Πολιτισμός

ART AERI: Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄

Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄ γεννήθηκε στην Πάνω Παναγιά Πάφου, στις 13 Αυγούστου 1913 και πέθανε στη Λευκωσία στις 3 Αυγούστου 1977, μετά από έμφραγμα μυοκαρδίου, σε ηλικία μόλις 64 ετών. Ήταν Επίσκοπος και πολιτικός που διετέλεσε προκαθήμενος της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου από το 1950 μέχρι τον θάνατό του και πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας από τις 16 Αυγούστου 1960 μέχρι τον θάνατό του. Εντάχθηκε ως δόκιμος στη Μονή Κύκκου. Το 1938 έλαβε υποτροφία για να σπουδάσει Θεολογία στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ωστόσο από το 2ο έτος άρχισε να σπουδάζει παράλληλα και στη Νομική Σχολή, όπου τέλειωσε το 1943.

Τον Σεπτέμβριο του 1946 τού προσφέρθηκε υποτροφία από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και ξεκίνησε σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης. Μετά τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Β', τo 1950, ο 37χρονος τότε Μακάριος εξελέγη νέος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου και Νέας Ιουστινιανής.

Ο νεαρός Αρχιεπίσκοπος στράφηκε στην ελληνική κοινή γνώμη για να στηρίξει τον αγώνα της Ενώσεως από το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα. Ακολούθησε ο ηρωικός αγώνας της ΕΟΚΑ το 1955 - 1959, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Μακάριος εξορίστηκε στις Σεϋχέλλες. Κατά τη διάρκεια του αγώνα, ο Μακάριος απέρριψε τόσο το σχέδιο Χάρντινγκ όσο και το σχέδιο Ράντκλιφ. Τελικά αναγκάστηκε, μετά από αρκετές αμφιταλαντεύσεις, και προ της απειλής του Σχεδίου Μακμίλλαν που προέβλεπε διχοτόμηση της Κύπρου, να προσυπογράψει τη λύση της εγγυημένης ανεξαρτησίας με τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου και επέστρεψε στην Κύπρο.

Γενικά από την ανάληψη των καθηκόντων του στη Προεδρία της Κύπρου ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄, λόγω ακριβώς της προϊστορίας του αλλά και του ρόλου του, ειδικά στον κυπριακό απελευθερωτικό αγώνα, αποτελούσε για τον κυπριακό λαό αναγνωρισμένη προσωπικότητα του απανταχού Ελληνισμού. Το κύρος, η αξιοπρέπεια και η ηθική του επιβολή τού είχαν προσδώσει διεθνή ακτινοβολία ακόμα και στον αραβικό κόσμο. Συμμετέχοντας δε στο Κίνημα των Αδεσμεύτων, η διεθνής του αναγνώριση και επιρροή ήταν ακόμη περισσότερο δεδομένη, ενώ ο σεβασμός στο σχήμα του Αρχιεπισκόπου δεν αμφισβητείτο, παρόλο ότι έγιναν αρκετές απόπειρες δολοφονίας του.

Το πραξικόπημα πραγματοποιήθηκε από την Εθνική Φρουρά, την ΕΛΔΥΚ και την ΕΟΚΑ Β΄, κατ' εντολή της Χούντας των Αθηνών, με σκοπό την ανατροπή και τη δολοφονία του Μακαρίου, με πρόσχημα την επίτευξη της Ένωσης με την Ελλάδα. Το πραξικόπημα εκδηλώθηκε στις 15 Ιουλίου 1974, ενώ ο Μακάριος υποδεχόταν μια σχολική αντιπροσωπία από την Αίγυπτο. Κατάφερε όμως να διαφύγει και, μέσω του Τροόδους, κατέληξε στην Πάφο, όπου απηύθυνε διάγγελμα προς τον λαό, ανακοινώνοντάς του ότι είναι ζωντανός: «Ελληνικέ κυπριακέ λαέ. Γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Γνωρίζεις ποιος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι ζωντανός. Δεν είμαι νεκρός όπως η Χούντα και οι εδώ εκπρόσωποί της ήθελαν. Είμαι συμπολεμιστής και σημαιοφόρος στον κοινό αγώνα...».

Ακολούθως, ο Μακάριος, μέσω Μάλτας και Λονδίνου, έφτασε στη Νέα Υόρκη, όπου, στις 19 Ιουλίου, έλαβε μέρος στη σύσκεψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Στο Λονδίνο είχε συνάντηση με τον Πρωθυπουργό Χάρολντ Ουίλσον. Στις 19 Ιουλίου και από το βήμα του Οργανισμού, ο Μακάριος ως αρχηγός κράτους απηύθυνε έναν ιστορικό λόγο, στον οποίο κατηγόρησε δριμύτατα την ελληνική χούντα για σχεδίαση του πραξικοπήματος.

Ο Μακάριος επέστρεψε στην Κύπρο στις 7 Δεκεμβρίου του 1974. Εκεί του επιφυλάχθηκε παλλαϊκή υποδοχή. Από το εξώστη της Αρχιεπισκοπής ο λαοπρόβλητος Πρόεδρος ανεφώνησε: «Μετά των νεκρών ελογίσθην και ιδού εν ζωή ευρίσκομαι». Στις 12 Φεβρουαρίου του 1977 επιτεύχθηκε η Συμφωνία Μακαρίου-Ντενκτάς, κατά την οποία αποδέχθηκε τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία.

Για περισσότερες πληροφορίες αποταθείτε στο www.artaeri.com