Αναλύσεις

«Μαύρα» σύννεφα πυκνώνουν πάνω από την παγκόσμια οικονομία

Οι συνεχείς αναθεωρήσεις προς τα πάνω για τον πληθωρισμό, σχεδόν σε όλες τις χώρες, ενισχύουν την αβεβαιότητα στην οικονομία - Η ύφεση, πλέον, θεωρείται το βασικό σενάριο για τις οικονομίες του πλανήτη

Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε πανικό, συνεπεία του υψηλού πληθωρισμού που έχει αγγίζει ιστορικά υψηλά. Οι Κεντρικές Τράπεζες, προκειμένου να δαμάσουν τον πληθωρισμό, προχώρησαν σε επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων, εντούτοις, η κίνηση αυτή δεν είχε ιδιαίτερο αντίκρισμα. Συνεπεία τούτου, την περασμένη Τετάρτη, η Ομοσπονδιακή Αμερικανική Τράπεζα (FED) αποφάσισε να αυξήσει τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης, γεγονός που προκάλεσε αναταραχή στις αγορές. Ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και Wall Street, μετά τις ανακοινώσεις, κατέγραψαν, ισχυρές απώλειες, ενώ οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου σημείωσαν σημαντική πτώση. Οι επενδυτές μπορεί να περίμεναν τη συγκεκριμένη αύξηση, όμως η «επιθετική ρητορική» του επικεφαλής της «FED» τούς κατέλαβε εξαπίνης. Με τις δηλώσεις του, ο Τζερόμ Πάουελ, έκανε ξεκάθαρο ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων θα συνεχιστούν, μέχρι ο πληθωρισμός να φθάσει σε κανονικά επίπεδα. Μία τέτοια δήλωση, όμως, προμηνύει ύφεση, καθώς ο κ. Πάουελ έβαλε στην άκρη την ανάπτυξη στις ΗΠΑ, για να προτάξει την ελαχιστοποίηση του πληθωρισμού́.

Πλήγμα

Η σταθερότητα των τιμών είναι η βασική προτεραιότητα της FED, γιατί, όπως είπε ο κ. Πάουελ, η οικονομία δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς σταθερότητα των τιμών. Εξακολουθεί να βλέπει ανοδικές πιέσεις στις τιμές καταναλωτή και γι’ αυτό, όπως υπογράμμισε, δεν υπάρχουν περιθώρια για εφησυχασμό. Τόνισε ότι η μάχη για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού θα απαιτήσει μεγαλύτερο χρονικό διάστημα απ’ ό,τι αναμενόταν και είναι πιθανό να πλήξει την αγορά εργασίας. «Η μείωση του πληθωρισμού είναι πιθανό να απαιτήσει μια διαρκή περίοδο ανάπτυξης με ρυθμό κατώτερο της τάσης. Και, πολύ πιθανόν, σημαίνει κάποιαν άμβλυνση των συνθηκών στην αγορά εργασίας», είπε χαρακτηριστικά.

Συντονισμός

Σε κούρσα σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής επιδίδεται σχεδόν και ο υπόλοιπος κόσμος. Την περασμένη Πέμπτη, η Τράπεζα της Αγγλίας προχώρησε στην έβδομη διαδοχική αύξηση επιτοκίων, στο 2,25% από 1,75%, εκτιμώντας ότι η βρετανική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 0,1% το τρίτο τρίμηνο και, σε συνδυασμό με τη μείωση της παραγωγής το δεύτερο τρίμηνο, θα οδηγηθεί σε τεχνική ύφεση. Η Τράπεζα της Αγγλίας δήλωσε ότι θα συνεχίσει να «ανταποκρίνεται σθεναρά, όπως χρειάζεται», στον πληθωρισμό. Στο ίδιο μοτίβο και η ιαπωνική κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ιαπωνίας, οι οποίες παρενέβησαν στην αγορά συναλλάγματος για πρώτη φορά από το 1998, καθώς το γιεν έπιασε χαμηλό 24 ετών έναντι του δολαρίου, φτάνοντας στα 145 γιεν ανά δολάριο. Επιπρόσθετα, τέλος σε μια εποχή αρνητικών επιτοκίων στην Ευρώπη έβαλε η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας, αυξάνοντας τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης, στο 0,5%. Τον Ιούνιο είχε σημειωθεί η πρώτη αύξηση στη χώρα μετά από 15 χρόνια, όταν τα επιτόκια αναρριχήθηκαν στο -0,25%. Ο ελβετικός πληθωρισμός κινείται στο 3,5%, καταγράφοντας υψηλό τριών δεκαετιών.

Παίρνει σκυτάλη η ΕΚΤ

Υπό αυτό το πρίσμα, λοιπόν, είναι θέμα χρόνου να προκύψει μια νέα άνοδος επιτοκίων και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), που αφενός θα επιβραδύνει την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη και, αφετέρου, θα «ακριβύνει» τον δανεισμό κρατών και επιχειρήσεων. Οι εκτιμήσεις λένε πως η ΕΚΤ θα ακολουθήσει την πολιτική της FED, και θ’ ανεβάσει τα επιτόκια κατά 0,5%. Ήδη, μέσα σε δύο μήνες το βασικό επιτόκιο αυξήθηκε 1,25% και θ’ αυξηθεί κι άλλο, έως ότου ο πληθωρισμός φθάσει στην Ευρωζώνη το 2%, που είναι ο στόχος. Αυτό σημαίνει πως και στην Ευρώπη αφήνουν στην άκρη την ανάπτυξη και υποδέχονται την ύφεση χάριν της μείωσης του πληθωρισμού. Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα, καθώς ο πληθωρισμός τροφοδοτείται -κυρίως- από την ενέργεια, γεγονός που δεν αφήνει παράθυρο ελπίδας. Ενόσω οι κυρώσεις και οι αντικυρώσεις συνεχίζονται και η Ευρώπη είναι ανήμπορη να δώσει εναλλακτικές λύσεις, το πρόβλημα διαιωνίζεται προκαλώντας σοβαρά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα στους Ευρωπαίους πολίτες.

Επί τα χείρω

Οικονομολόγοι του «Bloomberg» θεωρούν αναπόφευκτη τη διολίσθηση της οικονομίας της Ευρωζώνης, καθώς ο κίνδυνος ύφεσης έχει φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2020. Ο πληθωρισμός που ήδη «καίει» την οικονομία και οι ανησυχίες για την ενεργειακή επάρκεια τον χειμώνα «σπρώχνουν» σε ύφεση την οικονομική δραστηριότητα. Ειδικότερα, εκτιμούν στο 80% την πιθανότητα δύο συνεχόμενων τριμήνων συρρίκνωσης τους επόμενους 12 μήνες. Σε προηγούμενη έρευνα του πρακτορείου, οι οικονομολόγοι έβλεπαν στο 60% αυτήν την πιθανότητα. Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, αναμένεται να κορυφωθεί στο 9,6% τους τελευταίους τρεις μήνες του έτους, σχεδόν πέντε φορές δηλαδή τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που είναι το 2%, ο οποίος προβλέπουν πως δεν θα πλησιάσει τουλάχιστον τα επόμενα δύο χρόνια.

Δύσβατο το 2023

Σε ό,τι αφορά την κυπριακή οικονομία, τα δύσκολα έπονται. Οι συνέπειες του πολέμου και των κυρώσεων που επιβλήθηκαν σε βάρος της Ρωσίας παραμένουν, για την ώρα, αχαρτογράφητες. Η Κεντρική Τράπεζα προειδοποιεί πως τώρα θ' αρχίσουμε να βλέπουμε τις επιπτώσεις, και πιο έντονα μέσα στο 2023. Η δραματική αλλαγή των δεδομένων στην οικονομία αποτυπώνεται στις προβλέψεις της Κεντρικής Τράπεζας. O ρυθμός ανάπτυξης για το 2022, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΚΤΚ, αναμένεται να ανέλθει στο 5,5%, όπως και το προηγούμενο έτος. Η μεγέθυνση στο ΑΕΠ προβλέπεται να προέλθει κυρίως από την εγχώρια ζήτηση, αλλά και την ταχύτερη από την αναμενόμενη ανάκαμψη της τουριστικής βιομηχανίας, παρά την αρνητική συνεισφορά από την πλευρά των καθαρών εξαγωγών. Για τα έτη 2023 και 2024, η ανάπτυξη του ΑΕΠ αναθεωρήθηκε προς τα κάτω. Συγκεκριμένα, αναμένεται να ανέλθει στο 2,5% και 3,1%, αντίστοιχα, συνεπεία των δυσμενών προοπτικών στο εξωτερικό περιβάλλον. Η ανεργία το 2022 αναμένεται να καταγράψει μείωση στο 6,7%, συγκριτικά με 7,5% που ήταν πέρσι. Τα επόμενα έτη προβλέπεται πτωτική πορεία, με την ανεργία να ανέρχεται στο 6,5% το 2023 και στο 5,9% το 2024.

Διάβρωση εισοδημάτων

Ο πληθωρισμός εμποδίζει την ανάπτυξη, ενόσω αναρριχάται σε πολύ υψηλά επίπεδα, ροκανίζοντας την ίδια ώρα τους μισθούς των πολιτών. Όπως αναφέρει η ΚΤΚ, «η σημαντική αύξηση των τιμών της ενέργειας αναμένεται να μειώσει την αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων που, μαζί με την αύξηση των επιτοκίων, θα έχουν ως αποτέλεσμα τον αρνητικό επηρεασμό της εγχώριας ζήτησης, παρά την αξιοποίηση των αποταμιεύσεων που συσσωρεύθηκαν λόγω πανδημίας». Σύμφωνα με την ΚΤΚ, ο πληθωρισμός προβλέπεται να αυξηθεί σημαντικά το 2022 στο 8,4% από 2,3% το 2021, εξαιτίας των εξωφρενικών τιμών της ενέργειας. Ωστόσο, τα επόμενα χρόνια εκτιμάται ότι θα υπάρξει αποκλιμάκωση, δηλαδή το 2023 να φθάσει το 3,9% και 2,1% το 2024. Η Κεντρική Τράπεζα επισημαίνει ότι, εάν υπάρξει απόκλιση από το βασικό της σενάριο, τότε θα αφορά περαιτέρω μείωση του ρυθμού ανάπτυξης και αύξηση του πληθωρισμού. Γεγονός που θα προκαλέσει περαιτέρω πονοκέφαλο σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, που ήδη βρίσκονται σε ασφυκτικό κλοιό, λόγω της ακρίβειας.