Αναλύσεις

Εξωτερικό περιβάλλον γεμάτο προκλήσεις

Είναι νωρίς για να είναι δυνατή μια εκτίμηση για τις συνέπειες που θα έχει ο πόλεμος του Ισραήλ με τη Χαμάς

Είναι ξεκάθαρο ότι το εξωτερικό οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον είναι γεμάτο προκλήσεις, οι οποίες συντηρούν ένα κλίμα αβεβαιότητας και μεταβλητότητας. Αυτό σίγουρα επηρεάζει μια εξωγενή οικονομία όπως αυτήν της Κύπρου, με την Πολιτεία να καλείται να ενισχύσει τους μηχανισμούς παρακολούθησης, ώστε από τη μια να υπάρξει καλύτερη διαχείριση ενδεχόμενων αρνητικών εξελίξεων και, από την άλλη, να αξιολογηθούν ενδεχόμενες ευκαιρίες.

Μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία η παγκόσμια οικονομία αναδιατάχθηκε και είναι δεδομένο ότι, ακόμη και στην περίπτωση εκεχειρίας, δεν πρόκειται να επιστρέψει στην προτέρα κατάσταση. Ο διαχωρισμός Ανατολής - Δύσης γίνεται πλέον ξεκάθαρος, με το φαινόμενο της αποπαγκοσμιοποίησης να γίνεται ακόμη εντονότερο. Τα προβλήματα στο παγκόσμιο εμπόριο αποτελούν έναν από τους λόγους συντήρησης του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα.

Πολεμικές συρράξεις από μόνες τους αποτελούν παράγοντα αποσταθεροποίησης και ανησυχιών. Έχουμε δει στο παρελθόν πολέμους με οικονομικά αίτια, όπως ο έλεγχος των πετρελαίων, αλλά και πολιτικά, ενδεχομένως και θρησκευτικά αίτια. Η αδυναμία της διεθνούς διπλωματίας να βρει λύσεις σε προβλήματα που χρονίζουν, οδηγεί σε συγκρούσεις που επηρεάζουν τις εθνικές αλλά και την παγκόσμια οικονομία. Η δράση σχεδόν πάντοτε φέρνει αντίδραση.

Οι συνέπειες ενός πολέμου εξαρτώνται από την ένταση και τη διάρκειά του. Συνήθως η ένταση στην αρχή είναι μεγαλύτερη, κάτι που είδαμε στην Ουκρανία και τώρα στο Ισραήλ. Επιπλέον θα μιλάμε για διαφορετικές συνθήκες αν υπάρξει εμπλοκή στις εχθροπραξίες από το Ιράν, για παράδειγμα. Σημειώνεται ότι η ανάφλεξη στην περιοχή έρχεται σε μια εποχή που το Ισραήλ είχε συνάψει πολιτικές και οικονομικές σχέσεις με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (πολλοί Ισραηλινοί επιχειρηματίες είχαν αρχίσει να δραστηριοποιούνται εκεί, με κάποιους άλλους να τα επισκέπτονται ως τουρίστες), υπήρξε η συμφωνία για πτήσεις μεταξύ Ισραήλ και Κατάρ, ενώ είχαν αρχίσει συνομιλίες με τη Σαουδική Αραβία για επίτευξη συμφωνίας.

Έμμεσες και άμεσες συνέπειες

Προς το παρόν είναι δύσκολο να εκτιμηθούν οι συνέπειες του πολέμου στη γειτονική χώρα. Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, οι συνέπειες θα είναι έμμεσες και άμεσες (το δεύτερο αφορά σε εμπορικές και άλλες σχέσεις με τις χώρες που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση).

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, με την έναρξη της κρίσης στο Ισραήλ, αρχικά οι τιμές του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές παρουσίασαν αύξηση, με την κατάσταση να ομαλοποιείται τις επόμενες ημέρες. Ενδεχομένως αυτό να οφείλεται στο γεγονός ότι οι πλευρές που εμπλέκονται στον πόλεμο δεν παράγουν πετρέλαιο, αλλά η περιοχή έχει υπεράκτια αποθέματα σε φυσικό αέριο.

Υπενθυμίζεται, παράλληλα, η «ενεργειακή κρίση» που προέκυψε με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την εκτίναξη των τιμών των τροφίμων εφόσον οι εμπλεκόμενες χώρες είναι από τους βασικούς «παίκτες» στην παραγωγή και εμπορία των συγκεκριμένων αγαθών. Με την πάροδο του χρόνου και τις εχθροπραξίες να συνεχίζονται, τα προβλήματα στην παγκόσμια γραμμή τροφοδοσίας μπορεί να μην έχουν την ίδια ένταση, αλλά παραμένουν σημαντικά.

Φυσικά η αβεβαιότητα που δημιουργείται ενδεχομένως να επηρεάσει τις αγορές, «επιβαρύνοντας» περισσότερο την κατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη τις αποφάσεις του ΟΠΕΚ για περιορισμό της παραγωγής πετρελαίου, με τη Σαουδική Αραβία να παρουσιάζεται ως ο ρυθμιστής.

Σημειώνεται ότι, τα τελευταία χρόνια, η συγκεκριμένη χώρα προχώρησε σε ένα σημαντικό άνοιγμα προς τον έξω κόσμο σε μια προσπάθεια εκσυγχρονισμού, χωρίς τις παλιές δεσμεύσεις όπως φαίνεται προς τις ΗΠΑ (εξάλλου ενδεχομένως τα συμφέροντά της για διατήρηση των υψηλών τιμών πετρελαίου να ταυτίζονται με αυτά της Ρωσίας). Έχουμε παρατηρήσει άλλωστε τον πακτωλό χρημάτων που ξοδεύτηκαν και ξοδεύονται για να προσελκύσει το ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα της χώρας αστέρες διεθνούς βεληνεκούς.

Οπότε, γίνεται αντιληπτό ότι οποιεσδήποτε αυξήσεις στις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, ενδεχομένως και άλλων προϊόντων, θα οδηγήσουν, αν όχι σε αύξηση του πληθωρισμού, τουλάχιστον στα ίδια επίπεδα. Ήδη υπήρξαν κάποιες τοποθετήσεις από αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι κάτι τέτοιο θα διατηρήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο για νέες αυξήσεις των επιτοκίων, ενισχύοντας τις πιέσεις επιβράδυνσης των εθνικών αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας.

Απ’ εκεί και πέρα, όσον αφορά τις κατευθείαν οικονομικές σχέσεις, δύο είναι ενδεχομένως οι τομείς που μπορεί να επηρεαστούν. Από τη μια είναι ο τομέας του τουρισμού, όπου τα τελευταία χρόνια υπήρξε σημαντική αύξηση στις αφίξεις από το Ισραήλ, με τα δύο αεροδρόμια της Κύπρου να έχουν σημαντικό αριθμό αφίξεων αεροσκαφών καθημερινά, και ο τομέας των ακινήτων, με τις αγορές να αφορούν μόνιμη κατοικία για εξασφάλιση άδειας παραμονής, μετεγκατάστασης ή για επενδυτικούς λόγους (βραχυπρόθεσμη / τουριστική ή μακροχρόνια μίσθωση).

Tην ίδια στιγμή υπήρξαν σημαντικές επενδύσεις στον τομέα του τουρισμού, της ανάπτυξης γης, των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών αλλά και μετεγκατάσταση ή μεταφορά μέρους των δραστηριοτήτων εταιρειών, τροφοδοτούμενη και από τα κίνητρα που παραχωρήθηκαν από την κυπριακή Κυβέρνηση. Επιπλέον υπάρχει συνεργασία των δύο χωρών στον τομέα της Υγείας. Σημειώνεται ότι οι δύο χώρες δεν έχουν ακόμη υπογράψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας.

Η Κύπρος αποτελεί, όπως και σε παλαιότερες περιπτώσεις, πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή. Αυτό θα πρέπει να διαφυλαχθεί μέσα από τις δηλώσεις και τις ενέργειες που γίνονται. Οποιαδήποτε αρνητική εξέλιξη, γίνεται αντιληπτό ότι θα επηρεάσει σε γενικότερο πλαίσιο την οικονομία (π.χ. να θεωρηθεί ολόκληρη η περιοχή / «γειτονιά» ως χώρος σημαντικού κινδύνου).

Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι κατά τη διάρκεια της τωρινής διακυβέρνησης της γειτονικής χώρας υπήρξαν μέρες μαζικών διαδηλώσεων σε σχέση με συγκεκριμένα νομοσχέδια που προωθούνταν για ενίσχυση των εξουσιών της κυβέρνησης. Αυτό ενδεχομένως να οδήγησε σε σκέψεις από κάποιους για επένδυση στο εξωτερικό, ως εναλλακτική επιλογή, κάπου κοντά. Είναι ένας από τους λόγους που η δευτερογενής αγορά ακινήτων στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει σημαντική αύξηση.

Υπάρχουν και άλλα σημαντικά στοιχεία, τα οποία πρέπει να ληφθούν υπόψη, όπως για παράδειγμα η αποδυνάμωση της ισοτιμίας τους τοπικού νομίσματος του Ισραήλ σε σχέση με το ευρώ (σημειώνεται ότι η κεντρική τράπεζα του Ισραήλ προχώρησε σε πώληση τριάντα δισεκατομμυρίων δολαρίων από τα αποθέματα για να στηρίξει το εγχώριο νόμισμα). Γίνεται αντιληπτό ότι μείωση της ισοτιμίας θα καταστήσει τις επενδύσεις σε ευρώ ακριβές, την ίδια ώρα που τα καταθετικά προϊόντα στη γείτονα χώρα, σε σχέση με την Κύπρο, πήραν την ανιούσα.

Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω είναι νωρίς για να είναι δυνατή μια εκτίμηση για τις συνέπειες που θα έχει ο πόλεμος του Ισραήλ με τη Χαμάς. Σίγουρα απαιτείται εγρήγορση και γρήγορα αντανακλαστικά. Ενδεχομένως τα τωρινά συμβάντα να έχουν διαφορετική εξέλιξη από παρόμοια που έχουμε δει στο παρελθόν.