Ενέργεια

Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κοστίζουν εκατομμύρια

Οι καταναλωτές, μέσω των διατιμήσεων της ΑΗΚ, καταβάλλουν ποσά που αγγίζουν τα €300 εκατ. - Με την έλευση του φυσικού αερίου και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας το κόστος θα μειωθεί αισθητά

Μπορεί πριν από κάποια χρόνια να ήταν μέχρι και συμφέρουσα η επιλογή να πληρώνει η ΑΗΚ δικαιώματα θερμοκηπιακών αερίων αντί να επενδύσει σε φυσικό αέριο ή σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ώστε να μειωθεί η εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα, ωστόσο πλέον δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Η πολιτική των εκάστοτε κυβερνήσεων και των συμβουλίων της Αρχής να μην επενδύσουν έγκαιρα σε ΦΑ και ΑΠΕ έφερε σήμερα την ΑΗΚ στο σημείο να καλείται να καταβάλει εκατομμύρια για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, τα οποία εκατομμύρια πληρώνει ο καταναλωτής μέσω των διατιμήσεών της.

300 εκατ. το κόστος που επωμίζεται ο καταναλωτής

Ειδικότερα, όπως ισχύει σε ολόκληρη την Ευρώπη, κάθε εταιρεία η οποία εκπέμπει διοξείδιο του άνθρακα, υποχρεούται να αγοράζει δικαιώματα θερμοκηπιακών αερίων. Η ΕΕ εκδίδει τα εν λόγω δικαιώματα και τα παραχωρεί στα κράτη μέλη. Η ΑΗΚ, όπως και οι υπόλοιπες εταιρείες τα προμηθεύονται μέσω της χρηματιστηριακής αγοράς ενέργειας, όπου και καθορίζονται οι τιμές τους.

Μιλώντας στη «Σ» η εκπρόσωπος Τύπου της ΑΗΚ, Χριστίνα Παπαδοπούλου, ανέφερε ότι, ενώ στο παρελθόν υπήρχε κάποιο ποσοστό δωρεάν εξασφάλισης δικαιωμάτων θερμοκηπιακών αερίων, τα τελευταία χρόνια αυτή η πρακτική καταργήθηκε και πλέον η ΑΗΚ υποχρεούται να τα αγοράσει. Μάλιστα, όπως είπε, η τιμή τους αυξήθηκε ραγδαία τα τελευταία τρία χρόνια. Συγκεκριμένα, το 2020 η τιμή ήταν 25 ευρώ τον τόνο, το 2021 η τιμή ανήλθε στα 50 ευρώ τον τόνο και σήμερα η τιμή κυμαίνεται στα 90 ευρώ τον τόνο. Οι ανάγκες της ΑΗΚ ανέρχονται σε 3 εκατ. τόνους τον χρόνο, επομένως προκύπτει ένα κόστος το οποίο αγγίζει τα €300 εκατ. τον χρόνο. Ερωτηθείσα πώς καταβάλλεται το συγκεκριμένο κόστος, η κ. Παπαδοπούλου σημείωσε ότι το κόστος περιλαμβάνεται στις διατιμήσεις της ΑΗΚ, κάτι που σημαίνει ότι οι καταναλωτές καλούνται να πληρώσουν αυτό το κόστος. Αναλύοντας το θέμα των διατιμήσεων, η κ. Παπαδοπούλου ανέφερε ότι το 71% αφορά σε καύσιμα και θερμοκηπιακά αέρια, το 11% είναι ο ΦΠΑ, το 2% το τέλος ΑΠΕ, το 3% αφορά σε άλλα έξοδα, το 6% σε απόσβεση και το 7% στην προμήθεια. Όπως ανέφερε η κ. Παπαδοπούλου, στόχος της ΕΕ είναι να μειωθούν τα θερμοκηπιακά αέρια κατά 40% μέχρι το 2030, και μέχρι το 2050 κατά 55%.

Μιλώντας με άλλους παράγοντες, οι οποίοι γνωρίζουν την αγορά ενέργειας, μας ανέφεραν ότι οι ενεργοβόρες εγκαταστάσεις στην Κύπρο χωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στο κράτος από τη μια και στις υπόλοιπες εταιρείες από την άλλη, στις οποίες περιλαμβάνονται η ΑΗΚ, τα τσιμεντοποιεία και τα κεραμεία – τουβλοποιεία. Όσον αφορά την ΑΗΚ, μας αναφέρθηκε ότι με ανάγκες για 3 εκατ. τόνους το χρόνο και με κόστος 90 ευρώ τον τόνο, καλείται να καταβάλει περίπου 300 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Η ΡΑΕΚ έχει δώσει την έγκρισή της, ώστε το κόστος να συμπεριληφθεί στα τιμολόγια της ΑΗΚ.

Περαιτέρω επισημαίνεται ότι, στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, οι εταιρείες όπως είναι η ΑΗΚ υποχρεούνται να αγοράσουν το σύνολο των δικαιωμάτων θερμοκηπιακών αερίων σε αντίθεση με τις υπόλοιπες εταιρείες, από τις οποίες το 70%-80% μπορούν να το εξασφαλίσουν δωρεάν και το υπόλοιπο ποσοστό είτε να αγοραστεί μετακυλίοντας το κόστος στα προϊόντα τους είτε μπορούν να επιλέξουν να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα χρησιμοποιώντας εναλλακτικά καύσιμα. Πάντως, με την έλευση του φυσικού αερίου αναμένεται να μειωθεί το κόστος, ειδικά της ΑΗΚ, κατά 40% περίπου.

Παράλληλα, θα πρέπει να αναφερθεί ότι στους σχεδιασμούς της ΕΕ είναι να εντάξει στο σύστημα της αγοράς δικαιωμάτων αερίων τις ναυτιλιακές και αεροπορικές εταιρείες, με ορίζοντα το 2024, ενώ μέχρι το 2026 να ενταχθούν τα καύσιμα κίνησης και θέρμανσης, κάτι που σημαίνει ότι και οι εισαγωγείς καυσίμων θα πρέπει να αγοράζουν με τη σειρά τους τα δικαιώματα αερίων.

Έσοδα 150 εκατ. για το κράτος

Όσον αφορά τώρα τα κράτη, είναι υπεύθυνα για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τους υπόλοιπους τομείς, πέραν των όσων έχουν αναφερθεί προηγουμένως. Την ίδια ώρα όμως τα κράτη έχουν και πολύ σημαντικά έσοδα από τη διαχείριση των δικαιωμάτων των θερμοκηπιακών αερίων, τα οποία θα πρέπει να χρησιμοποιούν για έργα υποδομής και μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Όπως αναφέρεται σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό του ΕΤΕΚ και το οποίο υπογράφει η Αντωνία Θεοδοσίου, τα κράτη μέλη δημοπρατούν αυτά τα δικαιώματα και έχουν έσοδα. Οι βιομηχανίες, με σημαντικότερη την παραγωγή ηλεκτρισμού, αγοράζουν αυτά τα δικαιώματα. Έτσι, έχουν κίνητρο να στραφούν σε πιο «καθαρές» μορφές ενέργειας και ιδίως τις ανανεώσιμες. Η Κυπριακή Δημοκρατία εισέπραξε €78.415.320 από την πώληση 1.478.000 δικαιωμάτων (πηγή: Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ενέργειας – ΕΕΧ), με μέση τιμή €53, τα οποία κατέληξαν στα ταμεία του κράτους. Η τιμή έχει σήμερα αυξηθεί και έχει ξεπεράσει τα €90. Τα έσοδα της ΚΔ για το 2021 προβλέπονται κατά πολύ υψηλότερα και θα πλησιάσουν, και ίσως ξεπεράσουν, τα 150 εκατομμύρια ευρώ.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν δημιούργησε αυτόν τον μηχανισμό για να αυξήσει τα έσοδα των κρατών μελών, αλλά για να προωθήσει τη μετάβαση στην πράσινη οικονομία. Η Ευρωπαϊκή Οδηγία και η εναρμονιστική κυπριακή νομοθεσία επιβάλλουν τη διάθεση τουλάχιστον του 50% των εσόδων από την πώληση για συγκεκριμένους περιβαλλοντικούς σκοπούς αλλά και τη «δίκαιη μετάβαση», δηλαδή την κατανομή του κόστους της μετάβασης προς την πράσινη οικονομία στην κοινωνία, βοηθώντας, για παράδειγμα, τις τοπικές κοινωνίες και τους ευάλωτους καταναλωτές που έχουν επηρεαστεί οικονομικά.