Ο λεγόμενος «πολιτικός διορισμός» του Αρχηγού Αστυνομίας

Η Επιτροπή GRECO κατά της διαφθοράς, που συστάθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης, μας υπέδειξε πολλές φορές τρωτές διαδικασίες, αντίθετες στις ατομικές ελευθερίες και τη χρηστή διοίκηση. Ένα διαχρονικό πρόβλημα, το οποίο οφείλεται κυρίως στο ότι αγνοούμε ενίοτε ηθελημένα, βασικές αρχές δικαίου που έπρεπε να διέπουν αυτές τις αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων. Είναι θέμα νομιμότητας στη δράση κάθε οργάνου. Είναι γεγονός ότι το Σύνταγμα προέβλεψε ότι η αρμοδιότητα Εκτελεστικής Εξουσίας ασκείται υπό του Προέδρου (και Αντιπροέδρου) και το κατάλοιπο της εξουσίας αυτής ανήκει στο Υπουργικό Συμβούλιο. Έτσι προκύπτει η διάκριση των εξουσιών, όπου η Εκτελεστική Εξουσία να ασκεί διοίκηση, έναντι της Νομοθετικής και Δικαστικής εξουσίας.

Η εξουσία του Προέδρου κατά το Σύνταγμα και τους συνάδοντες Νόμους (όπως άλλωστε προβλέπει η διαβεβαίωση που δίνει πριν αναλάβει τα καθήκοντά του), σε σχέση με την Αστυνομία είναι να επιτύχει να διορίσει αρμόδια σε κάθε περίπτωση, τον πλέον κατάλληλο και αξιοκρατικά καλύτερο για θέση Αρχηγού Αστυνομίας.

Αυτή η απόφαση δεν είναι προφανώς "πολιτική" επιλογή! Δεν διορίζεται ο Αρχηγός για να εφαρμόσει «πολιτική» της εκάστοτε Κυβέρνησης. Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητές του προβλέπονται κατά τη Νομοθεσία και τους

Κανονισμούς περί την Αστυνομία και κάθε άλλη σχετική νομοθετική πρόνοια και οφείλει να ενεργεί χάριν του δημόσιου συμφέροντος μόνο κατά την αρχή της νομιμότητας.

Ο διορισμός και επίσης ο τερματισμός της υπηρεσίας του Αρχηγού από πλευράς Προέδρου είναι καθήκον άσχετο με την όποια πολιτική θεώρηση. Είναι το ίδιο καθήκον του Προέδρου κατά το Σύνταγμα για τον διορισμό μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή του Γενικού Εισαγγελέα οι οποίοι προφανέστατα δεν διορίζονται ως μέρος «πολιτικών» επιλογών. Είναι αξιωματούχοι υπεράνω πολιτικών, οι οποίοι ανεμπόδιστα και χωρίς επηρεασμούς οφείλουν να ενεργούν, κατά την αρμοδιότητα που τους παρείχε το Σύνταγμα και οι Νομοθεσίες.

Για ό,τι αφορά τον τερματισμό της ιδιότητας του Αρχηγού υπάρχει η Συνταγματική και η Νομοθετική προστασία υπέρ του, ασκώντας τα καθήκοντα αυτά. Το ίδιο το Σύνταγμα στο Άρθρο 35 επιβάλλει την υποχρέωση για σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων κάθε πολίτη. «Γιατί έφαγες το μήλο Αδάμ;». Άρα ισότιμα προς κάθε άλλον πολίτη δικαιούται να γνωρίζει τα κατ’ αυτού αποδιδόμενα σε σχέση με την πλήρη και την ορθή εκπλήρωση των καθηκόντων του και να ακουστεί η άποψή του ως η φυσική δικαιοσύνη, ο Νόμος 158(Ι)/99 και η Νομολογία προβλέπουν. Καθήκον που αποτελεί και βάρος ή υποχρέωση χρηστής διοίκησης του ίδιου του Προέδρου που προφανώς υπόκειται ως κρατικό όργανο σε όλες τις πρόνοιες των Νόμων. Ιδιαίτερα αφού η Νομοθεσία, η φυσική δικαιοσύνη και η Νομολογία καθιέρωσαν αρχές δικαίου, που οφείλει να τηρήσει ο καθένας, όσο ψηλά και εάν βρίσκεται, γιατί υπερέχει όλων ο Νόμος.

Μια τόσο δυσμενής απόφαση ως ο τερματισμός υπηρεσίας, απαιτεί τήρηση της αρχής ότι δεν μπορεί να ενεργεί κάποιος ταυτόχρονα την έρευνα, να είναι μάρτυρας και τελικός κριτής για ένα τέτοιο θέμα. Μάλιστα χωρίς προηγουμένως να γνωστοποιηθούν στον Αρχηγό τα κατ’ αυτού συσσωρευθέντα και/ή αποδιδόμενα ως υπαίτια συμπεριφορά, ώστε να έχει το «δικαίωμα ακρόασης» να τα ανατρέψει, ως αβάσιμα. Ως άκρως δυσμενές μέτρο, αντί παρασκηνίου για εξεύρεση νέου αρχηγού, θα πρέπει κατά χρηστή διοίκηση, να είχε προηγηθεί ο τερματισμός για νόμιμο και αιτιολογημένο λόγο, αφού πρώτα ετηρούντο οι αναγκαίες αρχές φυσικής δικαιοσύνης που πρέπει να τηρούνται σε κάθε περίπτωση και για κάθε πρόσωπο έναντι του οποίου αποδίδεται ευθύνη και δυνατό να υποστεί δυσμενή συνέπεια! Τούτο, γιατί προϋπόθεση άσκησης αρμοδιότητας είναι η νομιμότητα.