έχει ηττηθεί από τις αρχές του κλασικού ρεαλισμού και της λογικής της εξυπηρέτησης των εθνικών συμφερόντων και της ισχύος. Και τώρα η Ευρώπη και δη η Γερμανία γίνεται όμηρος της Μόσχας, η οποία απαντά με αντίμετρα στις κυρώσεις και μετατρέπει το φυσικό αέριο σε στρατηγικό μοχλό πίεσης, κέρδους, άμυνας και επίθεσης. Κτυπά τον γίγαντα της Ευρώπης και κατ’ επέκταση την ΕΕ ως τέτοια, της οποίας κατά μια άποψη οι ηγέτες αποδεικνύονται ανεπαρκείς, κατά μία άλλη συναφή, έως και νάνοι. Η προοπτική της πράσινης ενέργειας και ανάπτυξης έως το 2035 με ενδιάμεσο σταθμό το 2030 είναι θεμιτή, αλλά όχι ικανή για να δώσει λύσεις στην παρούσα φάση. Και η λύση αφορά σε προβλήματα ακόμη και αν προκλήθηκαν από τη Ρωσία, λόγω της εισβολής στην Ουκρανία. Αντί να αντιμετωπιστούν ορθολογικά, τελικώς οξύνθηκαν. Η ΕΕ αποδείχθηκε ότι ζούσε στον κόσμο της και δεν έβλεπε πέραν της μύτης της, ώς τη Ρωσία και τις απειλές που δημιουργούνταν και τις οποίες υπέθαλπε με την επέκτασή του το ΝΑΤΟ από το 2008 προς τη Γεωργία και την Ουκρανία. Χωρίς μάλιστα να οικοδομεί την ανάλογη αποτροπή και τις συνθήκες ενεργειακής απεξάρτησης. Γίνεται, δε, κατανοητόν ότι τώρα η θεωρία του λειτουργισμού και του γερμανικού υπερχειλισμένου οικονομικού ποτηριού που διαχέεται θετικά προς τις άλλες οικονομίες της ΕΕ, των οποίων τα ποτήρια είναι μισογεμάτα ή ακόμη και κάτω του μισού, εξελίσσεται από θετική σε αρνητική διαδικασία. Και υποτάσσεται στους κανόνες ισχύος! Και οι αλληλεξαρτήσεις μετατρέπονται σε οδυνηρές εξαρτήσεις. Από αυτό το παράδειγμα είναι που θα πρέπει να διδαχθούν όσοι υποστηρίζουν την κατασκευή αγωγού προς Τουρκία, αφού από θεωρητικής πλευράς οι θέσεις τους είναι απότοκες των ακραίων νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων, καθώς και των συναφών με αυτές, δηλαδή του λειτουργισμού και του νεολειτουργισμού. Ποιο είναι το δίδαγμα; Εάν η ηγεσία μας έχει πολιτική πρόθεση, μπορεί να αντιληφθεί ότι χωρίς τα ισοζύγια δυνάμεων το φυσικό μας αέριο θα είναι όμηρος της ισχύος της Άγκυρας και ειδικότερα εάν περάσει αγωγός προς Τουρκία. Εξ ου και το γεγονός ότι χωρίς συμμαχίες δεν μπορεί να προχωρήσουμε σε ασφαλή εκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Όταν, λοιπόν, αγνοείς τους βασικούς κανόνες του ρεαλισμού, τιμωρείσαι από την άγνοιά σου. Απόδειξη είναι τα αδιέξοδά μας στο Κυπριακό, καθώς και εκείνα της ΕΕ σε σχέση με τη Ρωσία. Αντιθέτως, η Βρετανία, που υιοθέτησε τη ρεαλιστική σχολή σκέψης, εξερχόμενη της ΕΕ, κατέστησε εαυτήν ως τον άλλο μεγάλο πόλο της Ευρώπης. Και το πράττει, λόγω ισχύος. Χωρίς ισχύ, θα ήταν όμηρους της Γερμανικής Ευρώπης και σήμερα του ρωσικού φυσικού αερίου, από το οποίο εξαρτάται μόνο σε ποσοστό της τάξης του 4%. Όσο, δε, για τη δική μας πολιτική ηγεσία, όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα… Χαμένη στο κλειστό κλαμπ των «σοφών» της ημετεροκρατίας.

*Δρ των Διεθνών Σχέσεων