ΝΑΤΟ και Κύπρος, διλήμματα και προσανατολισμοί

Με την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, η ηγεσία της αποφάσισε την ένταξη του νεοσύστατου κράτους σε ένα νεόδμητο (1961), διόλου ασφαλές και προσανατολισμένης διαδρομής κίνημα, γνωστό ως Κίνημα των Αδεσμεύτων. Αυτό αποτελείτο από χώρες του τρίτου κόσμου, με τη στόχευση της δημιουργίας ενός τρίτου πόλου, μεταξύ των δύο διεθνοπολιτικών αμυντικού χαρακτήρα συγκροτήσεων του μεταπολεμικού συστήματος, του Οργανισμού Βορειοατλαντικής Συμμαχίας (1949) και του Συμφώνου της Βαρσοβίας (1955), εν τω μέσω της εποχής του Ψυχρού Πολέμου.

Μία νεοσύστατη δημοκρατία πανταχόθεν απειλούμενη και εσωτερικώς, ουδόλως κρατικοπολιτικά εν ασφαλεία συγκροτηθείσα, τελούσα δε υπό τη διακηρυγμένη, οιονεί απειλή της γειτνιάζουσας Τουρκίας, αποφάσισε να ενταχθεί σε ένα κίνημα, του οποίου ο προσανατολισμός δεν προσέδιδε ασφάλεια, ούτε στρατιωτικο-πολιτικές εγγυήσεις μιας καρποφόρου πορείας. Συναφώς, η ένταξη στο Κίνημα των Αδεσμεύτων απoτέλεσε μια εν πολλοίς πολιτικώς και γεωστρατηγικώς εσφαλμένη για την Κύπρο επιλογή.

Σήμερα βρισκόμαστε έξι δεκαετίες μετά την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, με την κατοχική δύναμη και τον εποικισμό σε πλήρη ανάπτυξη στο νησί, ενώ σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και εν μέσω καθοριστικών για το μέλλον των κρατών διεθνών εξελίξεων, που άπτονται κυρίως της ρωσο-ουκρανικής κρίσης, για τους σκοπούς μιας πολυεπίπεδης παροχής ασφάλειας, Φινλανδία και Σουηδία αιτήθηκαν τη συμμετοχή τους στο ΝΑΤΟ.

Η ανωτέρω κίνηση, παραπέμπουσα σε διεύρυνση του ΝΑΤΟ, θέτει εκ νέου και λίαν καθυστερημένα μια συζήτηση περί της ένταξης και της Κύπρου στον ανωτέρω διεθνή θεσμό. Βεβαίως, η προβολή ζητημάτων, στην ελλαδική και κυπριακή δημοσιότητα, που άπτονται ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, συνιστά μία a posteriori, ορθή μεν επιλογή, εκτός όμως δυνατοτήτων και πραγματικοτήτων.

Κατά τα ανωτέρω, το εν προκειμένω σενάριο δεν θα μπορούσε να λάβει χώραν υπό τα σημερινά δεδομένα για πλειάδα λόγων. Αφενός δεν συνιστά μια ρεαλιστική πρόταση, γιατί η Τουρκία, ούσα μέλος του ΝΑΤΟ (1952 ταυτόχρονα με την Ελλάδα), ακόμη και αν όλες οι άλλες χώρες, της Ελλάδας πρωταγωνιστούσης, συνηγορούσαν υπέρ της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ, θα προέβαλλε ενστάσεις υπό τη μορφή του βέτο. Υπενθυμίζεται, συναφώς, πως η Τουρκία δεν αναγνωρίζει καν την Κυπριακή Δημοκρατία ως κρατική οντότητα.

Δεδομένων των υφιστάμενων διεθνοπολιτικών συσχετισμών στην ΝΑ Μεσόγειο, αλλά και της στρατηγικής θέσης της Κύπρου ως προς την οπτική της Τουρκίας περί της ασφάλειάς της, επ’ ουδενί και δη υπό τις σημερινές συνθήκες κατοχής και εποικισμού, δηλαδή στρατηγικής τουρκοποίησης της μεγαλονήσου, η Άγκυρα δεν πρόκειται να αποδεχθεί ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ, εκτός και αν προϋπέθετε αποδοχή της ύπαρξης ενός τουρκικού κρατιδίου στη βόρεια περιοχή της Κύπρου.

Δηλαδή, θα αξίωνε τη διεθνοπολιτική υπόσταση δυο κρατικών οντοτήτων στο πλαίσιο ενός συνομοσπονδιακού συστήματος, τουτέστιν δύο δυνάμει ανεξάρτητων κρατικών οντοτήτων. Ασφαλώς, η κατά τα ανωτέρω εξέλιξη θα παρέπεμπε σε ένα εφιαλτικό σενάριο μιας ιδίοις χερσί κατάργησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αυτομάτως θα παρέπεμπε σε αναγνώριση της κατοχής. Μια τέτοια επιλογή ούτε η Κύπρος ή η Ελλάδα, ούτε και η ΕΕ θα αποδέχονταν.

Σχετικώς, είναι γνωστή και η τουρκική εκβιαστική προσέγγιση στο ζήτημα, που έχει προσφάτως τεθεί περί της ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Η Άγκυρα προέβαλε υπερμεγέθεις διεκδικητικές αναφορές, προκειμένου να επιτύχει το έλασσον, που συνιστούσε και τη δική της διεκδικητική θέση.

Παρά το θεωρητικό σχήμα, αλλά απραγματοποίητο να επιτευχθεί, εφόσον η Κύπρος θα εντασσόταν στο ΝΑΤΟ ως κρατική οντότητα και ως υποκείμενο διεθνούς δικαίου, αυτό θα αποτελούσε μια υπέρβαση της σημερινής κατοχικής πραγματικότητας. Τούτο, όμως, συνιστά ένα όνειρο θερινής νυκτός, δεδομένων των τουρκικών διεκδικήσεων, αξιώσεων και «πραγματικοτήτων», που καλλιέργησε διαχρονικά η Άγκυρα στην περιοχή.

Συμπερασματικά και εν κατακλείδι, η Κύπρος σήμερα είναι υποχρεωμένη να κινείται στρατηγικά σε ρεαλιστικούς βηματισμούς, δηλαδή αυτούς που αφορούν στην ισχύ, αξιοποιώντας συμμαχίες και ενισχύοντας τον εθνικό άξονα επιβίωσης Αθηνών - Λευκωσίας, που άπτεται πρωτίστως των θεμάτων άμυνας και ασφάλειας.