Αδελφοί Σάββας και Σωκράτης Λοϊζίδης (Α)

Οι εμπνευστές και πρωτεργάτες της προπαρασκευής ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα στην Κύπρο

loizides savvas enwsis.jpg

Εμπνευστές της διεξαγωγής ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα στην Κύπρο και πρωτεργάτες της προπαρασκευής του ήταν οι εξόριστοι στην Αθήνα δικηγόροι αδελφοί Σάββας και Σωκράτης Λοϊζίδης, που κατάγονταν από το τουρκοπατημένο σήμερα Δίκωμο. Υπήρχαν και άλλοι Κύπριοι της Αθήνας, που είχαν συλλάβει την ιδέα αυτή, όπως ο Γρίβας - Διγενής και οι αδελφοί Αλέξης, Κύρος και Αχιλλέας Κύρου, και αυτοί κυπριακής καταγωγής. Εκείνοι, όμως, που πρωτοπόρησαν στη σύσταση προπαρασκευαστικής επιτροπής του κυπριακού απελευθερωτικού ένοπλου αγώνα και στην εξεύρεση αρχηγού, ήταν οι αδελφοί Λοϊζίδη. Ο Σάββας εξορίστηκε μετά τα Οκτωβριανά του 1931, ως ένας από τους ηγέτες της επαναστατικής Εθνικής Ριζοσπαστικής Ένωσης και ως εκ των υποκινητών του κινήματος, ενώ ο Σωκράτης αργότερα, μετά το τέλος των σπουδών του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Αν και εξόριστα, τα δυο αδέρφια δεν έπαψαν ούτε στιγμή να σκέφτονται τη σκλαβωμένη ιδιαίτερη πατρίδα τους. Κι όταν έφθασε το πλήρωμα του χρόνου, κατέληξαν στην ιδέα η Κύπρος να διεκδικήσει με τα όπλα τη λευτεριά της. Κι αμ’ έπος αμ’ έργον. Έβαλαν μπροστά κι άρχισαν τη στράτευση αγωνιστών και συγκέντρωση οπλισμού για τον ιερό αγώνα.

Για να σχηματίσουν μια εικόνα οι σημερινοί Έλληνες της Κύπρου και της Ελλάδας, θεωρούμε επιβεβλημένο να παραθέτουμε ένα σύντομο βιογραφικό του Σάββα και του Σωκράτη Λοϊζίδη. Κι ας θεωρηθεί η προσπάθειά μας αυτή, ως ευλαβικό μνημόσυνο των αείμνηστων δυο αδελφών εθνικών αγωνιστών. Που ανάλωσαν μέγα μέρος της ζωής τους στους αγώνες για τη λευτεριά της Κύπρου μας.

Ο Σάββας Λοϊζίδης

O Σάββας Λοϊζίδης γεννήθηκε το 1903 στο κατεχόμενο σήμερα Δίκωμο και σπούδασε Νομικά στην Αθήνα και τη Γερμανία. Μετά τις σπουδές του γύρισε στην Κύπρο και ασκούσε το επάγγελμα του Δικηγόρου στην Κερύνεια. Πνεύμα ανήσυχο και εμφορούμενο από αισθήματα κοινωνικής προσφοράς και φιλοπατρίας, αναμείχθηκε στα κοινά με στόχο την απελευθέρωση της ιδιαίτερης πατρίδας του. Ήταν ιδρυτικό μέλος και ηγετικό στέλεχος της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ένωσης Κύπρου, της πατριωτικής επαναστατικής οργάνωσης που οδήγησε στο Κίνημα των Οκτωβριανών του 1931. Για την εθνική του δράση ο Σάββας Λοϊζίδης εξορίστηκε από τους Βρετανούς μαζί με άλλους πατριώτες, όπως ο Γεώργιος Χατζηπαύλου, οι Μητροπολίτες Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς και Κυρηνείας Μακάριος Μυριανθέας -ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος και Εθνάρχης Μακάριος Β’-, ο πρωθιερέας της Φανερωμένης Διονύσιος Κυκκώτης -μετέπειτα Επίσκοπος Μαρεώτιδος-, ο Γεώργιος Κολοκασίδης, ο Αντώνιος Θεοδότου, ο Θεοφάνης Τσαγκαρίδης, ο Νικόλαος Κλ. Λανίτης και άλλοι.

Η δολοφονία του αδελφού του, Λοΐζου

Όταν οι Βρετανοί στρατιώτες αναζητούσαν τον Σάββα Λοϊζίδη για να τον συλλάβουν, με δικαστικό ένταλμα, ευθύς μετά το ξέσπασμα των Οκτωβριανών, πήγαν στο σπίτι του μεγαλύτερου αδελφού του, Λοΐζου, στην Κερύνεια, όπου εκτιμούσαν ότι είχε καταφύγει. Ο αδελφός του Λοΐζος, εμφορούμενος κι αυτός από αγνά εθνικά αισθήματα, αντέδρασε έντονα στην ενέργεια των Βρετανών. Γεροδεμένος, θαρραλέος και ενθουσιώδης άντρας, όπως ήταν, αγνόησε και εμπόδισε τους ένοπλους στρατιώτες να εισβάλουν στο σπίτι του και συνεπλάκη μαζί τους. Κατά τη συμπλοκή οι δειλοί Βρετανοί πυροβόλησαν και δολοφόνησαν εν ψυχρώ τον λεβέντη Λοΐζο. Τρομαγμένοι απέκρυψαν το στυγερό τους έγκλημα και πέταξαν τη σορό του σε απόμερο σημείο της ακτής. Οι συγγενείς του άτυχου Λοΐζου κατήγγειλαν στις βρετανικές Αρχές τη διάπραξη του εγκλήματος και διατάχθηκαν έρευνες, κατά τις οποίες ανευρέθη η σορός του και τάφηκε με τιμές από τους δικούς του και τους Έλληνες κατοίκους της Κερύνειας.

Τελικά, ο Σάββας εντοπίστηκε, συνελήφθη και, όπως προαναφέρθηκε, εξορίστηκε αρχικά στην Αγγλία και απ’ εκεί τα κατάφερε να μεταβεί στην Ελλάδα, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Στην ελληνική πρωτεύουσα, όμως, δεν έμεινε με σταυρωμένα χέρια. Παράλληλα με τη δικηγορική, που ήταν το βιοποριστικό του επάγγελμα, συνέχισε και τον αγώνα του για την εθνική αποκατάσταση της πολυαγαπημένης του Κύπρου και τη δικαίωση του αίματος του ηρωομάρτυρα μεγαλύτερου προσωπικά αδελφού του. Η σκέψη του ήταν πάντα στραμμένη στην Κύπρο. Παντού και πάντοτε μιλούσε και ενεργούσε με γνώμονα την ελευθερία της. Ως εθναρχικός σύμβουλος και διδάκτωρ της Νομικής συμμετέσχε σε όλες τις αντιπροσωπίες της Κύπρου και της Ελλάδας στις προσφυγές στα Ηνωμένα Έθνη και άλλα διεθνή βήματα, με αίτημα την άσκηση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης από τον κυπριακό λαό. Συμβούλευε προσωπικά τον Μακάριο και ήταν νομικός σύμβουλος της Εθναρχίας. Πάντοτε συσκεπτόταν μαζί της και την καθοδηγούσε σε όλες τις κινήσεις της, που αφορούσαν στην προβολή του Κυπριακού στα Ηνωμένα Έθνη και άλλα διεθνή βήματα.

Με τον μικρότερο αδελφό του, Σωκράτη, είχαν συλλάβει την ιδέα της διεξαγωγής ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα στην Κύπρο. Ο Σωκράτης είχε ενημερώσει τον Μακάριο για τις σκέψεις τους. Κι όταν ο Αρχιεπίσκοπος υιοθέτησε την ιδέα, οι αδελφοί Λοϊζίδη πλησίασαν τον Συνταγματάρχη Γεώργιο Γρίβα και του πρότειναν να αναλάβει την ηγεσία απελευθερωτικού αγώνα στην Κύπρο. Η αγάπη του αείμνηστου Σάββα Λοϊζίδη για την Κύπρο ήταν πάνω και πέρα από προσωπικά συμφέροντα και φιλοδοξίες. Πριν και μετά το Ενωτικό Δημοψήφισμα του 1950, ως Εθναρχικός Σύμβουλος και εκπρόσωπος της Εθναρχίας στην Αθήνα, συνεργάστηκε με τις ελληνικές κυβερνήσεις Σοφοκλή Βενιζέλου και στρατηγού Νικόλαου Πλαστήρα. Αργότερα πολιτεύτηκε και τάχθηκε υπέρ του στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου. Μετά τον θάνατο του στρατάρχη συνεργάστηκε με τον Καραμανλή και στις εκλογές που διεξήχθησαν στις αρχές του 1955 εκλέγηκε βουλευτής της ΕΡΕ. Ως βουλευτής του κυβερνώντος την Ελλάδα κόμματος και εθναρχικός σύμβουλος, έδωσε μάχες μέσα και έξω από το εθνικό κοινοβούλιο υπέρ της Κύπρου, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του Αγώνα της ΕΟΚΑ. Σε πολλές περιπτώσεις αντέδρασαν στις πατριωτικές του ενέργειες μέλη της ελληνικής Κυβέρνησης και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Σε άρθρο του, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελληνοκαναδικά Χρονικά», που εξέδιδε το ζεύγος Κωστή και Γεωργίας Χατζηκωστή στο Τορόντο, ο Φρίξος Βράχας έγραφε και τα εξής για τον αείμνηστο Σάββα Λοϊζίδη: «Μ’ όλη τη σοφία και την πείρα του, είχε μέσα του μιαν απλότητα στη σκέψη και στη σύλληψη που ξάφνιαζε. Ήταν άνθρωπος πηγαίος, που αντλούσε από τις πιο γνήσιες λαϊκές ρίζες. Αγροτική η οικογένειά του, με περιορισμένα μέσα και παιδιά πολυάριθμα. Από τα οποία ο μικρότερος, ο Σωκράτης Λοϊζίδης, επρόκειτο να αναδειχθεί σε μιαν από τις αγνότερες μορφές του Κυπριακού Αγώνα (ξυλοκοπήθηκε, εξορίστηκε, φυλακίστηκε κι εξακολουθεί ν’ αγωνίζεται, χωρίς ποτέ να ’χει υπολογίσει σε προσωπικό όφελος) - φυλακίστηκε και συνέχισε ν’ αντιμετωπίζει διώξεις ώς τον τάφο.

»Ο Σάββας Λοϊζίδης έκλεισε τα μάτια με τον καημό της συμφοράς της Κύπρου. Ωστόσο, άφησε πίσω ένα μεγάλο παράδειγμα, που διδάσκει πως η ανάλωση στην υπηρεσία του Έθνους αποτελεί χρέος. Και ακόμη, πως οι τυχόν ατυχίες όχι μονάχα δεν πρέπει ν’ απογοητεύουν και να λυγίζουν, μα αντίθετα να ατσαλώνουν και να ανανεώνουν τις προσπάθειες. Πολύ περισσότερο, όταν μας κυκλώνουν κίνδυνοι, που δεν απειλούν μονάχα την ατομική μας ύπαρξη, μα αυτήν την ίδια την επιβίωση του έθνους μας.

»Η περίπτωση της Κύπρου δεν αποτελεί εθνική παρωνυχίδα. Είναι υπόθεση ζωής ή θανάτου και για την ίδια και για το Έθνος. Που η αξιοπρέπειά του και η ανάγκη της δικαίωσής του είναι για όλους μας επιταγή που δεν παραχαράσσεται. Μα ακριβώς γιατί ο Σάββας Λοϊζίδης -καταλήγει ο Φρίξος Βράχας- υπηρέτησε αυτήν την αξιοπρέπεια και την αξίωση, με συνέπεια και με τόλμη, έχει αποβεί δίδαγμα για όλους…».

Με τον Μακάριο και τον Καραμανλή είχε διαφωνήσει από τη στιγμή που άρχισαν να εγκαταλείπουν τη γραμμή της Ένωσης και να κάνουν στροφή στην ανεξαρτησία. Και τη διαφωνία του την κατέστησε σαφή τόσο στον φίλο του Μακάριο, όσο και στον Αρχηγό του Καραμανλή, πολύ πριν από την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου. Είχε διαβλέψει έγκαιρα, ο οξυδερκής πολιτικός και αγωνιστής, πού οδηγούσαν το Κυπριακό Μακάριος και Καραμανλής, εξηγώντας και στους δυο τους λόγους των φόβων του και της έντονης διαφωνίας του. Βαθύς γνώστης της ιστορίας και των διαχρονικών ραδιουργιών της βρετανικής πολιτικής, θεωρούσε βέβαιο ότι η εγκατάλειψη της αυτοδιάθεσης-ένωσης θα οδηγούσε σε μοιραία εκτροπή και αποτυχία του αγώνα της Κύπρου. Δυστυχώς, οι προειδοποιήσεις του έφθαναν εις ώτα μη ακουόντων. Καραμανλής και Μακάριος οδηγήθηκαν από τους Βρετανούς σε συνομιλίες με την Τουρκία, που κατέληξαν στις επάρατες συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου. Αποτέλεσμα των συμφωνιών ήταν η δημιουργία ενός κατ’ ευφημισμόν ανεξάρτητου κυπριακού κράτους, πλήρως εξαρτημένου από τη Βρετανία και την Τουρκία.

Ο αείμνηστος αγωνιστής, σχεδόν καθημερινά, από τα τέλη του 1955 και ενώ ήταν βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος της Εθνικής Ριζοσπαστική Ένωσης (ΕΡΕ) του Κωνσταντίνου Καραμανλή, δεν έπαψε να αναπτύσσει έντονη δραστηριότητα για τη δικαίωση του ενωτικού αγώνα του Κυπριακού Ελληνισμού και να επισημαίνει λανθασμένους χειρισμούς του Κυπριακού από τον Μακάριο και τον Καραμανλή, που δεν άφηναν πια καμιάν αμφιβολία ότι εγκατέλειπαν τη γραμμή της Αυτοδιάθεσης- Ένωσης. Το γεγονός αυτό ενοχλούσε τον Μακάριο και την ελληνική Κυβέρνηση, σε σημείο που ο Καραμανλής αναγκάστηκε να αντιδράσει. Με εντολή του, ο τότε Υπουργός Προεδρίας, Κωνσταντίνος Τσάτσος, κάλεσε τον Σάββα στο γραφείο του για να του υποδείξει ότι στο εξής, ως βουλευτής της ΕΡΕ, δεν θα έπρεπε να λαμβάνει πρωτοβουλίες στο Κυπριακό, δημοσιογραφώντας, ούτε να διατηρεί πολιτικές επαφές με ξένους διπλωμάτες και δημοσιογράφους, χωρίς προηγουμένως να συνεννοείται με τον Υπουργό Εξωτερικών, που τότε ήταν ο Σπύρος Θεοτόκης και αργότερα ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ή με τον ίδιον τον Πρωθυπουργό.

Ο αείμνηστος εθνικός αγωνιστής, φανερά ενοχλημένος, εκδήλωσε αμέσως τη διαφωνία του, με αυτές τις υποδείξεις, τονίζοντας ότι: Κύρια αποστολή του και ως βουλευτή και ως Κύπριου εθναρχικού συμβούλου, αισθάνεται την εξυπηρέτηση του κυπριακού απελευθερωτικού αγώνα, με όποιον τρόπο θα κρίνει ο ίδιος ως ορθό και επωφελή. Μετά την υπερήφανη αυτή στάση του Σάββα Λοϊζίδη, ο υπουργός Τσάτσος τού είπε ότι πρέπει να συζητήσει το θέμα με τον Πρωθυπουργό Καραμανλή. Και πράγματι διευθέτησε τη συνάντηση για την επόμενη μέρα.

Γράφει στο βιβλίο του «Άτυχη Κύπρος» για τη συνάντηση εκείνη ο Σ. Λοϊζίδης: «Εκείνο που ζωηρά ενθυμούμαι από την συνάντησιν αυτήν ήτο ο υψηλός τόνος της φωνής του Πρωθυπουργού Καραμανλή και το ελαφρό μειδίαμα με το οποίον τον ήκουα, πράγμα που τον εξόργιζε ώστε να μού πει:

- Μα διατί γελάς;

- Δεν γελώ, συνηθίζω να μειδιώ σε δύσκολες στιγμές.

»Δεν ενθυμούμαι λεπτομερείας και επιχειρήματα πέραν των συστάσεων πειθαρχίας και πέραν της ιδικής μου απαντήσεως ότι: Θα προτιμούσα να παραιτηθώ του βουλευτικού αξιώματος, παρά να δεχθώ εκ των προτέρων δεσμεύσεις επί του Κυπριακού…».

Αυτή και μόνο η θαρραλέα και υπερήφανη απάντηση του εξόριστου τέκνου της αλύτρωτης Κύπρου «έδεσε» κυριολεκτικά τον τότε πανίσχυρο Μακεδόνα πρωθυπουργό. Τον έπεισε, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι ο Έλληνας Κύπριος βουλευτής της ΕΡΕ παρέμενε αλύγιστος στα εθνικά του πιστεύω και θα ήταν πια αντιπολίτευση μέσα και έξω από το κυβερνών κόμμα, όταν διαπίστωνε επιζήμιους για το Κυπριακό, κυβερνητικούς χειρισμούς. Η συνάντηση έληξε και ο Σάββας Λοϊζίδης γύρισε στο γραφείο του έντονα προβληματισμένος και πάρα πολύ ανήσυχος για το μέλλον της Κύπρου. Ήταν πια πεπεισμένος ότι ο αγώνας της Κύπρου και ειδικά της ΕΟΚΑ δεν αξιοποιείται από την ελληνική Κυβέρνηση. Δυστυχώς, η διαίσθησή του, οι φόβοι και οι προβλέψεις του επαληθεύτηκαν. Η Ζυρίχη κατέστησε την Κύπρο αντί ανεξάρτητο κράτος μια αγγλοτουρκική δουλοπαροικία. Τρία χρόνια μετά την υπογραφή της, ξέσπασε η τουρκική αποσχιστική ανταρσία, που ήταν η αρχή της διχοτόμησης του νεοσύστατου κυπριακού κράτους.

Μετά τη Ζυρίχη -το 1963- ο Καραμανλής εγκατέλειψε την Ελλάδα και ακολούθησαν εκλογές, που ανέδειξαν νικήτρια την Ένωση Κέντρου και Πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου, ο οποίος έστειλε μυστικά στην Κύπρο μια Μεραρχία στρατού. Επίσης, ξαναγύρισε στο νησί -τέσσερα χρόνια μετά τη λήξη του αγώνα της ΕΟΚΑ- ο στρατηγός Γεώργιος Γρίβας-Διγενής και ανέλαβε αρχιστράτηγος των Ενόπλων Δυνάμεων του Ελληνισμού στην Κύπρο.

Διχογνωμίες και διαφωνίες μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας αναφύονταν και ο Σάββας Λοϊζίδης ήρθε επανειλημμένα στην Κύπρο, προκειμένου να ενεργήσει ως διαμεσολαβητής Γρίβα και ελληνικής Κυβέρνησης Στεφανόπουλου από τη μια και Μακαρίου από την άλλη, για την άρση των διαφωνιών στους χειρισμούς του Κυπριακού. Δυστυχώς, ενώ βρίσκονταν σε προχωρημένο στάδιο συνομιλίες Τούμπα-Τσαγλαγιαγκίλ με βάση την Ένωση, ο αρχηγός της ΕΡΕ Παναγιώτης Κανελλόπουλος, έπειτα από επίσκεψή του στην Κύπρο ως φιλοξενούμενος του Μακαρίου, ανέτρεψε την κυβέρνηση Στεφανοπούλου και σχημάτισε ο ίδιος κυβέρνηση. Στις 21 Απριλίου 1967 η Χούντα των Αθηνών ανέτρεψε την μερικών ημερών κυβέρνηση Κανελλοπούλου. Οι διαφωνίες και τα λάθη Λευκωσίας και Αθήνας στους χειρισμούς του εθνικού μας θέματος οδήγησαν το Κυπριακό από το κακό στο χειρότερο. Η τρομαλέα Χούντα των Αθηνών τον Νιόμβρη του 1967, ενώ είχε διατάξει την επιχείρηση της Κοφίνου, παρά τη διαφωνία και τις επιφυλάξεις του Διγενή, αμέσως μετά ενέδωσε σε τουρκικό τελεσίγραφο και ανακάλεσε τον Στρατηγό και την Ελληνική Μεραρχία από την Κύπρο, χωρίς να πέσει τουφεκιά.

Ο Σάββας παρακολουθούσε από μακριά το δράμα της Κύπρου και ανησυχούσε για τους χειρισμούς του εθνικού μας θέματος. Είχε τη μεγάλη ατυχία να δει την Κύπρο διχοτομημένη από τα βαρβαρικά στίφη του Αττίλα. Άφησε την τελευταία του πνοή μακριά από την Κύπρο, που τόσο αγάπησε. Τα οστά του, με δική του επιθυμία, μεταφέρθηκαν στη γενέθλια γη κι εναποτέθηκαν στον ίδιο τάφο με κείνον του αδελφού του Σωκράτη, στο νέο Κοιμητήριο Λευκωσίας. Αιωνία του η μνήμη.

(Στο επόμενο: Σωκράτης Λοϊζίδης)