Αναλύσεις

Οικονομική αφύπνιση

Ενώ καταγράφονται πλεονάσματα, την ίδια ώρα εντείνεται η ανησυχία για σημαντικές προκλήσεις για το επόμενο έτος

Την ώρα που καταγράφονται πλεονάσματα στην κυπριακή οικονομία, σταδιακά εντείνεται η ανησυχία και τα δημοσιεύματα που αφορούν στις σημαντικές προκλήσεις για το επόμενο έτος. Μπορεί να διατρέχεις τον κίνδυνο να ακουστείς φάλτσα όταν γράφεις για ανησυχίες ενώ η οικονομία φαίνεται να πηγαίνει καλά, αλλά υπενθυμίζεται ότι η οικονομία κάνει κύκλους και είναι πρέπον να αξιολογούμε τι συμβαίνει γύρω μας. Υπενθυμίζεται πάντοτε ότι ο σωστός προγραμματισμός βοηθά τόσο τις επιχειρήσεις όσο και την Κυβέρνηση.

Υπενθυμίζεται ότι για το 2023 έχουν εγκριθεί τρεις συμπληρωματικοί προϋπολογισμοί, ενώ μόλις την προηγούμενη εβδομάδα αποστάληκε στη Βουλή αναθεώρηση του προϋπολογισμού του 2024, με όλα να κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, την αύξηση των κρατικών δαπανών.

Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν και αφορούν στον πληθωρισμό, καταγράφεται σημαντική πτώση στην Ευρωζώνη στο 2,4%, ενώ η Κύπρος βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο, ενδεχομένως λόγω των μέτρων που λαμβάνονται και ενισχύουν τη ζήτηση και την κατανάλωση.

Το επόμενο έτος αναμένεται να δούμε το πραγματικό αποτύπωμα της σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία (χρειάζεται συνήθως ένα χρονικό περιθώριο κυρίως αν λάβεις υπόψη το γεγονός ότι πολίτες και επιχειρήσεις είχαν κάποιες καταθέσεις από την εποχή του κορωνοϊού, οι οποίες στατιστικά παρουσιάζουν μείωση) και των κυρώσεων που επιβλήθηκαν για την εισβολή από τη Ρωσία στην Ουκρανία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σημαντικός αριθμός εταιρειών μετέφεραν την έδρα τους στην Κύπρο μαζί με το προσωπικό τους.

Επιπλέον, σε περίπτωση που οποιεσδήποτε έρευνες τραβήξουν σε μεγάλο χρονικό διάστημα ή οι ενδεχόμενοι επενδυτές από οποιαδήποτε χώρα δεν νιώσουν ασφάλεια όσον αφορά τα επιχειρηματικά και άλλα δεδομένα / πληροφορίες, το πρόβλημα θα είναι ακόμη μεγαλύτερο. Αν ρωτήσετε παράγοντες του «παζαρκού» πώς είναι η τρέχουσα κατάσταση, η απάντηση των πλείστων είναι «ησυχίες», ενδεχομένως και λόγω του γεγονότος ότι πλησιάζουμε προς τα Χριστούγεννα και το τέλος του έτους. Κάποιος μάλιστα χαριτολογώντας ανέφερε ότι η αύξηση των δαπανών και οι ενδεχόμενες οικονομικές σχέσεις με το Κατάρ μπορεί να θυμίζουν και άλλες εποχές, με την ευχή πάντοτε φυσικά να υπάρξουν σημαντικές ξένες επενδύσεις στην Κύπρο.

Οπότε ναι, όταν υπάρχουν πλεονάσματα είναι θεμιτό να ενισχύονται οι υπηρεσίες προς την κοινωνία και η βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών που προσφέρονται προς τους πολίτες, αλλά η αύξηση των ανελαστικών δαπανών αποτελεί θέμα. Μια οικονομία πρέπει να είναι ευέλικτη, να προσαρμόζεται εύκολα, να έχει δυναμική και «αντισώματα», τα οποία δημιουργούνται στις καλές οικονομικά εποχές. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για μια εξωγενή οικονομία όπως η κυπριακή.

Σε αυτά προστίθεται και η κατάσταση στο γειτονικό Ισραήλ, μια χώρα που τα τελευταία χρόνια στήριξε σημαντικά τους τομείς του τουρισμού και των ακινήτων. Απ’ ό,τι φαίνεται η διαμάχη και οι πολεμικές συγκρούσεις, αν δεν υπάρξουν σημαντικές θετικές εξελίξεις, θα συνεχιστούν. Γίνεται αντιληπτό ότι η συνέχιση του πολέμου θα επηρεάσει τους δύο τομείς για τους οποίους έγινε αναφορά. Υπάρχουν φυσικά και οι αισιόδοξοι ότι, σε περίπτωση τερματισμού των εχθροπραξιών, σε σύντομο χρονικό διάστημα θα υπάρχει σημαντική ροή κεφαλαίων στην Κύπρο από τη γειτονική χώρα (κάτι το οποίο θα είναι προσωρινού χαρακτήρα και όχι λόγω κάποιου μετασχηματισμού ή ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της κυπριακής οικονομίας).

Οπότε η συζήτηση που γίνεται εντονότερη το τελευταίο διάστημα είναι σε ποιες χώρες θα πρέπει, ως κυπριακή οικονομία, να προσηλωθούμε για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Η Ευρώπη παρουσιάζει τα προβλήματά της με τους περιορισμένους ρυθμούς ανάπτυξης, κάτι που επηρεάζει όλες τις χώρες. Ενδεχομένως να υπάρξουν κάποιες επενδύσεις σε ακίνητα για διακοπές από χώρες στην Ευρώπη, όμως προς το παρόν δεν έχουμε δει επενδύσεις μεγάλων οργανισμών (ίσως με εξαίρεση των τομέα της υγείας, όπου υπάρχουν καλές αποδόσεις, και τη ναυτιλία) ή τη μεταφορά της έδρας τους.

Ενδεχομένως αραβικές χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, η οποία βρίσκεται σε διαδικασία «ανοίγματος» προς τον έξω κόσμο, να μπορούσαν να συζητήσουν πιθανές επενδύσεις, αλλά απαιτείται πολλή δουλειά. Με το Κατάρ έγιναν προσπάθειες και παλαιότερα, χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα. Πολλοί είναι αυτοί που διερωτώνται αν η προσήλωσή μας προς τη Δύση θα φέρει και αμερικανικές εταιρείες στην Κύπρο, κάτι που γίνεται στην Ελλάδα. Προς το παρόν κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα.

Όσον αφορά τον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών αναμένεται να αναδιαρθρωθεί, να ενοποιηθεί και ενδεχομένως να «συμμαζευτεί», όπως έγινε με τον χρηματοπιστωτικό τομέα την τελευταία δεκαετία, κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό, όμως θα πρέπει να υπάρξουν οι ανάλογες αντοχές κατά την περίοδο του μετασχηματισμού. Από την άλλη θα πρέπει να δούμε, πλέον, τι είδους χρηματοοικονομικό κέντρο θέλουμε να είμαστε και να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο πλάνο υλοποιήσιμο.

Πρόσφατα έχει ακουστεί πολλές φορές η «διεύρυνση» της παραγωγικής βάσης της οικονομίας. Πέραν της ενίσχυσης του τομέα της τεχνολογίας και της πληροφορικής μέσω της μεταφοράς της έδρας ξένων επιχειρήσεων, δεν υπάρχει κάποιο πλάνο ή έστω κάποιες επικεφαλίδες που να δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο θα κινηθούμε ως χώρα και ως οικονομία.

Η κυπριακή οικονομία μέχρι τώρα παρουσιάζει θετικά στοιχεία, όπως τα πλεονάσματα και η μείωση του δημόσιου χρέους. Υπήρξε όμως κάποια ανάλυση ευαισθησίας, όπως γίνεται σε όλες τις χώρες, ποια θα είναι τα αποτελέσματα αν ο ρυθμός ανάπτυξης, για παράδειγμα, του χρόνου είναι χαμηλότερος από αυτόν που αναμένεται;

Σημειώνεται ότι σε αυτές τις αναλύσεις οι μεταβλητές είναι τα έσοδα και οι ελαστικές δαπάνες. Οι ανελαστικές δαπάνες σού «μένουν αγκονίν» και όταν δώσεις κάποιο επίδομα, πολύ δύσκολα το παίρνεις πίσω. Η τροποποίηση του προϋπολογισμού του επόμενου έτους πέρα από τα θέματα υγείας, καταδεικνύει ενδεχομένως την ανάγκη υλοποίησης προεκλογικών δεσμεύσεων και πιέσεων από σύνολα. Επαναλαμβάνω ότι τα πλεονάσματα πρέπει να επιστρέφουν στην κοινωνία μέσα όμως από την πραγματική ενίσχυση της ποιότητας ζωής και της διασφάλισης μιας ισχυρής οικονομίας μεσομακροπρόθεσμα.

Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελεί ακόμη μια πρόκληση για την Κυβέρνηση. Λαμβάνοντας υπόψη το πώς βοήθησε τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχουν σημαντικές δυνατότητες ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Το ζητούμενο παραμένει ο σωστός προγραμματισμός.