Χρυσά λαρύγγια, φωνάρες, αοιδοί και… αηδίες!

Μια φορά κι έναν καιρό, αρκετά φεγγάρια ago… το μάγεμα, που σαν μαγνήτης με τράβηξε στις ονειρεμένες νύκτες της show biz, ήταν η εμορφιά των τραγουδιών...

Η ανονείρευτη σαγήνη της μουσικής και της ποίησης!

Βλέπετε ευτύχησα να μεγαλώσω ακούγοντας τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, του Μάνου Χατζιδάκι, του Σταύρου Ξαρχάκου, του Μίμη Πλέσσα και τόσων άλλων εξαίρετων Ελλήνων συνθετών. Τραγούδια εμπνευσμένα από ποιήματα του Νίκου Γκάτσου, του Γιάννη Ρίτσου, του Γιώργου Σεφέρη και τους μοναδικούς στίχους που έγραψαν οι Λευτέρης Παπαδόπουλος και Σώτια Τσώτου... Τραγούδια διαμάντια!

«Μάτια βουρκωμένα»... «Στου προφήτη Ηλία»... «Άνθρωποι μονάχοι»...

«Τι να θυμηθώ, τι να ξεχάσω!».

Ναι! Φάνηκα τυχερός γιατί γεννήθηκα σε μια εποχή όπου οι μελωδίες θύμιζαν της θάλασσας το φλοίσβισμα κι οι στίχοι έσταζαν ερωτιά· παρμένη από της Κυθέρειας τα χείλη...

«Εκεί που φύτρωνε φλησκούνι κι άγρια μέντα... κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο... τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα... και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο...».

Λόγια αναιώνια που ωθούν τους ραψωδούς να επιδιώξουν να ξεπεράσουν της αντοχής τους τον φραγμό. Να σκαρφαλώσουν ψηλά. Πέρα από της εσχατιάς το σύθαμπο...

«Έτσι κι εγώ, χρόνια τώρα αντιμετριέμαι με τον έμμετρο λόγο. Προσπαθώντας να ξεψαχνίσω της γλώσσας μου τα λούσα. Να ανακαλύψω τα αρίφνητα χορικά έργα που άφησαν πίσω τους οι Δαναοί. Έργα χιλιοτραγουδισμένα απ’ του θεού Διόνυσου τον θίασο σ’ ανθεστήρια και γλεντοκόπια. Έργα θαμμένα στου Ταΰγετου τις κακοτράχαλες βουνοκορφές... γαντζωμένα στων ηφαιστείων το τράνταγμα!».

Ανένδοτος να αποδεχτώ πως το σαπιοκάραβο που κουβαλάει κόκκαλα και της ψυχής μου το φτερούγισμα λαθράκιασε, μ’ ένα μολύβι στο χέρι συνεχίζω να περιδιαβαίνω σ’ έναν κόσμο άκοσμο. Αφηνιασμένο. Όπου η ξιπασιά κι η οίηση πήραν τη θέση της ποίησης... Και εκεί που «φύτρωνε φλησκούνι κι άγρια μέντα», τώρα φυτρώνουν άτεχνοι μουζικάντηδες και ξιπασμένες ντίβες. Κι οι απέθαντοι θεράποντες των τεχνών γίναν θυμητάρι. Βλέπετε σήμερα μεσουρανούν...

Χρυσά λαρύγγια... φωνάρες... αοιδοί και αηδίες...

...που μας τρυπάνε τα αφτιά με το κακόγουστο καρακιτσιαριό τους, τύπου...

«Τα τσιγάρα... τα ποτά και τα ξενύχτια... έχουν κλείσει τα καλύτερα τα σπίτια...»

...ή τραγούδια γυφτέξ και βλαχομπαρόκ...

«Ξελόγιασέ με απόψε που τα βλέπω όλα θολά... γουστάρω να ’σαι αλήτης κι εγώ να ’μαι madame!».

Η εμορφιά των τραγουδιών της ανονείρευτης σαγήνης της μουσικής και της ποίησης έγιναν γυφταριό καψούρηδων σεβνταλήδων. Κι οι πίστες γέμισαν με μισόγυμνα κορίτσια, τα οποία, ενώ τραγουδούν, με ηδυπαθή βλέμμα ρίχνουν σαϊτιές. Προσπαθώντας να καψουρέψουν κανέναν ματσωμένο σαλιάρη που διασκεδάζει στο... «πρώτο τραπέζι πίστα».

Τι να κάνουν κι αυτά? Δισκογραφικές εταιρείες δεν υπάρχουν. Η μόνη τους ελπίδα να μπουν στο στούντιο να γράψουν κάνα σουξέ και να γίνουν κι αυτές διάσημες, είναι να βρεθεί κάποιος καψούρης ν’ αναλάβει τα έξοδα της ηχογράφησης.

Τάδε έφη η σημερινή μουσική πραγματικότητα!

Κι εγώ ο καψερός, που σαράντα τόσα χρόνια περιφέρομαι απ’ άκρη σ’ άκρη σ’ όλον τον πλανήτη, προσπαθώντας να άγω τις ψυχές των ανθρώπων, μήπως κάτσει η μπίλια και δω χαΐρι, αλήθεια τι κέρδισα;

Έτσι και τσουβαλιάσει κάποιος το έργο μου σ’ ένα σακί και το ζυγίσει, θα διαπιστώσει πως... «Τα τσιγάρα... τα ποτά και τα ξενύχτια...» ζυγίζουν πολύ περισσότερο από τα βραβευμένα μου βιβλία, τα σενάρια και τα μιούζικαλ που όλα αυτά τα χρόνια έχω γράψει, συνθέσει και σκηνοθετήσει.

Αχ... Τι τραβάμε εμείς οι χορεύτριες!!!

Πού θα πάει όμως. Μόλις τα τινάξω, θα δείτε! Εφημερίδες, τηλεπαρουσιαστές και ραδιοφονιάδες δεν θα σταματήσουν λεπτό να με υμνολογούν. Αποτέλεσμα; Για ένα εικοσιτετράωρο θα γίνω και εγώ φίρμα και σουπερστάρ σαν την Φουρέιρα!

*Επίτιμος Καθηγητής, Βραβευμένος Συγγραφέας, Συνθέτης, Σκηνοθέτης και Δημοσιογράφος