Αναλύσεις

Κατώτατος μισθός και ενδεχόμενες συνέπειες

Η απόφαση αυτή προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις από τη μια να θεωρούν το ύψος του χαμηλό και από την άλλη τους εργοδότες να εκφράζουν ανησυχία για τις στρεβλώσεις που ενδεχομένως να προκαλέσει

Η Κυβέρνηση προχώρησε τη βδομάδα που μας πέρασε στην έκδοση διατάγματος που αφορά την υιοθέτηση του κατώτατου μισθού από την αρχή του επόμενου έτους. Η απόφαση αυτή προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις από τη μια να θεωρούν το ύψος του χαμηλό και από την άλλη τους εργοδότες να εκφράζουν ανησυχία για τις στρεβλώσεις που ενδεχομένως να προκαλέσει.

Ενίσχυση της ανεργίας, του πληθωρισμού, στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας από τη μια και από την άλλη αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και της αγοραστικής δύναμης είναι αυτά που ακούγονται από τους αρμοδίους. Φυσικά η Κύπρος δεν είναι η πρώτη χώρα που εφαρμόζει τον συγκεκριμένο θεσμό, όμως κινείται πλέον στους κλαδικούς κατώτατους μισθούς που προβλέπονται στις συλλογικές συμβάσεις (πιο ευέλικτο μοντέλο εφόσον λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του κάθε κλάδου) στον εθνικό κατώτατο μισθό (μοντέλο που επίσης εφαρμόζουν πολλές χώρες).

Ενώ γίνεται όλη αυτή η συζήτηση υπάρχει μια κατηγορία συμπολιτών μας, οι αυτοεργοδοτούμενοι, που δεν καλύπτονται από το διάταγμα, ούτε έχουν άδειες ασθενείας, ούτε συγκεκριμένα ωράρια. Επιπλέον, με την παροχή υπηρεσιών και όχι την εργοδότηση, αναλαμβάνουν πλήρως την καταβολή των φόρων και των κοινωνικών ασφαλίσεων, ενώ γίνεται αντιληπτό ότι είναι πολύ ευκολότερο να τερματιστεί ένα συμβόλαιο αγοράς υπηρεσιών (εξαρτάται φυσικά από τους όρους) παρά ένα συμβόλαιο εργοδότησης. Υπενθυμίζεται ότι η Τρόικα είχε ζητήσει από το κράτος για συγκεκριμένες κατηγορίες «υπαλλήλων» να συναφθούν συμβόλαια αγοράς υπηρεσιών.

Η εφαρμογή του κατώτατου μισθού μπορεί να έχει διάφορες παραμέτρους. Για παράδειγμα, σε ένα περιβάλλον πλήρους ανταγωνισμού, όπου οι δυνάμεις της αγοράς αφήνονται να δράσουν από μόνες τους και να βρουν την ισορροπία (equilibrium), ο μισθός καθορίζεται από την προσφορά και τη ζήτηση της εργασίας.

Αν ο κατώτατος μισθός είναι υψηλότερος από τον μισθό που καθορίζουν οι δυνάμεις της αγοράς, κυρίως για άτομα χαμηλής παραγωγικότητας, δημιουργείται υπερπροσφορά εργασίας, εφόσον ο αριθμός των ατόμων που θα μπορούσαν να εργοδοτηθούν με χαμηλότερους μισθούς ξεπερνά τις θέσεις εργασίας που είναι διαθέσιμες. Ως εκ τούτου δημιουργούνται συνθήκες αύξησης της ανεργίας.

Τέτοιο εργασιακό περιβάλλον, όπου όλα λειτουργούν ιδεατά σύμφωνα με τους νόμους της αγοράς, δύσκολα μπορεί να δημιουργηθεί και ειδικότερα στην Κύπρο, όπου η αγορά εργασίας είναι μικρή. Άλλωστε, τέτοιο περιβάλλον προϋποθέτει ότι κάθε εργαζόμενος μπορεί να μετακινηθεί χωρίς κανένα ζήτημα από τη μια εργασία στην άλλη, χωρίς παρεμβάσεις και με πλήρη αξιοκρατικά κριτήρια πρόσληψης (καλύτερα να τελειώσει η πρόταση εδώ χωρίς περαιτέρω σχόλια όσον αφορά την τοπική αγορά εργασίας).

Από την άλλη, σε ένα περιβάλλον όπου οι πολίτες δεν έχουν τη δυνατότητα ή είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξουν εύκολα δουλειά, το σημείο ισορροπίας για τη μισθοδοσία και την απασχόληση (σε σύγκριση με τις συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού) είναι χαμηλότερο από τον κατώτατο μισθό, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συνθήκες ενίσχυσης της απασχόλησης.

Ενδεχομένως η αλήθεια να είναι κάπου στη μέση και να βρίσκεται πιο κοντά στην Κεϋνσιανή προσέγγιση. Ο κατώτατος μισθός θα ενισχύσει την κατανάλωση και τη ζήτηση σε προϊόντα και υπηρεσίες καθώς και τις τιμές, αλλά η επίδραση στην αγορά εργασίας θα εξαρτηθεί και από άλλους παράγοντες και δεν μπορεί να εκτιμηθεί εκ των προτέρων. Γι’ αυτόν τον λόγο είναι σημαντικό να υπάρχει ο μηχανισμός αναπροσαρμογής, ο οποίος να λαμβάνει υπόψη, πέρα από την κατάσταση στην αγορά εργασίας, την πορεία μακροοικονομικών δεικτών αλλά και γενικότερα το οικονομικό περιβάλλον.

Στο διάταγμα που δημοσιοποιήθηκε προνοείται η θεσμοθέτηση επιτροπής που θα συντάσσει εισηγητική έκθεση, η οποία θα υποβάλλεται στον Υπουργό τουλάχιστον δύο μήνες πριν από κάθε αναθεώρηση, λαμβάνοντας υπόψη την αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού και τη διαφοροποίηση στο κόστος διαβίωσης, τις τάσεις στα επίπεδα απασχόλησης και στα ποσοστά ανεργίας, τη διαφοροποίηση στην οικονομική ανάπτυξη και στα επίπεδα παραγωγικότητας, τη διαφοροποίηση και τις τάσεις στα επίπεδα απολαβών και την κατανομή τους και τις επιπτώσεις που οποιαδήποτε μεταβολή του κατώτατου μισθού θα έχει στα επίπεδα απασχόλησης, τους δείκτες σχετικής και απόλυτης φτώχιας, το κόστος διαβίωσης και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Όσον αφορά τις πληθωριστικές πιέσεις, αυτές έχουν ήδη εκδηλωθεί, οπότε ο κατώτατος μισθός ουσιαστικά έρχεται να καλύψει μέρος της χαμένης αγοραστικής δύναμης των πολιτών. Σε μακροοικονομικό επίπεδο ενισχύεται η κατανάλωση και κινείται η οικονομία. Φυσικά, η αύξηση των επιτοκίων θα οδηγήσει ξανά κάποιους πίσω στις καταθέσεις των οποιωνδήποτε πλεονασμάτων έχουν, περιορίζοντας τον αντίκτυπο στο «παζάρι».

Οπότε, ο αντίκτυπος της εφαρμογής του κατώτατου μισθού ενδεχομένως να είναι διαφορετικός ανάλογα με την ηλικία των πολιτών, τη γεωγραφική θέση, το επίπεδο μόρφωσης και τον κλάδο απασχόλησης.

Επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι για κάποιες επιχειρήσεις, με μάζα εργατικού δυναμικού, ενδεχομένως να αυξάνεται το κόστος εργοδότησης χωρίς την αντίστοιχη αύξηση στην παραγωγικότητα, με αποτέλεσμα τα περιθώρια κέρδους να μειώνονται και να αναζητούνται τρόποι βελτίωσής του, είτε μέσω αυτοματοποίησης ή μέσω περικοπών. Σημειώνεται, επίσης, ότι διαφορετικές είναι οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις διαφορετικού μεγέθους, υποδομών και τομέων που δραστηριοποιούνται.

Οι επιχειρήσεις θα προσπαθήσουν να αντικαταστήσουν άτομα χαμηλής παραγωγικότητας με άλλα πιο παραγωγικά, με βάση το ποσό του μισθού που καταβάλλεται. Αυτό σημαίνει ότι μια μερίδα εργοδοτουμένων θα βρεθεί εκτός αγοράς εργασίας και, σε περίπτωση που δεν βελτιώσει την παραγωγικότητά της, θα παραμείνει στην ίδια θέση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οπότε, ο ανταγωνισμός μεταξύ κυρίως των χαμηλόμισθων θα ενταθεί, νοουμένου όμως ότι οι εργοδότες έχουν τη δυνατότητα αντικατάστασης του προσωπικού γρήγορα χωρίς υψηλό διοικητικό κόστος.

Συνήθως η μεταβολή του μισθού συνοδεύεται με την ενίσχυση της παραγωγικότητας σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, οπότε είναι σημαντικό να αξιολογηθεί κατά πόσον η ενίσχυση της αντιμισθίας θα οδηγήσει σε ενίσχυση της παραγωγής και όχι απλώς σε αύξηση του κόστους. Υπάρχουν και άλλα επιμέρους ζητήματα εφόσον αναλύσεις καταδεικνύουν ότι η υιοθέτηση κατώτατου μισθού κάνει τις πρακτικές αδήλωτης εργασίας ακόμη πιο ελκυστικές.

Πέρα από νομοθεσίες, ιδεολογικές και άλλες απόψεις, ο σημαντικότερος παράγοντας είναι ο άνθρωπος με τη διασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας, σεβασμού στις προσπάθειές του ανεξάρτητα από τη θέση του, ίσων ευκαιριών, σωστών αξιολογήσεων και αντιμισθίας ανάλογης της προσπάθειας και της απόδοσης / παραγωγικότητας. Αυτά είναι θέμα κουλτούρας, για το οποίο η κυπριακή κοινωνία χρειάζεται ακόμη δουλειά.