Συνεντεύξεις

Με μια τσάπα και πολλή όρεξη «οργώνουν» το μέλλον τους

Προκλήσεις και δυσκολίες αντιμετωπίζουν οι νέοι αγρότες – Αν και το ενδιαφέρον είναι αυξημένο, εντούτοις αναμένεται μια ουσιαστική στήριξη για να μπορέσουμε να έχουμε αγρότες στο μέλλον

Πυρά από παντού δέχονται οι τομείς της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Η πανδημία, η οικονομική κρίση, οι αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων έχουν αλυσιδωτές επιπτώσεις στην παραγωγή, γεγονός που πλήττει τους γεωργούς και τους κτηνοτρόφους. Ο Πρόεδρος του Τμήματος Νέων Αγροτών της Παναγροτικής Ένωσης Κύπρου, Γιώργος Τσιουπανής, μίλησε στη «Σημερινή» για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος γενικότερα, αλλά και για το αυξημένο ενδιαφέρον των νέων να στραφούν προς τη γεωργία και κτηνοτροφία.

Αλυσιδωτές επιπτώσεις

Η αύξηση, γενικά, των τιμών και, ειδικότερα, των καυσίμων, και ο περιορισμός της άφιξης των σιτηρών, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, φέρνουν τα πάνω κάτω στους αγρότες, οι οποίοι βλέπουν το κόστος να αυξάνεται, χωρίς να μπορούν να κάνουν κάτι γι’ αυτό. Ο κ. Τσιουπανής ανέφερε ότι η δυσκολία άφιξης των σιτηρών εμποδίζει τους γεωργούς από το να εξασφαλίσουν τα απαιτούμενα για την επόμενη χρονιά. «Αν δεν έχουν οι γεωργοί να σπείρουν, αν το κόστος μεταφοράς είναι υψηλό, λόγω αύξησης του πετρελαίου, τότε οι επιπτώσεις λειτουργούν ως ντόμινο και αγγίζουν πάντα το προϊόν που παράγεται. Αυξάνονται αυτόματα οι τιμές σε λιπάσματα, φυτοφάρμακα, κ.λπ. Αυτό επηρεάζει άμεσα τον παραγωγό, ο οποίος δεν μπορεί πάντα να αυξήσει και ο ίδιος τις τιμές πώλησης των προϊόντων.

Για παράδειγμα, σε προϊόντα που δεν είναι πρώτης ανάγκης, όπως είναι ο σουτζιούκος, ο παλουζές, το κρασί, δεν μπορούν να αυξηθούν οι τιμές, γιατί, εφόσον δεν είναι στην καθημερινότητα του πολίτη, πολύ απλά δεν θα το αγοράσει κάποιος. Όμως, σε προϊόντα όπως είναι η ντομάτα, το αγγουράκι, γίνεται μια αύξηση της τιμής. Όσο για το κέρδος, όμως, που μπαίνει στην τσέπη του αγρότη ή του εμπόρου, εκεί παίζονται μεγάλα παιχνίδια».

Μπορεί η Κύπρος να παράγει σιτηρά;

Μεγάλος λόγος γίνεται στην Ευρώπη για τα σιτηρά που, ως επί το πλείστον, οι προμήθειες έρχονται από την Ουκρανία. Στην Κύπρο επίσης τα αποθέματα δεν μπορούν να αντέξουν για πολύν καιρό ακόμη, αναζητώντας λύσεις για το άμεσο μέλλον. «Δεν μπορούμε να υπολογίσουμε πόσον καιρό θα κρατήσει το απόθεμα που έχουμε, αφού εξαρτάται από τη ζήτηση του κόσμου. Εισήγησή μας είναι όπως το κράτος ενθαρρύνει τους παραγωγούς, οι οποίοι καλλιεργούν τις εκτάσεις γης τους μια φορά τον χρόνο, μόνο και μόνο για να παραμένει οργωμένο το χωράφι τους, να τις σπείρουν, ώστε να αυξηθεί η παραγωγή και των ντόπιων σιτηρών, ούτως ώστε να αυξηθούν τα αποθέματα και για τις επόμενες χρονιές».

Γιατί, όμως, στην Κύπρο δεν υπάρχει αυξημένη παραγωγή σιτηρών; «Το δύσκολο είναι το αυξημένο κόστος. Κοστίζει περισσότερο η παραγωγή εδώ, παρά η εισαγωγή από εξωτερικό. Οι περισσότεροι που σπέρνουν, είναι αυτοί που έχουν ιδιόκτητες φάρμες και σπέρνουν για τους ίδιους». Ένα άλλο ζήτημα που προκύπτει, σύμφωνα με τον κ. Τσιουπανή, είναι η έλλειψη καλλιεργήσιμης γης. Η γεωργία πλέον μεταφέρεται από τα ημιορεινά στα ορεινά. Αυτό, λόγω της αυξημένης οικοδομικής ανάπτυξης που παρατηρείται στα ημιορεινά. «Έτσι μειώνεται η καλλιεργήσιμη έκταση που θα μπορούσαν οι παραγωγοί να σπείρουν. Από την άλλη, στα ορεινά είναι δύσκολο να καλλιεργήσεις».

Αισχροκέρδεια εις βάρος των παραγωγών

Τα φαινόμενα αισχροκέρδειας που παρατηρούνται ταλαιπωρούν ακόμη περισσότερο τους παραγωγούς, όπως εξήγησε ο κ. Τσιουπανής. «Υπάρχει έντονο το φαινόμενο και παρατηρείται κυρίως μέσα από τους εμπόρους. Στις λαϊκές αγορές πηγαίνουν οι παραγωγοί και πωλούν τα προϊόντα τους σε μια τιμή. Όμως, έρχεται μετά ο έμπορος, ο οποίος αγοράζει το προϊόν από άλλους παραγωγούς ή το φέρνει εισαγόμενο στη μισή τιμή, με αποτέλεσμα να ανταγωνίζεται το ίδιο το προϊόν με την τιμή του παραγωγού. Αναγκάζεται λοιπόν ο παραγωγός είτε να μειώσει την τιμή του, είτε να το δώσει σε χαμηλή τιμή στον έμπορο που χειρίζεται την αγορά και τις μεγάλες υπεραγορές».

Η προστασία των παραγωγών εξασφαλίζεται εδώ και λίγα χρόνια μέσα από τη νομοθεσία για τον αθέμιτο ανταγωνισμό και μέσα από διάφορους ελέγχους που γίνονται, ωστόσο, αυτοί θα πρέπει να εντατικοποιηθούν για την επιβίωση των παραγωγών. «Δυστυχώς, στην κυπριακή αγορά, λόγω και του μικρού της μεγέθους, δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά ο ανταγωνισμός, γεγονός που κάνει την προσπάθεια επιβίωσης των αγροτών δυσκολότερη. Γι’ αυτό, επιβάλλεται περισσότερος και πιο εντατικός έλεγχος στην αγορά, για να παταχθούν φαινόμενα παραπλάνησης και αισχροκέρδειας».

Σχέδια ενίσχυσης ή αποθάρρυνσης νέων αγροτών;

Εκ πρώτης, το Σχέδιο Πρώτης Εγκατάστασης Νέων Αγροτών φαίνεται βελτιωμένο, όπως ανέφερε ο κ. Τσιουπανής, όμως δεν παύει να περιλαμβάνει διαδικασίες που συνιστούν τροχοπέδη για όσους ενδιαφέρονται να στραφούν προς τη γεωργία, εφόσον, για να λάβει έγκριση κάποιος όσον αφορά την οικονομική βοήθεια, πρέπει ουσιαστικά να έχει το κεφάλαιο να ξεκινήσει τη δουλειά. «Πρώτο μας αίτημα ήταν να εξευρεθούν κάποιοι οργανισμοί που να μπορούν να δανειοδοτήσουν τους νέους αγρότες. Πλέον, είμαστε μια γενιά που δεν έχει το κεφάλαιο και δεν μπορεί να αξιοποιήσει οτιδήποτε. Κάποιοι μπορεί να μην έχουν ένα κομμάτι γης. Και, με το αρχικό ποσό που δίδεται στους γεωργούς, ούτε ένα κομμάτι γης δεν μπορείς να αγοράσεις. Το ελάχιστο ποσό που δίδεται είναι 20.000 και το μέγιστο 50.000 ευρώ».

Το ποσό των 20 χιλιάδων ευρώ που παραχωρείται ως εφ’ άπαξ πριμοδότηση για την πρώτη εγκατάσταση, από τη μια φορολογείται, και, από την άλλη, ο νέος αγρότης είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει εισφορές στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων από την πρώτη στιγμή που δηλώνεται. «Περίπου οι 11 χιλιάδες ευρώ πηγαίνουν στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με τα υπόλοιπα χρήματα θα πρέπει να μπει κάποιος στο επενδυτικό πρόγραμμα του Κυπριακού Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών. Για να πάρει κανείς το ποσό των 20 χιλιάδων ευρώ, θα πρέπει να κάνει επένδυση μέχρι 50 χιλιάδες ευρώ. Για ποσό 30 ή 40 χιλιάδων θα πρέπει να κάνει επένδυση από 50 μέχρι 100 χιλιάδες ευρώ. Για να πάρει κάποιος το μέγιστο ποσό θα πρέπει να κάνει επενδύσεις άνω των 100 χιλιάδων. Άρα, ο νέος για να έρθει να κάνει την επένδυση, του είναι πολύ δύσκολο».

Μεγάλο το ενδιαφέρον για ενασχόληση με τη γεωργία

Οι αντιξοότητες που παρατηρούνται και το αβέβαιο του επαγγέλματος δεν φαίνεται, όμως, να πτοούν αρκετούς νέους που θέλουν να στραφούν προς τον αγροτικό τομέα. Αν και οι περισσότεροι είναι αυτοί που ήδη έχουν πατέρα ή παππού αγρότη, εντούτοις δεν είναι λίγοι και όσοι μπορεί να έχουν ένα κομμάτι γης και επενδύουν μέσω της γεωργίας σε αυτό.
«Το ενδιαφέρον των νέων αγροτών είναι αυξημένο και το σχέδιο αυτό παρέχει μια ελαστικότητα. Για παράδειγμα, αν ο πατέρας ή ο παππούς μου είχε φάρμα με ζώα και τώρα εισέρχομαι εγώ ως νέος γεωργός, τότε μπορούν να γραφτούν τα ζώα ή και τα χωράφια στον νέο γεωργό. Είναι θετικό ότι συνεχίζουν οι νέοι το επάγγελμα, αλλά το πρόβλημα εντοπίζεται στους νέους που μπορεί να μην έχουν κάτι έτοιμο ή δικό τους. Οι νέοι που δεν έχουν έτοιμο, για δύο με τρία χρόνια δεν θα έχουν έσοδα».

Αναμένουν τις διαβουλεύσεις του Υπουργού Γεωργίας με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ώστε να δοθεί μια εγγύηση στους νέους γεωργούς. «Ακόμη δεν έχουμε κάποιο αποτέλεσμα. Οι αιτήσεις για το σχέδιο αυτό θα τελείωναν τέλος του Μάη, αλλά πήραν παράταση μέχρι αρχές του Σεπτέμβρη».