Το καθήκον σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων (Άρθρο 35 του Συντάγματος)

Με μια πρόσφατη απόφασή του το Εφετείο, που το απαρτίζουν τρεις Δικαστές του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, με βάση μεταβατικές διατάξεις του Νόμου 33/64) έκρινε ότι:

«… εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τον ισχυρισμό της Εφεσείουσας, ότι κάθε παραβίαση ατομικού δικαιώματος (εδώ του δικαιώματος ιδιοκτησίας με επίκληση του Άρθρου 23 αλλά και του Άρθρου 35 του Συντάγματος) περιέχει, μετά από ακυρωτική απόφαση, δικαίωμα διεκδίκησης αποζημίωσης. Η ως άνω αρχή που θεμελιώνεται κυρίως στην Γιάλλουρου v. Νικολάου (2001) 1 ΑΑΔ 558, δεν μπορεί να ενταχθεί στα αυστηρά πλαίσια της ακυρωτικής δίκης …».

Μια απόφαση που αποκαλύπτει, ενδεχομένως, ή εμπεριέχει «τάση» διαφοροποίησης της προηγούμενης νομολογίας, αντίθετα με τη σαφή συνταγματική επιταγή.

Συγκεκριμένα, η προηγούμενη νομολογία έκρινε ότι:

«Οι υποχρεώσεις που επιβάλλει το Άρθρο 28, και γενικότερα το Μέρος ΙΙ του Συντάγματος, και η εκπλήρωσή τους, αποτελούν αναλλοίωτη και διαχρονική υποχρέωση κάθε Αρχής και Οργάνου της Δημοκρατίας, όπως ρητά ορίζεται στο Άρθρο 35. Δεν χωρεί συμβιβασμός με τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες του ανθρώπου, είτε από το ίδιο το άτομο ή από αρχή ή όργανο της Δημοκρατίας».

Πρόσθετα τονίστηκε και σε μεταγενέστερες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο καθολικός χαρακτήρας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και η υποχρέωση όλων για τον σεβασμό και την εξασφάλιση της εφαρμογής τους.

Άλλωστε είναι παγίως καθιερωμένη αρχή ότι για την προσφυγή σε μια διοικητική δίκη συντρέχει ο «εξεταστικός χαρακτήρας» κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος, που αφ’ ενός αποτελεί διαφοροποίηση από την αστική αγωγή και που αφ’ ετέρου αμβλύνει το στοιχείο αντιπαράθεσης.

Το καθήκον κάθε Οργάνου με βάση το Άρθρο 35 του Συντάγματος είναι σαφέστατο: οφείλει να διασφαλίσει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων Άρθρα 6-34 του Συντάγματος που αφορούν στα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες του ανθρώπου.

Οριστικά δεν μπορεί να αφεθεί λόγω των διαδικαστικών ρυθμίσεων που πρόβλεψε ο Νόμος με τις μεταβατικές διατάξεις του, να υπεισέλθουμε σε περίοδο «αβέβαιου δικαίου», ούτε είναι επιτρεπτή η παραβίαση της αρχής της διάκρισης εξουσιών, σε βαθμό που ο Νομοθέτης να επιβάλλει, χωρίς να τύχει ελέγχου αυτή η δυνατότητά του κατά το Σύνταγμα στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο να λειτουργεί, ταυτόχρονα (για τις Εφέσεις πριν από την 1.1.2019) ως δευτεροβάθμιο Εφετείο, αντί να ασχολείται με την ξεχωριστή δικαιοδοσία του!

*Δικηγόρος – πρώην Βουλευτής