Αναλύσεις

Κατεχόμενα: Τουρκικά λεφτά, υποδομές και μαφία… για πολιτικά ανταλλάγματα

Το ερντογανικό παρακράτος γενικεύει τις πιέσεις εντός και εκτός της τουρκοκυπριακής κοινωνίας

Σε πολλά επίπεδα κινείται η παρεμβατικότητα της Άγκυρας στα κατεχόμενα, πασχίζοντας, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να «νουθετεί» τα τμήματα εκείνα της τουρκοκυπριακής κοινωνίας που δεν συναινούν σε μια ολοκληρωτική τουρκική εμπλοκή στις δομές του ψευδοκράτους. Χωρίς αυτό να σημαίνει, απαραίτητα, πως η όποια αντίδραση εμπεριέχει στοιχεία ενός «ταυτοτικού αγώνα», μιας αντιπαραθετικής διαπραγμάτευσης του συλλογικού εαυτού. Δηλαδή, που να εκπορεύεται από μια συλλογική αίσθηση για την τουρκοκυπριακή κοινότητα, που έρχεται σε αντιδιαστολή με τον «τουρκισμό» ή έστω την κυρίαρχη εκδοχή του. Τα κίνητρα, αν και είναι σε μεγάλο βαθμό και «ταυτοτικά», εντούτοις, μπορεί να εμπεριέχουν μιαν αμιγώς πολιτική χροιά και να αφορούν στον διαμοιρασμό της εξουσίας εντός του ψευδοκράτους, ανταγωνισμό τοποτηρητών με διαφορετικούς βαθμούς εξάρτησης, ή οικονομικής φύσεως διαφωνίες. Πέραν αυτού, η ταυτοτική διαπραγμάτευση του συλλογικού υποκειμένου των Τουρκοκυπρίων κινείται, επίσης, σε διάφορα επίπεδα. Η καθολική άρνηση του «τουρκισμού» ή η στροφή σε έναν χειραφετικό «κυπριωτισμό», που να κατανοεί πως η τουρκική κατοχή και εξάρτηση αποτελεί το υπ’ αριθμόν ένα αξιακό, πολιτισμικό, πολιτικό και οικονομικό πρόβλημα του τόπου, παραμένει αμυδρή, κυρίως, σε μια μερίδα των εξωκοινοβουλευτικών αριστερών σχηματισμών.

Παρεμβάσεις σε όλα τα πεδία…

Οι τουρκικές παρεμβατικές πολιτικές επεκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα κινήσεων, ικανοποιώντας τον ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό του τουρκικού κράτους να θέτει σταδιακά υπό την πλήρη εξάρτησή του το ψευδοκράτος και τους Τουρκοκυπρίους, τόσο πολιτικοοικονομικά, όσο και συνειδησιακά. Στην παρούσα φάση, ο στόχος τόσο της τ/κ ηγεσίας όσο και της Τουρκίας είναι κοινός, και φαίνεται να είναι η προσπάθεια αναβάθμισης του ψευδοκράτους, κάτι που θα τους επιτρέψει ελευθερία κινήσεων σε πολλούς άξονες: Από την πολιτική για λύση του Κυπριακού με «συνεργασία δύο κρατών», μέχρι την προοπτική της προσάρτησης. Σε κάθε περίπτωση, διαφαίνεται έντονα η προσπάθεια διεύρυνσης και εντατικοποίησης του υφιστάμενου στάτους κβο, μέσω μιας πολιτικής που διεκδικεί σταδιακά ψήγματα αναγνώρισης. Η εξεύρεση και διεθνής νομιμοποίηση εκείνης της πολιτικής δομής που θα επιτρέψει στα δύο κράτη να «συνεργάζονται», αλλά και στην Τουρκία να «απλώνει χέρι στον νότο», είναι τώρα το βασικό και άμεσο ζητούμενο.

Οι τουρκικές παρεμβάσεις αρχίζουν από την παραχώρηση χρημάτων υπό μορφή ανταλλαγμάτων, κυρίως προς την ανάγκη «εσωτερικού εκσυγχρονισμού», που οδηγεί σε περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις και εισροή τουρκικών κεφαλαίων. Και φθάνουν μέχρι τους εκφοβισμούς, τις συλλήψεις και την καταστολή, αλλά και την διαιώνιση μιας μαφιόζικης παραοικονομίας, που εξαρτά σε απόλυτο βαθμό την προοπτική της ανάπτυξης και το τ/κ πολιτικό κατεστημένο, στην τουρκική άρχουσα τάξη.

Στο επίκεντρο και η «τοπική αυτοδιοίκηση»

Αυτήν την εβδομάδα, στα κατεχόμενα κυριάρχησε η ψήφιση του «νόμου ενοποίησης των δήμων», κάτι που προκάλεσε αντιδράσεις σε δύο επίπεδα. Αφενός στο εργασιακό/συνδικαλιστικό κομμάτι, καθώς η ενοποίηση προϋποθέτει περικοπές και συρρίκνωση των εργασιακών θέσεων. Αφετέρου, στο κοινωνικοπολιτικό, αφού θεωρήθηκε από την αντιπολίτευση ως ακόμη μια τουρκική εντολή για διαρθρωτικές αλλαγές που θα περιορίζει τον βαθμό πολιτικής αυτονομίας των Τουρκοκυπρίων. Η τοπική αυτοδιοίκηση εκ των πραγμάτων προϋποθέτει και έναν βαθμό ανταγωνιστικών σχέσεων με την «κεντρική εξουσία» και, ως εκ τούτου, ο περιορισμός των «Δήμων» και η συγκρότηση ενός ευκολότερα ελεγχόμενου οργανωτικού μοντέλου είναι απαραίτητα για το καθεστώς του Ερντογανικού AKP. Τελικά, η ψήφιση κατέστη εφικτή – με μικρές τροποποιήσεις – με τη στήριξη του «κυβερνητικού» συνασπισμού των «ΚΕΕ – ΔΚ – ΚΑ», ενώ, «το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το ΡΤΚ, διοργάνωσε διαμαρτυρία μέσα στη «βουλή» και οι υπάλληλοι των δήμων διαδήλωσαν έξω από τη βουλή κατά τη διάρκεια της μέρας και της νύχτας, όπου διεξαγόταν η συζήτηση» [Kibris]. Το κατοχικό καθεστώς οδηγήθηκε σε πρακτικές καταστολής, ενώ των διαμαρτυριών προηγήθηκαν και ακολούθησαν συλλήψεις. Η Yeni Duzen γράφει ότι «δεν λήφθηκαν υπόψη οι απόψεις και οι θέσεις των ‘‘τοπικών αρχών’’ και των εργαζομένων κατά την ετοιμασία του λεγόμενου νομοσχεδίου», ενώ η Avrupa έκανε λόγο για «αποικιοκρατική αστυνομία», στηλιτεύοντας το ότι κατά την επίθεση ακραίων εθνικιστικών κύκλων στην εφημερίδα πριν από μερικά χρόνια δεν κουνήθηκε φύλλο, ενώ τώρα η βία ήταν έντονη, προστατεύοντας «όσους ανεβαίνουν στην κορυφή της βουλής και σηκώνουν τη σημαία της κατάκτησης».

Υλοποιείται το «πρωτόκολλο συνεργασίας»

Οι περισσότερες διαρθρωτικές αλλαγές προνοούνται στο «πρωτόκολλο οικονομικής συνεργασίας» Τουρκίας - ψευδοκράτους, το οποίο υπεγράφη πρόσφατα εν μέσω αντιδράσεων. Ήδη, ανακοινώθηκε επίσης η «ιδιωτικοποίηση του λιμανιού της Κερύνειας», με τον λεγόμενο «δήμαρχο» να δηλώνει πως κανείς δεν διαβουλεύθηκε γι’ αυτό με τον «δήμο» και ότι ο ίδιος έμαθε την εξέλιξη από αναρτήσεις κάποιων μελών του «δημοτικού συμβουλίου», εννοώντας, πιθανότατα, τα μέλη του «κυβερνητικού σχηματισμού». Την ίδια ώρα, το τυράκι των υποδομών αποτελεί πάγια τουρκική τακτική. Από το νέο «μεγάλο οικιστικό έργο» στο Τρίκωμο, με «ξενοδοχεία 5 αστέρων και το μεγαλύτερο καζίνο του νησιού», έως και το νέο παράνομο αεροδρόμιο της Τύμπου, όπου αναμένεται να λειτουργήσει κατά την επέτειο ανακήρυξης του αποσχιστικού μορφώματος.

Την ώρα που οι εντάσεις ήταν στο κόκκινο, η κατοχική κυβέρνηση ανακοίνωνε, πάντως, εξουσιοδότηση στο «υπουργείο οικονομικών» να δανειστεί έως και 600 εκ. TL, «για την κάλυψη των αναγκών του», ενώ, πήρε παράτυπα παράταση ο διαγωνισμός της λεγόμενης «αρχής ηλεκτρισμού» για προμήθεια καυσίμων, με σκοπό να συμμετέχουν κι άλλες εταιρείες. Ο «πρόεδρος» της «αρχής», κληθείς να απαντήσει σε ισχυρισμούς περί «πιέσεων», είπε ότι «υπήρξαν κάποιοι άνθρωποι που τηλεφώνησαν και έκαναν ερωτήσεις», αλλά υποστήριξε ότι δεν δέχθηκε καμία πίεση από τον «πρόεδρο» και τους αρμόδιους «υπουργούς».

Το «κυβερνητικό ΚΕΕ» και οι σχέσεις με το τουρκικό μαφιόζικο παρακράτος

Το πρόβλημα της «ηλεκτροδότησης» των κατεχομένων ήταν από τους κύριους λόγους της πρόσφατης «παραίτησης»/ εκδιωγμού από την Άγκυρα, του τέως ψευδοπρωθυπουργού Φαΐζ Σουτζούογλου, ο οποίος παραμένει πρόεδρος του Κόμματος Εθνικής Ενότητας, από το οποίο προέρχεται και ο Ερσίν Τατάρ. Ο εν λόγω πολιτικός δεν είχε ποτέ την έγκριση της Άγκυρας, παρά τη γενικότερη δημοφιλία του στους κόλπους της τ/κ δεξιάς και ακροδεξιάς. Εξ ου και παρέμεινε μόλις 3 μήνες στην «εξουσία». Τώρα, όταν ερωτάται, συμπεριφέρεται ως βασιλικότερος των βασιλέων: ««Γιατί να υπάρχει πρόβλημα με τον Πρόεδρο Ερντογάν; Όταν συναντηθήκαμε, ήταν μια πολύ ειλικρινής και πολύ παραγωγική συνάντηση. Ωστόσο, κοιτάξτε την πρόσφατη ιστορία των Τουρκοκυπρίων, θέλουν πάντα να προχωρούν εδώ παραπληροφορώντας την Άγκυρα».

Για το Κόμμα Εθνικής Ενότητας, πάντως, πληθαίνουν τα δημοσιεύματα που το θέλουν να έχει οργανικές σχέσεις με την τουρκική μαφία, τον τζόγο, το ναρκεμπόριο και το εμπόριο γυναικών. Την βδομάδα που πέρασε υπήρξαν τουλάχιστον οκτώ συλλήψεις προσώπων για διακίνηση παράνομων ποσών, ενώ διέρρευσε η υπόθεση σύλληψης πατέρα και υιού, τουρκικής υπηκοότητας, που θεωρείται ως η «μεγαλύτερη μεταφορά χρημάτων από παράνομες δραστηριότητες». Τα εν λόγω πρόσωπα φέρονται να έχουν φωτογραφηθεί με στελέχη του κόμματος, καθώς και με τον Τούρκο «πρέσβη», ενώ, ο Ερσίν Τατάρ τέλεσε τα εγκαίνια καταστήματός τους, το 2019.

Από την καταστολή… στη φίμωση

Στην εξίσωση και οι προσπάθειες φίμωσης αντιστασιακών δημοσιογράφων, όπως και η απαγόρευση εισόδου στην Τουρκία, Τουρκοκύπριων πολιτικών και ακτιβιστών, που καταφέρονται ενάντια στις τουρκικές παρεμβάσεις. Η «Αβρούπα» κυκλοφόρησε με τίτλο «Υποθέσεις δικαίου περί αδικοπραξιών στην αποικιοκρατία», γράφοντας ότι αρχίζει η εκδίκαση των υποθέσεων κατά των δημοσιογράφων της εφημερίδας, της Φαϊζέλ Οζντεμιρτσιλέρ και του Σενέρ Λεβέντ.