Φτάνει η ανθρωποφαγία και τα λαϊκά δικαστήρια

Πάει να γίνει έθιμο στην Κύπρο η τακτική της σπίλωσης προσώπων, η δολοφονία χαρακτήρων και η ανθρωποφαγία με ψευδείς ειδήσεις, φήμες και συκοφαντίες. Στήνονται λαϊκά δικαστήρια και στιγματίζονται αβάσιμα άνθρωποι, με αποτέλεσμα να υποφέρουν τόσο οι ίδιοι όσο και ο οικογενειακός τους περίγυρος. Κι όταν κάποια στιγμή, αργότερα με πολλή καθυστέρηση αποδεικνύεται ακόμα και ενώπιον δικαστηρίου το αβάσιμο των κατηγοριών, οι κατήγοροι και οι σκευωροί περιορίζονται σε μία απλή συγγνώμη. Και βλέπουμε αυτές τις καταστάσεις όταν από την άλλη καλύπτονται πραγματικοί απατεώνες, οι κλεφταράδες που αποδεδειγμένα λυμαίνονται είτε δημόσιο χρήμα είτε τους κόπους του φτωχού ανθρώπου. Αλήθεια, τι να πρωτοθυμηθούμε; Το μεγάλο φαγοπότι της ανέγερσης του νέου Γενικού Νοσοκομείου στη Λευκωσία; Εκείνο των Κυπριακών Αερογραμμών; Ή τη μεγάλη ληστεία του χρηματιστηρίου και το ξεπούλημα του Συνεργατισμού με τους ηθικούς αυτουργούς, που όχι μόνο ζητούν τα ρέστα, αλλά και θέλουν να μας κυβερνήσουν; Να θυμηθούμε τις τεράστιες εισφορές στα μεγάλα κόμματα από τους καταστροφείς της Λαϊκής Τράπεζας που κατέκλεψαν τους κόπους και μόχθους μιας ζωής από χιλιάδες καταθέτες;

Αυτές τις απαράδεχτες συμπεριφορές τις απεχθάνομαι και αισθάνομαι την ανάγκη να τις καταδικάζω με όλη τη δύναμη της ψυχής μου. Ανεξάρτητα ποιους αφορούν και ποιους θίγουν. Κι αυτό κάνω πολλές φορές και από καιρού εις καιρόν με αρθρογραφία, όπως κάνω και τώρα. Και δεν το κάνω τυχαία, αφού μου δίνεται αφορμή από το ανάλογο δράμα που ζουν εδώ και τρία χρόνια οι ίδιοι, αλλά και οι οικογένειες των Δημήτρη Συλλούρη, Χριστάκη Τζιοβάνη, Αντώνη Αντωνίου και Ανδρέα Πιττάτζη. Ζουν έναν Γολγοθά, περιμένοντας αν και πότε θα προκύψει και ένα τέρμα. Ξέρω ότι δεν έχουν ανάγκη δικηγόρων υπεράσπισης. Άλλωστε έχουν στο πλευρό τους ευπαίδευτους συνηγόρους που γνωρίζουν άριστα τη δουλειά τους και θα τους υπερασπιστούν με επάρκεια. Εγώ προσεγγίζω το θέμα καθαρά από ανθρωπιστική πλευρά. Διαβλέπω από την αρχή μια προσπάθεια εξουθένωσης και δολοφονίας χαρακτήρων. Στη βάση ενός αμφιβόλου ποιότητας και γνησιότητας οπτικού υλικού, προερχόμενου από ένα τηλεοπτικό κανάλι που σπονσάρεται από αντικυπριακούς κύκλους, επιχειρείται μια άνευ προηγουμένου απόπειρα ανθρωποφαγίας. Άτομα που δεν ξέρουμε από πού κρατά η σκούφια τους, αν είναι ή όχι δημοσιογράφοι, με αλλότριους σκοπούς και στόχους κατάφεραν να παρασύρουν μια ολόκληρη κοινωνία και τη συντεταγμένη πολιτεία σε κυνήγι μαγισσών. Στη βάση αυτών των αόριστων και αβάσιμων στοιχείων στήνονται λαϊκά δικαστήρια και δημιουργείται κοινή γνώμη. Ήδη με τους έντεχνους χειρισμούς της Κυβέρνησης οι προαναφερθέντες έχουν βρεθεί ένοχοι και καταδικαστεί στη συνείδηση της κοινής γνώμης. Καμιά αθωωτική απόφαση δικαστηρίου δεν θα μπορέσει να αποδώσει πίσω στους κατηγορουμένους την αξιοπρέπεια και την καλή φήμη που με κόπο και μόχθο απέχτησαν ανάμεσα στον κυπριακό λαό. Και θέλω να σταθώ ιδιαίτερα στον Χριστάκη Τζιοβάνη, άνθρωπο ευϋπόληπτο, επιτυχημένο οικογενειάρχη και επιχειρηματία, δυο φορές εκλεγμένο μέλος του κυπριακού Κοινοβουλίου, άτομο που πολλοί επώνυμοι από τον πολιτικό οικονομικό και κοινωνικό κόσμο επιζητούσαν τη φιλία και συνεργασία του. Ο κ. Τζιοβάνης στην επαγγελματική του πορεία πρόσφερε πολλά. Εργοδοτεί μεγάλο αριθμό προσώπων, προσελκύει ξένους επενδυτές, συνεισφέρει σημαντικά στο εθνικό εισόδημα. Κι όμως ήταν αρκετό ένα αόριστο ρεπορτάζ ξένου καναλιού, να τον κατατάξουν στους… εχθρούς του τόπου. Χωρίς αποδείξεις και τεκμήρια, χωρίς δικαστικές αποφάσεις. Και μαζί μ’ αυτόν, υποφέρει και η οικογένειά του και το στενό του περιβάλλον. Έχει περιπέσει σε δυσμένεια, έχει περιθωριοποιηθεί, από φίλους και γνωστούς, από ευεργετηθέντες, ακόμα και από το κόμμα που τόσο πιστά υπηρέτησε για χρόνια.

Όμως η αλήθεια στο τέλος θα λάμψει. Έστω με καθυστέρηση. Είναι νομοτέλεια. Μπορεί να αργεί η Δικαιοσύνη στην Κύπρο, όμως είμαι σίγουρος ότι θα φτάσει αυτή η μέρα. Και είμαι σίγουρος και για την αθωότητα του κ. Τζιοβάνη. Πολύ περισσότερο σίγουρος είναι ο ίδιος και η οικογένειά του. Γι’ αυτό επιθυμούν τη γρήγορη εκδίκαση της υπόθεσης. Και πιέζουν προς την κατεύθυνση αυτή. Να κινηθούν γρήγορα οι διαδικασίες, να εκδικασθεί η υπόθεση και να διαφανεί η αλήθεια.

Και, αναφερόμενος στην υπόθεση Τζιοβάνη, δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό και να μην κάνω τις συγκρίσεις με άλλες παρόμοιες υποθέσεις. Τρεις εκθέσεις-πορίσματα οργάνων και φορέων της Κυπριακής Δημοκρατίας (Καλογήρου, Νικολάτου, Γενικού Ελεγκτή), καταγράφουν σημεία και τέρατα. Υποδεικνύουν πρόσωπα, πολιτικούς-δικηγόρους, με ονόματα και διευθύνσεις, που παρανόμησαν με προκλητικό τρόπο στο θέμα των χρυσών διαβατηρίων. Τι έκανε γι’ αυτές τις υποθέσεις η Κυβέρνηση; Η Γενική Εισαγγελία; Είχαν και έχουν μπροστά τους σοβαρές ποινικές υποθέσεις. Με στοιχεία και αποδείξεις από όργανα του κυπριακού κράτους κι όχι ενός ξένου και εχθρικού προς την Κύπρο και τον λαό της, καναλιού. Που συγκέντρωσε υλικό αμφιβόλου ποιότητας και εγκυρότητας, περιμένοντας πάνω από ένα χρόνο να το αποκαλύψει με προφανείς στόχους. Τίποτε δεν ακούσαμε για όλες αυτές τις παρανομίες. Ούτε ονόματα αποκαλύφθηκαν τη στιγμή που στις προαναφερθείσες εκθέσεις καταγράφονται τόσες λεπτομέρειες για τις παρανομίες, αλλά και για τους πρωταγωνιστές. Για τους άλλους με τις καραμπινάτες παρανομίες, σιγή ιχθύος. Αλλά αυτοί έχουν την κάλυψη και συγκάλυψη ανωτάτων θεσμών του κράτους. Αυτοί έχουν συνένοχους και συνεργούς υψηλόβαθμους στην ιεραρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όμως θα αποκαλυφθούν όλα ενώπιον της Δικαιοσύνης. Γι’ αυτό ο κ. Τζιοβάνης θέλει και επιδιώκει την όσο το δυνατόν συντομότερη εκδίκαση της υπόθεσης, για να λάμψει η αλήθεια και ο κάθε κατεργάρης να μπει στον πάγκο του.

Αλήθεια, κύριοι πολιτικοί, πόσοι από εσάς τολμάτε να δώσετε πληρεξούσια έγγραφα στις Αρχές, ώστε να διερευνηθούν οι συναλλαγές σας με διαφάνεια; Αυτό είναι το ερώτημα που πρέπει να προβληματίσει την κοινωνία, η οποία οφείλει να αναπτύξει κριτική σκέψη και να μην παρασύρεται από τις πολιτικές σκοπιμότητες της κάθε προεκλογικής εκστρατείας.