Αναλύσεις

Οι αγορές συναλλάγματος και η παγκόσμια οικονομία

Είναι πολλοί οι παράγοντες που επηρεάζουν την αξία ενός νομίσματος, όπως η ζήτηση που υπάρχει για το συγκεκριμένο νόμισμα, τα επιτόκια και η πορεία της οικονομίας της χώρας ή συνασπισμού χωρών που στηρίζουν την έκδοσή του

Η συναλλαγματική αξία των νομισμάτων διαδραματίζει τον δικό της ρόλο όσον αφορά την παγκόσμια οικονομία και το εμπόριο. Είναι πολλοί οι παράγοντες που επηρεάζουν την αξία ενός νομίσματος, όπως η ζήτηση που υπάρχει για το συγκεκριμένο νόμισμα, τα επιτόκια και η πορεία της οικονομίας της χώρας ή συνασπισμού χωρών που στηρίζουν την έκδοσή του.

Είναι ξεκάθαρο ότι η υπερπροσφορά δημιουργεί πιέσεις στην αξία ενός νομίσματος και αυτή δημιουργείται είτε μέσω τυπώματος πραγματικού χρήματος, όπως βλέπουμε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ), ή μέσω των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης που ενισχύουν τη ρευστότητα στην αγορά.

Η μείωση του επιτοκίου οδηγεί την ισοτιμία ενός συναλλάγματος προς τα κάτω, ενώ οι αυξήσεις και ο περιορισμός της ρευστότητας οδηγούν σε αντίθετη πορεία. Απ’ εκεί και πέρα θα πρέπει ν’ αξιολογηθούν και οι οικονομίες των χωρών. Αν, για παράδειγμα, μια οικονομία αντιμετωπίζει προβλήματα, αναμένεται να υπάρξει αποεπένδυση, δηλαδή αύξηση της προσφοράς του συγκεκριμένου νομίσματος στις αγορές.

Σημειώνεται, επίσης, ότι σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η εξαγωγική δύναμη μιας χώρας εφόσον οι αυξημένες εξαγωγές ενισχύουν και το νόμισμά της. Είναι γι’ αυτόν, άλλωστε, τον λόγο, που είδαμε τη Ρωσία να περιορίζει τις πληρωμές για φυσικό αέριο αποκλειστικά σε ρούβλια. Επιπλέον, οποιαδήποτε επιβολή περιορισμών στη μετακίνηση κεφαλαίων οδηγεί σε στρεβλώσεις στην αγορά συναλλάγματος.

Συνεχίζεται η ανοδική πορεία του ευρώ

Τις τελευταίες εβδομάδες το ευρώ συνεχίζει την ανοδική του πορεία έναντι του δολαρίου, καλύπτοντας τις περσινές ζημιές. Υπενθυμίζεται ότι πέρσι, το δεύτερο εξάμηνο του χρόνου, το ευρώ κατέγραφε ιστορικά χαμηλά έναντι του αμερικανικού δολαρίου. Αναλυτές σημειώνουν ότι αυτό οφείλεται στις τελευταίες αυξήσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και από τα καλύτερα τού αναμενόμενου στοιχεία στον πληθωρισμό που δημιουργούν προσδοκίες για επιβράδυνση στον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων από την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (FED).

Φυσικά, την εβδομάδα που μας πέρασε, οι δείκτες του χρηματιστηρίου στην Αμερική παρουσίασαν μεταβλητότητα, εφόσον οι επενδυτές αναμένουν ακόμη περισσότερο περιορισμό της ρευστότητας στις αγορές.

Η ενίσχυση του ευρώ έχει τα θετικά καθώς και τα αρνητικά της. Από τη μια, επιχειρήσεις και πολίτες περιορίζουν τις περσινές ζημιές τους και η αξία των κεφαλαίων τους έναντι των άλλων νομισμάτων ενισχύεται. Επιπλέον, τα προϊόντα που είναι συνδεδεμένα με το αμερικανικό δολάριο γίνονται φθηνότερα και περιορίζεται ο πληθωρισμός.

Από την άλλη, η ενίσχυση του νομίσματος συνοδεύεται από την αύξηση των επιτοκίων και την αύξηση της τιμής (και περιορισμό της ανταγωνιστικότητας) των εξαγωγικών προϊόντων των χωρών της Ευρωζώνης. Οπότε, οποιαδήποτε μεταβολή σε σχέση με το συνάλλαγμα έχει τόσο πλεονεκτήματα όσο και μειονεκτήματα, αλλά σε ένα «υγιές» διεθνές οικονομικό περιβάλλον πάντοτε οι δυνάμεις της αγοράς οδηγούν τις αξίες στο ισοζύγιο (equilibrium).

Οι επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες ουσιαστικά δεν είχαν άλλη επιλογή, επιβαρύνουν το οικονομικό κλίμα και οδηγούν σε επιβράδυνση την κατανάλωση και την επιχειρηματική δραστηριότητα.

Ο δανεισμός αποτελεί σημαντικό μέρος της χρηματοδότησης επενδύσεων και μέρος του κεφαλαίου κίνησης των επιχειρήσεων. Η μόχλευση στο πλαίσιο ενός λογικού χρηματοδοτικού σχεδίου είναι ένα απόλυτα υγιές φαινόμενο, το οποίο μεγιστοποιεί τα κέρδη μιας επένδυσης.

Η αμφισβήτηση κυριαρχίας του δολαρίου στις διεθνείς συναλλαγές είναι δεδομένη και διαχρονική, όπως και η αντιπαλότητα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Χαρακτηριστικό είναι η προ δεκαετίας συμφωνία των Βραζιλίας, Ρωσίας, Ινδίας, Κίνας και Αφρικής για τη δημιουργία αναπτυξιακής τράπεζας με δυνατότητα επενδύσεων και οργανισμού διατήρησης συναλλαγματικών αποθεμάτων που, όπως γράφτηκε στα διεθνή δημοσιογραφικά μέσα, θα λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Σε μια προσπάθεια παραγκωνισμού του δολαρίου και ενίσχυσης του εθνικού νομίσματος, οι αναπτυξιακές τράπεζες αυτών των χωρών είχαν συμφωνήσει τη δημιουργία αμοιβαίων πιστωτικών γραμμών με ονομαστική αξία σε εγχώρια νομίσματα. Επιπλέον, είχε προωθηθεί η δημιουργία ενός συστήματος πληρωμών και μεταφοράς κεφαλαίων, παρόμοιου με το swift.

Αναλυτές τονίζουν ότι οι κεντρικές τράπεζες θα είναι υπαίτιες της νέας οικονομικής κρίσης που ενδεχομένως να ταλανίσει το παγκόσμιο. Μετά την αστόχευτη διοχέτευση ρευστότητας και χρήματος στις αγορές και την ενίσχυση των τιμών, η απότομη αύξηση των επιτοκίων αναμένεται να οδηγήσει στη συρρίκνωση των οικονομιών.

Ο υπερδανεισμένος ευρωπαϊκός νότος

Την ώρα που αναλυτές αρχίζουν να βλέπουν θετικά τις αγορές ομολόγων σε ευρώ (τις τελευταίες βδομάδες παρουσιάζεται μια πτώση στις αποδόσεις των ομολόγων της Ευρωζώνης) παραμένουν οι προβληματισμοί που αφορούν τον υπερδανεισμένο ευρωπαϊκό νότο, ο οποίος θα ενδεχομένως να αντιμετωπίσει σοβαρά ζητήματα από μιαν απότομη απόσυρση των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης και τον αρνητικό αντίκτυπο που θα έχει ο περιορισμός της ρευστότητας στην αγορά, σε μια περίοδο που η οικονομία αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις όσον αφορά τον ρυθμό ανάπτυξης.

Η πορεία του δημόσιου χρέους είναι ιδιαίτερα σημαντικός δείκτης για την οικονομία, εφόσον καταδεικνύει τις «αντιστάσεις» που έχει σε περίπτωση αρνητικών εξελίξεων. Γίνεται κατανοητό ότι υψηλά ποσοστά δανεισμού / μόχλευσης, όπως και για τις επιχειρήσεις, επηρεάζουν τις δυνατότητες της πολιτείας να εφαρμόσει τη δημοσιονομική της πολιτική αλλά και να παίρνει δραστικές αποφάσεις σε περιόδους ύφεσης.

Η σωστή διαχείριση του δημόσιου χρέους αποτελεί προτεραιότητα τόσο για τη δημοσιονομική όσο και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της χώρας, εφόσον μέρος του δημόσιου χρέους βρίσκεται στα χέρια των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων του τόπου.

Ένα σημαντικό στοιχείο όσον αφορά τον νέο δανεισμό που έχει δοθεί σε νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις τα τελευταία χρόνια είναι το γεγονός ότι το νόμισμα δανειοδότησης είναι το ευρώ (όλοι θυμόμαστε τα μεγάλα προβλήματα που δημιουργήθηκαν με την παραχώρηση δανείων σε ελβετικά φράγκα), οπότε δεν υφίσταται ο συναλλαγματικός κίνδυνος (ο επιτοκιακός κίνδυνος είναι εξίσου σημαντικός).

Την ίδια στιγμή η παραχώρηση δανείων γινόταν με αυστηρά κριτήρια, με εξέταση της δυνατότητας αποπληρωμής των δόσεων (η δόση να είναι μικρό ποσοστό των εισοδημάτων), οπότε δεν αναμένονται σημαντικά προβλήματα όσον αφορά τη μη εξυπηρέτηση των δανείων. Θα υπάρξουν, φυσικά, νοικοκυριά και επιχειρήσεις που θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες και είναι καλό να συζητήσουν με τα τραπεζικά ιδρύματα για ενδεχόμενες αναδιαρθρώσεις.

Οι μεταβολές στις τιμές συναλλάγματος επηρεάζουν την επιχειρηματική δραστηριότητα, το διεθνές εμπόριο, τις τιμές των αγαθών, των οικονομικών μέσων στις αγορές και την καθημερινότητα των πολιτών, οπότε η συνεχής παρακολούθησή τους θα βοηθήσει στον περιορισμό ενδεχόμενων προκλήσεων.